Η Πηνελόπη καθόταν στο σαλόνι του σπιτιού των αδελφών της και διάβαζε ένα μεγάλο χοντρό βιβλίο με τίτλο <<Terminologie Juridique Francaise>> μα δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί. Το έκλεισε και άνοιξε την πρώτη πρώτη σελίδα. Εκεί είχε κρυμμένη μία ζωγραφιά που απεικόνιζε μια γυναίκα με καστανά κατσαρά μαλλιά και μεγάλο χαμόγελο και ένα μικρό ξανθό κοριτσάκι. <<Εγώ είμαι αυτή;>> είχε ρωτήσει ενθουσιασμένη την Ευγενία, καιρό πριν, ενώ έπιναν καφέ στη κουζίνα της Λενιώς. <<Ναι θεία κι αυτή είμαι εγώ>> της είχε απαντήσει η μικρή. <<Αγάπη μου, γλυκιά, είναι πανέμορφη. Θα την πάρω μαζί μου και θα την βάλω στο σαλόνι μου στο Παρίσι>>, <<Πού είναι θεία το Παρίσι;>> ρώτησε το παιδί. <<Το Παρίσι είναι πολύ μακριά, σε μία χώρα που τη λένε Γαλλία. Κι όταν μεγαλώσεις, θα σε πάρω κι εσένα μαζί, να κάνεις διακοπές>> της είπε. Η μικρή την αγκάλιασε σφιχτά. <<Μαμά να πάω με τη θεία διακοπές στο Παρίσι άμα μεγαλώσω;>> ρώτησε η μικρή την Ελένη, που τις κοίταζε χαμογελαστή. <<Και βέβαια να πας. Θα πω εγώ όχι;>> απάντησε η Λενιώ. Η Πηνελόπη έκλεισε τη μικρή στην αγκαλιά της και της έδωσε ένα μεγάλο φιλί στο μάγουλο. Τώρα θυμόταν αυτές τις στιγμές και χαμογελούσε γλυκά. Την καταλάβαινε την Λενιώ, την ένιωθε. Για αυτό και μόλις ο Κωνσταντής, της είπε για την προσπάθεια τους, δέχτηκε με χαρά και θέλησε να βοηθήσει με κάθε τρόπο. Μακάρι να εμφανιζόταν και στον δικό της δρόμο ένα παιδί, να την αγαπούσε όπως η Ευγενία την Ελένη και να μπορούσε να του χαρίσει το κόσμο. Μόνο ευτυχία θα ήταν για εκείνη, κι ας μην ήταν δικό της παιδί, βγαλμένο από τα σπλάχνα της. Ξανακοίταξε τη ζωγραφιά και βυθίστηκε και πάλι στις σκέψεις. <<Πρέπει κάτι να κάνουμε Κωνσταντή όμως>> είχε πει νευρικά. <<Τι άλλο να κάνουμε Πηνελόπη; Όσο βοηθήσαμε, βοηθήσαμε. Ψάξαμε ότι γνωστό είχαμε. Δεν έχουμε άλλον. Τι να κάνουμε;>> απάντησε ο Νικηφόρος. <<Έχει δίκιο. Ως το νομάρχη φτάσαμε, τι άλλο να κάνουμε;>>, <<Ξέρεις τι άλλο να κάνουμε Κωνσταντή>> είπε εκείνη. <<Α όχι. Δεν υπάρχει περίπτωση. Εγώ δεν πέφτω τόσο χαμηλά και δεν υπάρχει και λόγος>> έκανε εκνευρισμένα ο Νικηφορος. <<Γιατί δεν υπάρχει;>>, <<Περιμένεις να βοηθήσει ο Δούκας για να πάρει η Ελένη το παιδί; Η ΕΛΕΝΗ; Κι ενώ εμείς δηλώσαμε τη στήριξη μας, λέγοντας ψέματα, πως πιστεύουμε ότι ο θάνατος του Σέργιου ήταν ατύχημα;>>, <<Ατύχημα ήταν που ο Σέργιος βρέθηκε μες το σπίτι τους Νικηφόρο>> είπε εκνευρισμένα