Σ'αγαπώ. Ό,τι κι αν γίνει ψυχ...

By elench90

313K 17.7K 591

Η Μαρίλια μένει έγκυος από τον αγαπημένο της Ορέστη σε ηλικία δεκαοκτώ χρόνων. Ο Ορέστης όμως φεύγει για σπου... More

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 24
Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Κεφάλαιο 37
Κεφάλαιο 38
Κεφάλαιο 39
Κεφάλαιο 40
Κεφάλαιο 41
Κεφάλαιο 42
Κεφάλαιο 43
Κεφάλαιο 44
Κεφάλαιο 45
Κεφάλαιο 46
Κεφάλαιο 47
Κεφάλαιο 48
Κεφάλαιο 49
Επίλογος
Ανακοίνωση-Νέα Ιστορία

Κεφάλαιο 23

5K 325 3
By elench90

Η ώρα έχει πάει δώδεκα και η οικογένεια έφυγε πριν δέκα λεπτά αφού στις δύο θα πήγαιναν όλοι από το σπίτι του παππού και της γιαγιάς.
Το μαγαζάκι έχει αδειάσει λόγω του ότι είναι μεσημέρι και έτσι αποφάσισα κι εγώ να πω στα παιδιά να πάρουν ρεπό και να μην έρθουν το απόγευμα.

Είμαι πίσω από το μπαρ και προσπαθώ να κλείσω το ταμείο και δίπλα μου είναι η Χριστίνα μέσα στο καρότσι της να κοιμάται. Βασανίστηκε πολύ με την μικρή η Άννα αυτές τις μέρες που λείπω από εδώ και ίσως θα πρέπει να κλείσω το μαγαζάκι για λίγο μέχρι να μπορέσω να επανέλθω.

"Γιατί κλείνεις το ταμείο;" ακούω τον Στέλιο να με ρωτάει. "Γιατί κλείνουμε. Πήγαινε κλείδωσε την μπροστινή είσοδο." του λέω και με κοιτάζει με απορία.
"Παίρνετε ρεπό για την υπόλοιπη μέρα και επίσης αυτά πάρε αυτά και βγάλε έξω για φαγητό τα κορίτσια σου." του λέω και του δίνω λίγα μετρητά.

"Μαρίλια τι κάνεις;" ρωτάει ο Στέλιος.
"Ρεπό για σήμερα. Άντε να κλείσουμε το μαγαζάκι να φύγουμε." ξαναλέω και τον σπρώχνω να τελειώσει τις δουλειές του.
"Λοιπόν αποφάσισα να κλείσω για λίγο το μαγαζάκι μέχρι να είμαι σε θέση να επιστρέψω. Θα συνεχίσετε να παίρνετε κανονικά το μισθό σας όσο καιρό θα παραμείνει κλειστό το μαγαζάκι." λέω και στους δύο όταν βγαίνουμε από το μαγαζάκι.

"Τι; Μαρίλια τι είναι αυτά που λες; Γιατί να γίνει αυτό;" ρωτάει η Άννα.
"Γιατί Άννα μου δουλεύετε πολλές ώρες. Δεν γίνεται να ταλαιπωρείς τη Χριστίνα, είναι μικρή για να περνάει τόσες ώρες εδώ μέσα." της λέω απόλυτα.
"Το μόνο που θέλω από εσάς είναι να έρχεστε οπότε μπορείτε μέσα στη μέρα να ελέγχετε το μαγαζάκι. Επίσης Στέλιο θέλω αύριο να βάλεις ανακοίνωση μπροστά στην είσοδο ότι το μαγαζάκι θα μείνει κλειστό για κάποια χρονική περίοδο." τους δίνω οδηγίες και ευτυχώς τις δέχονται χωρίς αντιρρήσεις για το κλείσιμο του μαγαζιού αλλά φυσικά δεν τους έδωσα την ευκαιρία να αντιδράσουν για αυτό.
"Εντάξει Μαρίλια, μην ανησυχείς." μου λέει ο Στέλιος. "Ωραία λοιπόν τα λέμε. Γεια σας παιδιά." τους χαιρετώ και κατευθυνόμαστε στα αυτοκίνητα μας.
"Γεια σου Μαρίλια μου." μου λέει ο Στέλιος και μου κλείνει το μάτι καθώς βοηθάει την Άννα να βάλουν τη μικρή στο αυτοκίνητο.

