I'm sorry

By fws_sto_skotadi

238K 8.5K 4.1K

"Απλά δεν θέλω να βρίσκεσαι γύρω μου. Μείνε μακριά μου" με κοίταξε με ανέκφραστο βλέμμα και μου γύρισε την πλ... More

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφαλαιο 5
Κεφαλαιο 6
Κεφαλαιο 7
Κεφαλαιο 8
Κεφαλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 23
Κεφάλαιο 24
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Κεφάλαιο 37
Κεφάλαιο 38
Κεφάλαιο 39
Κεφάλαιο 40
Κεφάλαιο 41
Κεφάλαιο 42
Κεφάλαιο 43
Κεφάλαιο 44
Κεφάλαιο 45
Κεφάλαιο 46
Κεφάλαιο 47
Κεφάλαιο 48
Κεφάλαιο 49
Κεφάλαιο 50
Κεφάλαιο 51
Κεφάλαιο 52
Κεφάλαιο 53
Κεφάλαιο 54
Κεφάλαιο 55
Κεφάλαιο 56
Κεφάλαιο 57
Κεφάλαιο 58
Κεφάλαιο 59
Κεφάλαιο 60
Κεφάλαιο 61
Κεφάλαιο 62
Κεφάλαιο 63
Κεφάλαιο 64
Κεφάλαιο 65
Κεφάλαιο 66
Κεφάλαιο 67
Κεφάλαιο 68
Επίλογος
Author's note
Ενημέρωση και νέο βιβλίο!

Κεφάλαιο 25

3.4K 131 90
By fws_sto_skotadi

"Έχεις ξαναπάει σε τέτοιο πάρτυ;" με ρώτησε η Αλέξα, ενώ της έκλεισα το φερμουάρ του φορέματος της, που ήταν στο πίσω μέρος της πλάτης της.

"Ναι. Κάνει συχνά τέτοια πάρτυ ο Γιώργος στο σπίτι του" της απάντησα.

Είχε μείνει μια μέρα μέχρι να φύγει η Αλέξα. Είχα λυπηθεί πάρα πολύ από τώρα, αλλά προσπαθούσα να μην της το δείξω, γιατί είμαι σίγουρη ότι θα την έκανα πιο λυπημένη, απ' ότι ήδη ήταν.

Ο Γιώργος σήμερα θα έκανε ένα πάρτυ στο σπίτι του και φυσικά μας κάλεσε όλους να έρθουμε. Ακόμη και την Αλέξα, η οποία ενθουσιάστηκε πάρα πολύ μόλις το έμαθε. Δεν έχει πάει ποτέ σε τέτοιου είδους πάρτυ.

"Και πώς είναι;" συνέχισε τις ερωτήσεις της φανερά ενθουσιασμένη.

Στο μυαλό μου ήρθαν στιγμές από το προηγούμενο πάρτυ που είχα πάει. Οι περισσότερες που θυμάμαι είναι με τον Πάνο. Είχα περάσει ωραίες στιγμές μαζί του και με έκανε να γελάω. Όσο σκέφτομαι πόσο χαιρόμουν όταν ήταν μαζί μου, άλλο τόσο αδιάφορη είμαι τώρα που έμαθα τις πραγματικές του προθέσεις. Άραγε σήμερα θα είναι και αυτός στο πάρτυ; Ελπίζω πως όχι.

"Είναι πολύ ωραία. Είμαι σίγουρη πως θα σου αρέσει. Η μουσική είναι αρκετά δυνατή και έχει και ποτά" της απάντησα και με κοίταξε με ένα πονηρό χαμόγελο στην τελευταία μου λέξη.

Στριφογύρισα στα μάτια μου και άρχισα να γελάω. Η Αλέξα είναι γενικά από τους τύπους που δεν λένε ποτέ όχι, όταν τις προσφέρουν ποτό αλλά πάντα πίνει με ένα μέτρο. Κοίταξα τον εαυτό μας στον καθρέφτη και χαμογέλασα με το αποτέλεσμα.

Εγώ φορούσα ένα μαύρο φόρεμα με ροζ γόβες και η Αλέξα φορούσε ένα άσπρο φόρεμα με μαύρες γόβες. Είχαμε βαφτεί και οι δύο ελαφρώς και είχαμε κάνει μπούκλες τα μαλλιά μας αφήνοντας τα να πέφτουν ανέμελα στους ώμους μας.

"Είσαι έτοιμη;" την ρώτησα.

"Ναι" μου απάντησε χαρούμενη και αφού πήραμε τα πράγματα μας κατεβήκαμε κάτω.

Βγήκαμε έξω και ξεκινήσαμε να περπατάμε για να πάμε στο σπίτι που θα έκανε ο Γιώργος το πάρτυ. Δεν έκανε τόσο κρύο σήμερα και δεν είχε πολύ αέρα, πράγμα περίεργο γιατί ήταν Ιανουάριος.

"Θα έχει πολύ κόσμο;" με ρώτησε η Αλέξα.

"Ναι. Ο Γιώργος καλεί μόνο τους γνωστούς του, αλλά το πάρτυ είναι ανοιχτό και έτσι ο καθένας μπορεί να καλέσει όποιον θέλει" της εξήγησα και κούνησε το κεφάλι της καταφατικά.

"Τα κορίτσια και τα αγόρια θα είναι εκεί, μόλις φτάσουμε. Θα μας περιμένουν στην μπροστινή αυλή" της είπα κοιτώντας το κινητό μου, βλέποντας τα μυνήματα που είχε στείλει η Έλλη.

"Ανυπομονώ τόσο πολύ. Δεν έχω πάει ποτέ σε ένα τέτοιο πάρτυ. Και εκτός από αυτό, έχω πολύ καιρό να πάω σε πάρτυ".

Ο ενθουσιασμός της με έκανε να γελάσω. Συνεχίσαμε να περπατάμε, καθώς της εξιστορούσα πως πέρασα στο προηγούμενο πάρτυ, παρ' όλο που της είχα ξαναπεί τι είχε γίνει και θύμωσε για άλλη μια φορά, μόλις θυμήθηκε τον Πάνο.

"Θα είναι και ο Πάνος εκεί;" με ρώτησε και μπορούσα να διακρίνω την ψυχρότητα στην φωνή της.

"Δεν ξέρω. Την προηγούμενη φορά δεν τον είχε καλέσει ο Γιώργος. Τον είχε καλέσει κάποιος άλλος και είχε έρθει".

"Έτσι και τολμήσει να σου μιλήσει αν είναι εκεί, θα γίνει χαμός" μου είπε με σιγανή φωνή η Αλέξα.

Ώρες ώρες η Αλεξα μπορεί να γίνει πραγματικά πολύ επικίνδυνη όταν θυμώνει. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο άρχισα να εύχομαι πραγματικά να μην είναι εκεί ο Πάνος. Αλλά ακόμα και αν έρθει δεν πιστεύω ότι θα έρθει να μου μιλήσει ή ότι θα τολμήσει να με κοιτάξει. Από τότε που με φίλησε εκείνη την μέρα και τον χαστούκισα δεν έχουμε ξαναμιλήσει και με αποφεύγει, όπως και εγώ τον αποφεύγω και νιώθω ανακουφισμένη με όλη αυτήν την κατάσταση.

Φτάσαμε έξω από το σπίτι του Γιώργου και μπήκαμε μέσα στην αυλή. Με το που μπήκαμε μέσα η Αλέξα το κοιτούσε με ανοιχτό το στόμα, όπως το κοιτούσα και εγώ άλλωστε, όταν το πρωτοείδα. Γέλασα, αλλά παρ' ολα αυτά δεν σχολίασα την έκφραση της.

Τα κορίτσια μας πλησίασαν, ενώ από πίσω τους ερχόντουσαν τα αγόρια. Το βλέμμα μου τους περιεργάστηκε ολους, αλλά φυσικά κόλλησε πάνω στον Χριστόφορο. Φορούσε ένα μπορντό πουκάμισο, το οποίο ήταν κολλητό πάνω του, αναδεικνύοντας ελαφρώς τους μύες του σώματος του και ένα μαύρο παντελόνι. Τα μαλλιά του όπως πάντα ήταν ανέμελα προς τα πάνω. Το βλέμμα του καρφώθηκε στο δικό μου και γρήγορα το απομάκρυνα από πάνω του κοιτώντας τα κορίτσια.

"Έχει έρθει πολύς κόσμος σήμερα. Περισσότερος από την προηγούμενη φορά" μας ενημέρωσε η Αφροδίτη, αφού τους χαιρέτησαμε όλους.

Κοίταξα γύρω μου και είδα πολλά άτομα στην μπροστινή αυλή. Άλλοι περπατούσαν, άλλοι συζητούσαν μεταξύ τους και άλλοι έπαιζαν διάφορα παιχνίδια,  όπως αυτά που παίζαμε την προηγούμενη φορά.

"Το θεωρώ λογικό. Είναι διακοπές Χριστουγέννων, οπότε θα μπορούσε να έρθει περισσότερος κόσμος" δικαιολόγησα αυτό που μας είπε η Αφροδίτη.

"Αύριο φεύγει η Αλέξα, εε;" ρώτησε κάπως διστακτικά ο Άρης και φάνηκε να το μετανιώνει, μόλις είδε το κατσούφιασμα στο πρόσωπο μου.

Έγνεψα θετικά και η Αλέξα μου κράτησε το χέρι χαμογελώντας, για να με κάνει να νιώσω καλύτερα.

"Θα φροντίσουμε να περάσεις πολύ ωραία σήμερα, έτσι ώστε να θελήσεις να ξανάρθεις σύντομα" της έκλεισε το μάτι ο Γιώργος κάνοντας την να του χαμογελάσει.

"Είμαι σίγουρη ότι θα ξανάρθω. Είναι πολύ ωραία αυτή η πόλη και είστε όλοι τόσο ευχάριστη παρέα" του αποκρίθηκε και κατάλαβα ότι η Αλέξα χαίρεται που έχω τόσο καλούς φίλους εδώ πέρα.

Μπήκαμε μέσα στο σπίτι, για να πάρουμε κάτι να πιούμε. Η κουζίνα ήταν το μόνο μέρος του σπιτιού που δεν υπήρχαν πολλά άτομα. Έμπαιναν μέσα μόνο όσοι ήθελαν να πάρουν κάτι να πιουν και μετά ξαναέβγαιναν πηγαίνοντας στα σαλόνι, που ήταν πλημμυρισμένο με κόσμο ή στην αυλή.
Πήγαμε στην κουζίνα και κοίταξα όλα τα ποτηράκια, ενώ δίπλα υπήρχαν διάφοροι χυμοί, αναψυκτικά και αλκοολούχα ποτά.

"Τι είναι  αυτά;" ρώτησα αναφερόμενη στα ποτά, που ήταν μπροστά μας.

