Κεφάλαιο δεκαοκτώ🗝

252 16 1
                                    

Οπτική Ντάνιελ.

Περπάτησα προς το δωμάτιο όπου είχαμε φυλαγμένα όλα τα όπλα μας και πήρα μαζί μου ένα ξύλινο παλούκι, βάζοντας το στη πίσω τσέπη του παντελονιού μου. Στην συνέχεια πήρα ένα περίστροφο και το γέμισα με ασημένιες σφαίρες προτού το τρυπώσω και αυτό μέσα στα ρούχα μου. Βγήκα έξω και βρήκα τον Ντρου, τον Ρικ και τον Άσερ να με περιμένουν. Αποφασίσαμε πως θα ήταν καλύτερα η Λια να έμενε εδώ σε περίπτωση που ερχόταν κάποιος και ζητούσε βοήθεια.

Αφού βεβαιωθήκαμε πως είχαμε πάρει μαζί μας ότι θα μας χρειαζόταν, ξεκινήσαμε να περπατάμε προς το μυστηριώδες και συννεφιασμένο δάσος. Μας πήρε περίπου δέκα λεπτά για να φτάσουμε στο γνώριμο, ανατριχιαστικό κάστρο του σκότους. Υπήρχαν φρουροί παντού. Σε κάθε είσοδο υπήρχε και ένα αιμοδιψή, άκαρδο, ανέκφραστο πλάσμα της κολάσεως έτοιμο να επιτεθεί σε όποιον προσπαθούσε να μπει.

«Λοιπόν, ποιό είναι το σχέδιο;» Ρώτησε ο Άσερ και ένα μικρό, πονηρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του Ρικ

«Θα τους αποσπάσω την προσοχή όσο εσείς μπαίνετε μέσα» είπε και γνέψαμε καταφατικά

«Εντάξει, λοιπόν Ντρου οδήγησε μας όσο ο Ρικ τους κρατάει απασχολημένους» είπα και αμέσως ξεκίνησε να περπατάει

Ο Άσερ και εγώ τον ακολουθήσαμε σιωπηλά ενώ ο Ρικ σήκωσε το ραβδί του ψηλά και πλησίασε τους φύλακες.

«Εσυ! Μείνε ακίνητος!» Του φώναξε ένας από τους στρατιώτες

Εκείνος απλώς τον αγνόησε και κούνησε το ραβδί του κυκλικά.

«Μπρέϊκενστιρ» είπε και μια λάμψη γέμισε το χώρο εκτοξεύοντας τους φρουρούς προς διάφορες κατευθύνσεις

Αυτό μας έδωσε την ευκαιρία να τρυπώσουμε στο κάστρο από την μπροστά κιόλας είσοδο. Προς μεγάλη μας έκπληξη στο εσωτερικό του υπήρχε η απόλυτη σιωπή παρέχοντας μας έτσι την άνεση και την ευκολία να περιφερθούμε στο χώρο δίχως περιορισμούς. Ήταν υπερβολικά εύκολο για εμάς να κινούμαστε δίχως προβλήματα γεγονός που με προβλημάτισε. Ξάφνου ένα κουδούνισμα ακούστηκε και πριν καν προλάβουμε να δούμε από που προερχόταν, το φωτιστικό έπεσε από το ταβάνι, κατευθείαν προς τα εμας. Για καλή μας τύχη προλάβαμε να το αποφύγουμε τελευταία στιγμή με αποτέλεσμα να πέσει στο πάτωμα με ένα δυνατό γδούπο.

Τότε ένα γέλιο ήχησε σε όλο το χώρο κάνοντας αντίλαλο στους διαδρόμους και στρέφοντας την προσοχή μας προς τα πίσω, βρήκαμε ένα μαυροφορεμένο άντρα να στέκεται. Τα μάτια του είχαν μια σκούρη απόχρωση του κόκκινου ενώ τα μαλλιά του ήταν καστανά. Κάρφωσε το βλέμμα του επάνω μας και ένα γελάκι ξέφυγε από τα χείλη του την ώρα που αντίκρισε τον Ντρου. Ο Ντρου από την άλλη τον κοίταξε με δυσαρέσκεια στο βλέμμα του καθώς έκανε ένα βήμα προς τα μπροστά, παίρνοντας αμυντική στάση.

Χάβεργκορτ Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα