Σιωπή

By marielomvardos

1.1K 69 4

Η Νταϊάνα μέχρι τώρα περνάει καλά με την παρέα της και κάνει σερφ. Δεν την νοιάζουν πολλά πράγματα ειδικά τα... More

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20

Κεφάλαιο 21

24 1 0
By marielomvardos


Σερφ Σίτι Πρωτοχρονιά 2013

Η Λόρελ έκανε σχέδια με το δάχτυλο της στην άμμο και ο Φρανκ απλά την παρατηρούσε, παρατηρούσε τα μαλλιά της πού τα φυσούσε το απαλό αεράκι του ατλαντικού και τα μάτια της πού έλαμπαν κάτω από τον συννεφιασμένο ήλιο. Είχαν πάει μια βόλτα στη παραλία.

<<Είμαστε τόσο καιρό μαζί και δεν ξερώ τα πάντα γιά σένα.>> Είπε τελικά ο Φρανκ.

<<Σιγά σιγά τα μαθαίνεις όλα.>> Είπε εκείνη.

<<Δεν μου έχεις πεί πιό είναι το αγαπημένο σου χρώμα.>>

Εκείνη το σκέφτηκε γιά λίγο, <<το πράσινο.>> Είπε τελικά.

<<Μάλιστα.>>

<<Όχι το απλό πράσινο, του βουνού ας πούμε. Το πράσινο της θάλασσας. Αν πας σε μερικές χώρες της Ευρώπης οι θάλασσες έχουν ένα πράσινο χρώμα σε κάποια σημεία, ένα χρώμα πού σου επιτρέπει να δείς κάτω, μέχρι τον πάτο. Είναι το πιό όμορφο πράσινο πού έχω δεί. Εσένα?>>

Εκείνος έκανε πως σκεφτόταν, <<το μπλε.>> Εκείνη χαμογέλασε, <<των ματιών σου το μπλε.>> Συνέχισε και εκείνη του έδωσε ένα απαλό φιλί στα χείλη.

<<Φρανκ?>> είπε με χαμηλό τόνο, <<Λόρελ>> είπε εκείνος στον ίδιο τόνο.

<<Θέλω να με μάθεις σερφ. Είμαι η μόνη πού δεν ξέρω και δεν θέλω γιά όλο το καλοκαίρι να βλέπω έσένα και τα παιδιά να κάνετε και γω να μην μπορώ να ανέβω ούτε στην σανίδα.>> Είπε θλιμένα, εκείνος γέλασε και την αγκάλιασε. Σηκώθηκε όρθιος και της έδωσε το χέρι του, <<πάμε.>>

<<Τι? Θα με μάθεις τώρα?>> Είπε εκείνη και σηκώθηκε όρθια, <<Δύο πράγματα ξέρω,>> είπε εκείνος, <<πρώτον δεν υπάρχει τίποτα πού δεν θα έκανα γιά σένα,>> άρχισαν να περπατάνε προς τις σανίδες και εκεί σαμάτησε να μιλάει. Η Λόρελ κοντοστάθηκε, <<και το δεύτερο?>> τον ρώτησε, εκείνος γύρισε πίσω και την κοίταξε, <<και το δεύτερο είναι πως σ'αγαπώ.>> Της είπε και έριξε το βλέμα του προς τα κάτω. Εκείνη πήγε κοντά του τον αγκάλιασε, <<και γω σ'αγαπω Φρανκ.>> Του είπε και πήγαν προς τις σανίδες γιά να αρχίσει το μάθημα.

                                                                                               

                                                                                                     ***


Σερφ Σιτι Πρωτοχρονιά 2016

Το surf city γιορτινό και στολισμένο γιόρταζε την πρώτη μέρα του 2016. Πολλοί χαιρόταν για την νέα χρόνια, νέες ελπίδες, νέες εμπειρίες, νέες ευκαιρίες και φυσικά νέα όνειρα. Άλλοι πάλι δεν είχαν και την καλύτερη διάθεση μετά το πάρτυ της πρωτοχρονιάς όπως η Ροζι, ξύπνησε στο σπίτι του Γουιλ και σε δευτερόλεπτα εξαφανίστηκε χωρίς να την ακούσει κανείς. Έτρεξε σπίτι της και μπήκε απο την πίσω πόρτα του κήπου, ανέβηκε στο δωμάτιο της και κρυφτηκε κάτω απο τα παπλώματα μέχρι αργά το μεσημέρι όπου πήγε η Εμμα στο σπίτι να της πει τα ευχάριστα.

<<Μα το πιστεύεις;>> την ρωτούσε η Εμμα κάθε δέκα λεπτά με ένα ονειροπόλο βλέμμα.

<<Ναι Εμ.>> απαντούσε αφηρημένα η Ροζι.

<<Δεν λες και τίποτα άλλο εδώ και μισή ώρα.>> της ειπε σαρκαστικά η Εμμα.

<<Αφού μου λες την ίδια ιστορία ξανά και ξανά εδώ και μισή ώρα ρε Εμ τι να σου πω; Άσε με και έχω πονοκέφαλο.>>

<<Να μην επινες τόσο κυρία μου δεν ειναι και για χόρταση.>> Γέλασε η Εμμα και στριφογυρνούσε στο δωμάτιο της Ροζι σαν πεντάχρονο που μόλις είχε πάρει το δώρο απο τον Άγιο Βασίλη. <<Άντε σήκω να ντυθείς τα χάλια σου έχεις.>> πρόσθεσε.

<<δεν πάω πουθενά. Πήγαινε στην Νταϊάνα και θα σας δω το βράδυ.> ειπε η Ροζι και κάλυψε το κεφάλι της με το πάπλωμα.

<<οκ. Θα σε πάρω τηλέφωνο.>> σήκωσε το σκέπασμα της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και έφυγε για την Νταϊάνα. Είχε να αφηγηθεί ξανά την σκηνή με τον Τζός απο χθες.



Η Νταϊάνα περίμενε την Εμμα με ζεςτή σοκολάτα και μπισκότα. Η Εμμα μόλις μπήκε άρχισε να της λέει ακριβώς τι έγινε. << Και έτσι με γύρισε σπίτι.>> ειπε και μόνο καρδιές δεν βγήκαν απο τα μάτια της, όπως αυτά τα καρτούν στην τηλεόραση όταν ειναι ερωτευμένα.

Η Νταϊάνα είχε χαρεί παρά πολυ για την φίλη της, άρχισε να της λέει για τον Λίαμ που στην αλλαγή του χρόνου την φίλησε κάτω απο το γκι.

<<Δεν ένιωσα ομως πεταλούδες. Δεν ηταν όπως το περίμενα.>> Ειπε η Νταϊάνα φανερά μπερδεμένη.

Η Εμμα την κοιτούσε σαν να ηταν τρελή, <<Μα καλα εσένα σου άρεσε ο Λίαμ, και σε εκείνον αρεσες εξαρχής. Τι συμβαίνει Τώρα;>>

<<Μακάρι να ήξερα. Ίσως ηταν απλά ένας ενθουσιασμός και τίποτα παραπάνω. Σαν να ξενέρωσα, θέλω κάτι πιο ουσιαστικο να σου πω την αλήθεια. Έχω μπερδευτεί. Μου έχει στείλει 3 μηνύματα απο το πρωί και δεν έχω απαντήσει. Θέλει να βγούμε τι να κάνω;>>

<<περνάς καλα μαζί του;>> ρώτησε η Εμμα με το ύφος ψυχολόγου.

<<πολυ καλα.>> χαμογέλασε εκείνη.

