Ευγενία

By angry_bird24

66.1K 1.6K 851

Ένα παιδί χωρίς γονείς. Δύο γονείς χωρίς παιδί. Πόσο μετράει η αγάπη; Πόσο δύναμη έχει; Πόσα εμπόδια μπορεί ν... More

ΕΠΕΤΕΙΟΣ
ΓΝΩΡΙΜΙΑ
ΜΠΟΥΜΠΗΣ
ΔΥΟ ΔΩΡΑ
ΛΑΜΠΡΗ
ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΣ
ΑΡΝΗΣΗ
ΑΠΟΓΝΩΣΗ
ΕΛΠΙΔΑ
ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
ΤΡΕΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ
ΔΥΣΦΟΡΙΑ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ
ΓΕΝΝΗΣΗ
Ο ΝΟΝΟΣ
ΕΝΩΣΗ
ΤΟ ΘΑΥΜΑ
Η ΑΛΗΘΕΙΑ
ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΜΥΣΤΙΚΟ
Ο ΚΑΒΓΑΣ
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΟΥΚΑ ΣΕΒΑΣΤΟΥ
Ο ΚΩΣΤΑΣ
ΘΥΜΟΣ
Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ
ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ
ΕΥΤΥΧΙΑ
Η ΩΡΑ Η ΚΑΛΗ
Η ΝΥΦΗ
ΟΙ ΣΥΜΜΑΘΗΤΕΣ - part 1
ΟΙ ΣΥΜΜΑΘΗΤΕΣ - part 2
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ
Η ΑΠΟΒΟΛΗ
ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ
Η ΜΑΜΑ ΜΟΥ - part 1
Η ΜΑΜΑ ΜΟΥ-part 2
ΥΙΟΘΕΤΗΜΕΝΗ
ΝΥΧΤΑ ΓΑΜΟΥ (extra bonus)
Η ΘΕΙΑ (extra bonus)
Η ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ (extra bonus)
H AΛΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ (extra bonus)
Ο ΖΑΧΟΣ (extra bonus)
ΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ (extra bonus)
ΤΟ ΦΙΛΙ (extra bonus)
ΤΟ ΠΑΡΤΥ (extra bonus)
ΤΑ ΚΑΚΑ ΠΑΙΔΙΑ (extra bonus)
ΤΟ ΤΡΑΥΜΑ (extra bonus)
Ο ΠΑΠΠΟΥΣ (extra bonus)
Η ΠΡΟΤΑΣΗ (extra bonus)
Ο ΓΙΟΣ (extra bonus)
Η ΑΔΕΛΦΗ ΜΟΥ (extra bonus)
ΔΕΣΠΩ (extra bonus)
ΤΟ ΛΑΘΟΣ (extra bonus)
ΤΑ ΠΑΚΕΤΑ (extra bonus)
ΤΡΕΙΣ ΕΡΩΤΕΣ (extra bonus)
ΕΛΕΝΗ-part 1 (Αφήγηση)
ΕΛΕΝΗ-part 2 (Αφήγηση)
ΛΑΔΙ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ (extra bonus)
ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ «ΕΥΓΕΝΙΑ»
ΟΛΑ ΣΤΟ ΦΩΣ (extra bonus)

ΓΕΝΕΘΛΙΑ

1.1K 26 15
By angry_bird24

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1959

Ο Λάμπρος καθόταν στις σκάλες του σπιτιού της Ελένης, κοιτώντας το ρολόι του. Ήταν περασμένες 22:00 κι εκείνη δεν είχε επιστρέψει. Δέκα λετπά αργότερα, την είδε να έρχεται από μακριά και σηκώθηκε όρθιος. <<Πού είσαι κορίτσι μου; Ανησύχα!>> έκανε νευρικά. Εκείνη του χαμογέλασε. <<Εδώ είσαι; Με περίμενες;>>, <<Ναι...>> απάντησε ντροπαλά. <<Στην Ασημίνα ήμουν. Μπήκε στις μέρες της και...>> δικαιολογήθηκε, λέγοντας τη μισή αλήθεια, μιας και στην πραγματικότητα ήταν με τη Δρόσω. Εκείνος ξεφύσηξε. <<Ναι, έχεις δίκιο. Δεν το σκέφτηκα. Μα τι ανόητος; Τέλος πάντων. Πάμε πάνω;>> πρότεινε εύθυμα. Η Ελένη έγνεψε θετικά και ανέβηκαν στο σπίτι. <<Να σου κάνω κάτι να φας;>> πρότεινε δειλά. <<Είμαι εντάξει. Έφαγα στη Βιολέτα. Βάλε λίγο κρασάκι αν θες κι εσύ>>. Έφερε δυο ποτήρια κι έκατσε πλάι του. Ο Λάμπρος της χάιδεψε απαλά το πρόσωπο. <<Πώς είναι η Ασημίνα;>>, <<Καλά... Ε όσο περνάνε οι μέρες, βαραίνει. Καλά όμως>>, <<Ο Νικηφόρος;>>. Η Ελένη δαγκώθηκε νευρικά. <<Ε... Έχει κι εκείνος την αγωνία του, όσο να πεις. Εσύ; Όλα καλά;>> ρώτησε, προσπαθώντας να αλλάξει θέμα, μιας και δεν της άρεσε να λέει ψέματα. <<Εγώ... Καλά... Όλα εντάξει>>, <<Θα μείνεις;>> ψέλλισε, κοκκινίζοντας ελαφρά. <<Εσύ; Θες να μείνω;>>, <<Δεν θέλω να έχεις κι άλλα προβλήματα με...>>, <<Άλλο ρώτησα>> τη διέκοψε, περνώντας το χέρι στον ώμο της. Εκείνη του χαμογέλασε διστακτικά. <<Θέλω...>>, <<Θα μείνω τότε>> ανακοίνωσε με σιγουριά και ακούμπησε τα χείλη του, στα δικά της. <<Δεν θέλω να περάσουμε άλλο βράδυ χωριστά>> της είπε, διακόπτοντας το φιλί. <<Ούτε εγώ, όμως ξέρει πως δεν γίνεται αυτό. Μέχρι τουλάχιστον να...>> σταμάτησε τη φράση της. Δεν ήθελε να αναφέρεται στο διαζύγιο. Την έκανε να νιώθει άβολα. <<Όλα θα γίνουν. Λίγο υπομονή ακόμα, καρδιά μου. Ως τότε όμως, θα είμαστε μαζί και θα σε κρατάω στην αγκαλιά μου, όσο πιο συχνά μπορώ... Και μόλις υπογράψω το διαζύγιο, θα βάλουμε κι εμείς μπροστά για ένα παιδάκι>> της είπε χαμογελώντας γλυκά. Εκείνη ανακάθισε. <<Νωρίς δεν είναι για να συζητάμε...>>, <<Καθόλου νωρίς. Θέλω να κάνουμε πολλά παιδιά. Δεν θα χάσουμε άλλο χρόνο>> τη διέκοψε, και τη φίλησε ξανά με πάθος. Έπειτα, ανασήκωσε το κορμί και κατέβασε αργά το φερμουάρ από το φόρεμα της. <<Δεν θες;>> τη ρώτησε, διακόπτοντας το φιλί τους, ενώ κατέβαζε τα μανίκια της. <<Θέλω. Το θέλω όσο τίποτα>> του απάντησε και τύλιξε το σώμα της, γύρω από το δικό του.

-------------------------------

<<Τουρσί μελιτζάνα>> είπε περήφανα ο Φανούρης, που καθόταν απέναντι από την Ελένη και ήπιε μια γουλιά από τον καφέ του. Εκείνη ένιωσε αναγούλα. <<Πώς τους ήρθε;>>, <<Η Χρυσούλα το πρότεινε. Αυτή είναι Πελοποννήσια και πήρε άντρα από το Μακρυχώρι, δικό μας. Έχει συνταγή από τη γιαγιά της. Τι λες Λενιώ; Πρωτότυπο δεν είναι; Να βγάλουμε έτσι 20-30 βαζάκια, να δούμε πώς θα πάει;>> έκανε κεφάτα ο επιστάτης και η γυναίκα ξεφύσηξε. <<Ξέρω γω... Θα το αναλάβει αυτή όμως. Κι αν πάει καλά, της δίνουμε και κάτι τις παραπάνω για την ιδέα της>> πρότεινε η Ελένη κι ο επιστάτης έγνεψε θετικά. <<Ωραίο θα είναι πάντως. Μόλις βγει, θα πάω να δοκιμάσω. Η μελιτζάνα με το ξύδι...>>, <<Φτάνει χριστιανέ μου, με τη μελιτζάνα. Αναγούλα μου έρχεται>> τον διέκοψε η Ελένη κι έπιασε το στομάχι της. <<Τι έχεις κυρά μου; Άρρωστη είσαι; Χλωμή μου φαίνεσαι>>. Εκείνη αναστέναξε. <<Άσε το τι έχω... Πες στη Χρυσούλα να φέρει τη συνταγή γραμμένη και...>>, <<Κάτσε βρε κορίτσι μου, μισό λεπτό. Τι άσε το τι έχεις; Δεν με εμπισεύεσαι; Τι έπαθες;>> ρώτησε ανήσυχα. Η Ελένη ανακάθισε. <<Έγινε τίποτα με το παιδί;>> επέμεινε ο άντρας. <<Με ποιο παιδί ακριβώς;>> απάντησε με ειρωνεία η Ελένη. <<Ε με την Ευγενία ντε. Με ποιο άλλο;>>, <<Διευκρίνιζε το γιατί...>>, <<Γιατί;>>, <<Γιατί έρχεται κι άλλο παιδί Φανούρη. Σου φεξε. Θα γίνεις νονός που το λες τόσο καιρό>>. Ο επιστάτης έμεινε να την κοιτάζει σοκαρισμένος. <<Δεν μου κάνεις χωρατά έτσι; Για αυτό έχεις αναγούλα;>>, <<Για αυτό...>> απάντησε ντροπαλά κι ο Φανούρης τινάχτηκε όρθιος και την αγκάλιασε. <<Τι λες κυρά μου; Τι λες; Και μου το λες έτσι με μούτρα; Επιτέλους! Πωπω, δόξα τω Θεώ. Καλά αυτός ο δάσκαλος, κουβέντα δεν είπε; Α να χαθεί, θα τον κατσαδιάσω! Ούτε ένα τσίπουρο δεν κέρασε για τον διάδοχο;>>, <<Κάτσε μωρέ Φανούρη. Ακόμα δεν τον είδαμε κι εσύ...>>, <<Τι; Λες να μη βγει γιος λεβέντης σα και του λόγου του; Να βγάλει κι άλλη τσούπρα; Α κάτι δεν έκανε καλά πες του...>>. Η Ελένη ξεφύσηξε. <<Χωρατά σου κάνω κουμπάρα μου! Γερό να είναι κι εγώ θα του βάλω λάδι απ' το καλό. Να μας ζήσει και...>>, <<Φανούρη! Κάτσε κάτω. Με ζάλισες και δεν είναι από την εγκυμοσύνη!>>. Ο άντρας έκατσε ντροπαλά. <<Τι έχεις βρε Λενιώ μου; Εσύ έπρεπε τώρα να πετάς. Να περνάει όλο το χωριό και να σου εύχεται για το μωρό>>, <<Τι να χαρώ βρε Φανούρη; Τι να χαρώ; Κοντά δυο χρόνια παντρεμένη παλεύω να κάνω παιδί και έμεινα τώρα; Μα τώρα; Η Ευγενία ούτε τρεις μήνες δεν είναι μαζί μας. Ζηλεύει και τα παιδάκια ακόμα που έχει ο Λάμπρος στο σχολείο και για αδελφάκι, ούτε να τ' ακούσει. Πώς θα της το πω; Θα πικραθεί!>>, <<Βρε για αυτό σκας; Έλα τώρα, σοβαρή γυναίκα. Θα της το φέρετε με τρόπο, ε στην αρχή μπορεί να γκρινιάξει λίγο και μετά θα χαρεί που θα αποκτήσει αδελφάκι. Βρε μη σκας για αυτό, και πάθει τίποτα το βαφτιστίρι μου!>> τη μάλωσε τρυφερά. Η Ελένη αναστέναξε. <<Ντρέπομαι που έχω αγχωθεί τόσο για την Ευγενία. Ούτε πρόλαβα να χαρώ για το μωρό. Δεν θέλω να πάθει τίποτα Φανούρη. Κι ο Λάμπρος... Το περιμένει πως και τι. Πριν κοιμόταν βαριά και τώρα όποτε σηκώνομαι από το κρεβάτι, τινάζεται κι αυτός>>, <<Καλά κάνει! Να σε προσέχει γιατί εσένα το μυαλό σου είναι σε χίλια πράγματα. Και να το πείτε στη μικρή. Άντε!  Κι όταν γεννηθεί το καλοκαίρι, θα κάνουμε ένα γλέντι ΤΡΙΚΟΥΒΕΡΤΟ! Θα καεί η Θεσσαλία>>.

Η Ελένη σκέπασε το φαγητό με μία πετσέτα και έκατσε στο τραπέζι. Ακόμα και η διακριτική μυρωδιά που έβγαζαν τα γεμιστά, της έφεραν αναγούλα. Η πόρτα άνοιξε και ο Λάμπρος με την Ευγενία, μπήκαν στο σπίτι. <<Καλώς τους!>> είπε χαρούμενα η Ελένη. Κανείς τους δεν απάντησε. Η μικρή είχα χαμηλωμένο το βλέμμα και ο δάσκαλος έκλεισε την πόρτα πίσω του. Ο εκνευρισμός που ήταν ζωγραφισμένος στο πρόσωπο του, προβλημάτισε τη Λενιώ. <<Τι έγινε καλέ; Κοριτσάκι μου, τι έπαθες;>> ρώτησε καλοσυνάτα. <<Τίποτα>>, <<Αφού εγώ σε βλέπω κατσούφα. Τι συνέβη;>>. Η Ευγενία δεν απάντησε. <<Λάμπρο, τι έγινε; Τι πάθατε μεσημεριάτικο;>> έκανε σοβαρά. Ο Λάμπρος αναστέναξε. <<Να σου πει η κόρη μας αν θέλει Ελένη>>. Το κορίτσι τύλιξε τα χέρια της γύρω από το στήθος της και κοίταξε το πατέρα της νευρικά. <<Δε θέλω να της πω>>, <<Γιατί μάτια μου; Εμείς δεν τα λέμε όλα μεταξύ μας;>> της είπε παραπονιάρικα η Ελένη. <<Δεν θέλω σου είπα!>> φώναξε και μπήκε στο δωμάτιο της. Η Λενιώ έκανε νόημα στο Λάμπρο να πάνε στη κάμαρη τους και έκλεισε τη πόρτα. <<Τι έγινε, μου λες; Τι έχει το παιδί;>>. Εκείνος έβγαλε το παλτό του και το κρέμασε στη κρεμάστρα. <<Τσακώθηκε με ένα κοριτσάκι και τη μάλωσα>>, <<Γιατί τσακώθηκε; Η Ευγενία δεν κάνει τέτοια>>, <<Της μίλησε πολύ άσχημα. Δεν θα μάλωνα τη κόρη μας χωρίς λόγο>>. Η Ελένη τον κοιτούσε ανήσυχα.  <<Και γιατί μαλώσανε; Κάτι θα έγινε!>> ρώτησε εκνευρισμένα, βλέποντας ότι ο Λάμπρος απέφευγε να της πει. Εκείνος έκατσε στο κρεβάτι. <<Η Νικολίτσα, ξέρεις του Θανάση και της Καλλιόπης...>>, <<Του μεθύστακα;>>, <<Ναι αυτουνού. Μου είπε ότι είμαι ο καλύτερος δάσκαλος του κόσμου και πως θα ήθελε να είμαι μπαμπάς της. Το άκουσε το καμάρι μας και...>>. Η Ελένη πετάχτηκε όρθια. <<ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΤΗ ΜΑΛΩΣΕΣ; ΕΙΣΑΙ ΜΕ ΤΑ ΣΩΣΤΑ ΣΟΥ;>> φώναξε θυμωμένα. <<Ναι για αυτό Λενιώ μου. Δεν ξέρεις πως της μίλησε>>. Η γυναίκα έπιασε το κεφάλι της και περπατούσε πάνω κάτω στο δωμάτιο. <<Ψάχνουμε τόσες μέρες τρόπο να της πούμε πως θα αποκτήσει αδελφάκι, δεν δέχεται κουβέντα και εσύ τη μαλώνεις για κάτι τέτοιο;>>, <<Και τι να κάνω Ελένη; Και σε παρακαλώ σταμάτα να συγχίζεσαι. Σκέψου το παιδί>>. Εκείνη του έριξε μια ψυχρή ματιά.  <<Το παιδί είναι μια χαρά μες τη κοιλιά μου. Το άλλο μας όμως παιδί, είναι μέσα και κλαίει επειδή τη μάλωσες για κάτι τέτοιο>>, <<Ελένη της μίλησε πάρα...>>, <<ΝΑ ΤΗΣ ΕΠΑΙΡΝΕΣ ΜΕ ΤΟ ΚΑΛΟ ΛΑΜΠΡΟ!>>. Ο άντρας είχε βγει εκτός εαυτού και πάλευε να μη τη ταράξει άλλο. Δέκα μέρες σχεδόν προσπαθούσαν να φέρουν με τρόπο στην Ευγενία, το νέο της εγκυμοσύνης της Ελένης και κάθε προσπάθεια έπεφτε στο κενό. Η μικρή τους ξεκαθάρισε πως δεν θέλει αδελφάκι. Δεν ένιωθε μοναξιά και ήθελε τους γονείς της κατ' αποκλειστικότητα. Ακόμα και η Ασημίνα με τη Δρόσω, προσπάθησαν να την πείσουν για τη σημασία της αδελφικής αγάπης, μα άδικος κόπος. Η Λενιώ αγχωνόταν κάθε μέρα και περισσότερο και ο Λάμπρος αγχωνόταν διπλά για την Ευγενία αλλά και για το αγέννητο παιδί τους.

Η Ελένη άνοιξε τη πόρτα της παιδικής κάμαρης και βρήκε την μικρή να κάθεται στο κρεβατάκι της, με τον αγαπημένο της αρκούδο αγκαλιά. Έκατσε δίπλα της και την αγκάλιασε ήρεμα, δίνοντας της ένα φιλί στο κεφαλάκι. <<Δεν θα μου πεις τι έγινε;>>, <<Δεν θέλω>> απάντησε λυπημένα.  <<Στη μαμά δεν έχουμε πει ότι τα λέμε όλα; Έλα, πες μου>>, <<Θα με μαλώσεις>>, <<Δεν θα σε μαλώσω. Αν δεν μου πεις, θα μου το πει ο πατέρας σου. Λοιπόν, ακούω>>. Η Ευγενία σηκώθηκε και στάθηκε μπροστά στην Λενιώ. <<Η Νικολίτσα είπε στο μπαμπά ότι θέλει να είναι ο μπαμπάς της. Κι εγώ της είπα να μην το ξαναπεί γιατί δεν θα είναι ποτέ ο μπαμπάς της και είναι μόνο δικός μου>>. Η Λενιώ αναστέναξε νευρικά και ένιωσε μια μικρή ζαλάδα. Η ψυχολογία της επηρέαζε το παιδί πολλές φορές. Πήρε μια βαθιά ανάσα και άνοιξε τα χέρια της, κάνοντας νόημα στην Ευγενία να έρθει κοντά της. Την έσφιξε δυνατά στην αγκαλιά της και το κορίτσι την κοίταξε ήρεμα στα μάτια. <<Αγάπη μου, φυσικά και δεν μπορεί να γίνει μπαμπάς της. Απλώς του το είπε γιατί ο μπαμπάς είναι πάρα πολύ καλός δάσκαλος και όλα τα παιδάκια τον αγαπάνε σαν δεύτερο πατέρα τους>>, <<Εγώ δεν θέλω να τον αγαπάνε σα μπαμπά τους>>, <<Δεν γίνεται αυτό που λες. Όλοι τον αγαπάνε αλλά μόνο δικός σου μπαμπάς είναι. Κι εκείνος σ' αγαπάει πιο πολύ απ΄ όλα τα παιδάκια μαζί>> της είπε ήρεμα και η μικρή γλύκανε. <<Άντε τώρα να του πεις συγνώμη και πως όταν δεις την Νικολίτσα, θα γίνεται πάλι καλές φίλες>>, <<Δεν είναι φίλη μου. Μου είπε ότι είμαι κακιά!>>, <<Ναι αλλά κι εσύ της μίλησες άσχημα. Και η δική μου η κόρη, δεν μιλάει ποτέ άσχημα>>. Ο Λάμπρος μπήκε στο δωμάτιο και η Ευγενία χαμήλωσε το βλέμμα από ντροπή. Εκείνος έκατσε απέναντι της και την κοίταξε με ηρεμία. <<Έλα δω>> της είπε και το κορίτσι τον πλησίασε και έπεσε στην αγκαλιά του. <<Θα πας να ζητήσεις συγνώμη από τη Νικολίτσα, εντάξει;>>. Η Ευγενία έγνεψε θετικά. <<Εσύ είσαι το καλύτερο κορίτσι του κόσμου. Είναι δυνατόν να μαλώνεις με τις φίλες σου;>>, <<Μπαμπά αφού έχει μπαμπά η Νικολίτσα, γιατί να θέλει να γίνεις εσύ ο μπαμπάς της;>>, <<Δεν το εννοούσε έτσι καρδιά μου. Εγώ είμαι μόνο δικός σου μπαμπάς άλλωστε. Δικός σου και των αδελφών που μπορεί να σου κάνουμε με τη μαμά>>. Η μικρή τον αγκάλιασε και τον έσφιξε δυνατά, χωρίς να απαντήσει.

