Πρόλογος

26 1 0
                                    



Οι σάλπιγγες αντηχούν, το μικρό χωριό τυλίγεται σιγά σιγά στις φλόγες. Παντού πανικός. Όλοι έτρεχαν πανικόβλητοι, οι άντρες πιάνανε όπλα για να αμυνθούν, οι γυναίκες κουβάδες για να σβήσουν τη φωτιά, οι γέροι παίρναν χέρι- χέρι τα παιδιά και τα κρύβαν όπου μπορούσαν, μέσα στο πηγάδι, σε σκοτεινές αποθήκες, στους στάβλους. Μέσα στο χάος και στις χορευτικές κινήσεις της πυρκαγιάς, δύο σκιές κινούνται βιαστικά, ένα παιδί κι ένας άντρας, προς το υπόγειο του δημαρχείου, όπου τα περισσότερα παιδιά κρύβονταν. Μουρμούριζε μέσα από τα δόντια του: «Ας μας έχει καλά ο Ilerkai». Ακόμα δεν καταλαβαίνει το παιδί τι συμβαίνει: «Μπαμπά, που είναι η μαμά;», ρωτάει γεμάτο απορία και τρόμο όσο βλέπει τις φλόγες και ακούει τις κραυγές να πλησιάζουν. «Η μητέρα σου δεν έχει επιστρέψει ακόμα. Να την φυλά ο Ilerkai

Τα λεπτά κυλούν, το μικρό παιδάκι προσπαθεί με κόπο να συμβαδίσει στο τρέξιμο του πατέρα του αλλά σκοντάφτει. Μια κραυγή ακούγεται, και μία σκοτεινή σιλουέτα με μάσκα χιμάει προς το παιδί. Ευθύς ο πατέρας του μπήγει το σπαθί του και η σιλουέτα πέφτει άψυχη. Αμέσως παίρνει αγκαλιά τον μικρό και τρέχει μουρμουρίζοντας: «Δεν περίμενα ποτέ να χρειαστεί να ξαναπιάσω σπαθί.» Η πυρκαγιά εξαπλώνεται, η ηχώ του πολέμου και του αιματοκυλίσματος πληθαίνουν, οι δυο τους φτάνουν στο δημαρχείο. Αλλά το μόνο που αντικρίζουν είναι πτώματα γέρων, αίμα παντού, και τα παιδάκια να στοιβάζονται σε ένα κάρο από μασκοφορεμένους άντρες.

«Α, φαίνεται πως ξεχάσαμε ένα.» Ο άντρας γυρνά με τρόμο και αντικρύζει μία γυναικεία σιλουέτα. Φορούσε μια κατακόκκινη μάσκα, με μαύρες ρίγες κάτω από το αριστερό μάτι. Η ενδυμασία της ήταν διαφορετική από τους υπόλοιπους ληστές, είχε τα διακριτικά κάποιου ανώτερου. «Παράδωσέ τον άνθρωπε, και ο θάνατός σου θα είναι ανώδυνος». Τρέμει από οργή, καθώς παρατηρεί ένα έμβλημα κορακιού στο κάρο. «Στο όνομα του Ilerkai, αυτός ο τόπος θα γίνει ο τάφος σας!» Ο βετεράνος πολεμιστής, αφήνει απαλά τον γιό του σε ένα στενό δρομάκι και παίρνει αμυντική στάση μπροστά του. «Μεγάλα λόγια όπως κάθε άνθρωπος. Επάνω του!» Με μια της εντολή οι δυο πιο μεγαλόσωμοι ακόλουθοί της ορμάνε εναντίον του.

«Ileriana δεν θα αφήσω τον Evandor απροστάτευτο.», ψιθυρίζει μέσα από τα δόντια του, και ορμά μπροστά στους αντιπάλους του.

Tο κάλεσμα της εξαχρείωσηςWhere stories live. Discover now