Πύλες

4 0 0
                                    

Γράψτε μου τι είδατε στις πύλες που περάσατε προσπαθώντας να ανακαλέσετε τις μνήμες σας. Κάνω την αρχή:

Η Πύλη άνοιξε. Περίεργος καθώς ήμουν, την πέρασα.

1) Βρέθηκα σ' ένα ζεστό δωμάτιο. Η σόμπα έκαιγε στη γωνία και στο τραπέζι ήταν μαζεμένα πολλά άτομα. Κάποιους τους αναγνώρισα αμέσως: φίλοι μου, που έπαιζαν επιτραπέζια μαζί, ενώ άλλοι μου έμοιαζαν αδιόρατα γνωστοί αλλά δεν τους θυμάμαι πια. Κοίταξα πιο πέρα: σκορπισμένα παντού παιδικά παιχνίδια. Κοίτα να δεις! Το δεινοσαυράκι πότε το είχα, στο δημοτικό; Τα αυτοκινητάκια ακόμα πιο παλιά... Πήρα λίγη απ' τη φωτιά του όμορφου δωματίου και προχώρησα στην Πύλη.

2) Το χώμα ήταν στεγνό. Οι γάτες παντού γύρω μου, πιο πέρα οι κότες να κακαρίζουν, ενώ στο θερμοκήπιο και στον μπαξέ τα φυτά λιάζονταν. Ξεκίνησα να σκάβω, έχοντας στον νου μου τον θησαυρό. Το μυαλό μου ήταν θολό, είχα ιδρώσει. Μου πήρε ώρες κούρασης μέχρι να καταλάβω πως ο θησαυρός ήταν παντού γύρω μου κι όχι κρυμμένος μέσα στο χώμα. Πήρα λίγο απ' το ευλογημένο χώμα και προχώρησα στην Πύλη.

3) Μπροστά μου μια λίμνη. Το αεράκι χάιδευε τις ιτιές που χάριζαν τη σκιά τους στις όχθες. Καθισμένη σε μια ξύλινη ξαπλώστρα ήταν Εκείνη. Διάβαζε. Δεν έβλεπα το πρόσωπό της, δε γύρισε να με κοιτάξει. Πήρα λίγο απ' το γλυκό αεράκι, που είχε και το άρωμά της, και προχώρησα στην Πύλη.

4) Ήμουν σε μια άγνωστη πόλη. Όμορφη, με μια απαλή μουσική να παίζει. Ο κόσμος περπατούσε με ομπρέλες στα χέρια. Κάθισα σε ένα παλαιικό καφέ και κοιτούσα τις σταγόνες που έπεφταν στο πλακόστρωτο δρομάκι. Ρέμβασα αρκετά εκεί. Τελικά σηκώθηκα, πήρα στη χούφτα μου λίγο νερό βροχής και προχώρησα στην Πύλη.

Είμαι περίεργος να δω τι υπάρχει στις Πύλες των υπόλοιπων ανθρώπων. Ταξίδια; Φύση; Οικογένεια; Πάθη, εμμονές; Για να δούμε...

Ιστορίες του ΣαββάτουWhere stories live. Discover now