Περπατούσε ο Λάμπρος με τον Φανούρη στο χωράφι, κοιτάζοντας τους εργάτες, χωρίς να μιλούν. <<Τι να σου πω βρε κουμπάρε; Ούτε ψύλλος στον κόρφο σας. Αυτό το παιδί είναι η χαρά της ζωής, τι το έχει πιάσει και δεν θέλει αδελφάκι;>> είπε πρώτος ο Φανούρης για να σπάσει το πάγο. <<Ανασφάλεια το λένε και είναι λογικό. Δεν είμαστε οι βιολογικοί γονείς της και φοβάται μη μας χάσει>>, <<Σαχλαμάρες. Η Ελένη πεθαίνει για τη μικρή. Κι εσύ φυσικά, δεν σε προσβάλλω, μα εκείνη τη βλέπει και τρελαίνεται. Ούτε δικό της να ήταν δεν θα έκανε έτσι>>, <<Δεν το ξέρω βρε Φανούρη; Από τώρα σκέφτεται ότι θα πάει σχολείο του χρόνου και δεν θα την έχει συνέχεια μαζί της. Τι θα κάνουμε όμως τώρα;>>. Ο επιστάτης έβγαλε το κασκέτο του και το χτύπησε στο πόδι του. <<Να σου πω, σε λίγες μέρες δεν έχει τα γενέθλια της; Μου είπε η Λενιώ θα της κάνετε γιορτή>>, <<Ναι. Και τι με αυτό;>>, <<Ε τότε θα της το πείτε ντε! Θα της το φέρεται σαν δώρο για τα γενέθλια της. Τόσο χαρά που θα έχει πάρει το παιδί εκείνη τη μέρα, θα της έρθει πιο ελαφρύ>>. Ο Λάμπρος το σκέφτηκε λίγο. <<Λες βρε Φανούρη να το πάρει καλά;>>, <<Βρε τόσο χαρά που θα έχει η τσούπρα με τα δώρα και τα παιχνίδια, δεν θα το σκεφτεί και πολύ! Μη το σκέφτεσαι, αυτή είναι η λύση>>. Ο Λάμπρος έγνεψε θετικά. <<Καλή ιδέα είναι αυτή. Θα το πω στην Ελένη και... Αγχώνεται συνέχεια. Μα τι κακό κι αυτό; Αμάν κάναμε να μείνει έγκυος και τώρα έχει συνέχεια άγχος. Η γιατρός στη Λάρισα είπε να προσέχει και να μην περνά ταραχές. Δεν είναι εύκολη εγκυμοσύνη, κι αν δεν περάσει το τρίμηνο...>>, <<Για αυτό σου λέω! Να επιμείνεις να το πείτε. Μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει. Μετά, θα ηρεμήσει κι η Λενιώ και θα χαρεί το παιδάκι σας που έρχεται>>.

Ο Λάμπρος ξάπλωσε με προσοχή δίπλα στην Ελένη, που ήταν ήδη στο κρεβάτι. Έλυσε τη ρόμπα της και έσκυψε πάνω από τη κοιλιά της, φιλώντας την μαλακά. <<Κοιμήθηκε η άλλη μου πριγκίπισσα ή θέλει κι αυτή να τη βάλει ο μπαμπάς για ύπνο;>> ρώτησε χαμηλόφωνα. <<Κάπως καλύτερα είμαι από αναγούλες, οπότε ναι, μάλλον κοιμήθηκε, χωρίς να τη βάλει ο μπαμπάς για ύπνο την πριγκίπισσα. Κάτσε μόνο μην σου έρθει πρίγκιπας, τόσο που τη μελετάς>> του απάντησε με ένα τόνο ειρωνείας η Λενιώ. Εκείνος την αγκάλιασε και πέρασε το ένα του χέρι στη κοιλιά της ενώ με το άλλο της έπιασε το πρόσωπο και τη φίλησε παθιασμένα. <<Ότι και να έρθει, εγώ θα είμαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Τι λες για την ιδέα του Φανούρη; Καλή δεν είναι;>>, <<Δεν καταλαβαίνει από καλοπιάσματα η Ευγενία>>. Ο Λάμπρος ξεφύσηξε νευρικά. <<Αμάν βρε Λενιώ, τη καταστροφή φέρνεις. Όλα καλά θα πάνε. Θα της κάνουμε μία ωραία γιορτή και θα είναι το κοριτσάκι μας τρισευτυχισμένο. Σταμάτα πια να αγχώνεσαι>>. Η Ελένη κούρνιασε στην αγκαλιά του και έπιασε το χέρι που ακουμπούσε τη κοιλιά της. <<Έχω ένα κακό προαίσθημα Λάμπρο. Δεν λέει να φύγει. Δεν θα αντιδράσει καλά, το ξέρω>>. Εκείνος ανασηκώθηκε. <<Άκου με, και να στεναχωρεθεί, εμείς θα την κάνουμε να αλλάξει γνώμη. Είναι η κόρη μας και δεν αλλάζει τίποτα, είτε αποκτήσει ένα αδελφάκι, είτε δύο, είτε δέκα. Έχουμε αγάπη για όσα παιδιά και να έρθουν>>. Η Ελένη χαμογέλασε. <<Αυτό είναι αλήθεια>>, <<Αλλά η πιο μεγάλη μου αγάπη, θα είσαι εσύ, εντάξει; Μη ζηλεύεις τις κόρες μου>> της είπε παιχνιδιάρικα. <<Μόνο μην πει καμία άλλη πως θα σε ήθελε για σύζυγο της, γιατί θα κάνω χειρότερα από την Ευγενία>> του απάντησε και γέλασαν και οι δύο.

