Παγωμένος Έρωτας

By _verdantgarden_

391 43 19

Όταν ο Φέλιξ Κόουτ, ένας δεκαοχτάχρονος νεαρός, καταφέρνει μαζί με τους φίλους του να φτάσουν στον τελικό αγώ... More

Κεφάλαιο 1ο:
Κεφάλαιο 2ο:
Κεφάλαιο 3ο:
Κεφάλαιο 4ο:
Κεφάλαιο 5ο:
Κεφάλαιο 6ο:
Κεφάλαιο 7ο:

Κεφάλαιο 8ο:

45 2 2
By _verdantgarden_

⚠️Sex scene⚠️

Την επομένη, όλα ήταν υπέροχα. Η ευδιαθεσία που με κατέβαλλε δεν μπορούσε με τίποτα να εξαφανιστεί. Τα είχα ξανά βρει με την Κλόι και ο Τζακ ήταν πλέον ασφαλής. Αυτό είναι ευτυχία, σκέφτηκα. Να τα έχεις καλά με όσους αγαπάς και να ξέρεις πως σε αγαπούν και εκείνοι. Τίποτα δεν μπορεί να με κάνει δυστυχισμένο σήμερα. ΤΙΠΟΤΑ. Η απόλυτη ευδαιμονία. 

Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου γεμάτος όρεξη για ζωή. Έφαγα γρήγορα το πρωινό μου και αφού ετοιμάστηκα, χάρισα ένα φιλί στην μητέρα μου χαιρέτησα τον μπαμπά μου και κίνησα προς στο σχολείο. Συνηθισμένος όπως ήμουν να περνάω κάθε πρωί από το σπίτι του Τζακ κατευθύνθηκα προς εκείνο τον δρόμο. Καθώς πλησίαζα προς την μονοκατοικία τους αντίκρυσα τον πατέρα του Τζακ και του Κέβιν να καπνίζει στην βεράντα. Αχ τι βλάκας που είμαι, σκέφτηκα. Έκανα αναστροφή και αποφεύγοντας το βλέμμα του αποφάσισα να ακολουθήσω άλλο δρόμο. Μάταια όμως. Με είχε ήδη δει.

"Εσύ!" γάβγισε και εγώ παρίστανα πως δεν τον άκουγα συνεχίζοντας την διαδρομή μου "ΦΕΛΙΞ!" βροντοφώναξε και δεν μπόρεσα άλλο να τον αγνοήσω.

Πήρα μια βαθιά ανάσα καθώς η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή. Φόρεσα το πιο έκπληκτο ύφος που διέθετα και γύρισα προς το μέρος του.

"Αααα" έβγαλα ένα επιφώνημα ψεύτικης χαράς "Καλημέρα σας-" πώς τον λένε είπαμε; Ξύπνα ηλίθιε ξύπνα, είπα στον εαυτό μου. Ένιωθα τρομερά ένοχος για ό,τι είχε συμβεί παρόλο που ό,τι έγινε ήταν για καλό σκοπό, με αποτέλεσμα όλη αυτή η κατάσταση να μου προκαλεί άγχος.

"ΜΑΡΚ!" αναφώνησα "Εεε.." σάστισα "Κύριε Μαρκ εννοώ" είπα βραχνά αποφεύγοντας το βλέμμα του.

Εκείνος με κοίταξε παραξενεμένος "Πού είναι οι γιοι μου;" ρώτησε ευθέως.

"Ποιοι;" έκανα εγώ.

Με αγριοκοίταξε "Οι γιοι μου!" επανέλαβε επιβλητικά.

"Α" έκανα πως δήθεν κατάλαβα εγώ "Εεεε... είναι..." άρχισα να χασκογελάω αμήχανα "Ο... Τ-Τον Τζακ εννοείται έτσι;" απόρησα βλασφημώντας από μέσα μου τον εαυτό μου. Γέλασα ξανά "Και τον... τ-τον Κ-"

"Κάθαρμα" ακούστηκε βραχνά η φωνή του.

"Ορίστε;" έκανα αυθόρμητα εγώ.

"Εσύ τους βοήθησες να φύγουν, κάθαρμα!" φώναξε ο Μαρκ "ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΩΣΩ ΡΕ ΑΛΗΤΗ!" αναποδογύρισε την καρέκλα όπου προηγουμένως καθόταν.

"Όχι όχι" έκανα εγώ φανερά φοβισμένος "Παρεξήγηση! Εγώ δεν ήξερα καν ότι έφυγαν!" προσπάθησα να δικαιολογηθώ.

