Ευγενία

By angry_bird24

66.3K 1.6K 851

Ένα παιδί χωρίς γονείς. Δύο γονείς χωρίς παιδί. Πόσο μετράει η αγάπη; Πόσο δύναμη έχει; Πόσα εμπόδια μπορεί ν... More

ΕΠΕΤΕΙΟΣ
ΓΝΩΡΙΜΙΑ
ΜΠΟΥΜΠΗΣ
ΔΥΟ ΔΩΡΑ
ΛΑΜΠΡΗ
ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΣ
ΑΡΝΗΣΗ
ΑΠΟΓΝΩΣΗ
ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
ΤΡΕΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ
ΔΥΣΦΟΡΙΑ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
ΓΕΝΕΘΛΙΑ
ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ
ΓΕΝΝΗΣΗ
Ο ΝΟΝΟΣ
ΕΝΩΣΗ
ΤΟ ΘΑΥΜΑ
Η ΑΛΗΘΕΙΑ
ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΜΥΣΤΙΚΟ
Ο ΚΑΒΓΑΣ
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΟΥΚΑ ΣΕΒΑΣΤΟΥ
Ο ΚΩΣΤΑΣ
ΘΥΜΟΣ
Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ
ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ
ΕΥΤΥΧΙΑ
Η ΩΡΑ Η ΚΑΛΗ
Η ΝΥΦΗ
ΟΙ ΣΥΜΜΑΘΗΤΕΣ - part 1
ΟΙ ΣΥΜΜΑΘΗΤΕΣ - part 2
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ
Η ΑΠΟΒΟΛΗ
ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ
Η ΜΑΜΑ ΜΟΥ - part 1
Η ΜΑΜΑ ΜΟΥ-part 2
ΥΙΟΘΕΤΗΜΕΝΗ
ΝΥΧΤΑ ΓΑΜΟΥ (extra bonus)
Η ΘΕΙΑ (extra bonus)
Η ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ (extra bonus)
H AΛΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ (extra bonus)
Ο ΖΑΧΟΣ (extra bonus)
ΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ (extra bonus)
ΤΟ ΦΙΛΙ (extra bonus)
ΤΟ ΠΑΡΤΥ (extra bonus)
ΤΑ ΚΑΚΑ ΠΑΙΔΙΑ (extra bonus)
ΤΟ ΤΡΑΥΜΑ (extra bonus)
Ο ΠΑΠΠΟΥΣ (extra bonus)
Η ΠΡΟΤΑΣΗ (extra bonus)
Ο ΓΙΟΣ (extra bonus)
Η ΑΔΕΛΦΗ ΜΟΥ (extra bonus)
ΔΕΣΠΩ (extra bonus)
ΤΟ ΛΑΘΟΣ (extra bonus)
ΤΑ ΠΑΚΕΤΑ (extra bonus)
ΤΡΕΙΣ ΕΡΩΤΕΣ (extra bonus)
ΕΛΕΝΗ-part 1 (Αφήγηση)
ΕΛΕΝΗ-part 2 (Αφήγηση)
ΛΑΔΙ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ (extra bonus)
ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ «ΕΥΓΕΝΙΑ»
ΟΛΑ ΣΤΟ ΦΩΣ (extra bonus)