<<Δίκιο έχει ο Φανούρης>> ψιθύρισε η Βιολέτα. Ήταν 19 Νοεμβρίου, μία μέρα πριν τα γενέθλια της Ευγενίας. Ο Λάμπρος και η Ελένη κανόνισαν μία μικρή γιορτή στο σπίτι τους, που θα γέμιζε από κόσμο και ούτε ήξεραν που θα τους χωρούσαν. Η Ελένη ήπιε μια γουλιά από το χαμομήλι της και ανασηκώθηκε για να ρίξει μια ματιά μες την κάμαρη, μήπως τις ακούει η Ευγενία. Το κορίτσι κοίταζε την κούκλα που της είχε φέρει για δώρο η Βιολέτα, και βάλθηκε να της αλλάζει τα φορέματα, το ένα μετά το άλλο, μιας και μέσα στο κουτί, υπήρχε ολόκληρη η γκαρνταρόμπα της. <<Δίκιο έχει αλλά εγώ ανησυχώ>>, <<Εσύ θες ένα χέρι ξύλο για να στρώσεις! Ακούς εκεί! Όλη την ώρα με μία ανησυχία. Δεν λες πάλι καλά που έμεινες έγκυος και να κάτσεις ήρεμη>>, <<Πώς να είμαι ήρεμη Βιολέτα μου; Μα λες και μου δίνει μια χαρά ο Θεός και την παίρνει πίσω! Να μη χαρώ εγώ το παιδί που έρχεται!>>. Η Βιολέτα της έριξε μια αυστηρή ματιά. <<Ντροπή Λενιώ. Ντροπή! Εγώ να ξέρεις, πήγα στο νεκροταφείο και είπα στο Μιλτιάδη μου, να βάλει το χέρι του, για να πάνε όλα καλά. Το βράδυ ήρθε στον ύπνο μου! Δε μου χαλά χατίρι! Να μην ανησυχείς και σε προσέχει εκείνος>> της είπε τρυφερά και η Ελένη χαμογέλασε. <<Θεός σχωρέστον... Δεν του έχω κάνει κι ένα τρισάγιο τόσο καιρό. Τα αμέλησα με τούτα και με κείνα. Κι ήθελε πολύ ένα εγγόνι....>>. Η Βιολέτα σκούπισε ένα δάκρυ από το μάτι της. <<Έλα, μη τα σκεφτόμαστε αυτά και με πάρουν τα ζουμιά χρονιάρα μέρα. Γιορτάζει το κορίτσι μας σήμερα. Να το χει ο Θεός καλά, το πουλάκι μου. Πανέξυπνο είναι>> . Η  χτύπησε η πόρτα και η μικρή έτρεξε να ανοίξει. <<ΘΕΙΑ! ΘΕΙΑ!>> τσίριξε χαρούμενα και η Ασημίνα τη σήκωσε ψηλά, ενώ η Δρόσω με τον Σέργιο κουβαλούσαν σακούλες με δώρα. <<Έχει γενέθλια το λουλούδι μας; Χρόνια σου πολλά κοριτσάκι μας>> είπε η Ασημίνα και την γαργάλησε στη κοιλιά. <<Τι κάνετε εδώ πρωί πρωί;>> ρώτησε η Ελένη με απορία και σηκώθηκε από τη θέση της. <<Τι κάνουμε; Ήρθαμε να βοηθήσουμε με τις ετοιμασίες. Σέργιε, πάρε την ξαδέλφη σου, να βάλει και το πανωφόρι της και άντε να παίξετε στο κήπο>> είπε η Δρόσω και τα παιδιά έφυγαν χαρούμενα. Η Λενιώ έγνεψε νευρικά. <<Ποιος σας είπε να έρθετε; Θα τα κατάφερνα, δεν είναι και τίποτα δύσκολο>>, <<Θυμάσαι ότι είσαι έγκυος και δεν πρέπει να κουράζεσαι ή το μαθαίνεις από εμάς;>> απάντησε η Δρόσω με έναν τόνο ειρωνείας. <<Δεν είμαι άρρωστη>>, <<Ζαλίζεσαι και έχεις ανακατωσούρες όλη μέρα. Συμφωνεί και ο Λάμπρος>> συμπλήρωσε η Ασημίνα και η Ελένη γύρισε προς το μέρος του άντρα της, που μπήκε στο σαλόνι να τις καλωσορίσει. <<Εσύ τις έφερες! Έπρεπε να το καταλάβω>>, <<Να σε βοηθήσουν. Δεν χάθηκε ο κόσμος και μην φέρνεις συνέχεια αντιρρήσεις. Λοιπόν πάω στο χωράφι, θα πάρω και τα παιδιά μαζί να μην είναι στα πόδια σας>> είπε ο άντρας και έβαλε το σακάκι του. Η Βιολέτα χαμογέλασε. <<Σταμάτα να γκρινιάζεις. Δεν θες παρέα στο κάτω-κάτω; Μοναχή σου θα κάτσεις να κάνεις δουλειές;>> τη μάλωσε γλυκά κι η Ασημίνα έκατσε πλάι της.