<<Άφησε τον τότε να σε κάνει χαρούμενη και να σε διεκδικήσει, τόσο καιρό το παίζατε φίλοι άρα δεν ξέρεις πως ειναι σαν το αγόρι σου. Δώσε του μια ευκαιρία, του αρέσεις πολυ Νταϊάνα μου το βλέπω.>>

<<Καλα,>> ειπε εκείνη, <<έχεις δίκιο, όλοι μας αξίζουμε μια ευκαιρία, έτσι και αλλιώς ειναι καλός και με κάνει να γελάω.>>

<<Έτσι μπράβο.>> ειπε η Εμμα με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.

                                                                                                      ***

Η μέρα της πρωτοχρονιάς κύλισε ήσυχα, τα παιδιά δεν βγήκαν όπως είχαν σχεδιάσει μιας και η Ροζι ειπε πως ηταν άρρωστη, η Εμμα δεν μπορούσε να ξεφύγει με τίποτα απο την οικογένεια Κουίν αφού είχαν μαζευτεί όλοι στο σπίτι και ο Λίαμ φιλοξενούσε κάποια ξαδέρφια του απο Νέα Υόρκη και θα ηταν αγένεια να τους αφήσει μόνους σπίτι. Έτσι η Νταϊάνα έφαγε με την οικογένεια της και το βράδυ έπαιξε επιτραπέζια και έφαγα ένα σορό γλυκά με τον Νταν και την Τζεν. Η Ροζι έμεινε σπίτι μιας και ο πατέρας της παραδόξως γύρισε νωρίτερα ώστε να φάνε όλοι μαζί και ο Φρανκ δεν βγήκε για να δει τον πατέρα του.

Η Εμμα πέρασε μια βασανιστική πρωτοχρονιά με ολόκληρο το σόι στο σπίτι, είχαν πάει ακόμα και ξαδέρφια που δεν είχε δει ποτέ στην ζωή της. Έστελνε ομως μηνύματα με τον Τζός ο οποίος ηταν στους κολλητούς του απο την μπάντα για μπίρες. Ο Γουιλ έμεινε σπίτι έφαγε με τους δικούς του και το βράδυ βγήκε με τον Σαμ και τον αδερφό του τον Πιτερ για ένα ποτό.

                                                                                                        ***



Ο καιρός περνούσε, οι διακοπές σχεδόν τελείωσαν και τα σχολεία θα άνοιγαν σε δυο μέρες. Η Τζεν με τον Νταν έφυγαν για την Αγγλία, πάλι κλάματα και απογοήτευση κυριεύει την Νταϊάνα, χωρίς να το δείχνει φυσικά. Η Ροζι απέφευγε όσο πιο πολυ μπορούσε τον Γουιλ και εκείνος κατάλαβε πως δεν μπορούσε μακριά της. Ναι ο Γουιλ, ο κλασικός Γουιλ είχε ερωτευτεί επιτέλους και μάλιστα πολυ. Δεν είχε σκοπό να την χάσει θα την διεκδικούσε, είχε πείσμα αλλα δεν ήθελε να χαλάσει την παρέα τους. Η Νταϊάνα έβγαινε με τον Λίαμ συχνά, αποτελούσαν ένα πολυ χαριτωμένο ζευγάρι. Περνούσαν καλα, ο Λίαμ ηταν παιδί με πολυ χιούμορ και ηταν πάντα ευγενικός πράγμα που έκανε την Νταϊάνα να νιώθει άνετα μαζί του. Πήγαιναν σινεμά, στην αρχή άφηνε πάντα την Νταϊάνα να διαλέγει ταινιες αλλα εκεινη αρχιςε να νιώθει αςχημα μερικές φορές που τον έπαιρνε ο ύπνος στην αιθουςα και ετςι τον ανάγκαζε να διαλέγει και εκείνος καμία φορά ωςτε να μην βαριέται πάντα με τα μιούζικαλ και τα πολυ ρομαντικά. Ακόμα η Νταϊάνα προςπαθουςε να τον μάθει γαλλικά ετςι ωςτε όταν θα πήγαινε στην Γαλλία –ήθελε να πάει και εκείνος μαζί της- να μπορεί να συνεννοηθεί, μιας και οι Γάλλοι πάντα θέλουν να μιλούν την γλωςςα τους. Η Εμμα πάλι ηταν απίστευτα χαρούμενη, περνούσαν πολυ χρόνο με τον Τζός και μάθαινε νέα πράγματα ο ένας για τον άλλο. Ηταν πολυ ερωτευμένη μαζί του όπως και εκείνος και ευχαριστούσε τον θεό που του έβαλε μυαλό και δεν την άφησε. Η Εμμα ηταν διαφορετική με τον Τζός, δεν φοβόταν τίποτα και είχε μια τρέλα παρά πάνω απο κανονική, ηταν πραγματικά ευτυχισμένη. Μέχρι η μητέρα της το είχε παρατηρήσει πως κάτι είχε αλλάξει στο παιδί της και της είχε πει αν ειναι ο Τζός να την κάνει τόσο χαρούμενη να μην τον αφήσει ποτε να φύγει απο την ζωή της. Έτσι και είχε σκοπό να κάνει, να ειναι συνέχεια μαζί του. Αν και η μοίρα δεν ξέρεις ποτε πως θα τα φέρει.

