1. Η συμφωνια

668 27 5
                                    

Χτυπησε την πόρτα απαλά. Ήταν σίγουρος για την απόφαση που έπαιρνε και ήλπιζε ότι εκείνη θα δεχτεί. Μοναχά να την είχε προλάβει.

Αναστέναξε χτυπώντας το πόδι του στο πάτωμα ελπίζοντας να μην είχε φύγει ακόμα για την εκκλησία.

Η Θεοφανω άνοιξε την πόρτα. Το χαμόγελο της άρχισε να ξεθωριάζει μόλις αντικρυσε τον Αντρει. Ένα ψεύτικο χαμόγελο. Τα ματια της ήταν κόκκινα και αυτό μαρτυρούσε ότι έκλαιγε.

Μπηκε στο δωμάτιο χωρίς προειδοποίηση, εκείνη δεν τον σταμάτησε.

Για λίγο έχασε τα λόγια του και ξεροκαταπιε αμήχανος. Του φάνηκε όμορφη η κοπέλα μέσα στο άσπρο φόρεμα και με το μαντήλι να πέφτει γύρω από τις χρυσαφιές μπούκλες της. Τόσο όμορφη που το στόμα του μίλησε σαν από δικη του βούληση χωρίς εκείνος να το προστάξει.

«Είσαι πολύ όμορφη νύφη... Θεοφανω»

«Σε ευχαριστω», έριξε τα ματια της στο πάτωμα και του έκανε χώρο να περάσει μέσα στο δωμάτιο.

Το περπάτημα του ήταν αργό. Προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο. Πως να ξεκινούσε; Τι να της ελεγε;

«Ακόμα δεν το πιστεύω ότι παντρεύομαι». Ειπε η Θεοφανω αμήχανη, προσπαθώντας να σπάσει την σιωπή.

Γύρισε προς το μέρος της. «Θέλω να σου μιλήσω για αυτό», της ειπε.

Τον κοιταξε παραξενευμένη.

«Θεοφανω εγώ...» την κοιταξε στα ματια. «Σε πιστεύω».

Η Θεοφανω θα χαιρόταν για αυτό. Που ο Αντρει επιτέλους την πίστεψε. Ήταν από τους μοναδικούς ανθρώπους που ήθελε δίπλα της όμως ήξερε ότι δύσκολα θα πίστευε. Και τώρα που το έκανε δεν ήταν χαρούμενη. Τον πλήγωσε προκειμένου να την πιστέψει και αυτό την πονούσε.

Τον εκτιμούσε πολύ και δεν του αξιζε αυτό.

«Εχθές το βράδυ μου ειπες πράγματα που δεν θα μπορούσες να γνωρίζεις. Και για αυτό... σε πιστεύω».

«Δεν έπρεπε να τα ξεστομισω αυτά τα τα πράγματα. Έχασα την υπομονή μου, δεν ήθελα να σε πλήγωσε έτσι».

Ο Αντρει χαμογέλασε θλιμμένα. «Ήταν γερό το χτύπημα το παραδέχομαι. Με μια σου φράση γκρέμισες μέσα μου δυο ανθρώπους που σήμαιναν τα πάντα...»

«Αντρει...» τον διέκοψε η Θεοφανω κάνοντας ένα βήμα προς το μέρος του.

Εκείνος σήκωσε το χέρι του σταματώντας την. «Μέσα από τα συντρίμμια που μου προκάλεσες όμως... με ελευθέρωσες. Σου είμαι ευγνώμων λοιπόν... για αυτήν την καταστροφή». Ένα στραβό χαμόγελο που την έκανε να ανατριχιάσει εμφανίστηκε στο πρόσωπο του.

Στον δρόμο προς το φως Where stories live. Discover now