"Αυτό είναι βότκα και αυτό είναι μπύρα" μου απάντησε ο Χριστόφορος δείχνοντας μου κάθε μπουκάλι ξεχωριστά.

Πήρα ένα ποτηράκι και το γέμισα με λίγη βότκα και χυμό.

"Ριψοκίνδυνη" με πείραξε ο Χριστόφορος και γέλασα. "Πρόσεχε μην μεθύσεις".

"Δεν πρόκειται να μεθύσω. Εξάλλου έχω βάλει υπερβολική λίγη βότκα" του χαμογέλασα και τον χτύπησα απαλά στο χέρι, καθώς συνέχιζε να με πειράζει.

"Έχεις βάλει το ένα τέταρτο του ποτηριού με βότκα και την θεωρείς υπερβολικά λίγη;" με κοίταξε δύσπιστος, καθώς τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα.

"Ναι" του είπα αδιάφορα και έκανε τον σταυρό του κάνοντας με να γελάσω, κερδίζοντας άλλο ένα χτύπημα στο μπράτσο του από εμένα.

Είδα την Αλέξα δίπλα μου, που πήρε μια μπύρα, σε αντίθεση με εμένα που πήρα βότκα. Στην Αλέξα ποτέ δεν άρεσε η βότκα ιδιαίτερα. Ακόμα θυμάμαι την πρώτη φορά που δοκίμασε. Της την πρόσφερε ο Γρηγόρης ένα βράδυ που είχαμε πάει όλοι σπίτι του. Με που δοκίμασε το πρόσωπο της ξίνισε και με δυσκολία ήπιε μια γουλιά. Μας είπε ότι έκαιγε
πάρα πολύ και ότι δεν πρόκειται να ξαναδοκιμάσει ποτέ. Ακόμα μου κάνει εντύπωση πως γίνεται να καιγόταν τόσο πολύ ο λαιμός της, εφόσον η βότκα ήταν πολύ λίγη και ήταν αναμεμειγμένη με χυμό.

Βγήκαμε έξω και καθίσαμε όλοι σε έναν καναπέ στο σαλόνι. Όσο πιο πολύ περνούσε η ώρα, τόσο πιο πολύ κόσμος έβλεπα να έρχετε. Είναι απίθανο πόσο γρήγορα διαδόθηκε το πάρτυ σε τόσο πολύ κόσμο. Έπινα το ποτό που κρατούσα στα χέρια μου, νιώθοντας το υγρό να με καίει ελαφρώς, όταν εισχωρουσε στο στόμα μου. Είχα πιει αρκετό και είχα χαλαρώσει αρκετά.

Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, όταν αποφασίσαμε να βγούμε έξω. Συνήθως τέτοια ώρα έξω στο τραπέζι κάθονται διάφοροι άνθρωποι και παίζουν παιχνίδια όπως και την προηγούμενη φορά, που είχα έρθει εδώ. Βγήκαμε έξω και καθίσαμε σε εκείνο το τραπέζι. Ετοιμάζονταν να παίξουν θάρρος ή αλήθεια. Η Αλέξα κάθισε δίπλα μου και κοιτούσε όλες τις καινούργιες φυσιογνωμίες γύρω της.

Έκανα το ίδιο με εκείνη. Τα περισσότερα άτομα τα θυμόμουν από το προηγούμενο πάρτυ. Και τότε είδα κάποιον που δεν περίμενα να δω. Το είχα σκεφτεί ότι μπορεί να ερχόταν, αλλά πραγματικά ευχόμουν να μην τον έβλεπα μπροστά μου. Και το χειρότερο είναι ότι με κοιτούσε και αυτός. Το βλέμμα του είχε κολλήσει επάνω μου. Μάλλον κοιταζόμασταν για πολύ ώρα επίμονα, γιατί μου χαμογέλασε αμήχανα, καθώς δεν ήξερε τι να κάνει.

Κατέβασα το κεφάλι μου νιώθοντας άβολα και αυτό το αντιλήφθηκε η Αλέξα.

"Είσαι καλά;" με κοίταξε ανήσυχη.

"Ναι απλά... Είναι εδώ ο Πάνος" της είπα χαμηλόφωνα.

"Που;" με κοίταξε με ορθάνοιχτα μάτια και σήκωσε γρήγορα το βλέμμα  της κοιτάζοντας τα πρόσωπα γύρω της.

Το βλέμμα της έπεσε πάνω στο μοναδικό άτομο, που με κοιτούσε επίμονα και τον κοίταξε με το πιο θανατηφόρο βλέμμα που είχε. Γύρισε και την κοίταξε και αυτός, μόλις την αντιλήφθηκε και στην αρχή απόρησε λίγο με την έκφραση της. Μόλις κατάλαβε για ποιο λόγο τον κοιτάει έτσι, το βλέμμα του απομακρύνθηκε από πάνω μας και κοίταξε αμήχανα προς μια αόριστη μεριά. Σηκώθηκα πάνω και το βλέμμα των περισσότερων έπεσε πάνω μου. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν ένιωθα καθόλου καλα σε αυτό το μέρος. Ήθελα να φύγω από εδώ.

"Που πας;" με ρώτησε ο ξάδερφος μου και ο Χριστόφορος ταυτόχρονα.

"Πάω να γεμίσω πάλι το ποτήρι μου" έδωσα την πρώτη δικαιολογία που μου ήρθε στο μυαλο και τους έδειξα το ποτήρι μου, που ευτυχώς για μένα ήταν άδειο.

