Ψυχώ

106 11 13
                                    

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Η ίδια διαδικασία ώρες ατελείωτες. Προσπαθώ αλλά δεν μπορώ να αποτυπώσω αυτό το πρόσωπο που έχει μείνει στην μνήμη μου άγγιχτο. Αγγελικό. Έτσι θα το χαρακτήριζα.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Όμορφα μάτια. Πράσινα. Πρώτη φορά αντίκρυσα τέτοιο βλέμμα, τέτοιο κενό. Όσο ζεστό χρώμα ήταν τα μάτια του, τόσο περισσότερο ήταν η ψύχρα που τρύπωνε στην ψυχή μου.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Τα χείλη του σαρκώδη. Ρόδινα . Σε κάθε επαφή τους με το δέρμα μου αναρριγούσα. Ένιωθα όλες τις εποχές να ρέουν στο αίμα μου. Όμως ο χειμώνας ήταν αυτός που έφτανε μέχρι την καρδία μου.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Το δωμάτιο είναι άσπρο. Κάνει κρύο. Μάλλον για αυτό μένω εδώ, νιώθω οικεία. Το κρύο φωλιάζει στην καρδία μου και νιώθω πλήρης ξανά. Νιώθω κοντά του.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Η μυρωδιά στο δωμάτιο ίδια με εκείνου. Μάνγκο. Δεν θα μπορούσα ποτέ να την ξεχάσω. Έχει χαραχθεί στην μνήμη μου. Νομίζω πως είναι δίπλα μου.
Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Γραμμή. Γόμα. Σβήνω.

Η φωνή του μπάσα και βραχνή. Από το πρώτο άκουσμά της ένιωσα το έδαφος να κινείται. Κάθε φορά που την ακούω, σεισμός κατακλύζει το σώμα μου και πέφτω, πέφτω, πέφτω...

Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.
" Άννα, με ακούς ; "
Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.

Οι δείκτες του ρολογιού αντηχούν σε όλο το ψυχρό αυτό δωμάτιο. Μια φωνή ακούω αλλά δεν μπορώ να καταλάβω ποιος είναι. Φυσικά δεν είναι εκείνος . Θα την αναγνώριζα.
" Άννα άνοιξε σε παρακαλώ τα μάτια σου "
Προσπαθώ, εντάξει ; Αλλά δεν μπορώ, φοβάμαι. Πού είμαι ;
Το φως εισέρχεται στα μάτια μου και βλέπω μπροστά μου μια κυρία. Το βλέμμα της προδίδει αγωνία, άγχος. Πράσινα μάτια, ίδια ακριβώς.
" Είσαι καλά τώρα. Λυποθύμισες καθώς ζωγράφιζες. "
Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.
Το ρολόι δείχνει 18.43. Συνήθως βρισκόμασταν στις 7. Δεν προλαβαίνω. Πρέπει να ετοιμαστώ.

Προσπαθώ να σηκωθώ. Δεν μπορώ. Τα πόδια μου αδύναμα. Πονάω στην ψυχή μου. Κρύο παντού.
" Βοήθα με " ψιθύρισα στην κυρία δίπλα μου.

Με δυσκολία τεντώνω το χέρι μου και της δείχνω την ζωγραφιά μου.

Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.
Το βλέμμα της κοκαλώνει.
Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.

Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.

" Έλα μαζί μου "
Το άγγιγμά της ζεστό . Με απαλύνει από τον πόνο. Το κρύο.
Καθρέπτης μπροστά μου. Φοβάμαι να κοιταξώ. Δεν θέλω.
Σηκώνω το βλέμμα μου και κρύος ιδρώτας λούζει το κορμί μου.
Μάτια πράσινα , χείλη σαρκώδη , εκείνος...
" Μαμά ; " φωνή.
Σεισμός κατακλύζει το κορμί μου.
Είμαι εκείνος.

Είμαι εγώ.

Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ.  

***


Ψυχώ (MGWLove)Where stories live. Discover now