ΕΛΠΙΔΑ

825 28 0
By angry_bird24

Η Ελένη την κοίταξε ταραγμένη  και σωριάστηκε στην καρέκλα μπροστά της. <<Τι.. Τι εννοείς; Πώς; Πώς να το πάρουμε εμείς το παιδί; Αφού...>> τραύλισε.  <<Είναι δύσκολο. Τέλος πάντων. Ήρθε και με βρήκε ο Κωνσταντής>> εξήγησε με σοβαρότητα. <<Ο Κωνσταντής; Από πού κι πού;>>. Η Ειρήνη αναστέναξε. <<Είναι ο αδελφός του ανθρώπου που σκότωσες, έτσι; Του άντρα σου>>. Η Ελένη ανακάθισε. <<Ναι. Είναι ο αδελφός του Σέργιου, μα τι σημασία έχει αυτό;>>, <<Μου είπε πως αν αποφασίσεις να διεκδικήσεις το παιδί, εκείνος, ο άλλος του αδελφός και η αδελφή του, μπορούν να εγγυηθούν για την ακεραιότητα του χαρακτήρα σου και να υποστηρίξουν πως, κατά τη γνώμη τους, ο θάνατος του αδελφού τους ήταν ατύχημα. Πως δεν πιστεύουν ότι είχες δόλο και δεν υπάρχει λόγος να στερήσε το παιδί για μία κακιά στιγμή>>. Η γυναίκα είχε μείνει άναυδη. Οι σχέσεις τους με τον Κωνσταντή, τον Νικηφόρο και την Πηνελόπη ήταν πράγματι καλές, αλλά δεν περίμενε ποτέ να τη στηρίξουν σε κάτι τέτοιο, λέγοντας μάλιστα ψέματα για τον θάνατο του αδελφού τους. <<Και; Μπορούμε να πετύχουμε κάτι με αυτό;>> κατάφερε να ρωτήσει, μιας και είχε χάσει τα λόγια της. <<Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ κάτι Λενιώ, είναι πάρα πολύ δύσκολο αλλά νομίζω αξίζει να το παλεύσουμε. Υπάρχει μία μεγάλη διαδικασία και θα σας βοηθήσω κι εγώ όσο μπορώ, μα από τώρα σου λέω πως οι πιθανότητες δεν είναι υπέρ μας. Όμως αν εσύ...>>, <<ΘΑ ΤΟ ΚΑΝΩ>> είπε η Ελένη, χωρίς να το σκεφτεί δεύτερη φορά. <<Εγώ όμως δεν θα κάνω τίποτα, αν δεν το ακούσω και από το στόμα του Λάμπρου. Δεν θα δεχτώ να μου ζητήσει το λόγο, όπως έγινε με τη φιλοξενία της μικρής το Πάσχα. Πήγαινε σπίτι σου, συζήτησε το μαζί του και σας περιμένω και τους δύο, να μιλήσουμε για τη διαδικασία>> της είπε. Η Ελένη πήρε τη τσάντα της και σηκώθηκε τρέμοντας. <<Λες... Λες να καταφέρουμε κάτι;>>, <<Την αλήθεια;>>. Εκείνη έγνεψε θετικά. <<Δεν ξέρω Ελένη. Είναι δύσκολο όμως... Η αγάπη που έχεις για την Ευγενία και η αγάπη που σου έχει η μικρή, αξίζουν νομίζω μία προσπάθεια. Θα κάνω ότι μπορώ>> απάντησε και η Ελένη χαμογέλασε. <<Σε ευχαριστώ πολύ. Θα μιλήσουμε σύντομα>>. Βγήκε από το γραφείο και κατευθύνθηκε προς την έξοδος. Η Ειρήνη έκατσε στο γραφείο της και έπαιξε λίγο τα δάχτυλα με την πένα της.