Ο Σαμ πάλι έβγαινε με την Χάνα, πήγαιναν σινεμά, για φαγητό, διάβαζαν μαζί για το σχολείο που πλησίαζε και γενικότερα περνούσαν πολυ χρόνο μαζί. Κυρίως η Χάνα πήγαινε στο σπίτι του και έβλεπαν ταινίες και σειρές τα βραδιά ενώ η μητέρα του τους έφτιαχνε πίτσες και πανκεικς. Όλα ηταν όμορφα και ήσυχα για την παρέα του σερφ .

Αφού τα σχολεία άνοιξαν και η μητέρα της Λορελ γύρισε στο surf city –έκανε ακόμα μερικά μαθήματα- ο Φρανκ ένα πρωί αποφάσισε να επισκεφτεί την Λορελ ώστε να μιλήσουν και να μείνουν έστω φίλοι πριν φύγει για το L.A. Χτύπησε την πόρτα και έκανε ένα βήμα πίσω, έβλεπε την ανάσα του στον παγωμένο αέρα του Ιανουαρίου. Ηταν αμήχανος και άρχισε να παίζει με το μπρελόκ απο τα κλειδιά του μαγαζιού ώσπου άνοιξε η πόρτα και αντίκρισε την Μπεθ. Μια διαφορετική Μπεθ απο εκείνη που θυμόταν. Είχε αλλάξει στο πρόσωπο σαν να γέρασε απότομα και στο κεφαλι της, είχε απλά δεμένο ένα μαντήλι που έπεφτε στον αριστερό της ώμο.

<<Φρανκ.>> αναφώνησε μόλις τον είδε και ένα τεράστιο χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο της ενώ τον αγκάλιασε. <<Τι κανείς αγόρι μου; Ποσό καιρό έχω να σε δω;>>

<< Μια χαρά ειμαι. Εσείς πως είστε; Ναι η αλήθεια ειναι είχα τρεχάματα με την σχολή μου και δεν μπορούσα να έρχομαι συχνά.>>

<<Πέρασε μέσα μην στέκεσαι.>> του ειπε και έκανε στην άκρη να περάσει.

<<Ευχαριστώ.>> ειπε εκείνος και μπήκε μέσα κοιτάζοντας γύρω του. Ηταν ακριβώς όπως το θυμόταν, ο καναπές που έβλεπε ταινίες με την Λορελ, ο καναπές παράθυρο που καθόταν η Λορελ όσο τον περίμενε να πάει να την πάρει, το τραπέζι που είχαν φάει οι τρεις τους άπειρες φορές και το τζάκι που άναβαν τον χειμώνα.

<<Ειναι εδώ η Λορελ;>> ρώτησε διστακτικά όσο έκατσαν στον καναπέ.

<<Όχι αγόρι μου. Ατύχησες έφυγε πριν μισή ώρα έχει 3 ώρες μάθημα.>>

<<κρίμα.>> ειπε εκείνος φανερά απογοητευμένος με την απάντηση που πήρε.

<<Να σου φέρω λίγο τσάι; Μείνε να τα πούμε.>> τον παρακάλεσε.

<<Πολυ ευχαρίστως.>> ειπε εκείνος και χαμογέλασε.

Όσο η Μπεθ έφτιαχνε τσάι ο Φρανκ περιπλανήθηκε στο σαλόνι χαζεύοντας φωτογραφίες της Λορελ, μα ποςο όμορφη ειναι σκέφτηκε. Τοςος καιρός περαςε και τα αιςθηματα του δεν είχαν αλλάξει για εκείνη.

Σύντομα γυριςε η Μπεθ με το τςαι, του πρςφερε μια κούπα και εκατςαν ο ένας απέναντι στον άλλον. Ο φρανκ είχε καρφωςει το βλέμμα του στο μαντήλι και αναρωτιόταν τι να είχε συμβεί.

<<Αναρωτιεςαι τι μου συμβαίνει ε;>> ειπε εκείνη χαμογελώντας.

<<Εμ όχι απλώς αφαιρέθηκα.>> Ντράπηκε, <<είστε καλα;>> ρώτησε διστακτικά.

<<Καλύτερα τώρα αγόρι μου. Τον Σεπτέμβριο του 2014 μου βρήκαν καρκίνο. Πάλεψα πολυ αλλα τώρα ειμαι καλύτερα. Έτσι και το κοριτσάκι μου έμεινε πίσω να με προσέχει όσο και αν την παρακαλούσα να συνεχίσει τις σπουδές της.>> ειπε θλιμμένα.

Ο Φρανκ τα έχασε, τώρα ενώθηκαν όλα τα κομμάτια του παζλ, η Λορελ του ποτε δεν έπαψε να τον αγαπάει απλά δεν ήθελε να αφήσει την μητέρα της πίσω.

<<Λυπάμαι παρά πολυ.>> ειπε εντέλει εκείνος. <<Σας εύχομαι απο δω και πέρα να πάνε όλα καλα και μόνο χαρές να έχετε στην ζωή σας.>>

Εκείνη του χάρισε ένα μεγάλο χαμόγελο και συνέχισαν να πίνουν τσάι. Μίλησαν για την ζωή του Φρανκ ως φοιτητής σε μια άλλη πόλη, για την ζωή στο surf city ώσπου πέρασε μια ώρα και κάτι και ο Φρανκ ετοιμάστηκε να φύγει. Αποχαιρέτησε την Μπεθ, της ειπε να μην πει τίποτα στην Λορελ για την κουβέντα τους πως θα πήγαινε να την βρει ο ίδιος να κάνουν μια κουβέντα για τους δυο τους και εκείνη συμφώνησε. Πίστευε πως ο Φρανκ ηταν ότι καλύτερο θα μπορούσε να συμβεί στην κόρη της και όταν εκείνος έφυγε κ χώρισαν την ρωτούσε συνεχώς τι είχε γίνει μεταξύ τους η Λορελ ομως δεν της είχε δώσει καμία καθαρή απάντηση. Έβλεπε ομως τα μάτια του Φρανκ όταν έλεγε το όνομα της πως έλαμπαν και ήξερε πως αξίζει να ειναι μαζί αυτοί οι δυο. Κάποια στιγμή θα τα ξανά έβρισκαν, ηταν γραφτό της μοίρας τους.