Ηρέμησε και ξεχάστηκε η Ελένη με την παρέα των αδελφών της και της Βιολέτας. Έπιασαν τις ετοιμασίες και μιλούσαν για διάφορα περί ανέμων και υδάτων, κάνοντας την να αφήσει πίσω για λίγο την αποκάλυψη. <<Έχει χαρεί πολύ η μικρή με τη γιορτή. Δεν έχει κάνει ποτέ γενέθλια>> είπε η Ελένη, τυλίγοντας τυροπιτάκια. <<Θα τρελαθεί ακόμα περισσότερο μόλις δει τον κόσμο και τα δώρα της>> συμπλήρωσε η Δρόσω. <<Ελπίζω μόνο να χωρέσουμε. Το σπίτι είναι μικρό>>, <<Χίλιοι καλοί χωράνε Λενιώ μου>> έκανε καλοσυνάτα η Ασημίνα. <<Άντε, και του χρόνου θα έχουμε και το μωράκι μας. Έχεις προλάβει να το χαρείς καθόλου αδελφή μου ή σε τρώει το άγχος;>> ρώτησε η Δρόσω. <<Να σου πω την αλήθεια, δεν το έχω συνειδητοποιήσει ακόμα. Κι αν δεν ήταν ο Λάμπρος να παρλάρει κάθε βράδυ για τη πριγκίπισσα του, δεν ξέρω αν θα το είχα καταλάβει>>, <<Ήταν ένα θαύμα Λενιώ μου. Και μόλις το μάθει και το κορίτσι μας, θα το χαρείς κι εσύ διπλά>> είπε η Ασημίνα και της έπιασε το χέρι. <<Ήταν θαύμα. Η Ρίζω λέει πως η ηρεμία που μας έφερε η Ευγενία, μου πήρε την έννοια κι έμεινα έγκυος τόσο γρήγορα. Μάλλον χαλαρώσαμε με το παιδί...>>. Η Βιολέτα άφησε κάτω τη ζύμη και έγνεψε θετικά. <<Α εγώ της το έλεγα, κι ας μην είμαι μήτε μαμή, μήτε γυναικολόγος! Αν δεν ηρεμήσεις, να χαρείς το κρεβάτι με τον άντρα σου, πώς θα έρθει το παιδί; Θέλουν ηρεμία αυτά τα πράγματα, όχι να ξαπλώνεις με το άγχος αν θα κάτσει ο σπόρος>>.  Η Δρόσω την κοίταξε πονηρά και γέλασε. <<Πόσο χαλαρώσατε όμως πια βρε Λενιώ; Δεν είχατε και ποτέ πρόβλημα απ' όσο θυμάμαι>>. Η Ασημίνα τη σκούντησε γελώντας. <<Πάψε καλέ κι είναι κι έγκυος. Να τη συγχύσεις θες;>>. Η Ελένη ανακάθισε και την κοίταξε περίεργα. <<Τι εννοείς;>>, <<Είπα ότι δεν θα στο πω, αλλά τώρα έχεις παιδί και πρέπει να προσέχεις. Ακούγεστε Λενιώ μου. Ειδικά εσύ...>>. Η γυναίκα γούρλωσε τα μάτια και κοκκίνησε από ντροπή. <<Τι εννοείς ακουγόμαστε;>>, <<Πάψε μωρέ Δρόσω, τι σε πιασε; Ντροπή>> είπε γελώντας η Ασημίνα. <<Εγώ για το καλό της το είπα. Να προσέχουν...>>. Η Βιολέτα χαχάνισε νευρικά. <<Α καλά έκανες. Δεν είναι πια μόνοι...>>.  <<Δηλαδή... Δηλαδή μας είχατε ακούσει;>> ρώτησε η Ελένη, με το βλέμμα χαμηλωμένο από ντροπή. <<Για να στο λέει...;>> έκανε αδιάφορα η Ασημίνα και  τη Δρόσω την έπιασαν τα γέλια. <<Τώρα εγώ τη συγχίζω ή εσύ;>>, <<Και ο μικρός...;>>, <<Α όχι, μην αγχώνεσαι. Ο μικρός πλαγιάζει νωρίς και δεν τον ξυπνάει ούτε φορτηγό. Αλλά κι εμείς, ελεύθερα κορίτσια ήμασταν. Χωρίς μια συντροφιά, ένα χάδι...>> απάντησε η Δρόσω . <<Έλα βρε Λενιώ, σε πειράζουμε. Μια πλάκα κάναμε, μην την ακούς. Άλλωστε τώρα είσαι έγκυος, έχεις ζαλάδες, θα κοπεί και το άλλο>> είπε η Ασημίνα, μα η Ελένη συνέχιζε να τυλίγει τυροπιτάκια και την αγνόησε. Οι δυο αδελφές κοιτάχτηκαν ταυτόχρονα με τη Βιολέτα. <<Βρε Λενιώ, μη μου πεις. Και τώρα;>> ρώτησε η Δρόσω με περιέργεια. <<Τι και τώρα;>>, << Και τώρα με την εγκυμοσύνη... Ε καταλαβαίνεις>>. Η Ελένη ανακάθισε. <<Καλά δεν είμαι και άρρωστη. Και οι ζαλάδες είναι πρωινές>> απάντησε, αγνοώντας τες και συνεχίζοντας το τύλιγμα. <<Ε ντάξει. Επιτρέπεται, ε;>> πέταξε η Βιολέτα, προσπαθώντας να την υποστηρίξει. Οι αδελφές ξέσπασαν σε γέλια. <<Μπράβο δάσκαλε. Και δεν στο είχα έτσι καθώς-πρέπει που είσαι>> μονολόγησε η Δρόσω και η Ελένη της έριξε μια αυστηρή ματιά. <<Γιατί; Τι είναι ο άντρας μου δηλαδή; Μοναχός στο Άγιο Όρος;>> απάντησε, δήθεν θιγμένα η Ελένη. <<Κοίτα τη καλέ που παρεξηγήθηκε. Και μετά φταίμε εμείς που την πειράζουμε>> πέταξε η Ασημίνα. Η Βιολέτα χαμογέλασε. <<Τα σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι. Εμένα κόβει το μάτι μου...>>. Η Λενιώ δαγκώθηκε αμήχανα. <<Έλα σταματήστε το αστείο. Ντροπή. Είμαι κι έγκυος>>, <<Πάντως, η Ρίζω έλεγε στην Ουρανία, πως όταν μπεις στον 8ο, δεν επιτρέπεται το πονηρό, μα σαν κοντεύουν οι μέρες σου, κάνει και παρακάνει γιατί βοηθάει να σπάσουν και τα νερά>> είπε συνωμοτικά η Βιολέτα και η Ελένη την κοίταξε σοκαρισμένη. <<Χριστός και Παναγία καλέ. Τι όρεξη να έχεις με την κοιλιά στο στόμα και πως να σε κάνει ζαύτι κι ο άλλος; Απαπα, να σπάσουν μόνα τους τα νερά!>>. Η Ασημίνα σκούντησε τη Βιολέτα. <<Στο Λάμπρο πες το, άστην αυτή. Θα τον βρει εκείνος τον τρόπο, μην ανησυχείς>> πέταξε και γέλασαν όλες νευρικά.

Η Ελένη, έπλεκε τα ξανθά μαλλάκια της Ευγενίας, που στεκόταν ακίνητη μπροστά από τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο κρεβάτι της. <<Άντε μανούλα>> είπε με ανυπομονησία. <<Ηρέμησε παιδί μου, τελειώνω. Κανείς δεν ήρθε ακόμα>>. Ο Λάμπρος μπήκε στο δωμάτιο, κρατώντας ένα πολύ μεγάλο κουτί, τυλιγμένο με ροζ χαρτί. Το άφησε κάτω και πλησίασε τη μικρή. <<Η πιο όμορφη νεράιδα του κόσμου>> της είπε κι εκείνη τον αγκάλιασε. <<Τι είναι αυτό; Δώρο;>> ρώτησε πονηρά. <<Δώρο. Και όταν φύγει ο κόσμος το βράδυ, σου έχουμε ακόμα μία έκπληξη>>. Ένας κόμπος δέθηκε στο στομάχι της Ελένης και ένιωσε μια αναγούλα, σαν το άλλο της παιδί να διαμαρτυρόταν. <<Να το ανοίξω;>>, <<Να το ανοίξεις μάτια μου. Τι; Θα το κοιτάς;>> απάντησε ο άντρας. Η μικρή έτρεξε προς τη κούτα και έσκισε το χαρτί. Πριν δυο Κυριακές είχαν κατέβει όλοι μαζί στη Λάρισα κι εκείνη μαγεύτηκε από ένα ξύλικο κουκλόσπιτο, στη βιτρίνα ενός καταστήματος. <<Χαλάλι της>> σκέφτηκαν η Ελένη με τον Λάμπρο, που ήθελαν να την καλοπιάσουν για το νέο μέλος της οικογένειας αλλά και να την ευχαριστήσουν στα πρώτα της γενέθλια μαζί. Η Ευγενία ενθουσιάστηκε και χοροπήδησε επί τόπου. <<ΔΙΚΟ ΜΟΥ;; Ευχαριστώ, ευχαριστώ>> είπε και έτρεξε στην αγκαλιά του πατέρα της. Η Ελένη πλησίασε και την αγκάλιασε σφιχτά. <<Να ζήσεις ζωή μου. Να σε χαιρόμαστε>> έκανε τρυφερά και η μικρή την αγκάλιασε ξανά. <<Μανούλα είσαι η καλύτερη μανούλα του κόσμου. Και ο μπαμπάς ο καλύτερος μπαμπάς του κόσμου>> συμπλήρωσε και ο Λάμπρος της έδωσε ένα φιλί. Η Ευγενία τον κοίταξε λυπημένα. <<Μπαμπά, να το πας στην κάμαρη σας. Δεν το θέλω εδώ, θα μου το χαλάσουν>>, <<Ποιος θα στο χαλάσει κόρη μου; Τι λες;>> ρώτησε η Ελένη. <<Τα άλλα παιδάκια θα θέλουν να παίξουν και δεν θέλω, είναι δικό μου. Θα το χαλάσουν!>> διαμαρτυρήθηκε. Ο Λάμπρος χαμογέλασε. <<Δεν θες να το δείξεις στους φίλους σου; Να παίξετε παρέα;>>, <<ΟΧΙ! Είναι το καινούργιο μου! Σε παρακαλώ μπαμπά, θα το πάρω το βράδυ!>>. Η γυναίκα του έκανε νόημα να το πάρει μέσα, νιώθοντας άβολα με τη παραξενιά της μικρής.