-------------------------

ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΝΩΡΙΤΕΡΑ

Δυο μέρες νωρίτερα, καθόταν στην ίδια θέση, μα μπροστά της είχε τον Κωνσταντή Σεβαστό, που είχε έρθει να δει τη μικρή στο ίδρυμα και να μάθει τις σκέψεις της. <<Το λοιπόν κυρία διευθύντρια. Τι κάνουμε;>>. Εκείνη αναστέναξε. <<Το σκέφτηκα πάρα πολύ. Άκου πως έχουν τα πράγματα. Για να ξεκινήσει μία διαδικασία υιοθεσίας, πρέπει αρχικά οι υποψήφιοι γονείς να υποβάλουν μία αίτηση με κάποια δικαιολογητικά>>, <<Ωραία. Εύκολο αυτό>>, <<Καθόλου. Μέσα στα δικαιολογητικά, είναι και το ποινικό μητρώο των υποψήφιων γονέων. Έπειτα ξεκινάει μία κοινωνική έρευνα, που θα κατατεθεί στην αρμόδια επιτροπή...>>. Ο Κωνσταντής τινάχτηκε ελαφρά.  <<Περίμενε, περίμενε. Τι έρευνα μου λες; Αυτοί μόλις δουν στην αίτηση ότι η Ελένη καταδικάστηκε για φόνο, θα τη πετάξουν στα σκουπίδια>>, <<Εκεί μπορώ να βοηθήσω εγώ. Έχω τη δυνατότητα, να ζητήσω να μην απορριφθεί η αίτηση πριν την έρευνα. Θα ποντάρω στην απονομή χάριτος από τον βασιλιά. Έχω... Έχω κάποιες γνωριμίες. 18 χρόνια δεν ζήτησα τίποτα, θα το κάνω τώρα>>. Ο άντρας χαμογέλασε.  <<Ωραία, και μετά;>>, <<Μετά ο κοινωνικός λειτουργός, κάνει μία έρευνα για τους γονείς. Εκεί θα βοηθήσετε εσείς. Θα συμπεριλάβω τα λεγόμενα σας στην εισηγητική έκθεση και ίσως χρειαστεί να τα καταθέσετε σε δικηγόρου>>, <<Την έρευνα ποιος θα την κάνει; Εσύ;>>, <<Θα φροντίσω να την κάνω εγώ>>, <<Ωραία, ωραία>>, <<Δεν είναι ωραία Κωνσταντή. Αυτό είναι το εύκολο κομμάτι. Όταν καταθέσω την κοινωνική μου έρευνα, θα πρέπει να βρεθεί κάποιος να πιέσει τη διεύθυνση πρόνοιας να προχωρήσει την υιοθεσία, αλλιώς δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή, όσο θετικά κι αν παρουσιάσω την Ελένη και τον Λάμπρο. Εδώ είναι που θα πρέπει να βοηθήσεις εσύ. Πόσο ψηλά φτάνουν οι γνωριμίες σας κύριε Σεβαστέ;>>. Ο άντρας έτριψε το κεφάλι του προσπαθώντας να σκεφτεί. <<Νόμιζα ήταν πιο εύκολο>>, <<Πριν κάποια χρόνια ήταν. Μετά τον πόλεμο έγιναν πάρα πολλές υιοθεσίες και γενικά υπήρχε μία εγωκεντρική προσέγγιση. Έδιναν παιδιά σε μεγάλους γονείς, για να έχουν έναν άνθρωπο στα γεράματα τους. Τα τελευταία χρόνια όμως, προσπαθούμε τα κίνητρα να είναι παιδοκεντρικά και πάνω απ' όλα να βρίσκεται το συμφέρον του παιδιού. Εσύ όμως, μπορείς να βοηθήσεις;>>. Ο Κωνσταντής σηκώθηκε από τη θέση του. <<Πες στην Ελένη να κάνει την αίτηση. Θα τη βρω εγώ τη λύση>>, <<Είσαι σίγουρος;>>, <<Όχι αλλά θα τη βρω>> είπε και έκανε να φύγει από το γραφείο της, αλλά σταμάτησε. <<Βοήθησε τους. Είναι καλοί άνθρωποι. Στο λέω εγώ, τι λόγο έχω;>>. Η Ειρήνη τον κοίταξε με περιέργεια. <<Σκότωσε τον αδελφό σου. Πώς το λες αυτό έτσι εύκολα; Δεν είχες καλές σχέσεις μαζί του;>>, <<Εγώ; Όχι ρε... Πάντα μαζί ήμασταν αλλά... Ας πούμε το έφαγε το κεφάλι του. Κι η Σταμίρη πλήρωσε. Πήγε φυλακή, πέρασε άσχημα... Και εντάξει, είναι σκληρό καρύδι αλλά το παιδί το αγαπάει, όπως αγάπαει τις αδελφές της, τον άντρας της... Έτσι είναι η Σταμίρη. Σκοτώνει για χάρη τους, δεν φοβάται ούτε Θεό, ούτε διάολο. Δεν θα περάσει άσχημα η μικρή. Κάνε ότι μπορείς και θα κάνω κι εγώ>> πέταξε και έφυγε από το γραφείο.

-----------------------------------

Η Λενιώ δεν μπορούσε να περιμένει το αστικό λεωφορείο και αποφάσισε να κάνει ένα περιττό έξοδο για τον εαυτό της και να πάρει ταξί. Κατέβηκε λίγο έξω από το χωριό και περπάτησε γρήγορα μέχρι το σπίτι της. Ήταν ακόμα ταραγμένη από όσα άκουσε γιατί στο μυαλό της, δεν είχε καμία πιθανότητα να πάρει το παιδί και η Ειρήνη της έδωσε αυτή τη μικρή ελπίδα που αποζητούσε. Μπήκε φουριοζα στο σπίτι και έβαλε το φαγητό στη φωτιά να ζεσταθεί. Δεν πέρασαν δέκα λεπτά και ο Λάμπρος άνοιξε τη πόρτα του σπιτιού. <<Καλώς τον>> είπε χαρούμενα προσπαθώντας να κρύψει την ταραχή της και ο δάσκαλος την πλησίασε για να της δώσει ένα απαλό φιλί. <<Τι έγινε; Είδες το παιδί;>>, <<Ναι, πήγα. Καλά είναι. Σε ζήταγε όπως πάντα>>. Ο άντρας χαμογέλασε και έπλυνε τα χέρια του. <<Λάμπρο, θέλω να συζητήσουμε κάτι αλλά...>>, <<Πες μου καρδιά μου>>, <<Μετά το φαγητό καλύτερα>>. Έκατσαν να φάνε και η Ελένη πάλευε να κρύψει το φούντωμα που ένιωθε. Έσπρωχνε το χρόνο να περάσει για να τελειώσει το μεσημεριανό τους και να του πει τα ευχάριστα νέα. Εκείνος καταλάβαινε πως κάτι την είχε ταράξει, μα έκανε υπομονή για να μη χαλάσει την ηρεμία του φαγητού. Μετά το μάζεμα του τραπεζιού, έκατσε δίπλα του, χαμογέλασε πλατιά και του έπιασε το χέρι. <<Για πες τώρα. Τι έγινε;>> ρώτησε τρυφέρα. <<Λάμπρο... Πήγα να δω τη μικρή σήμερα, κι έκανα μια κουβέντα με την Ειρήνη>>, <<Σαν τι κουβέντα;>> ρώτησε με απορία. Η γυναίκα ανακάθισε.  <<Η Ειρήνη μου πρότεινε να κάνουμε αίτηση υιοθεσίας για τη μικρή>>. Ο άντρας την κοίταξε νευρικά. <<Αίτηση... Σου πρότεινε τέτοιο πράγμα;>>, <<Ναι. Είναι μεγάλη ιστορία αλλά...>> πήγε να του εξηγήσει ενθουσιασμένα, μα εκείνες τη διέκοψε.  <<Τι αίτηση Ελένη; Ποιος ο λόγος; Θα την απορρίψουν πριν καν τη δουν. Έχεις πολύ βαρύ ποινικό μητρώο>>. Η Ελένη χαμογέλασε. <<Ο Κωνσταντής πήγε να δει το παιδί και είπε στην Ειρήνη, πως αν κάνουμε αίτηση, εκείνος, ο Νικηφόρος και η Πηνελόπη, θα καταθέσουν για την ακεραιότητα του χαρακτήρα μου και πως πιστεύουν ότι ο θάνατος του αδελφού τους ήταν ατύχημα. Θα βοηθήσει κι εκείνη και ίσως έχουμε μια ελπίδα>>.  Το σκοτείνιασμα στο πρόσωπο του, την τρόμαξε.  <<Τι λες Ελένη; Θα δώσουν το παιδί σε μας επειδή τα αδέλφια του άντρα που σκότωσες, θα πουν ότι έχεις καλό χαρακτήρα; Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά>>, <<Γιατί αντιδράς έτσι;>> ρώτησε λυπημένα.  <<Γιατί Ελένη δεν γίνονται έτσι οι υιοθεσίες. Και γιατί δεν ήρθαν στο δικαστήριο να τα πουν και σε άφησαν να καταδικαστείς για φόνο εκ προ μελέτης αν το πίστευαν; Αυτό θα ρωτήσουν όλοι!>>. Εκείνη σηκώθηκε ταραγμένη. <<Τότε ήταν αλλιώς και στη τελική, δεν θα σπίλωναν τη μνήμη του αδελφού τους για μένα, αν δεν ήταν σίγουροι τι άνθρωπος είμαι. Αυτό θα πουν όλοι!>>. Ο δάσκαλος έγνεψε νευρικά. <<Δεν είναι καλή ιδέα. Τσάμπα θα ξεσηκωθείς και στο τέλος θα έχουμε πάλι απογοητεύσεις. Στο τέλος πάλι θα σε δω να διαλύεσαι>>. Η Λενιώ τον κοίταξε βουρκωμένη. <<Σε παρακαλώ. Αξίζει να προσπαθήσουμε. Για τη μικρή μας...>>, <<Δε συμφωνώ. Είναι άδικος κόπος. Απορώ πως σε ξεσήκωσε η Ειρήνη...>>. Η Ελένη άφησε τα δάκρυα να τρέξουν στο μάγουλο της κι ύστερα του έριξε μια ματιά γεμάτη μίσος.  <<Είπες ψέματα>>, <<Τι;>>, <<ΕΙΠΕΣ ΨΕΜΑΤΑ. Είπες πως αν υπήρχε μία ελπίδα, θα έκανες τα πάντα. Είπες ψέματα Λάμπρο, ΨΕΜΑΤΑ!>> του φώναξε και άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Ο άντρας δεν αντέδρασε. Σηκώθηκε ήρεμα και στάθηκε μπροστά της. <<Θέλω να πάρω λίγο αέρα. Με συγχωρείς>> είπε ψυχρά και φόρεσε το παλτό του.  Κατέβηκε τις σκάλες του σπιτιού και σταμάτησε στο προτελευταίο σκαλί, κοιτώντας τις λεύκες. Ο καιρός είχε ζεστάνει, μα το ανοιξιάτικο αεράκι ήταν σα χάδι στο κορμί του. Ένιωθε ένα τρέμουλο και προσπαθούσε να βρει ξανά τη ψυχραιμία του, διώχνοντας τις σκέψεις του μακριά. Οι λεύκες κουνιόντουσαν σαν να χορεύουν κάποιο εύθυμο σκοπό κι εκείνος έκατσε στο σκαλάκι να τις παρατηρήσει.