Ο Χριστόφορος με κοίταξε με ένα περίεργο βλέμμα, το ίδιο και τα κορίτσια και τους χαμογέλασα, για να τους δείξω ότι όλα είναι μια χαρά. Γύρισα την πλάτη μου σε αυτούς και μπήκα μέσα στο σπίτι.

Η θερμοκρασία μέσα στο σπίτι ήταν υπερβολικά ζεστή, σε αντίθεση με την θερμοκρασία έξω. Πλέον το σπίτι είχε γεμίσει με πάρα πολλά άτομα, τα οποία χόρευαν ιδρωμένα σε κάθε γωνιά του σπιτιού. Στιμώχτηκα ανάμεσα τους και μέσα λίγη ώρα είχα βρεθεί στην κουζίνα.

Υπήρχαν πολλά πεταμένα ποτηράκια στο πάτωμα και πάνω στο τραπέζι, ενώ τα περισσότερα μπουκάλια που είχαν ποτό είχαν τελειώσει και άρχισα να λυπάμαι για τον Γιώργο που θα αναγκαζόταν να τα καθαρίσει αύριο όλα αυτά. Αφού γέμισα το ποτήρι μου ξαναβγήκα έξω, για να γυρίσω πίσω στο τραπέζι, όπου έπαιζαν όλοι. Αν αργήσω πολύ, θα αρχίσουν να ανησυχούν για μένα.

Προχώρησα προς το σαλόνι και προσπαθούσα να βγω έξω περνώντας από όλα τα άτομα που είχαν στριμώχτει μεταξύ τους. Μπορούσα να διακρίνω την πόρτα που θα με έβγαζε έξω από αυτήν την πολυκοσμία, όταν ένα άτομο από το πουθενά έπεσε πάνω μου. Όλο το ποτό που υπήρχε μέσα στο ποτήρι μου έπεσε πάνω στο φόρεμα μου. Ο λεκές που είχε δημιουργηθεί διακρινόταν υπερβολικά πολύ, παρ' όλο που το φόρεμα μου ήταν μαύρο.

"Με συγχωρείς. Δεν ήθελα να πέσω πάνω σου" ένιωσα ένα χέρι στο ώμο μου και σήκωσα το κεφάλι μου.

Ήταν ένα αγόρι με καστανόξανθα μαλλιά. Δεν μπορούσα να διακρίνω καλά τα μάτια του, λόγω του χαμηλού φωτισμού, αλλά από την έκφραση του μπορούσα να καταλάβω, ότι με κοιτούσε ανήσυχος.

"Δεν μπορείς να προσέχεις; Κοίτα πως με έκανες" του φώναξα νευριασμένη δείχνοντας του τον λέκε στο φόρεμα μου.

Ξεφύσησα προσπαθώντας να συγκρατήσω τα νεύρα μου.

"Απλά πες μου που είναι το μπάνιο" χαμήλωσε τον τόνο της φωνής μου και έκλεισα τα μάτια μου, για να χαλαρώσω.

"Είναι στο πάνω όροφο. Και πάλι με συγχωρείς" μου χαμογέλασε απολογητικά και απομακρύνθηκε από κοντά μου.

Στριφογύρισα τα μάτια μου εκνευρισμένη και αφού βρήκα τα σκαλιά για τον πάνω όροφο άρχισα να ανεβαίνω προς τα πάνω. Πως θα καθαρίσω τον λέκε από το φόρεμα μου τώρα; Γαμωτο ήταν από τα αγαπημένα μου. Ανέβηκα τα σκαλιά και κοίταξα τον διάδρομο γύρω μου.

Υπήρχαν δωμάτια. Υπήρχαν πάρα πολλά δωμάτια. Ποιο απ' όλα αυτά οδηγεί στο μπάνιο; Το μόνο καλό εδώ πέρα είναι ότι δεν υπάρχει πολυκοσμία. Και με αυτό εννοώ ότι δεν υπάρχει κανείς εδώ πέρα. Ούτε ένας. Αλλά είναι περίεργο. Γιατί δεν υπάρχει ούτε ένα άτομο;

Άκουσα βήματα από πίσω μου και είδα το αγόρι που με είχε λερώσει, να ανεβαίνει τα σκαλιά με ένα μυστήριο βλέμμα στο πρόσωπο του.

"Που ακριβώς είναι το μπάνιο;" τον ρώτησα αγανακτισμένη. Ελπίζω να μην έχουν ανησυχεί τα παιδιά για μένα, που λείπω τόση ώρα.

"Έλα μαζί μου" με κράτησε από το χέρι και κατευθυνθήκαμε προς μια από τις πολλές πόρτες του διαδρόμου.

Αγνόησα την φωνούλα μέσα μου, που μου έλεγε να φύγω και προσπάθησα να ηρεμήσω τους καρδιακούς παλμούς μου, που πάλλονταν στο στήθος μου σαν τρελοί. Υποθέτω δεν είναι τόσο κακό που μου κρατάει στο χέρι, σωστά;

Η πόρτα άνοιξε και απότομα άνοιξε και το φως, αλλά αυτό δεν ήταν το μπάνιο. Αντιθέτως, ήταν ένα υπνοδωμάτιο με διπλό κρεβάτι. Έμεινα στήλη άλατος να κοιτάζω το δωμάτιο και το βλέμμα μου στράφηκε στο άντρα απέναντι μου, που με κοιτούσε με ένα πονηρό χαμόγελο. Προσπάθησε να με κατευθύνει προς τα μέσα, αλλά δεν τα κατάφερε.