"Ψεύτη!" βροντοφώναξε εκείνος.

"Όχι αλήθεια! Για αυτό άλλωστε περνούσα από εδώ! Θα πηγαίναμε μαζί με τον Τζακ στο σχολείο όπως κάθε μέρα!" βιάστηκα να πω.

Εκείνος δεν απάντησε αμέσως. Μισόκλεισε τα μάτια σου να προσπαθούσε να σκεφτεί, κάτι αδύνατον για τον ίδιο.

"Αν μου λες ψέματα θα το μάθω και δεν θα σε  γλιτώσει κανείς μετά!" με απείλησε και ύστερα μπήκε μέσα στο σπίτι του βροντώντας πίσω του την πόρτα.

Αναστέναξα και ύστερα γέλασα με τον εαυτό μου. Ωραία ξεκίνησε η μέρα μου, σκέφτηκα. Ύστερα έβγαλα το κινητό μου από την τσέπη μου και πληκτρολόγησα στον Τζακ "Ο μπαμπάς σου είναι για δέσιμο" και συνέχισα πήρα τον δρόμο μου για το σχολείο.

Αφού είχα ξυπνήσει με τόση διάθεση σήμερα, αποφάσισα να μην αφήσω αυτό το γεγονός  να με ρίξει ψυχολογικά. Εξάλλου στο σχολείο πέρασα μια χαρά. Η Κλόι βρήκε τον παλιό καλό της εαυτό και περάσαμε μαζί τα περισσότερα διαλλείματα. 

Το μόνο που με αγχώνει για σήμερα είναι η προπόνηση με τον Γκάμπριελ. Θέλω πάρα πολύ να τον δω. Νιώθω σαν να έχουμε να ιδωθούμε χρόνια και όσο και αν δεν θέλω να το παραδεχτώ μου έχει λείψει λογάκι. Θέλω να του πω τα πάντα, ό,τι είχε συμβεί με την Κλόι και τον Τζακ, τον ένιωθα πλέον σαν έναν δικό μου άνθρωπο που μπορώ να του εκμυστηρευτώ τα πάντα. Παρ' όλα αυτά, δεν ξέρω πώς θα τον αντικρύσω. Μετά από όσα συνέβησαν μεταξύ μας, νομίζω ότι μόλις τον δω, το κεφάλι μου θα εκραγεί από ντροπή. Αναρωτιέμαι αν αισθάνεται το ίδιο όταν είναι μαζί μου. Μάλλον όχι. Είναι πάντα τόσο ψύχραιμος.

Οι ώρες περνούσαν, και όπως ήταν φυσικό δεν μπορούσα με τίποτα να συγκεντρωθώ στα μαθήματα μου, αφού το μόνο που είχα στο μυαλό μου ήταν ο Γκάμπριελ. Άρχιζα να ετοιμάζομαι από τις έξι παρά με αποτέλεσμα να είμαι έτοιμος πολύ πριν την ώρα που έπρεπε. Όμως είχα τόσο άγχος και συνάμα τόση ανυπομονησία να τον αντικρύσω ξανά, οπότε αποφάσισα να ξεκινήσω τον δρόμο μου προς το παγοδρόμιο. Πρώτη φορά έφτανα νωρίτερα από εκείνον, κάτι το οποίο, για κάποιον λόγο, με έκανε να αγχωθώ ακόμη περισσότερο. 

Μόλις είδα το αυτοκίνητο του Γκάμπριελ να πλησιάζει προς το μέρος μου, η καρδιά μου άρχισε να χτυπά τόσο δυνατά που μπορούσα να δω το στήθος μου να ανεβοκατεβαίνει. Εκείνος αφού με είδε εκεί, δεν μπήκε στον κόπο να βγει από το αυτοκίνητό του απλώς μου έκανε νόημα να μπω μέσα εγώ. Η καρδιά μου αναπήδησε στο στήθος μου καθώς κατευθυνόμουν προς το μέρος του με βήματα δειλά και αναποφάσιστα. Άνοιξα την πόρτα του αυτοκινήτου και καθώς πήγαινα να κάτσω στην θέση του συνοδηγού έβγαλα έναν μορφασμό πόνου τον οποίο αγνόησα και τον οποίο ήλπιζα να έχει αγνοήσει και αυτός. Μπαίνοντας στο αμάξι, φόρεσα το πιο ευγενικό και ευχάριστο ύφος μου και τον χαιρέτησα. Εκείνος ανταπέδωσε τον χαιρετισμό, δίχως να με κοιτάει. Το βλέμμα του ήταν σκοτεινό. Τον περιεργάστηκα καταβάλοντας τεράστια προσπάθεια να τον ψυχολογήσω, κάτι το οποίο δεν μπορούσα με τίποτα να καταφέρω και αυτό.... με τρόμαζε.    