-----------------------------------

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1949

Ο Λάμπρος καθόταν πλάι στον πατέρα του, στο καφενείο του χωριού και διάβαζε για το τέλος του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, στην ημερήσια εφημερίδα. Ο Γιώργης ο Σταμίρης, μπήκε στο καφενείο και του έριξε μια αυστηρή ματιά. Ο νεαρός τον αγνόησε. Έκατσε δίπλα στο Φανούρη και έγνεψε στον Σταμάτη, το καφετζή να το φέρει ένα μέτριο. <<Αύριο θέλω να έχεις το νου σου, στις τσούπρες. Τον έχει κι η Μάρω βέβαια αλλά να περάσεις κι εσύ>> γρύλισε στον παραγιό του. <<Το πήρες απόφαση τελικά; Θα πας στην Καρδίτσα, στο γάμο της Φωτούλας;>> ρώτησε ο Φανούρης και ο Λάμπρος σταμάτησε να διαβάζει και τεντώθηκε. <<Έτσι λέω. Δεν μου αρέσει να αφήνω τις τσούπρες μοναχές μα η Φωτούλα δεν έχει μήτε πατέρα, μήτε αδελφό. Ποιος θα την πάει νύφη; Ντροπή είναι>> πέταξε προβληματισμένα. Ο Λάμπρος χαμογέλασε και σηκώθηκε κεφάτα. <<Πάω μια βόλτα>> είπε στον πατέρα του. Ο Μιλτιάδης ξεφύσηξε. <<Μην αργήσεις>>. Πριν βγει από το καφενείο, κοίταξε πονηρά το Φανούρη που έπνιξε ένα γέλιο. Ο Σταμίρης κούνησε το κεφάλι του νευρικά. <<Πάλι καλά, ξεκουμπίστηκε... Δεν μπορώ να τον βλέπω>> ψέλλισε και ο επιστάτης τον σκούντηξε. <<Ντροπή. Μια χαρά παιδί είναι, τι σου έκανε;>>, <<Δεν ξεχνώ ότι καλοκοίταζε την Ελένη μου. Την έχω από κοντά. Ευτυχώς, κατάλαβε πως το σωστό είναι αυτό που λέει ο πατέρας της και είναι τύπος και υπογραμμώς>>, <<Ναι, ναι. Ευτυχώς. Χωρατά κάνεις; Ούτε ματιά στο δρόμο δεν του ρίχνει>> πέταξε ο Φανούρης. <<Καλά κάνει. Ούτε καλημέρα>> συμφώνησε ο Σταμίρης και ήπιε λίγο καφέ.