Η πόρτα χτύπησε και η Ευγενία έτρεξε να ανοίξει στους πρώτους καλεσμένους. Η Ειρήνη Καψάλη με το Μιχάλη Σαράφη στεκόντουσαν χαρούμενοι μπροστά της, και μαζί τους είχαν μια έκπληξη: την μικρή Ευτυχία, τη φίλη της Ευγενίας από το ίδρυμα. <<Ευτυχία μου!>> τσίριξε χαρούμενα και αγκάλιασε το μεγαλόσωμο ντροπαλό κοριτσάκι που την κοίταζε με λατρεία. <<Χρόνια πολλά Ευγενία. Να ζήσεις. Γεια σας κυρία Ελένη>> είπε ευγενικά το παιδί.  <<Ευτυχία μου, τι κάνεις αγάπη μου;>>. Η Ελένη αγκάλιασε τη μικρή, προκαλώντας τη ζήλεια της κόρης της, που μούτρωσε με μιας. <<Τι έκπληξη ήταν αυτή!>> είπε ο Λάμπρος. <<Είπα να κάνω μια παρανομία γιατί ξέρω πως η Ευτυχία μας, δεν θα μιλήσει σε κανέναν για αυτή την έξοδο. Αφού η κόμισσα σας δεν καταδέχεται να έρθει να μας δει>> απάντησε η Ειρήνη και σήκωσε στην αγκαλιά της το κορίτσι. <<Δώσε βρε ένα φιλί, τόσο πολύ με αντιπαθείς;>> είπε παιχνιδιάρικα στην Ευγενία κι εκείνη τη φίλησε πεταχτά. <<Κυρία Ειρήνη, πότε θα παντρευτείτε;>> ρώτησε ντροπαλά. Η Ελένη την κοίταξε αυστηρά. <<Ευγενία ντροπή! Δε ρωτάμε τέτοια πράγματα!>>, <<Μα θέλω να γίνω παρανυφούλα!>> διαμαρτυρήθηκε η μικρή. <<Με τη νέα χρονιά, θα γίνει κι ο γάμος. Θα σε ενημερώσω μόλις αποφασίσουμε ημερομηνία, να προετοιμαστείς αναλόγως>> την πείραξε η Ρήνα και το κοριτσάκι χαμογέλασε με ευχαρίστηση.

Οι υπόλοιποι καλεσμένοι μαζεύτηκαν σιγά-σιγά και το σπίτι γέμισε με πάρα πολύ κόσμο, πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια. Θυμήθηκε η Λενιώ γενέθλια και γιορτές τότε που ήταν εκείνη και οι αδελφές της μικρές. Σχεδόν δεν χωρούσαν και οι γυναίκες έκατσαν στη κάμαρη του Λάμπρου και της Ελένης για να ανοίξουν χώρο. Η Δρόσω, η Ασημίνα, ο Σέργιος, ο Κωνσταντής, ο Νικηφόρος, η Βιολέτα, ο Φανούρης, η Παγώνα με τον Περικλή και την Κατερινούλα, ο ταξίαρχος, η Ρίζω με τον Προύσαλη και η Ουρανία με το Φώτη ευχήθηκαν στη μικρή, που δεν σταμάτησε να μοιράζει αγκαλιές και φιλιά στους αγαπημένους της και να ευχαριστεί για τα ωραία δώρα που της έφεραν. Τη παράσταση έκλεψε ένα ξύλινο αλογάκι, δώρο του Κωνσταντή και του Νικηφόρου, που ο θείος της το έκρυψε στην αποθήκη γιατί όλα τα παιδάκια ήθελαν να ανέβουν και να παίξουν και η Ευγενία θύμωσε, φοβούμενη μήπως της το χαλάσουν. <<Μαϊμουδάκι δεν θέλω μούτρα. Τώρα θα το πάω εγώ στον κήπο να το κρύψω και δεν θα στο πειράξει κανείς>> είπε ο αγαπημένος της Κωνσταντής.