Την ίδια μέρα ο Φρανκ πήγε και έκατσε έξω απο το σπίτι του παιδιού που είχε η Λορελ το τελευταίο μάθημα και την περίμενε να τελειώσει. Όταν τελικά βγήκε και κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητο της εκείνος φώναξε το όνομα της, τρόμαξε και γύρισε και τον είδε να πήγαινε προς το μέρος της. Δεν πρόλαβε να πει τίποτα, την άρπαξε στη αγκαλιά του και της ειπε πως δεν θα την ξανά αφήσει ποτε και για τίποτα, και πως για χάρη της θα προσπαθούσε την σχέση εξ αποστάσεως. Η Λορελ τα είχε χάσει, δεν ήξερε τι να πει. Τον φίλησε όπως και εκείνος. Έμειναν για μερικα λεπτά στην μέση του δρόμου, αγκαλιά, μέσα στο κρύο.

<<Τι έγινε;>> ειπε τελικά εκείνη.

<<Ξέρω τον λόγο που δεν ήρθες μαζί μου στο LA. Και ξέρω επίσης πως ποτε δεν έπαψες να με σκέφτεσαι.>>

Εκείνη χαμογέλασε και πήγε να μιλήσει εκείνος την διέκοψε, <<επίσης θέλω να σου πω ότι σ'αγαπώ και ότι ούτε εγώ σταμάτησα να σε σκέφτομαι λεπτό..Μου έλειψες, μη με ξαναφήσεις χωρίς εσένα. >>

<<Πάντα σ'αγαπούσα, σ'αγαπώ και θα σ'αγαπάω..>> είπε εκεινη και του έδωσε άλλο ένα γλυκό φιλί στο θέαμα του ηλιοβασιλέματος. Και έτσι μετά απο τόσο καιρό πόνου και για τους δυο τους, πήραν το happy end που τους άξιζε. Θα ηταν δύσκολο και που θα έμεναν μακριά ομως είχαν σκοπό να το παλέψουν και να μην αφήσουν αυτή την μαγεία να χαθεί ξανά.

                                                                                                     ***

Μια μέρα πριν ανοίξουν τα σχολεία η Νταϊάνα ξύπνησε νωρίς. Έφτιαξε πρωινό και έκατσε να δει κινούμενα σχέδια με τον μικρό Λουκ. Η μητέρα της είχε πάει για ψώνια και όταν θα γύριζε θα πήγαιναν όλοι μαζί στους παππούδες τους να φάνε εκει για μεσημέρι, το απόγευμα θα πηγαινε με την Εμμα στην Ροζι για ταινία. Πάλι κάτι απο τον Νίκολας Σπαρξ θα έβλεπαν μιας και ηταν ο αγαπημένος τους και πάντα κατέληγαν να κλαίνε και τρεις.

Χτύπησε το τηλέφωνο της, ηταν ο Σαμ.

<<Καλημέρα.>> αναφώνησε, <<έλαβες τις φωτογραφίες μας;>>

Στο χριστουγεννιάτικο πάρτυ υπήρχε επαγγελματίας φωτογράφος ο οποίος ρώτησε την Νταϊάνα και τον Σαμ αν ήθελαν φωτογραφίες, εκείνοι φυσικά δέχτηκαν και επειδή ο Σαμ ήξερε το παιδί του έδωσε διευθύνσεις ώστε να τους στείλεις τις φωτογραφίες μετά την πρωτοχρονιά.

<< Ποιες φωτογραφίες;>> απόρησε η Νταϊάνα.

<<Αυτές απο το πάρτυ, ήρθα τώρα το πρωί οι δικές μου. Τσέκαρες το γραμματοκιβώτιο;>>

<<Όχι. Περίμενε.>> ειπε η Νταϊάνα σηκώθηκε φόρεσε τις παντόφλες της και μια ζακέτα και άνοιξε την πόρτα. <<τώρα πάω.>> του ειπε.

Διέσχισε το μονοπάτι του μπροστά κήπου ώσπου έφτασε στο γραμματοκιβωτιο, απο κάτω υπήρχαν διαφημιστικά περιοδικά τα πήρε και τα έβαλε στην τσάντα της ζακέτα της, άνοιξε το κουτί και βρήκε αρκετούς φακέλους μέσα.