Στην διαδρομή, είμασταν σιωπηλοί, ενώ η ατμόσφαιρα δεν ήταν διόλου ευχάριστη και οικεία, όπως συνήθιζε να είναι. Ήταν μουντή, σκοτεινή και κατά την άποψή μου, πάρα πολύ άβολη. Υπό άλλες συνθήκες θα προσπαθούσα να του πιάσω την κουβέντα, όμως αυτήν τον φορά, τρόμαζα μόνο στην ιδέα να το κάνω. Βλέποντας απευθείας το πρόσωπό του, θα νόμιζε κανείς πως ήταν καλά. Όμως εγώ μπορούσα να διακρίνω κάτι πιο βαθύ στο σκοτεινό του βλέμμα. Ήταν θυμωμένος; Ή μήπως απογοητευμένος; Όχι όχι όχι, μάλλον δυστυχισμένος. Αναστέναξα. Ποτέ μου δεν μπόρεσα να τον ψυχολογήσω, ούτε να καταλάβω πως αισθάνεται, σε αντίθεση με αυτόν, ο οποίος με διάβαζε σαν ανοιχτό βιβλίο.     

Την προηγούμενη φορά που ο Γκάμπριελ ήταν τόσο σκεπτικός, στο τέλος της διαδρομής μας, δηλαδή μόλις είχαμε φτάσει στη λίμνη, μου είπε κατευθείαν συγγνώμη. Οπότε περίμενα υπομονετικά να φτάσουμε στον προορισμό μας, ώστε να μου εξηγήσει τι συμβαίνει, ειδικά έπειτα από ότι είχε γίνει μεταξύ μας. Δυστυχώς για εμένα όμως, με το που φτάσαμε, δίχως να μου ρίξει ούτε ένα βλέμμα βγήκε από το αμάξι και βρόντηξε την πόρτα πίσω του. αιφνιδιασμένος από αυτήν του την κίνηση δεν τόλμησα να κουνηθώ, παρά μόνο όταν εκείνος μου έκανε νόημα να βγω από το αμάξι. 

Η προπόνηση έγινε στην ίδια ακριβώς ατμόσφαιρα. Ο Γκάμπριελ δεν ήταν συγκεντρωμένος και δεν πρόσεχε τις κινήσεις μου και όταν μετά από λίγο αποφάσιζε να το κάνει, μου διόρθωνε και την παραμικρή λεπτομέρεια και μάλιστα όχι και με τον πιο ευγενικό τρόπο. Μετά από ένα σημείο ήμουν έτοιμος να βάλω τα κλάματα. Μήπως... είχε μετανιώσει ό,τι είχε γίνει μεταξύ μας;

"Γκάμπριελ;" έκανα όταν είχαμε κάνει διάλειμμα για νερό.

Εκείνος δεν απάντησε. Παρά μόνο μούγκρισε περιμένοντας να ολοκληρώσω.

"Δεν είχες πει πως θα ξεκινούσαμε μια χορογραφία για το ατομικό των ανδρών;"

Ο Γκάμπριελ με κοίταξε περίεργα. Σαν να ξαφνιάστηκε με αυτήν μου την ερώτηση αν και αυτός ήταν που το είχε αναφέρει πρώτος στην  προηγούμενη προπόνηση μας.     

"Τι;" ψέλισα αλλά μάλλον με άκουσα μόνο ο ίδιος.

Εκείνος αναστέναξε και άρχισε να τρίβει με τα χέρια του το πρόσωπό του. Έκανε μια παύση και ύστερα μίλησε "Φέλιξ, πρέπει να σου μιλήσω"

Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά, τόσο που νόμιζα ό,τι σε λίγο θα έβγαινε από το στήθος μου. Δεν απάντησα αμέσως. Δεν μπορούσα να το κάνω. Ο λαιμός μου είχε στεγνώσει καθώς με έλουζε κρύος ιδρώτας. Νόμιζα πως αν ανοίξω το στόμα μου το μόνο που θα βγει από μέσα μου θα είναι μια ανόητη στριγκιά. Ξερόβηξα και είπα αβέβαια "Τι έγινε-"

ΚΡΑΚ!