Η Ελένη άπλωνε τα φρεσκοπλυμένα σεντόνια της, στρώνοντας τα πάνω στο σκοινί, όταν ο Λάμπρος μπήκε τρέχοντας στην αυλή και την τράβηξε με δύναμη στην αγκαλιά του. <<Κοριτσάκι μου!>> τσίριξε κεφάτα και η κοπέλα τινάχτηκε ταραγμένα. <<Είσαι με τα σωστά σου; Με τρόμαξες! Τι κάνεις εδώ;>> του φώναξε νευρικά. <<Ήρθα να σε δω κι έχω χαρά. Γιατί μου κρύβεις τα ευχάριστα; Φεύγει ο πατέρας σου;>> ρώτησε εύθυμα. <<Κι εσύ πού το ξέρεις; Καταρχάς φύγε γιατί μπορεί να έρθει και να σε δει!>>, <<Α μπα, αποκλείεται. Τώρα παρήγγειλε καφέ στο καφενείο, πότε να προλάβει;>> απάντησε αδιάφορα. Η Ελένη χαμογέλασε. <<Ε και που φεύγει, τι; Έχω τις αδελφές μου να προσέξω...>>, <<Ε δεν είναι δα και μωρά. Θα σε χορτάσω κι εγώ κομμάτι, ε;>>, <<Θα δούμε>> είπε παιχνιδιάρικα. <<Ε όχι θα δούμε>>. Την έπιασε από τους καρπούς και έφερε τα χέρια της στους ώμους του. <<Φιλί δεν έχει;>> ρώτησε και έφερε το πρόσωπο του μπροστά στο δικό της. <<Θα μας δουν...>> του ψιθύρισε γελώντας, μα εκείνος ρούφηξε τα χείλη της και τη σήκωσε ελαφρά. <<Θέλω να χορτάσω τα χείλη σου και την αγκαλιά σου. Να μη σε αφήσω ούτε πέντε λεπτά>>, <<Ε δεν γίνεται αυτό...>>, <<Θα το κάνω εγώ να γίνει>> απάντησε με σιιγουριά και τη φίλησε ξανά.

Η ώρα ήταν 21:50 όταν η Ελένη σκούπησε το τελευταίο πιατό που ήταν άπλυτο στη μικρή γούρνα. <<Η μικρή κοιμήθηκε;>> ρώτησε την Ασημίνα που κεντούσε πλάι στο τζάκι.  <<Ναι...>>, <<Εσύ; Δεν θα πας για ύπνο;>>, <<Δε νυστάζω. Θα κεντήσω λίγο ακόμα>>, <<Θα πονέσουν τα μάτια σου νυχτιάτικο>> πέταξε κι έκατσε δίπλα της. <<Ε δε νυστάζω κι αφού λείπει ο πατέρας...>>. Η Ελένη ανακάθισε. <<Ε δεν είναι σωστό να είσαι ξύπνια!>> είπε αυστηρά. Η κοπέλα χαμογέλασε. <<Θες να φύγεις; Σε περιμένει ο Λάμπρος;>>, <<Ε όχι δα, να φύγω και να σας αφήσω...>>, <<Α, είπα μήπως>>, <<Εδώ από κάτω θα έρθει. Ίσα να κάτσουμε λιγάκι>> έκανε ντροπαλά κι η Ασημίνα χαμογέλασε. <<Πότε τελειώνει αυτός με το σχολείο του; Να έρθει να σε ζητήσει, να τελειώνουν τα σούρτα φέρτα. Θα τον δει κανά μάτι πια>>, <<Ναι και θα μας δώσει την ευχή του ο πατέρας. Χωρατά κάνεις κι εσύ...>>. Σηκώθηκε και πλησίασε το παράθυρο. Ο Λάμπρος στεκόταν στη μέση της αυλής. <<Ασημίνα, εγώ...>>, <<Ναι ναι, πήγαινε. Χαιρετσμούς>> έκανε και ένα γελάκι ξέφυγε από τα χείλη της.