<<Περίμενε Σαμ, έχω πολυ αλληλογραφία.>>

Πήρε τους φακέλους στα χέρια της και άρχισε να κατευθύνετε προς το σπίτι.

<<Τις βρήκες;>> ρώτησε ο Σαμ απο την άλλη μεριά της γραμμής.

<<Περίμενε καλε.>> ο πρώτος φάκελος ηταν απο την κολλητή της μαμάς της απο την Αυστραλία, τον πέρασε, ο δεύτερος λογαριασμός τηλεφώνου, ο τρίτος γράμμα απο το σχολείο του Λουκ, ο τέταρτος λογαριασμός ρεύματος και ο πέμπτος ηταν οι φωτογραφίες.

<<Βρήκα τον φάκελο, λέει το όνομα μου κ το όνομα του φωτογράφου.>> ειπε όλο ψαρά η Νταϊάνα. Παρατήρησε ομως πως υπήρχε κ ένας εκτός φάκελος που έγραφε το όνομα της στην θέση του παραλήπτη αλλα στην θέση του αποστολέα έλεγε το όνομα του πατέρα της.

<<Πως σου φαίνονται;>> ρώτησε ο Σαμ όλο ενθουσιασμό, αλλα απάντηση δεν πήρε.

<<Καλές;>> ξανά ρώτησε η φωνή του ομως ακουγοταν στο γρασίδι δίπλα απο τους υπόλοιπους φακέλους που είχαν πέσει απο τα χέρια της Νταϊάνα.

Έμεινε να κοιτάζει το όνομα του για μερικά δευτερόλεπτα που της φάνηκαν αιώνας. Ξαφνικά συνειδητοποίησε πως της είχε πέσει το κινητό, το σήκωσε. <<Σαμ θα σε πάρω σε λίγο έχω άλλη γραμμή.>> ειπε και το έκλεισε απότομα, ο Σαμ έμεινε να κοιτάζει την οθόνη του κινητού του που έλεγε τελος κλήσης και να αναρωτιέται, μα τόσο πολυ δεν της άρεσαν οι φωτογραφίες;!

Η Νταινα μπήκε σπίτι, πέταξε τους φακέλους στο τραπέζι της κουζίνα και όρμησε στην σκάλα, <<Νταϊάνα.>> φώναξε ο μικρός Λουκ απο μέσα, απάντηση ομως δεν πήρε.








P.S. Άλλο ένα κεφάλαιο στη ιστορία μου, ελπίζω να σας αρέσει. Κάντε αστεράκι και μοιραστείτε το. Αργω λίγο να ανεβάσω, έχω ομως πολλές ιδέες για τα επόμενα.

ΧΧΧ

Continue Reading

You'll Also Like

1.1M 79.6K 70
Η Άννα πρέπει οπωσδήποτε να φύγει από την Αθήνα και να βρει μια δουλειά χωρίς να μάθει ο πρώην της τίποτα. Η κολλητή της φίλη, η Ελπίδα, της βρίσκει...
317K 10.3K 62
«ΤΙ ΘΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΟΥ; ΤΙ ΘΕΣ ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΕ ΑΦΗΝΕΙΣ ΗΣΥΧΗ;» του φωνάζω και ένα δάκρυ κύλισε στο πρόσωπο μου. Έρχεται πιο κοντά μου και είμασ...
14.7K 1.9K 29
Αλεκατρίδες. Το αμέντι. Το τρίτο βιβλίο της σειράς.
302K 15.6K 41
O Baris και η Ερατώ, δύο νεαροί εκπρόσωποι της πιο διάσημης Αρχιτεκτοκινής εταιρείας στην Ελλάδα, πρέπει να μετακομίσουν στην Τουρκία ώστε να εργαστο...