Ο πάγος κάτω από τα πόδια μου έσπασε. Τόσο απότομα, τόσο ξαφνικά, που ούτε καν πρόλαβα να ουρλιάξω. Το μόνο που πρόλαβα να κάνω ήταν να κοιτάξω τον Γκάμπριελ με μάτια που ξεχίλιζαν από τρόμο, πριν βυθιστώ στα παγωμένα νερά της λίμνης.

Ήμασταν και οι δύο τόσο απρόσεκτοι που δεν πήραμε χαμπάρι πως ο πάγος της λίμνης δεν ήταν τόσο γερός όσο τις προηγούμενες ημέρες. Πολύ λιγότερο θα έλεγα. Γέλασα με τον εαυτό μου και το μόνο που αντίκρυσα μπροστά μου ήταν εκατομμύρια μπουρμπουλίθρες. Ο πανικός με κυρίευσε ξανά. Είχα παραλύσει. Άνοιξα τα μάτια μου και το μόνο που έβλεπα ήταν θολές εικόνες. Προσπάθησα να κρατήσω επαφή με το περιβάλλον και να αφουγκραστώ τους ήχους και τις κινήσεις γύρω μου. Δύο άνθρωποι βρίσκονταν από πάνω προσπαθώντας με γυμνά χέρια να σπάσουν τον πάγο. Ποιοι είναι αυτοί; Αναρωτήθηκα. Ξαφνικά άκουσα μια φωνή. Κάποιος φώναζε, ούρλιαζε, όμως δεν ακουγόταν καθαρά. Ύστερα από λίγο ένιωσα το λαιμό μου να πονάει και τα μάτια μου να κλείνουν. Σκοτείνιασαν όλα γύρω μου και μόνο τότε κατάλαβα πως αυτός που φώναζε, ήμουν εγώ. Γέλασα ξανά.

(...)

"Λιποθύμησε από την απότομη αλλαγή θερμοκρασίας. Φαίνεται πως ο οργανισμός του δέχτηκε ένα μικρό σοκ το οποίο και δεν άντεξε"

"Πότε θα ξυπνήσει;"

"Σύντομα. Μην ανησυχείτε δεν είναι τίποτα σοβαρό"

"Πότε θα πάρει εξιτήριο;"   

"Κατά πάσα πιθανότητα σήμερα. Σας εξήγησα δεν έχει τίποτα το ανησυχητικό, όλα θα πάνε καλά"

Άνοιξα τα μάτια μου και αντίκρυσα τρεις φιγούρες να στέκονται από πάνω μου και να με περιεργάζονται. 

"Φέλιξ;" έκανε ανήσυχη η μία φιγούρα. 

Έβλεπα τόσο θολά, ενώ στα αυτιά μου ηχούσε ένα βουητό με αποτέλεσμα να μην καταλάβω ποιος μου μιλούσε.

"Είσαι καλά;" μίλησε πάλι η ίδια φιγούρα.

Ανασηκώθηκα στο κρεβάτι και έτριψα τα μάτια μου, τόσο δυνατά που άρχισαν να πονάνε. Όταν τα άνοιξα πια, μπορούσα να δω ολοκάθαρα τις τρεις φιγούρες. Ακριβώς από δίπλα μου στεκόταν ένας ανήσυχος Γκάμπριελ ενώ παρά διπλά βρίσκονταν ο Μέισον με έναν γιατρό. 

"Είσαι καλά;" επανέλαβε την ερώτησή του ο Γκάμπριελ.

"Ναι" απάντησα βραχνά εγώ "Που είμαι; Τι έγινε;" αναρωτήθηκα.

"Είμαστε στο νοσοκομείο δίπλα από το ξενοδοχείο μου" χαμογέλασε εκείνος "Έσπασε ο πάγος της λίμνης και έπεσες μέσα. Δεν θυμάσαι;" ο γλυκός τόνος του είχε πλέον αντικατασταθεί με έναν τόνο ανησυχίας.

"Ναι σωστά" είπα σφίγγοντας στο χέρι μου το μέτωπό μου "Θυμάμαι" συμπλήρωσα και εκείνος χαμογέλασε.

"Ζαλίζεσαι;" αναρωτήθηκε ο Μέισον βλέποντας πως στήριζα το κεφάλι μου στο χέρι μου.

"Όχι, εντάξει είμαι" ανασήκωσα τους ώμους μου εγώ "Πώς βρέθηκες εσύ εδώ;" αναρωτήθηκα μετά.

"Εδώ είναι ο πατέρας μου ρε βλάκα" μου εξήγησε ο Μέισον αποφεύγοντας το βλέμμα μου και τότε θυμήθηκα πως ο πατέρας του έπασχε από καρκίνο και δεν ήταν και στα καλύτερα του τον τελευταίο καιρό "Καθώς ερχόμουν είδα τον Γκάμπριελ να φωνάζει βοήθεια και να χτυπά με τα χέρια του την λίμνη και πήγα να δω τι συνέβη" 

Έβγαλα ένα ηλίθιο επιφώνημα θέλοντας να δείξω ότι κατάλαβα τι μου είπε.

"Μην ξανά πάτε στην λίμνη" είπε ανέκφραστα ο Μέισον "Είναι επικίνδυνο. Έπρεπε να μου το έχετε πει πριν κάνετε τέτοια χαζομάρα. Θα σας ανοίγω το παγοδρόμιο από εδώ και πέρα. Δεν θέλω σε μερικές μέρες να σας ψάχνουμε στον πάτο της λίμνης"

Εγώ και ο Γκάμπριελ κοιταχτήκαμε όλο νόημα. Αποφασίσαμε όμως να μην πούμε τίποτα παρά μόνο ένα ευχαριστώ, ώστε να μην αλλάξει γνώμη ο Μέισον.

"Φέλιξ, σίγουρα είσαι καλά;" ανησύχησε μετά από λίγο ο Γκάμπριελ τοποθετώντας το χέρι του πάνω στο δικό μου "Πώς αισθάνεσαι;"

Παρατήρησα τον επίδεσμο στο χέρι με το οποίο με ακούμπησε "Μια χαρά είμαι" τον καθησύχασα "Τι έπαθε το χέρι σου;"

"Είσαι μπούφος;" έκανε ο Μέισον και εγώ απόρησα "Τώρα δεν σου είπα πως προσπαθούσε να σπάσει με τα χέρια του τη λίμνη για να σε βγάλει από μέσα;" με κοιτούσε σαν να ήμουν ο πιο χαζός άνθρωπος στον κόσμο.

Το ίδιο ηλίθιο επιφώνημα βγήκε από το στόμα μου και ο Γκάμπριελ γέλασε.

"Τέλος πάντων" είπε ο Μέισον κοιτάζοντας το ρολόι του "Αφού είσαι καλά, την κάνω. Πάω να δω τον πατέρα μου"

"Δώσ' του χαιρετισμούς" έκανα αυθόρμητα εγώ. Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και βγήκε από το δωμάτιο.

"Γιατρέ" έκανε ο Γκάμπριελ κοιτάζοντας τον γιατρό ο οποίος τόση ώρα ήταν σιωπηλός επεξεργάζοντας κάτι χαρτιά στα χέρια του "Μπορείτε να μας αφήσετε λίγο μόνους;" συμπλήρωσε ευγενικά.

"Βεβαίως" αποκρίθηκε εκείνος. Έκανε μια κίνηση να φύγει όμως κοντοστάθηκε και είπε "Θα έρθω σε δέκα λεπτά να του κάνω κάτι τελευταίες εξετάσεις και μετά είναι ελεύθερος" και έπειτα χάθηκε από τα μάτια μας.

Μόλις ο γιατρός έφυγε από το δωμάτιο ο Γκάμπριελ γύρισε προς το μέρος μου και κάθισε δίπλα μου στο κρεβάτι. Δεν ήξερα τι να πω, ούτε πως να νιώσω. Πριν από αυτό το συμβάν ο Γκάμπριελ συμπεριφερόταν πολύ περίεργα, σαν κάτι να τον προβληματίζει. Άνοιξα το στόμα μου για να του μιλήσω όμως μετά το ξανά έκλεισα αβέβαιος καθώς δεν ήξερα τι να πω. Εκείνος κάνοντας μια απότομη κίνηση, έπεσα επάνω μου και με αγκάλιασε τόσο σφιχτά που νόμιζα πως θα σκάσω.

"Συγγνώμη" κλαψούρισε "Χίλια συγγνώμη Φέλιξ!"

Του ανταπέδωσα την αγκαλιά, νιώθοντας μια απέραντη γαλήνη μυρίζοντας το άρωμα του.

"Νόμιζα" έκανε μια παύση. Πρώτη φορά τον έβλεπα έτσι "Νόμιζα πως το είχες μετανιώσει"

"Τι;" ψέλισα εγώ "Ποιο;" ρώτησα ενώ ήξερα ήδη την απάντηση.

"Ό,τι έγινε μεταξύ μας τις προάλλες. Νόμιζα το είχες μετανιώσει, για αυτό ακύρωσες χτες την προπόνηση μας" μου εξήγησε διστακτικά ο Γκάμπριελ. Έμεινα έκπληκτος με την αβεβαιότητα του, αφού αυτό δεν ήταν κάτι που τον χαρακτήριζε. Φαίνεται είχε τρομάξει πολύ με το περιστατικό στη λίμνη, κάτι το οποίο εμένα δεν με πείραζε καθόλου. Το να τον βλέπω έτσι με έκανε να νιώθω πόσο πολύ με αγαπά και πόσο νοιάζετε για εμένα.

Του χάρισε το πιο γλυκό μου χαμόγελο που μόνο σε εκείνον μπορούσα να χαρίσω "Είσαι τρελός;" του είπα παιχνιδιάρικα "Σου είπα ότι δεν πρόκειται να το μετανιώσω" 

Εκείνος φάνηκε έκπληκτος "Αλήθεια;"

"Εννοείται! Τι είναι αυτά που λες" αποκρίθηκα εγώ.

Με αγκάλιασε ξανά με τόση ανακούφιση που την ένιωσα μέχρι και εγώ.

"Γιατί την ακύρωσες την προπόνηση τότε;" αναρωτήθηκε μετά από λίγο.

Και τότε του διηγήθηκα όλη την ιστορία με τον Τζακ και την Κλόι, την οποία τόσο πολύ ήθελα να του πω. 

"Ουαου" έκανε ο Γκάμπριελ αφού τελείωσα την ιστορία μου "Πρέπει να έχει περάσει πολλά αυτός ο Τζακ"

"Μόνο;" γέλασα ψεύτικα εγώ "Και μετανιώνω που τόσο καιρό δεν έκανα τίποτα για να τον βοηθήσω"

"Μην σκας" με καθησύχασε ο Γκάμπριελ "Αυτό που έκανες είναι υπεραρκετό. Κάτι ξέρω και εγώ από ηλίθιους γονείς"

Τον κοίταξα με περιέργεια. Τι εννοούσε με αυτό που είπε μόλις τώρα; Η τελευταία του φράση ηχούσε στο μυαλό μου σαν ένα τραγούδι που ξαφνικά σου κολλάει στο μυαλό και δεν λέει να φύγει. Ένιωθα αυτόν τον άνθρωπο τόσο κοντά μου, κι όμως..... δεν ήξερα τίποτα για αυτόν. Τίποτα απολύτως. Ούτε για την οικογένεια του, ούτε για την παιδική του ηλικία, ούτε για τον πρώτο του έρωτα.... τίποτα.

Τις σκέψεις μου διέκοψε ο γιατρός που μπήκε ξανά μέσα στο δωμάτιο και ζήτησε στον Γκάμπριελ να περάσει έξω ώστε να μου κάνει τις τελευταίες μου εξετάσεις. Μετά από αυτό θα έπαιρνα εξιτήριο.   

(...)

Ενημέρωσα  την μητέρα μου πως δεν θα γυρίσω σπίτι απόψε. Όταν βγήκα από το νοσοκομείο είχε ήδη σκοτεινιάσει πολύ, επομένως ο Γκάμπριελ δεν μπορούσε να με γυρίσει πίσω. Έτσι θα περνούσα το βράδυ στο δωμάτιο του, κάτι το οποίο με άγχωνε λιγάκι.

Αφού περπατήσαμε μέχρι το ξενοδοχείο ο Γκάμπριελ επέμενε να κάνω ένα ζεστό ντουζ, γιατί έτσι θα ένιωθα καλύτερα. Είχε δίκιο. Μόλις το καυτό νερό άγγιξε το στήθος μου και άρχισε να κυλά προς τα κάτω, ένιωσα με τρομερή ανακούφιση. Ενώ έριχνα το καυτό στο πρόσωπό μου ώστε να συνέλθω από όλα όσα συνέβησαν σήμερα ένιωσα κρύο αέρα να λούζει το κορμί καθώς η κουρτίνα του μπάνιου άνοιγε σιγά σιγά. Άνοιξα τα μάτια μου και αντίκρισα τον Γκάμπριελ να στέκεται ολόγυμνος απέναντι μου στην ντουζιέρα.

"Γ-Γκάμπριελ τ-τι κάνεις;" είπα σοκαρισμένος και κατακόκκινος εγώ, κρύβοντας τα γυμνά μου σημεία, λες και δεν τα είχε ξανά δει.

Εκείνος με διέκοψε τοποθετώντας το χέρι του στα χείλη μου σε μια προσπάθεια να με κάνει να ησυχάσω, κάτι το οποίο με έκανε να ταράζομαι ακόμα περισσότερο.

"Δεν θέλω να ακούσω τίποτα" μου ψιθύρισε και εγώ ένιωσα ήδη να ανάβω. 

Άρχισε να με φιλάει στον λαιμό κάνοντάς με να ανατριχιάσω. Χάιδευε την πλάτη μου με τα χέρια του, τα οποία σιγά σιγά κατέβαζε προς τα κάτω οδηγώντας τα προς τους γλουτούς μου. Άγγιξε με το ένα του χέρι το πιγούνι μου αναγκάζοντας με να τον κοιτάξω. Με μάτια υγρά και μάγουλα κατακόκκινα κατάφερα να ανταμώσω το βλέμμα του. Και ύστερα με φίλησε. Δεν περίμενα πως κάτι το οποίο έχω ξανά κάνει θα με ξάφνιαζε τόσο. Με όλα αυτά που έζησα μέσα σε αυτές τις δύο μέρες δεν μπόρεσα να καταλάβω πόσο πολύ μου είχε λείψει το φιλί του. Τώρα όμως το κατάλαβα για τα καλά. Ένιωθα την γλώσσα του να αγγίζει την δική μου. Έβγαλα ένα βογκητό και ένιωσα τα χείλη του να χαμογελούν πριν με φιλήσει ξανά. Το νερό που έπεφτε καυτό στο κορμί μου, για κάποιον περίεργο λόγο με έκανε να νιώθω ακόμη πιο ωραία. Εκείνος το κατάλαβε και έτσι πήρε στα χέρια του το τηλέφωνο του μπάνιου και άρχισε να ρίχνει νερό πάνω στο στήθος μου. Οι ανάσα μου έγινε βαριά. Τόσο βαριά που έβλεπα το στέρνο μου να ανεβοκατεβαίνει. Άγγιξε το τηλέφωνο του μπάνιου πάνω στο στήθος μου και άρχισε να με τρίβει, ενώ το νερό που έτρεχε μου προκαλούσε ένα ευχάριστο γαργαλιτό. Κατέβαζε το τηλέφωνο όλο και πιο χαμηλά.... όλο και πιο χαμηλά και στο τέλος το άφησε να πέσει στο πάτωμα με έναν δυνατό κρότο τον οποίο αγνοήσαμε. Το νερό άρχισε να μας βρέχει από χαμηλά πιτσιλώντας έτσι τους τοίχους του μπάνιου. Εκείνος με την γλώσσα του γαργαλούσε τις ρόγες μου και εγώ βογκούσα μέσα από τα δόντια μου. Με τα χέρια του έτριβε τους γλουτούς μου και εγώ ένιωθα την ηδονή μέσα μου να φουντώνει. Κάνε με να νιώσω κι άλλα, είπε προφανώς από μέσα μου, αφού ντρεπόμουν να μιλήσω έτσι μπροστά του, επομένως αυτά τα λόγια δεν τα άκουσε κανένας άλλος, παρά μόνο εγώ. Άρχισε με το δάχτυλο του να πιέζει την ευαίσθητη περιοχή μου θέλοντας να το βάλει μέσα μου. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν τρελή. Έβγαλα ένα επιφώνημα όταν τελικά το έχωσε βίαια μέσα μου.

"Είσαι εντάξει" με ρώτησε γλυκά και εγώ κοκκινίζοντας κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου.

Ένιωσα το δάχτυλο του να βγαίνει και μετά να ξανά μπαίνει με φόρα μέσα μου καθώς εγώ προσπαθούσα να μην βογκήξω ξανά. Ένιωθα περίεργα, όμως και συνάμα ωραία. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο και τρελαινόμουν στην ιδέα ότι ο Γκάμπριελ ήταν αυτός που με έκανε να νιώθω έτσι. 

"Μην σταματάς" είπε ανάμεσα στις λαχανιασμένες μου ανάσες  και ύστερα ντράπηκα τόσο πολύ που έγινα κόκκινος σαν παπαρούνα. Εκείνος γέλασε μαζί μου.

"Δεν πρόκειται" ψιθύρισε τοποθετώντας το στόμα του λίγα χιλιοστά δίπλα από το αυτί μου το οποίο στην συνέχεια δάγκωσε και εγώ μούγκρισα ευχαριστημένος.