Μπαίνω στο αυτοκίνητο χωρίς να εχω ιδέα για το που θα πάω τώρα. Η σκέψη να επισκεφτώ τον παππού και τη γιαγιά τριγυρίζει στο μυαλό μου αλλά δεν είμαι σίγουρη αν θέλω να το κάνω.

Ξεκινώ το αυτοκίνητο χωρίς κανένα προορισμό υπόψιν μου μέχρι που κάποια στιγμή αντιλαμβάνομαι πως βρίσκομαι στη γειτονιά του παππού και της γιαγιάς. Μάλλον το υποσυνείδητο μου με πρόδωσε αφού θέλω πολύ να τους δω απλά δεν θεωρώ σωστό το φαγοπότι ενώ ο γιος μου βρίσκεται στο νοσοκομείο.

Στέλνω μήνυμα στο νονό μου για να μάθω αν υπάρχουν νεότερα και πέντε λεπτά μετά με ενημερώνει πως η κατάσταση είναι σταθερή. Μόνο τότε κατεβαίνω από το αυτοκίνητο με κατεύθυνση το σπίτι του παππού και της γιαγιάς.

Στέκομαι μπροστά στην πόρτα χωρίς να τη χτυπήσω και αναρωτιέμαι πάλι αν πρέπει να μπω μέσα ή να φύγω. Αποφασίζω να χτυπήσω την πόρτα αλλά την ώρα που σηκώνω το χέρι μου για να το κάνω αυτή ανοίγει απότομα και μπροστά μου εμφανίζεται ο θείος Αναστάσης.

"Μαρίλια μου ηρθες τελικά; Ελα πέρασε εγώ θα παω μέχρι το αυτοκίνητο να πάρω το τηλέφωνο μου γιατί το ξέχασα εκεί." μου λέει και ανοίγει περισσότερο την πόρτα για να περάσω μέσα στο σπίτι.
"Θα έρθω μαζί σου θείε." του λέω και ευτυχώς καταλαβαίνει το λόγο και δεν με ρωτάει τίποτα.

Με αγκαλιάζει από τους ώμους και μαζί κατευθυνόμαστε προς το αυτοκίνητο του.
"Τον είδα θείε, τη νύχτα που έγινε το ατύχημα τον είδα. Ήταν και αυτός στην εκδήλωση που πήγαμε. Τόσες μέρες δεν άφησα τον εαυτό μου να τον σκεφτεί καθόλου αλλά σήμερα που δεν πήγα στο νοσοκομείο δεν τον βγάζω λεπτό το μυαλό μου. Ο μικρός τον αναγνώρισε ακόμα και αν στις φωτογραφίες που του έδειχνα ήταν πολύ νέος. Ο γιος μου είναι στο νοσοκομείο και αυτός δεν ενδιαφέρεται τι κάνουμε τόσα χρόνια. Είχε πει πως όταν θέλει αυτός θα έρθει να μας βρει αλλά θείε αν είναι αργά; Αν ο Ανδρέας μου δεν τα καταφέρει; Τον τελευταίο καρό τον ζητούσε πολύ και ήθελε να τον δει. Θείε αν τον χάσω θα ζω μια ζωή μέσα στις τύψεις που δεν τον πήρα στον μπαμπά του να τον δει έστω και με το ζόρι." του λέω αυτό που εδώ και τέσσερις μέρες βασανίζει το μυαλό μου.

"Μαρίλια τίποτα δεν θα πάθει ο Ανδρέας μ'ακούς; Όταν γίνει εντελώς καλά ο μικρός που είμαι σίγουρος ότι αυτό θα γίνει σύντομα τότε θα τον πάρεις να γνωρίσει τον πατέρα του όσο κι αν αυτός δεν θέλει. Όταν τον δει θα καταλάβει πόσα έχασε μαζί του και θα δεις ποιον θα τρώνε οι τύψεις και οι ενοχές. Εσύ δεν πρέπει να έχεις τύψεις για το παραμικρό. Μεγαλώνεις τον Ανδρέα δίνοντας ακόμα και την ψυχή σου." μου λέει εχοντας τα χέρια του δεξιά και αριστερά στους ώμους μου κοιτώντας με στα μάτια.