"Δεν ψάχνω ένα υπνοδωμάτιο, το μπάνιο ψάχνω" του είπα αμήχανα. Η φωνή μου ακουγόταν τρεμάμενη και το χέρι μου είχε αρχίσει να ιδρώνει.

"Δεν το χρειάζεσαι το μπάνιο τώρα. Σε βλέπω λίγο νευρική και σε υπερένταση. Άφησε με να σε βοηθήσω να χαλαρώσεις" μου είπε με απαλή φωνή και έτεινε το χέρι του για να μου χαϊδέψει το μάγουλο.

Απομάκρυνα αηδιασμένη το κεφάλι μου από το άγγιγμα του, πριν προλάβει να με ακουμπήσει. Είχα αρχίσει πραγματικά φοβάμαι με την συμπεριφορά του. Τι στο καλό κάνω εδώ πάνω, με έναν άγνωστο;

"Θέλω απλά ένα αναθεματισμένο μπάνιο, για να ξεπλύνω αυτόν τον ηλίθιο λέκε, πριν καταστραφεί το φόρεμα μου" ύψωσα τον τόνο της φωνής μου αγανακτισμένη και προσπάθησα να τραβήξω το χέρι μου από την λαβή του, αλλά μάταια. Ήταν πολύ δυνατός.

"Για ποιο λόγο να προσπαθήσεις να προσπαθήσεις να ξεβγάλεις τον λέκε όταν μπορείς να αποβάλλεις το φόρεμα, από πάνω σου;" το χαμόγελο του μεγάλωσε και τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα για πολλοστή φορά σήμερα.

Το γέλιο του ακούστηκε σε όλο τον διάδρομο και προσπάθησα να απελευθερώσω ξανά το χέρι μου από την λαβή του, αλλά ήταν ακατόρθωτο. Αρχίζει να μην μου αρέσει καθόλου όλο αυτό.

"Σου υπόσχομαι, ότι θα περάσουμε πολύ ωραία" μου έκλεισε το μάτι, ενώ προσπάθησε να με βάλει μέσα στο δωμάτιο.

"Άφησε με ήσυχη" του φώναξα και προσπάθησα να απελευθερωθώ από αυτόν μανιασμένα, χωρίς αποτέλεσμα.

Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή και νόμιζα ότι θα βγει από το στήθος μου. Δάκρυα είχαν άρχισει να μαζεύονται στις άκρες των ματιών μου και προσπαθούσα να τα κρατήσω. Δεν πρέπει να του δείξω πόσο αδύναμη νιώθω.

"Αν είσαι ήσυχη, θα είμαι καλός μαζί σου. Έλα δεν χρειάζεται να είσαι τόσο δύσκολη" προσπάθησε να με ακινητοποιήσει.

Όλες μου οι ελπίδες είχαν άρχισει να χάνονται, όταν κατάφερε να με βάλει μέσα στο δωμάτιο. Δεν θέλω καν να σκεφτώ τι θα συμβεί, αν κλείσει την πόρτα. Το σώμα μου είχε αρχίσει να τρέμει και προσπαθούσα να απελευθερωθώ από το κράτημα παρόλο που ήξερα, ότι ήταν αδύνατο. Πήγα να διαμαρτυρηθώ για άλλη μια φορά, αλλά μια φωνή διαπέρασε ολόκληρο το σώμα μου. Ήταν τόσο δυνατή, που ακούστηκε σε όλο τον διάδρομο.

"Άφησε την τώρα" φώναξε το αγόρι, που ήταν λίγα μέτρα μακριά μου.

Η χροιά της φωνής του έκανε ολόκληρο το σώμα μου να αντιδράσει στην παρουσία του. Γιατί μόνο εκείνου την φωνή θα μπορούσα να αναγνωρίσω αμέσως μέσα σε όλες τις υπόλοιπες. Το αγόρι που μου κρατούσε το χέρι, με άφησε αμέσως και το πρόσωπο του χλώμιασε, μόλις αντίκρισε τον Χριστόφορο να μας πλησιάζει προφανώς εξαγριωμένος.

"Συγγνώμη φίλε. Δεν το ήξερα ότι ήταν μαζί σου" ψέλλισε το αγόρι απέναντι μου.

Το χέρι του Χριστόφορου με τράβηξε κοντά του και με κράτησε προστατευτικά μπροστά από το στήθος του, κρατώντας με από την μέση.

"Και τώρα που ξέρεις ότι είναι μαζί μου, δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ να την πλησιάζεις. Συνεννοηθήκαμε;" μίλησε με χαμηλή την φωνή του, ο Χριστόφορος.

Ήταν μια από τις λιγοστές φωνές που άκουγα τον Χριστόφορο να μιλάει με τόσο χαμηλή και βαριά φωνή. Σήκωσα το βλέμμα μου για να κοιτάξω τα χαρακτηριστικά του. Οι μύες του προσώπου του είχαν τσιτωθεί και είχε σφίξει το σαγόνι του. Τα γαλανά του μάτια, πλέον είχαν γίνει ένα σκούρο μπλε και το βλέμμα του ήταν στηλωμένο πάνω στο αγόρι απέναντι μας, σαν να ήθελε να τον σκοτώσει. Και είμαι σίγουρη, ότι αν είχε την δυνατότητα θα το είχε ήδη κάνει.