Η Ελένη έπιασε από το χέρι την Ειρήνη και την τράβηξε έξω από το σπίτι, για να μιλήσουν οι δυο τους. <<Τι είναι Λενιώ μου; Τι έπαθες;>> ρώτησε κεφάτα η Ρήνα.  <<Θέλω τη γνώμη σου. Ξέρεις πόσο σε εμπιστεύομαι>>, <<Τι έγινε; Κάτι με τη μικρή;>>. Η Ελένη αναστέναξε. <<Ειρήνη, δεν ξέρω πώς έγινε αυτό το θαύμα αλλά... έμεινα έγκυος>>. Η διεύθυντρια χαμογέλασε κι έπειτα, την αγκάλιασε και δάκρυσε από συγκίνηση. <<Μπράβο Ελένη μου. Να σας ζήσει! Καλότυχο να είναι. Εσύ και ο Λάμπρος, είστε καλοί άνθρωποι. Ήταν κρίμα να μην μεγαλώσετε παιδιά. Να μην δημιουργήσετε αξιόλογα άτομα σαν εσάς>> είπε τρυφερά. <<Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, μα δεν το έχω χαρεί όσο θα έπρεπε. Τι θα κάνω με την Ευγενία; Δεν το ξέρει ακόμα. Ζηλεύει πολύ Ρήνα... Πες μου τι να κάνω; Πώς να της το φέρω;>>. Η Ειρήνη κούνησε το κεφάλι προβληματισμένα.  <<Πρώτα απ΄όλα, να της το πείτε το συντομότερο. Κακώς της το κρατήσατε κρυφό. Η αγάπη δεν μοιράζεται. Έχετε περίσσευμα για πολλά παιδιά, κι εγώ σας έχω απόλυτη εμπιστοσύνη πως δεν θα αδικήσετε το κορίτσι μας. Να της το πείτε και, ακόμα και την άσχημη αντίδραση της, θα την αντιμετωπίσετε με την αλήθεια. Όλα καλά θα πάνε. Ξέρει μέσα της πόσο την αγαπάτε. Η πρώτη αντίδραση, θα είναι ίσως αρνητική, όμως με τον καιρό θα το πάρει απόφαση και θα το δεχτεί με χαρά>>, <<Έτσι λες; Σου χω μια εμπιστοσύνη παραπάνω βρε Ρήνα. Εσύ έχεις μεγαλώσει τόσα παιδιά, ξέρεις πάντα τι να κάνεις>> έκανε απελπισμένα η Ελένη.  Η Ειρήνη την αγκάλιασε ξανά. <<Έτσι θα γίνει. Με τον καλό σας λόγο και με την αγαπή που τις δίνετε, θα το καταλάβει πιο εύκολα. Μην ανησυχείς Λενιώ μου>>. Η κοπέλα χαμογέλασε πλατιά. <<Εσείς; Πότε με το καλό ο γάμος;>>, <<Λέμε πριν τη Σαρακοστή>>, <<Ωραία, γιατί είδες;. Η κόρη μου περιμένει πως και τι, να ντυθεί παρανυφάκι>> πέταξε εύθυμα η Ελένη. <<Θα έχω και την Ευτυχία μαζί. Δεν ξέρω, το πονάω αυτό το παιδί. Του χρόνου γίνεται 10 και είναι στο όριο για να υιοθετηθεί ένα παιδί. Δεν ήταν τυχερή. Τόσο καλόκαρδο κορίτσι και πονετικό. Έρχονται να διαλέξουν τα παιδιά και μόνο την εμφάνιση κοιτάζουν οι υποψήφιοι γονείς. Ντρέπομαι και που το λέω>>. Η Λενιώ της έπιασε τα χέρια. <<Γιατί δεν την υιοθετείτε εσείς;>>. Η Ειρήνη την κοίταξε ταραγμένα.  <<Τι;>>, <<Γιατί Ειρήνη μου; Παντρεύεστε, παιδιά δεν έχετε, είναι μία ευκαιρία! Δεν θα σας αρνηθεί κανείς>>, <<Εμείς;>>, <<Τόσο φοβερό σου φαίνεται; Είναι μια ευκαιρία. Η Ευτυχία σε αγαπάει, δεν έχει κανέναν στον κόσμο... Γιατί δεν το συζητάς με το Μιχάλη; Ίσως θέλει κι αυτός ένα παιδί. Τον ξέρω καλά. Αφοσιώθηκε στη δουλειά του και άφησε την οικογένεια στο περιθώριο. Ίσως είναι η ευκαιρία σας Ειρήνη>>. Η γυναίκα δεν απάντησε. Έμεινε να την κοιτά αμίλητη και χαμογέλασε ντροαπαλά.

Έσβησαν και την τούρτα και η βραδιά φαινόταν να τελειώνει σιγά σιγά. Η Ελένη όσο έβλεπε την ώρα να περνά, αγχωνόταν όλο και περισσότερο. Έμεινα στη κουζίνα και έβαλε ένα ποτήρι νερό όταν την πλησίασε ο Λάμπρος και την αγκάλιασε μαλακά από τη μέση. <<Πώς είσαι καρδιά μου; Όλα εντάξει;>>. Εκείνη εγνεψε θετικά. <<Μάλλον κατάλαβε πως γιορτάζουμε την αδελφή του και με άφησε να το χαρώ>> ψιθύρισε κι ο άντρας χάιδεψε το μάγουλο της. <<Του χρόνου θα είναι κι εκείνη μαζί μας>>. Η γυναίκα ξεφύσηξε. <<Άντε πάλι με την κόρη σου. Θα έρθει ο γιος και θα απογοητευτείς Σεβαστέ>>. Ο δάσκαλος κοίταξε τριγύρω και όταν διαβεβαιώθηκε πως κανείς δεν τους κοιτά, τη φίλησε μαλακά. <<Ότι και να είναι, είναι το παιδί μας. Είναι εμείς οι δύο. Κι αν είναι γιος, θα του δώσω το όνομα του πατέρα μου και θα είμαι διπλά χαρούμενος. Αλλά μέσα μου, είμαι σίγουρος πως είναι κορίτσι. Και θα είναι και επαναστάτρια σαν και του λόγου σου, τόσο που σε ταλαιπωρεί όλη μέρα>> είπε και γέλασαν και οι δύο.

Το πάτωμα στη κάμαρη της Ευγενίας, είχε γεμίσει πακέτα και κουτιά και το κορίτσι, άνοιγε ασταμάτητα, κρατώντας αγκαλιά τον αγαπημένο της αρκούδο, που δεν τον άλλαζε για κανένα άλλο παιχνίδι. <<Ευγενία μου>> ειπε ο Λάμπρος μπαίνοντας στο δωμάτιο. <<Μπαμπά, σε παρακαλώ, άσε με λίγο ακόμα. Θέλω να ανοίξω όλα μου τα δώρα. Σε παρακαλώ>> έκανε το παιδί και εκείνος της έκαεν νόημα να τον ακολουθήσει. <<Σου είπα πως εγώ και η μαμά, έχουμε ακόμα μια έκπληξη για τα γενέθλια σου. Ένα, ας πούμε δώρο>>. Η Ελένη έτρεμε και είχε αποφασίσει να μην μιλήσει αλλά να αφήσει εκείνον να το πει. <<Τι δώρο μπαμπά; Κούκλα;>>. Ο Λάμπρος έσκυψε και της χάιδεψε τα μαλλάκια. <<Δεν ξέρω αν θα είναι κούκλα ή κούκλος αλλά εγώ και η μαμά, θα σου κάνουμε δώρο ένα αδελφάκι. Σε λίγο καιρό θα έχεις ένα μωράκι να παίζεις>>. Η Ευγενία δεν απάντησε και τον κοίταξε παγωμένη.

Continue Reading

You'll Also Like

469 37 5
Στην καρδιά της οθωμανικής αυτοκρατορίας ο Γέρακας και η καρδιά λαβώνονται από αγάπη.
104K 5.7K 74
《Τι είναι αυτά ;;》τον ρώτησα με θυμό και έδειξα τις πιπιλιές που έχει στον λαιμό του. 《Με απάτησες;;》τον ρώτησα με ένταση στην φωνή μου Με κοίταξε μ...
61.1K 4.1K 28
Τι θα γίνει όταν το crush σου παντρεύεται την αδερφή σου και μένεις μαζί τους στο ίδιο σπίτι;;😏 (ΜΟΥ ΑΝΉΚΕΙ ΜΌΝΟ Η ΙΣΤΟΡΊΑ ΌΧΙ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΊΕΣ ΚΑΙ ΤΑ...
978 80 4
Όταν του αποκάλυψε η Θεοφανω τον πραγματικό λόγο που η γυναίκα του αυτοκτόνησε, έπεσε από τα σύννεφα. Όμως η ζωή του επιφύλασσε μεγαλύτερες εκπλήξεις...