Το κορίτσι βγήκε από το σπίτι και κατέβηκε τις σκάλες τρέχοντας. Στο τελευταίο σκαλί, αντί να πατήσει στη γή, πήδηξε στην αγκαλιά του κι εκείνος την έκανε δυο στροφές στον αέρα γελώντας. <<Δεν  άργησα>> είπε το αγόρι και την άφησε στη γη. Η Ελένη κόλλησε τα χείλη της στα δικά του και αντάλλαξαν ένα φιλί με πάθος. <<Η Ασημίνα είναι ξύπνια να ξέρεις και ντρέπομαι λίγο>>, <<Γιατί; Σάμπως δεν ξέρει για μας;>>, <<Δεν είναι σωστό να έρχεσαι εδώ νύχτα ενώ είμαστε μόνες>>. Ο νεαρός αναστέναξε. <<Έλα βρε αγάπη μου, έρχομαι κάθε βράδυ; Μη με διώχνεις. Εδώ θα κάτσουμε, να σε χαρώ λίγο. Μήπως έχουμε πολλές ευκαιρίες και δεν το θυμάμαι;>> είπε με κέφι και έκατσε στο προτελευταίο σκαλί, βάζοντας το κορίτσι μπροστά του και την τύλιξε με τα χέρια του. Φυσούσε ένα γλυκό καλοκαιρινό αεράκι που τους δρόσιζε ευχάριστα. <<Ο Γιάννος μου είπε να σου κάνω μια αγκαλιά και από εκείνον και πεθύμησε χορτόπιτα. Λέει να πάτε για χόρτα παρέα>>, <<Εντάξει πες του. Θα του μηνύσω να βρεθούμε>>. Ο νεαρός τη φίλησε απαλά και κοίταξε τον ουρανό.  <<Κοίτα Λενιώ, κοίτα. Πέφτει ένα αστέρι. Λένε πως πρέπει να κάνεις μια ευχή>> της είπε ο Λάμπρος κι εκείνη έκλεισε τα μάτια. <<Εντάξει, την έκανα>>, <<Τι ευχήθηκες;>>, <<Αν σου πω, δεν θα βγει>>. Το αγόρι την κοίταξε λυπημένα. <<Ναι αλλά αν βγει, θα μου το πεις; Να ξέρω αν πιάνει ή είναι ψέμα αυτό με τις ευχές και τα αστερια>> είπε γελώντας και η Ελένη του έδωσε ένα φιλί στα χείλη. <<Όταν βγει, θα στο πω>>.

----------------------------------------------

ΜΑΡΤΙΟΣ 1966

Ο Λάμπρος φόρεσε την πιτζάμα του, ακούγοντας τα γέλια της Δρόσως και της Κούλας από το απέναντι δωμάτιο. Ήταν το δεύτερο βράδυ του γάμου του και εκείνος και η Ελένη ένιωθαν πολύ κουρασμένοι, μιας και δεν είχαν ξαποστάσει από το γλέντι της χτεσινής ημέρας. <<Χάρηκε η Δρόσω που έμεινε εδώ η Κούλα,ε;>> είπε τρυφερά η Ελένη. <<Ναι. Φαίνεται καλή γυναίκα>> απάντησε ο δάσκαλος. <<Εσένα δεν σε πείραξε ελπίζω...>>, <<Ποιο πράγμα;>>, <<Που έμεινε εδώ. Δεν σε ρώτησα κι όλας>> του είπε αμήχανα. Εκείνος τη φιλησε απαλά. <<Η αλήθεια είναι πως δεν νιώθω άνετα για... κατάλαβες με τόσο κόσμο αλλά είμαι και κουρασμένος, οπότε δεν πειράζει>> απάντησε παιχνιδιάρικα και η Ελένη γέλασε ντροπαλά.
Ο Λάμπρος ξάπλωσε και χάιδεψε μαλακά τα μαλλιά της γυναίκας του εκείνη τυλίχθηκε πιο θερμά πάνω στο κορμί του, όπως έκανε κάθε βράδυ. <<Λάμπρο, να σου πω κάτι;>>. Ο άντρας μουρμούρησε καταφατικά. <<Βγήκε η ευχή>>. <<Ποια ευχή;>> τη ρώτησε με απορία. <<Μου είχες πει, αν η ευχή που έκανα όταν έπεφτε το αστερί βγει, να στο πω. Ε βγήκε>>. Η Λενιώ ανασηκώθηκε και τον κοίταξε στα μάτια. <<Τότε που ο πατέρας σου είχε πάει σε γάμο;>>, <<Ναι>>. Ο Λάμπρος γέλασε. <<Ωραία. Δεν άργησε και πολύ. Και τι είχες ευχηθεί;>>, <<Να παντρευτούμε και να είμαστε κάθε βράδυ αγκαλιά>> του είπε χαμογελώντας κι εκείνος της χάιδεψε το πρόσωπο. <<Κάλλιο αργά... Και τώρα; Τι ευχή έχεις; Πες και θα φροντίσω να γίνει γρηγορότερα>>, <<Θέλω ένα παιδί>> του είπε, χωρίς να το σκεφτεί. Ο άντρας χαμογέλασε. <<Μόνο ένα; Γιατί εγώ θέλω τρία>>. Η Ελένη έκατσε δίπλα του και χαμήλωσε το βλέμμα. <<Ας έκανα ένα...>>. Εκείνος έπιασε το πηγούνι της και σήκωσε το πρόσωπο της. <<Εεε, τι έπαθες; Δεν τα είπαμε;>>. Η Λενιώ τον κοίταξε ντροπαλά. <<Από τότε που αρραβωνιαστήκαμε, πλαγιάζουμε μαζί. Πάνε δυο μήνες. Κανονικά θα έπρεπε... Σάμπως έχει διαφορά επειδή δεν ήμασταν παντρεμένοι;>>. Τη φίλησε απαλά στα χείλη. <<Θα κάνουμε παιδιά Λενιώ μου. Το ξέρω. Το νιώθω. Να μην το σκέφτεσαι και θα έρθουν μόνα τους. Εντάξει;>>. Εκείνη έγνεψε καταφατικά και αφέθηκε στο φιλί του άντρα της.