Συνέχισε αυτό που έκανε επιταχύνοντας το δάχτυλο του όλο και περισσότερο. Ύστερα ένιωσα άλλη μια πίεση καθώς ένα δεύτερο δάχτυλο είχε εισχωρήσει μέσα μου. Έβγαλα μια κραυγή ευχαρίστησης και ύστερα κάλυψα το στόμα μου, λες και έτσι δεν θα μπορούσε να με ακούσει, ενώ τα μάγουλά μου είχαν πάρει ένα έντονο ροδαλό χρώμα. Ένα χαμόγελο ευχαρίστησης σχηματίστηκε στο πρόσωπο του Γκάμπριελ πριν με φιλήσει παθιασμένα κόβοντας μου την ανάσα. Μετά από λίγο, αφού δεν μπορούσα να κρατηθώ πια έπεσα ξέπνοος στην αγκαλιά του.

Μετά από αυτό, ένιωθα τα πόδια μου κομμένα. Ένιωθα τόσο κουρασμένος που δεν μπορούσα να κάνω βήμα. Παρ' όλα αυτά, ήθελα πολύ να συνεχίσω ό,τι γινόταν μεταξύ  μας. Και μάλιστα το συντομότερο δυνατό. 

Κρατώντας μου το χέρι και χαμογελώντας μου γλυκά, κάνοντας με να κοκκινίζω, με οδήγησε έξω από την ντουζιέρα και άρχισε να τρίβει το σώμα μου με μια πετσέτα, ώστε να στεγνώσει. Ύστερα φίλησε τα υγρά μου χείλη και με οδήγησε στο κρεβάτι. Ξάπλωσε από πάνω μου και με το πέος του άρχισε να τρίβεται πάνω μου κάνοντας με να ανατριχιάζω. Άρχισε να με φιλά ξανά όμως εγώ διέκοψα το φιλί μας, καθώς θυμήθηκα κάτι που με έτρωγε όλη την ημέρα.

"Περίμενε!" είπα ξέπνοος.

Εκείνος με κοίταξε έκπληκτος "Τι;" έκανε απορημένος "Δεν θέλεις να...;"

"Όχι όχι!" βιάστηκα να απαντήσω εγώ "Δεν είναι αυτό το θέμα" του εξήγησα.

"Τότε;" θέλησε να μάθει αυτός.

"Να..." είπα διστακτικά "Στην λίμνη. Πριν σπάσει ο πάγος" έκανα μια παύση και ύστερα έστρεψα το βλέμμα μου αλλού "Κάτι ήθελες να μου πεις. Τι ήταν αυτό;"

Ο Γκάμπριελ με κοίταξε σκεπτικός αλλά διόλου έκπληκτος αυτήν την φορά.

"Δεν θυμάμαι" αποκρίθηκε. Ήταν ψύχραιμος και με κοιτούσε στα μάτια. Ήξερα ότι μου έλεγε ψέματα. Ακόμη και αν αυτός έκανε τεράστια προσπάθεια να το κρύψει εγώ το είχα καταλάβει. Δεν ήταν ότι δεν με ενδιέφερε ή ότι δεν ήθελα να μάθω, απλώς εκείνη την στιγμή το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι μαζί του. Μόνο αυτό ήταν αρκετό. Κάνοντας πως τον πιστεύω και μη θέλοντας να χαλάσω αυτήν την υπέροχη βραδιά, τον φίλησα.

"Σήμερα θα σε πάω στον Παράδεισο" μου ψιθύρισε και εγώ κοκκίνισα.

Το ένα έφερε το άλλο και κατέληξα να περνάω την πιο όμορφη βραδιά της ζωής μου.

-26/06/21 

























Continue Reading

You'll Also Like

60.7K 2.6K 27
- Θα σταματήσεις επιτέλους! Μου φώναξε και με έπιασε από τον λαιμό Μ : Α...ασε μ...με Του είπα και τον κοίταξα με κλαμματα στα μάτια . Αυτός με άφη...
3K 201 38
Μια κοπέλα, η Βάσω, πηγε φέτος πρώτη λυκείου. Την πρωτη μερα στο σχολείο θα δει ένα αγόρι, τον Φώτη, που θα γίνουν φίλοι, αλλά αυτή θα τον θέλει κιόλ...
7.1K 368 70
Είμαι η Μαντώ.... Μία 19χρονη κοπέλα που αποφάσισα για πρώτη φορά να πάω διακοπές σε νησί μόνη μου,για να ξεχαστώ,να διασκεδάσω και γιατί όχι να γνωρ...
24.7K 2K 112
Ήξερες ότι η χώρες έχουν σημασία? Ήξερες πως τα μυρμήγκια δεν κοιμούνται ποτε ? Ήξερες πως υπάρχουν ακεφαλες κατσαρίδες? Ήξερες αν δεις αυτό το βιβλί...