ΚΕΦ. 5

14 0 1
                                    

Επιτέλους, έφτασα σπίτι. Με το που μπήκα μέσα, έτρεξα στο δωμάτιο μου. Άρχισα να κλαίω με όλα αυτα που έγιναν σήμερα. Σκεφτόμουν γιατί εγώ να είμαι διαφορετικός; γιατί να μη με κάνουν παρέα; τι κακό εχω κάνει; Αφού κοιμήθηκα, ξύπνησα 4 το απόγευμα από τον ήχο κλήσης του κινητού μου... Με έπαιρνε ο Κώστας... Το σήκωσα.

"Ναι;"

"Ελα ρε Άρη. Τι κανείς;"

"Γεια σου Κώστα. Καλά είμαι. Εσυ;'" του είπα.

"Μια χαρά. Πως ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο?"

"Καλή ήταν" είπα ψέματα γιατί αλλιώς θα ανησυχούσε.

Μιλούσαμε περίπου μια ώρα. Είχαμε να πούμε παρά πολλά. Ο Κώστας ήταν ο μοναδικός φίλος που είχα δημοτικό και γυμνάσιο. Με στήριζε και σε περίπτωση που με κορόιδευε κάποιος, τον έβαζε στη θέση του για τα καλά. Τώρα όμως, δεν είχα κανένα.
Ύστερα από λίγο, σκέφτηκα τη Δέσποινα και αμέσως άλλαξα διάθεση. Ήταν τόσο μα τόσο όμορφη. Με είχε γοητεύσει. Ένιωθα κάτι παράξενο μέσα μου. Σα να πετάω στα ουράνια.
Ύστερα, κατέβηκα κάτω για να χαιρετήσω τη μητέρα μου.

"Γεια σου μαμα, τι κανείς;"

"Γεια σου ψυχή μου. Καλά είμαι εσυ; πως ήταν το σχολείο;"

"Καλά. Μια χαρά"

"Σίγουρα;" με ρώτησε. "Δε σε πείραξε κανενα παιδί. Έτσι;"

"Όχι" της απάντησα ψέματα.

Η μητέρα μου ανησυχούσε πραγματικά. Από το δημοτικό. Εγώ μεγάλωσα στη Γερμανία. Όταν πήγαμε στην Κρήτη με τους γονείς μου για να ζήσουμε μόνιμα, ένα παιδί με πείραζε συνέχεια. Μια φορά, με έδειρε καθώς σχολουσαμε και μου πέταξε μια πέτρα στο κεφάλι. Άρχισα να τρέχω αίμα. Ο μπαμπάς μουε πήγε στο νοσοκομείο και έκανα 12 ράμματα. Ο μπαμπάς μου την αυριανη, βρήκε τον πατέρα του παιδιού και του εξήγησε την κατάσταση. Έτσι, αυτό το παιδί δε με ξαναπειραξε. Μόνο που τώρα, ο μπαμπάς μου είχε πεθάνει. Δεν είχα κανένα παρά μόνο τη μαμα. Ο πατέρας μου ήταν το στήριγμα μου. Με αγαπούσε πολύ. Δε μου χαλούσε πότε χατήρι. Σκέφτηκα ότι ο θεός είναι άδικος μερικές φορές. Όμως, έτσι είναι η ζωή.

Η μαμα μου με έβγαλε από τις σκέψεις μου.

"Αύριο, θα έρθει ένας συνεργάτης από τη δουλειά με την οικογένεια του. Δεν έχεις πρόβλημα. Σωστά;" με ρώτησε.

"Φυσικά και δεν εχω μαμα. Είναι ώρα να αρχίσεις να αναπτύσσεις φίλιες"

"Ωραία. Χαίρομαι. Για αυτό άλλωστε το κάνω." μου είπε. "Εσυ; έκανες φίλους;;" με ρώτησε απορημενη.

"Εεε... Είναι ακόμα νωρίς! Ας μη μιλούσουμε για αυτό."

Αφού της είπα τα πάντα για τη διευθύντρια για το σχολείο και τα σχετικά, πηγα και κοιμηθηκα. Έβαλα αφύπνιση 6 η ώρα για να προλάβω να ετοιμαστώ και να φτιάξω πρωινό για τη μαμα και για 'μένα. Πριν όμως με πάρει ο ύπνος, χτύπησε το τηλέφωνο μου. Φοβήθηκα γιατί ήταν ήδη αργά. Ο αριθμός ήταν απόρρητος. Το σήκωσα.

" Παρακαλώ;;"

Θέλω να σας ευχηθώ χρόνια πολλά, χρίστος ανέστη. Εύχομαι υγεία και χαρά. Vote and comment. :-)

Η Ζωή Χωρίς Φιλία Και ΈρωταWhere stories live. Discover now