----------------------------------------------

Ο Λάμπρος ένιωσε σαν να ξύπνησε από λήθαργο και πετάχτηκε όρθιος. Ανέβηκε τις σκάλες και μπήκε μέσα στο σπίτι. Η Ελένη καθόταν στον παλιό καναπέ δίπλα στο τζάκι αμίλητη, με τα μάτια κόκκινα. Εκείνος έκατσε δίπλα της, μα ούτε τα μάτια της δεν σήκωσε να τον κοιτάξει.  <<Θα σου δώσω μία υπόσχεση και θα μου δώσεις κι εσύ μία. Και μετά θα πάμε στη Λάρισα να βρούμε την Ειρήνη>>. Η Λενιώ γύρισε το βλέμμα της και τον κοίταξε σοκαρισμένη. <<Θα κάνω τα πάντα για να πάρουμε το παιδί. Ότι χρειαστεί. Μα αν δεν τα καταφέρουμε, θα το πάρεις απόφαση και θα συνεχίσουμε τη ζωή μας όπως είχαμε συμφωνήσει. Θα είσαι προετοιμασμένη και δεν θα απογοητευτείς. Εντάξει καρδιά μου; Γιατί δεν θα αντέξω να σε δω να καταρρέεις ξανά. Δεν θα το αντέξω>>. Η Ελένη δεν απάντησε. Έπεσε στην αγκαλιά του και τον έσφιξε με όλη της την δύναμη.

Continue Reading

You'll Also Like

23.7K 1.4K 40
Ακουσα μια μελοδικη κοριτσιστικη φωνη να ακουγεται. Ανοιξα το παραθυρο και την ειδα στο απεναντι σπιτι να χτενιζει τα μυαλια της και να τραγουδαει..ν...
456K 25.3K 64
«Με ποιο δικαίωμα το έκανες αυτό, δεν σου είμαι τίποτα», φώναξα δυνατά για να μπει στον ανύπαρκτο εγκέφαλο του. «Κάνεις λάθος, είσαι δικιά μου. Μου α...
56.8K 2.1K 40
Μια αναπάντεχη άφιξη θα καταφθάσει στο Hogwarts Ένας νέος καθηγητής θα αναστατώσει όλο το σχολείο και συγκεκριμένα μια μαθήτρια Δύο διαφορετικοί χα...
61.8K 4.2K 28
Τι θα γίνει όταν το crush σου παντρεύεται την αδερφή σου και μένεις μαζί τους στο ίδιο σπίτι;;😏 (ΜΟΥ ΑΝΉΚΕΙ ΜΌΝΟ Η ΙΣΤΟΡΊΑ ΌΧΙ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΊΕΣ ΚΑΙ ΤΑ...