Awake

143 8 2
                                    

Πόσος καιρός πέρασε?
Δύο μήνες? Δυόμισι?

Η Karen παρέμενε ίδια. Δεν περπατούσε, δε μιλούσε. Ο Peter ήταν στο πλευρό της, όπως και οι άλλοι, όμως κυρίως αυτός. Υπήρχαν μέρες που δεν πήγαινε σχολείο, για να είναι δίπλα της μήπως χρειαστεί κάτι.
Υπήρχαν όμως και οι μέρες που τής έδινε υπνωτικά ή ενέσεις για να κοιμηθεί κι αυτός έφευγε για μάθημα ή για ύπνο.

Όχι, δεν κουραζόταν να τη φροντίζει. Κουράστηκε να τη βλέπει στην άθλια αυτή κατάσταση, να πονάει και αυτός να μην μπορεί να κάνει τίποτα. Περνούσαν δύσκολα, και ο ένας και ο άλλος.
Στο μεταξύ, όλοι από την ομάδα προσπαθούσαν να βοηθήσουν. Η Jane όμως, ήταν αυτή που δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Ήταν όλο στη δουλειά, μέχρι που χρειάστηκε και να φύγει από την πόλη για συνέδριο, στο οποίο συμμετείχε ως αντιπρόσωπος της διεύθυνσης του νοσοκομείου.

Δεν ήθελε να αφήσει την κόρη της. Αλλά ήξερε ότι δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς.
Ο Thor υποσχέθηκε να την προσέχει...

Ήταν μια Πέμπτη απόγευμα. Ο Peter κοιμόταν από το πρωί, είχε να κλείσει μάτι δυο μέρες. Οι μαύροι κύκλοι ήταν εμφανέστατοι από την αϋπνία. Ήδη από την Τρίτη, η Karen είχε εφιάλτες. Ξυπνούσε στον ύπνο της ιδρωμένη, ενώ τη μία φορά ο Peter έπρεπε να αλλάξει τα σεντόνια, επειδή είχαν ματώσει από χαρακιές που προκάλεσε η ίδια πάνω της, για να μην ανησυχήσει τους άλλους.
Εκείνο το απόγευμα ήταν διαφορετικό. Η Karen δεν πονούσε τόσο, όσο πριν δύο μέρες. Καθόταν στο καροτσάκι της κοντά στο παράθυρο και αγνάντευε προς τη θάλασσα, εκεί κοιτούσε το δωμάτιό της.
Και καθώς ήταν καθισμένη και ακίνητη, με τα χέρια σταυρωμένα στα πόδια της, σηκώθηκε. Τα έβαλε στις λαβές στο πλάι του καροτσιού, στηρίχθηκε και το βάρος μεταφέρθηκε στα άκρα της. Περπάτησε μέχρι την κεντρική αίθουσα, όπου ήταν οι υπόλοιποι. Βασικά εκείνη την ώρα ήταν όλοι εκτός από τον Peter και την Jane. Στάθηκε στην άκρη, σε εμφανές σημείο και μίλησε.

"Πού είναι ο Peter?"

Όλοι την κοίταξαν άναυδοι. Δεν το περίμεναν. Η Wanda γούρλωσε τα μάτια και διάβασε τα πάντα. Δε χρειάστηκε καν να πάει κοντά της. Είδε στο μυαλό της τις απαντήσεις όσων αποριών είχαν μέχρι εκείνη τη μέρα.

"Γιατί δε μιλάτε?" Ρώτησε ήσυχα και με έναν τρόπο σα να ήταν όλα φυσιολογικά, σα να μην είχε πέσει ποτέ σε λήθαργο.

Τι να απαντούσαν? Κανείς δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Και τι άλλο να έκαναν δηλαδή? Να έτρεχαν να την αγκαλιάσουν? Δεν τούς είχε λείψει πολύ.

Κόρη του Κεραυνού  (MCU: Marvel Fanfiction)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα