Ματωμένος γάμος (α΄ μέρος)

29 3 16
                                    

«Αδελφή» πλησίασε ο Αλέξανδρος ο Μολοσσός την Ολυμπιάδα εκείνη τη μέρα. «Σου έχω μαντάτα...»

«Τι συμβαίνει, αδελφέ μου; Μαντάτα από ποιον;»

«Από τον γαμπρό μου... Μου προσφέρει το χέρι της κόρης σας, ώστε να συμφιλιωθούμε...»

«Α, τον άτιμο! Ώστε βρήκε το τέχνασμα του γάμου τώρα, για να με καλοπιάσει! Όχι, Αλέξανδρε, δε θα το δεχτείς αυτό, θα συγκεντρώσουμε στρατό και θα επιτεθούμε εναντίον του!»

«Ολυμπιάδα, δες πιο ψύχραιμα, πιο καθαρά, και μην αφήνεις την οργή σου να σε παρασύρει... Τι νόημα θα είχε να συγκρουστούν τα βασίλειά μας, τη στιγμή μάλιστα που ο γιος σου έχει ήδη επιστρέψει στη Μακεδονία και ο Φίλιππος προπαρασκευάζεται για την εκστρατεία του στην Ασία; Καμία απολύτως...»

«Και η προσβολή που μου έγινε εκ μέρους του; Αυτή θα μείνει ατιμώρητη;»

«Όσο για αυτό, θεωρώ πως η πρόταση που μου κάνει να συζευχθώ την Κλεοπάτρα την ξεπλένει και με το παραπάνω την προσβολή... Θα είναι πλέον ολόκληρη γυναίκα από νήπιο που τη γνώρισα, όταν φιλοξενήθηκα στην Πέλλα, και αν πήρε από σένα, θα έχει γίνει καλλονή, εξάλλου του χρωστώ και τον θρόνο μου του ανδρός σου και θα ήταν τουλάχιστον αχαριστία να τον πολεμήσω*... Μην το συλλογιέσαι πολύ...»

«Δε συλλογιέμαι, το αποφάσισα... Απάντησέ του τάχιστα και πες του πως δέχεσαι ασμένως να συζευχθείς την ανιψιά σου, και πως κι εγώ η ίδια μετά χαράς θα δω την κόρη μας νύφη στο πλάι σου, να γίνεται η νέα δέσποινα των Μολοσσών» κατέληξε η Ολυμπιάδα και χαμογέλασε περήφανα, αινιγματικά...

Έφτασαν και στην Κλεοπάτρα οι ειδήσεις για τον γάμο που της σχεδίαζε ο πατέρας της, ένα μήνα αφότου είχε κλείσει τα δεκαοκτώ της έτη, και τη μάραναν ακόμη περισσότερο από πριν, θριαμβευτικά τής το ανήγγειλε ο Φίλιππος ότι επρόκειτο όντως να παντρευτεί τον θείο της τον Αλέξανδρο, σαν να επιβεβαίωνε έτσι την κυριαρχία του πάνω της, κι ήταν λες και την καταδίκαζαν σε θάνατο...

«Κοριτσάκι μου, πονάς ακόμη για τον ανιψιό μου;» τη ρώτησε η Θετίμα, μόλις έμειναν μόνες. «Ασ' τον πια, ξέχνα τον, και εγώ που σου 'λεγα πως θα μεσολαβούσα για να τον πάρεις, φρούδες ελπίδες σου 'δινα, λες και δε γνώριζα πως είμαι αδύναμη... Μην τυραννιέσαι αδίκως, λησμόνα τον, για το δικό σου το καλό...»

«Ποιο καλό μου, Θετίμα; Ποιο είναι το καλό μου, πες μου! Να με προσφέρει σαν δώρο υλικό ο πατέρας μου στον θείο μου, ώστε να ικανοποιηθεί η μάνα μου;»

Κλεοπάτρα η ΜακεδόνισσαTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon