φως

153 14 17
                                    

   Ένας δυνατός άνεμος σηκώνει το χώμα από τον λόφο και το φέρνει προς τα κάτω, δημιουργώντας ένα πυκνό σύννεφο. Ο Απόλλωνας χρειάζεται να γυρίσει το πρόσωπο στο πλάι για να μην τον μαστιγώσει στα μάτια. Δεν είναι καλή μέρα για να βρίσκεται κανείς έξω όταν ο άνεμος φυσάει με τέτοια μανία. Σε μια πέτρα λίγο παραδίπλα κάθεται ο Τρίγλης στηριγμένος στην μαγκούρα του κοιτάει με μια παράξενη θλίψη τα βράχια. Χωλαίνει το περπάτημά του τώρα, μετά από το πέσιμο, αλλά εξακολουθεί να είναι αρκετά γερός για να μπορεί να τα βγάλει πέρα με το κοπάδι.

«Δεν εμφανίστηκε ο λαγός σήμερα», λέει, δείχνοντας προς το μονοπάτι που συνηθίζει να διασχίζει κάθε μέρα το ζώο.

   Ο Απόλλωνας κουνάει καταφατικά το κεφάλι του, αφήνοντας τον να συνεχίσει.

«Μπορεί να τον έφαγε κάνα φίδι».

   Μένουν για λίγη ώρα σιωπηλοί. Είναι άλλωστε δύσκολο να μιλήσει κανείς με αυτόν τον αέρα. Ακίνητοι μέχρι που ο Τρίγλης μετακινείται στη θέση του. Μέσα από τα σύννεφα σκόνης μπορούν να δουν μια φιγούρα να πλησιάζει. Κάποιος τρέχει προς το μέρος τους.

«Εδώ». Ο Απόλλωνας σηκώνει το χέρι για να τον χαιρετήσει, μισοκλείνοντας τα μάτια∙ τον αναγνωρίζει. Είναι ένας από τους υπηρέτες του παλατιού. Τους φτάνει σύντομα. Λαχανιασμένος, βάζει τα χέρια στα γόνατα και παίρνει δυο ανάσες.

«Η Μελισσία», λέει, με κοφτή ανάσα, σηκώνοντας το χέρι ώστε να μην τον πλησιάσουν. «Η κόρη σου γεννάει».

   Αυτό κάνει τον Τρίγλη να διστάσει: «Δεν είναι η ώρα της ακόμη», λέει και ο αγγελιοφόρος του προσφέρει μονάχα ένα θλιμμένο βλέμμα.

   Ο Απόλλωνας μένει πίσω για να μαζέψει τα ζωντανά όσο ο Τρίγλης τρέχει κουτσαίνοντας προς το παλάτι. Όλο το κοπάδι είναι ανήσυχο καθώς το ανεβάζει πίσω στον λόφο και τους στάβλους του παλατιού. Ξέρει πως φταίει ο καιρός για αυτή την ταραχή αλλά έτσι όπως οι αγελάδες μουγκανίζουν και αρνούνται να συνεργαστούν, δεν μπορεί να διώξει το άσχημο προαίσθημα από επάνω του. Μοιάζει πολύ σαν σημάδι όλο αυτό, σαν έναν απαίσιο, φρικτό οιωνό. Όταν καταφέρνει να τις μαντρώσει και αφού ρίξει κρέας στα σκυλιά, βάζει φτερά στα πόδια του για να επιστρέψει στο παλάτι. Δεν μπορεί να σταματήσει να σκέφτεται τον λαγό μέσα στα σαγόνια του φιδιού με τα δόντια να μπήγονται στην τρυφερή σάρκα.

   Ένας υπηρέτης τον σταματά στην είσοδο της πτέρυγας. Βάζει ένα χέρι στο στήθος του.

clothed in lightWhere stories live. Discover now