Υπό άλλες συνθήκες θα απορούσα που είχε νευριάσει τόσο. Αλλά τώρα μπορώ να τον καταλάβω. Δεν θέλω να σκεφτώ που θα βρισκόμουν τώρα και σε τι κατάσταση θα ήμουν, αν δεν ήταν αυτός εδώ. Το σώμα μου ακόμα δεν είχε σταματήσει να τρέμει και ο Χριστόφορος μπορούσε να το αντιληφθεί αυτό. Το καταλάβαινα, γιατί σταδιακά ο αντίχειρας του χάιδευε την μέση μου, προσπαθώντας να με χαλαρώσει. Το σώμα του αντιδράει τρυφερά σε μένα παρ'όλο που είναι θυμωμένος.

"Ν-ναι" τραύλισε το αγόρι και αφού κατέβασε το βλέμμα του έφυγε με γρήγορα βήματα από κοντά μου.

Μείναμε για λίγα δευτερόλεπτα ακίνητοι, μέχρι που πήρα την πρωτοβουλία να μιλήσω.

"Σε ευχαριστώ" του είπα κοιτώντας τα υπέροχα θυμωμένα χαρακτηριστικά του.

Το βλέμμα του αντίκρισε το δικό μου και από το ψυχρό του βλέμμα κατάλαβα ότι ο θυμός του, ήταν τόσο μεγάλος που από στιγμή σε στιγμή θα έσκαγε σαν εκρηκτική βόμβα. Και είχα δίκιο. Το χέρι του έπιασε τον καρπό μου, με έναν όχι και τόσο ευγενικό τρόπο και σχεδόν με τραβούσε  για να τον ακολουθήσω.

Άνοιξε μια πόρτα και αφού μπήκαμε μέσα την έκλεισε και με κόλλησε πάνω σε αυτήν. Τα μάτια μου είχαν ανοίξει διάπλατα από την έκπληξη μου. Όλα έγιναν μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, που άργησα να συνειδητοποιήσω τι συνέβαινε. Είμαι μέσα σε ένα δωμάτιο με τον Χριστόφορο που τυχαίνει να είναι πολύ θυμωμένος. Δεν μου αρέσει αυτό...

"Μπορείς να μου πεις τι στον διάολο κανεις εδώ πάνω μόνη σου;" μου φώναξε χτυπώντας το χέρι του πάνω στην πόρτα, ακριβώς δίπλα από το πρόσωπο μου.

"Κάποιος μου έριξε ποτό στο φόρεμα μου και ανέβηκα πάνω για να το καθαρίσω" ψέλλισα και του έδειξα το μέρος του στήθους μου, όπου υπήρχε ένας μεγάλος λεκές. Ελπίζω να μην μείνει σημάδι στο φόρεμα.

Το βλέμμα του έμεινε για λίγη ώρα στο στήθος μου αποσυντονισμένος, πριν ξαναγυρίσει το βλέμμα του στο πρόσωπο μου.

"Και είσαι τόσο χαζή, για να ανέβεις εδώ πάνω μόνη σου;" με ρώτησε με υψωμένη την φωνή του. "Ξέρεις για ποιον λόγο ανεβαίνουν οι περισσότεροι εδώ πάνω;" άρχισε το παραλήρημα του και όταν είδε ότι δεν απαντούσα συνέχισε. "Για να πηδηχτούν. Όλες αυτές οι πόρτες οδηγούν σε δωμάτια που τα περισσότερα, πίστεψε με, είναι πιασμένα αυτή τη στιγμή. Όταν, λοιπόν, εσύ ανεβαίνεις εδώ πάνω μόνη σου, αν σε δει κάποιος τι πιστεύεις ότι θα σκεφτεί;" η φωνή του έκανε την καρδιά μου να χτυπάει πιο δυνατά και με κοιτούσε με ένα βλέμμα που μου δημιουργούσε φόβο και ταραχή. Ήθελα απλά να φύγει από κοντά μου.

Το χέρι του συνέχιζε να ακουμπάει πάνω στην πόρτα δίπλα από το πρόσωπο μου και το σώμα του είχε κολλήσει πάνω στο δικό μου, με το πρόσωπο του λίγα εκατοστά μακριά από το δικό μου. Δεν το ήξερα ότι αυτός ήταν ο κύριος λόγος που όλοι ανέβαιναν εδώ πάνω. Πότε κάνεις δεν μου είχε μιλήσει για αυτό. Πώς περίμενε να το ξέρω;

"Δεν το ήξερα" μουρμούρισα και κατέβασα το κεφάλι μου, καθώς ευχόμουν να τελειώσει γρήγορα όλο αυτό.

"Δεν το ήξερες;" με ειρωνεύτηκε. "Και δηλαδή έπρεπε να ανέβεις εδώ πάνω και να προηγηθούν όλα αυτά για να το μάθεις; Τι θα γινόταν αν δεν ήμουν εγώ εδώ; Τι θα γινόταν αν σε έβαζε μέσα στο δωμάτιο και κλείδωνε την πόρτα Εύα;" μου φώναζε επανειλημμένα και το χέρι του χτύπησε πάλι την πόρτα, κάνοντας το τρέμουλο μου να μην μπορεί να σταματήσει.

"Το καταλαβαίνω γιατί αντιδράς έτσι και πραγματικά σε ευχαριστώ πολύ που ήρθες, αλλά μπορείς να ηρεμήσεις; Είμαι ήδη υπερβολικά φορτισμένη, για να το συζητήσω τώρα μαζί σου" ξεφύσησα κουρασμένη.

Πραγματικά τον καταλάβαινα. Δεν ξέρω τι θα είχε συμβεί τώρα, αν δεν είχε προλάβει να έρθει ο Χριστόφορος. Ήρθε στην σωστή στιγμή. Πάντα είναι εδώ την σωστή στιγμή. Αλλά πιστεύω ότι ο τρόπος που αντιδράει είναι υπερβολικός. Δεν το ήξερα ότι δεν έπρεπε να ανεβαίνω εδώ μόνη μου. Κάνεις δεν με είχε προειδοποιήσει. Είχα αρχίσει να εκνευρίζομαι με όλη αυτήν την κατάσταση.

"Μου λες να ηρεμήσω μετά απ' όλο αυτό; Σε περιμέναμε όλοι να έρθεις και κοίτα που κατέληξες. Γιατί είσαι πάντα τόσο απρόσεκτη ρε Εύα;" Ο τόνος της φωνής του υψώθηκε ακόμα περισσότερο και πλέον ένιωθα να έχω χάσει την υπομονή μου.

Έκανα ένα λάθος επειδή δεν γνώριζα, ότι δεν έπρεπε να ανεβαίνω εδώ πάνω, αλλά κανείς με προειδοποίησε γι' αυτό. Το έχω καταλάβει, αλλά εκείνος συνεχίζει να μου το χτυπάει. Γιατί πρέπει πάντα να αντιδράει τόσο υπερβολικά;

"Μπορείς να σταματήσεις να φέρεσαι σαν μαλάκας;" του φώναξα. Το πρόσωπο του, ήταν σαστισμένο από την ξαφνική μου επίθεση. "Έκανα ένα λάθος και το καταλαβαίνω. Κανείς δεν μου είχε πει όμως, ότι δεν έπρεπε να ανέβω εδώ πάνω. Γιατί πρέπει να συνεχίζεις να μου το χτυπάς; Γιατί δεν μπορείς απλά να με πάρεις μια αγκαλιά και να μου πεις ότι όλα είναι μια χαρά; Αυτό είναι το μόνο που χρειάζομαι αυτήν την στιγμή" του φώναξα και η φωνή μου έσπασε.

Δάκρυα άρχισαν να κυλάνε από το μάγουλα μου και όταν ο Χριστόφορος απομακρύνθηκε από κοντά μου, κάλυψα το πρόσωπο μου με τα χέρια μου. Με κοίταξε για λίγη ώρα ξαφνιασμένος, μέχρι που το ύφος του άλλαξε. Αν δεν τον ήξερα θα έλεγα ότι η έκφραση του δήλωνε ότι λυπόταν. Αλλά ο Χριστόφορος δεν λυπάται. Πότε δεν λυπάται για τίποτα και για κανέναν. Και δεν χρειάζομαι την λύπηση του.

Τα χέρια του έπιασαν απαλά την μέση μου και με μετακίνησαν πιο μπροστά απομακρύνοντας με από την πόρτα. Υστερα, μετακινήθηκαν στα δικά μου χέρια, απομακρύνοντας τα από το πρόσωπο μου. Σήκωσα τον βλέμμα μου κοιτάζοντας το δικό του. Ένιωθα ένα συναίσθημα στοργής και τρυφερότητας στο ύφος του. Γίνεται να ισχύει κάτι τέτοιο; Τα απαλά του δάχτυλα άγγιξαν τα μάγουλα του, σκουπίζοντας τα δάκρυα μου.

Και ακριβώς εκείνη την στιγμή ένιωσα να ηρεμώ. Απλά τον κοιτούσα και με κοιτούσε. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα κατέβασε το βλέμμα του και αφού κοίταξε για λίγη ώρα προς τα κάτω, άνοιξε την πόρτα και βγηκε έξω, αφήνοντας με μόνη. Τι συνέβη μόλις τώρα;

Κοίταξα γύρω μου και μόνο τότε συνειδητοποίησα ότι τόση ώρα ήμασταν στο μπάνιο. Ακούμπησα τα χέρια μου στον νιπτήρα και κατέβασα το κεφάλι μου προσπαθώντας να ηρεμήσω τις σκεψεις μου. Μπορούσα να νιώσω ακόμα το άγγιγμα του πάνω μου. Η καρδιά μου ακόμα χτυπούσε πολύ δυνατά από την ένταση που υπήρχε ανάμεσα μας. Πραγματικά δεν μπορώ να τον καταλάβω. Στην αρχή μου φωνάζει, μετά μου σκουπίζει τα δάκρυα και ύστερα φεύγει, χωρίς να πει τίποτα.

Η πόρτα άνοιξε και μου κόπηκε η ανάσα. Και αν ήταν ο τύπος από πριν; Αν είδε τον Χριστόφορο να φεύγει; Ξαφνικά ξεπρόβαλε ένα κεφάλι στην άκρη της πόρτας και άφησα ένα επιφώνημα ανακούφισης, όταν είδα ότι ήταν ο Γιώργος.

"Είναι όλα μια χαρά;" με ρώτησε και του χαμογέλασα.

"Ναι όλα είναι εντάξει" του είπα ψέμματα. Τι ακριβώς να του έλεγα απ' όσα έγιναν; Σίγουρα ο ξάδερφος μου δεν πρέπει να μάθει τι έγινε. Τουλάχιστον όχι σήμερα.

"Θα σε περιμένω έξω εντάξει;" με ρώτησα και κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά.

Έκλεισε την πόρτα και προσπάθησα να καθαρίσω τον λέκε από το φόρεμα μου. Δεν ξέρω πως ήξερε ο Γιώργος ότι είμαι εδώ, αλλά νιώθω πολύ ανακουφισμένη, που είναι απ' έξω και με περιμένει. Δεν θέλω ποτέ να ξαναβρεθώ μόνη μου εδώ πάνω. Και μόνο στην σκέψη ότι μπορεί να συμβεί κάτι όπως πριν, το δέρμα μου ανατριχιάζει. Και σίγουρα αυτήν την στιγμή δεν θα είναι ο Χριστόφορος εδώ, για να με σώσει.

Αφού καθάρισα το φόρεμα μου αρκετά, ώστε να μην είναι τόσο διακριτός ο λεκές, κοίταξα το πρόσωπο μου στον καθρέφτη. Και φυσικά, από τα δάκρυα που έριξα πριν, το πρόσωπο μου είχε μουτζουρωθεί. Αφού έπλυνα το πρόσωπο μου, βγήκα έξω και στάθηκα δίπλα στον Γιώργο, που με περίμενε υπομονετικά, καθώς ασχολούταν με το κινητό του.

"Πώς ήξερες ότι είμαι εδώ;" τον ρώτησα, ενώ ξεκινήσαμε να κατεβαίνουμε τα σκαλιά.

"Μου το είπε ο Χριστόφορος. Είπε να έρθω πάνω για να σε προσέχω, γιατί μάλλον η παρουσία του ήταν ανεπιθύμητη για σένα αυτην την στιγμή" με κοίταξε διαπεραστικά προσπαθώντας να καταλάβει, πως νιώθω από τις εκφράσεις μου.

Κράτησα το γέλιο που πήγε να βγει από στόμα μου. Γιατί ο Χριστόφορος είναι οτιδήποτε άλλο, εκτός από ανεπιθύμητος για μένα. Είναι η αρχή και το τέλος μου. Το πως θα ξεκινήσει και το πώς θα τελειώσει η μέρα μου εξαρτάται  μονάχα από μια του λέξη. Μια του κίνηση μπορεί να μου αλλάξει όλη μου την ψυχολογία. Γι' αυτό λοιπόν είναι ειρωνεία, να πιστεύει ότι είναι ανεπιθύμητος. Αλλά δεν ξέρει και μάλλον δεν θα μάθει ποτέ, τι νιώθω για εκείνον.

"Είσαι καλά;" με ρώτησε ο Γιώργος όταν διέκρινε την μουντή έκφραση του προσώπου μου.

Τον κοίταξα και προσπάθησα να χαμογελάσω.

"Ναι μια χαρά" του απάντησα μονολεκτικά και κατευθύνθηκα προς τα παιδιά που κάθονταν στο τραπέζι.

Το παιχνίδι είχε ξεκινήσει χωρίς εμάς. Κάθισα πίσω στην θέση μου και κοίταξα τα κορίτσια που με κοιτούσαν ανήσυχες. Τους χαμογέλασα, για να τους δείξω ότι όλα είναι μια χαρά. Το βλέμμα μου προσγειώθηκε στην θέση του Χριστόφορου αλλά αυτός δεν ήταν εκεί. Είχε φύγει.







Γεια σας. Τι κάνετε; Πώς είστε; Ελπίζω να περνάτε ωραία.

Αυτό το κεφάλαιο μου πήρε πολύ χρόνο για να το γράψω, αλλά πιστεύω να μην σας απογοήτευσα.  Είναι 4100 λέξεις. Τι γνώμη έχετε για τον Χριστόφορο; Πιστεύετε ότι αντέδρασε υπερβολικά ή ότι έπρεπε να αντιδράσει έτσι; Για την Εύα τι πιστεύετε;

Αν σας άρεσε το κεφάλαιο πατήστε το αστεράκι, γιατί με βοηθάει να συνεχίσω και γράψτε μου σχόλιο. Τα λέμε

-Νικολέτα

Continue Reading

You'll Also Like

238K 8.5K 71
"Απλά δεν θέλω να βρίσκεσαι γύρω μου. Μείνε μακριά μου" με κοίταξε με ανέκφραστο βλέμμα και μου γύρισε την πλάτη, ενώ άρχισε να απομακρύνεται από το...
295K 10.1K 39
𝓲'𝓶 𝓬𝓸𝓿𝓮𝓻𝓲𝓷𝓰 𝓶𝔂 𝓮𝓪𝓻𝓼 𝓵𝓲𝓴𝓮 𝓪 𝓴𝓲𝓭 𝔀𝓱𝓮𝓷 𝔂𝓸𝓾𝓻 𝔀𝓸𝓻𝓭𝓼 𝓶𝓮𝓪𝓷 𝓷𝓸𝓽𝓱𝓲𝓷𝓰 𝓲 𝓰𝓸 𝓵𝓪 𝓵𝓪 𝓵𝓪 Αμαρρυλίς δεκαεφτ...
135K 7.4K 74
"Δεν μπορούμε να είμαστε μαζι"μου λέει και ξεκινάω να γελάω "Γιατί?Πιστεύεις όντως ότι είμαστε αδέρφια Max?" _________ Book series order: 1) In love...
383K 16.8K 61
«Με κολλάει στον τοίχο και μου λέει Είσαι μόνο δικιά μου..Αν τολμήσει και σε ξανακουμπησει αυτός ο παπαρας θα γινει χαμός θα τον σπάσω στον ξύλο...»...