κεφάλαιο 11ο

Start from the beginning
                                    

"Καταλαβαίνω. Θέλω να ξέρεις πάντως ότι χαίρομαι για σένα, και τότε στους αρραβώνες σου ευχόμουν το καλύτερο. Θέλω να είσαι ευτυχισμένη" μου είπε κοιτάζοντας με με αγάπη.

Εγώ τον αγκάλιασα.

"Σε ευχαριστώ Γκάμπριελ" του είπα γεμάτη ευγνωμοσύνη που είχα έναν τόσο καλό φίλο δίπλα μου που ποτέ δεν έβαζε τον εγωισμό πάνω από την ανθρωπιά και τις αρχές του.

****

Η Έμμα βρισκόταν κλεισμένη όταν δύο φρουροί ήρθαν να την πάρουν.

"Ήρθε η ώρα μάγισσα" της είπε ο ένας.

"Τι; Όχι, φύγετε" φώναξε εκείνη, αλλά εκείνοι την τράβηξαν με το ζόρι.

Τότε ένας άνδρας εμφανίστηκε ο οποίος είχε καλυμμένο το πρόσωπο του.

Πλησίασε τους δύο φρουρούς τους έριξε αναίσθητους χωρίς να τους σκοτώσει.

Έπειτα γύρισε προς την Έμμα η οποία ήταν τρομαγμένη.

"Έλα, πάμε" της είπε και την οδήγησε έξω από το φρούριο από μια διαφορετική έξοδο.

Εκεί τους περίμενε ο πατέρας Κέβιν με ένα άλογο.

Η κοπέλα δεν μπορούσε να καταλάβει τίποτα.

"Ποιοι είστε; Γιατί με βοηθάτε;" τους ρώτησε.

"Θα τα μάθεις όλα αλλά όχι τώρα κορίτσι μου" της είπε ο ιερέας.

Ο άνδρας που είχε καλυμμένο το πρόσωπο του την ανέβασε στο άλογο και γρήγορα απομακρύνθηκαν από το φρούριο.

Μπήκε ανάμεσα στα στενά και απέφυγε τον πολύ κόσμο και σε λίγη ώρα είχε βγει από την πόλη. Κατευθύνθηκε προς τους αγρούς και όταν βεβαιώθηκε ότι κανείς δεν τους ακολουθούσε έβγαλε το ύφασμα που κάλυπτε το πρόσωπο του.

"Άρχοντα Άντριου" αναφώνησε η Έμμα έκπληκτη.

"Ναι, εγώ είμαι" της είπε χαμογελώντας.

"Πού πάμε;"

"Στο εξοχικό μου κάστρο. Θα είσαι ασφαλής εκεί. Και σύντομα θα έρθουν να σε βρουν ο πατέρας σου και ο πατέρας Ρίτσαρντ.

"Ορίστε;" έκανε έκπληκτη. "Από πού τους γνωρίζετε;" τον ρώτησε.

Ο Άντριου της εξήγησε και τότε ξεκαθάρισαν όλα.

"Δεν το πιστεύω! Σας ευχαριστώ" είπε εκείνη γεμάτη ευγνωμοσύνη.

"Μην το σκέφτεσαι σε παρακαλώ. Δεν έκανα τίποτα"

****

Ο Άντριου την πήγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε στο σπίτι του, της έδωσε τοπ κλειδί και επέστρεψε σαν αστραπή στην πόλη.

Ενημέρωσε τον πατέρα Κέβιν ότι η κοπέλα ήταν καλά και εκείνος ενημέρωσε με την σειρά του τον πατέρα Ρίτσαρντ ότι όλα είχαν πάει κατ' ευχήν.

Εκείνος με την σειρά του επέστρεψε στο πανδοχείο που έμενε μαζί με τον Έντουαρντ από την ώρα που έφτασαν στο Άσλιρντ.

"Έντουαρντ έχω να σου πω πολύ ευχάριστα νέα" του είπε λάμποντας από χαρά.

"Τι συνέβη;" ρώτησε με απορία εκείνος.

Και τότε ο ιερέας του διηγήθηκε με κάθε λεπτομέρεια ότι είχε συμβεί και ο Έντουαρντ τον κοίταζε μην μπορώντας να πιστέψει στα αυτιά του.

"Θεέ μου! Η Έμμα μου, τι πήγε να πάθει; Θέλω να γνωρίσω τον άρχοντα Άντριου και να τον ευχαριστήσω προσωπικά για το καλό που έκανε"

"Θα έχεις την ευκαιρία. Ωστόσο ας πάμε να βρούμε την κόρη σου τώρα. Ο Άντριου μου εξήγησε πως να πάμε στο σπίτι του"

"Εντάξει, ναι. Θα δω το κοριτσάκι μου επιτέλους!" είπε ο Έντουαρντ με δάκρυα χαράς.

****

Αν και δυσκολεύτηκαν μπόρεσαν και βρήκαν το εξοχικό και χτύπησαν την πόρτα. Η νεαρή κοκκινομάλλα τους άνοιξε.

Έπεσε στην αγκαλιά του πατέρα της κλαίγοντας.

"Πατέρα μου" είπε κλαίγοντας.

"Δεν ξέρεις πόσο μου έλειψες! Όλη μέρα και νύχτα εσένα σκεφτόμουν" της είπε.

"Μην ανησυχείς! Τώρα είμαστε εδώ, μαζί. Όλα θα πάνε καλά!"

Έπειτα γύρισε προς το μέρος του πατέρα Ρίτσαρντ και τον χαιρέτησε θερμά.

"Σας ευχαριστώ" του είπε.

"Στην πραγματικότητα εγώ δεν έκανα τίποτα, ο άρχοντας Άντριου και ο φίλος μου που είχαμε έρθει μαζί να σε δούμε όταν ήσουν φυλακισμένη σε βοήθησαν"

Τότε η Έμμα θυμήθηκε. Ο ιερέας που τους είχε δώσει το άλογο ήταν ο ίδιος με εκείνον που είχε έρθει μαζί με τον πατέρα Ρίτσαρντ, όταν την είδε για πρώτη φορά στις φυλακές. Ναι, είχε δίκιο. Από την σύγχυση δεν μπόρεσε να τον αναγνωρίσει, αλλά τώρα είχε καταλάβει ποιος ήταν.

"Να 'ναι καλά και οι δύο! Ξέρετε η Λίριο δεν έχασε λεπτό την πίστη της. Ήταν σωστή. Μπορεί να συμβαίνουν τραγικά πράγματα στην ζωή μας, αλλά πάντα θα συμβαίνει κάτι καλό" είπε η Έμμα γεμάτη αισιοδοξία.

Οι δύο άνδρες χαμογέλασαν και ανυπομονούσαν να δουν ξανά τόσο την Λίριο, όσο και τον Γκάμπριελ.

Στα χρόνια του ΜεσαίωναWhere stories live. Discover now