Φτάνουμε στο αυτοκίνητο από το οποίο παίρνει το τηλέφωνο του και επιστρέφουμε πίσω αμίλητοι. Μπαίνουμε μέσα στο σπίτι αλλά υπάρχει πλήρης ησυχία πράγμα παράξενο αφού είναι όλοι εδώ.
"Όλοι έχουν τα χάλια τους. Ελπίζω όταν σε δουν να αλλάξει κάπως το κλίμα." μου ψιθυρίζει ο θείος στο αυτί και τότε καταλαβαίνω πως κανενας δεν βρίσκεται εδώ για το φαγοπότι.

Προχωράμε στο σαλόνι και βλέπω τους περισσότερους απλά να κάθονται αμίλητοι ή ακόμα και αν μιλάνε τότε το κάνουν χαμηλόφωνα μεταξύ τους. Οι μόνοι που λείπουν από το σαλόνι είναι ή γιαγιά και η μαμά μου οι οποιες μάλλον είναι στην κουζίνα.
"Για δείτε ποια σας έφερα." λέει ο θείος και τότε όλοι σαν ένας άνθρωπος στρέφουν τα μάτια τους πάνω μας. Ένα δειλό χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο τους.

"Μαρίλια" λέει η Παντελίνα και σηκώνεται από το χαλί στο οποίο κάθεται με την Βασιλική και τον μικρό Αλέξανδρο και έρχεται προς το μέρος μου. Με αγκαλιάζει σφιχτά όπως κάνει πάντα όταν με βλέπει και αυτή αλλά και η αδερφή της. Στη συνέχεια περνώ από την αγκαλιά όλων αλλά μένω περισσότερο σε αυτήν του παππού.
"Είσαι δυνατή κόρη μου." λέει ο παππούς.
"Η γιαγιά είναι μέσα;" τον ρωτάω δείχνωντας με το κεφάλι μου την κουζίνα και αφού μου το επιβεβαιώνει τον αφήνω για να πάω προς τα εκεί.

Στην κουζίνα βρίσκω τη μαμά και τη γιαγιά μου να σερβίρουν τα φαγητά στις πιατέλες. "Γιαγιά" λέω και μόλις ακούει τη φωνή μου σταματάει ότι κάνει και γυρίζει να με δει. Ένα ζεστό χαμόγελο απλώνεται στο πρόσωπο της μόλις με βλέπει. "Κοριτσάκι μου. Έλα να σε αγκαλιάσω." μου λέει και ανοίγει τα χέρια της για να με υποδεχτεί στην αγκαλιά της.

Χωρίς δισταγμό την αγκαλιάζω και με φιλάει στο μάγουλο.
"Αν είσαι καλά εσύ τότε θα είναι και ο μικρός για αυτό ποτέ μην παραιτείσαι. Πάλεψε, πολέμησε με όπλο την αγάπη και την πίστη. Είναι δυνατός όπως είναι και η μητέρα του και είμαι σίγουρη πως θα γίνει σύντομα καλά." μου λέει η γιαγιά και εύχομαι και ελπίζω να έχει δίκιο στα όσα λέει.

"Το να περπατάς με ένα φίλο στο σκοτάδι είναι καλύτερο από το να περπατάς μόνος στο φως."
Έλεν Κέλερ

Continue Reading

You'll Also Like

32.4K 3.6K 38
- Θα σου αλλάξω την ζωή, πίστεψέ με! είπε με απόλυτη σιγουριά. - Ναι. Κάπου εδώ πρέπει να σε ενημερώσω για το ότι δεν μου αρέσουν οι αλλαγές. Καθόλο...
765K 28.8K 45
- Λοιπόν;! ρώτησα με σταυρωμένα χέρια. - Είσαι σίγουρη ρε Αννούλα; ήρθε και στάθηκε απέναντί μου. - Πόσες φορές ακόμη πρέπει να στο πω για να σ...
464K 28.8K 55
''Θα σου μάθω εγώ.'' μου είπε και έσμιξα τα φρύδια μου. ''Τι πράγμα;''τον ρώτησα με απορία. ''Να φιλάς ρε Μητσάκο.''μου είπε σαν να ήταν αυτονόητ...
223K 9K 61
Η Νεφέλη είναι 17 χρονών.. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της τα περνάει στην Αθήνα. Οι γονείς της όμως αποφασίζουν να πάνε μαζί με τη Νεφέλη στον Καναδά γ...