η κοπέλα. <<Ναι αλλά δεν έπεσε γλιστρώντας στο γκρεμό Πηνελόπη, τον σκότωσαν. Εγώ στα πόδια του Δούκα, δεν θα πέσω. Αν θέλετε εσείς, με γεια σας, με χαρά σας>> είπε ο Νικηφόρος και έφυγε από το σπίτι και εκείνη γύρισε στον Κωνσταντή. <<Ξέχασε το. Ξέχασε το Πηνελόπη, μην το συζητάς καθόλου>>, <<Εντάξει Κωνσταντή. Το πήρα το μήνυμα. Θα το κάνω εγώ>>, <<Πας καλά μωρέ; Τι θα κάνεις; Θα πας να παρακαλέσεις τον πατέρα; Και άντε και τον παρακάλεσες, τι θα πετύχεις;>>, <<Θα με πάς στο εργοστάσιο;>>, <<Πηνελόπη σύνελθε>>, <<ΘΑ ΜΕ ΠΑΣ;;>>, <<Ακούς τι σου λέω;>>, <<Καλώς. Θα πάρω ταξί>>. Η Πηνελόπη μπήκε στον προθάλαμο του γραφείο, του πατέρα της. <<Καλημέρα σας. Έχετε ραντεβού;>> ρώτησε καλοσυνάτα η γραμματέας. <<Όχι, αλλά θα με δει>> είπε απότομα. <<Ποια να πω ότι είστε;>>, <<Η κόρη του>> απάντησε και η κοπέλα μπήκε μέσα στο γραφείο να τον ενημερώσει. Έπειτα έκανε νόημα στη Πηνελόπη, που μπήκε μέσα στο γραφείο του φουριώζα. <<Κοριτσάκι μου, τι ευχάριστη έκπληξη είναι αυτή;>> της είπε γλυκά. <<Μη χαίρεσαι. Ήρθα γιατί θέλω να σου ζητήσω μία χαρη, αν και ξέρω ήδη πως δεν θα μας βοηθήσεις>>, <<Τι λες Πηνελόπη μου; Γιατί να μην σας βοηθήσω; Πες μου, τι θες;>>, <<Δεν αφορά εμένα>>, <<Ποιον αφορά; Κάποιον φίλο σου;>>, <<Όχι. Αφορά την Ελένη>>. Ο Δούκας τη κοίταξε σκυθρωπός. <<Ήρθες ως εδώ για να μου ζητήσεις χάρη για τη Σταμίρη; Εκείνη το ξέρει;>>, <<Όχι φυσικά, κι ούτε χρειάζεται να το μάθει>>, <<Γενικώς ούτε χρειάζεται να μου το ζητήσεις γιατί ούτε εκείνη θα δεχόταν ποτέ βοήθεια σε οτιδήποτε από εμένα, ούτε εγώ θα της την έδινα>>, <<Ναι αλλά τώρα, στο ζητάω εγώ>>, <<Κι από πότε έγινες εσύ φιλενάδα με τη φόνισσα Πηνελόπη και ζητάς και χάρες; Σου έλειψαν οι παρέες;>>, <<Η Ελένη μας έκανε μεγάλο κακό, πατέρα, αλλά της κάναμε και εμείς εξίσου. Τουλάχιστον αναγνώρισε το αυτό>>. Ο Δούκας σιώπησε για λίγες στιγμές. <<Τι θες να ζητήσεις Πηνελόπη;>>, <<Έχει νόημα να το πω;>>, <<Δεν ξέρω. Έχει;>>. Η γυναίκα το σκέφτηκε και ύστερα πήρε απόφαση να μιλήσει. <<Πριν από λίγο καιρό, η Ελένη βρήκε ένα κοριτσάκι που το είχε σκάσει. Έχει κάνει αίτηση υιοθεσίας για τη μικρή>>. Ο πατέρας της γέλασε. <<Η φόνισσα έκανε αίτηση για να υιοθετήσει παιδί; Και ποιος θα της το δώσει;>>. Η Πηνελόπη πήρε τη τσάντα της εκνευρισμένη. <<Κακώς ήρθα. Καλό απόγευμα>> είπε και άνοιξε την πόρτα. <<Τι θες από μένα;>> τη ρώτησε ήρεμα ο Δούκας. <<Η αίτηση έχει προχωρήσει ήδη και βρίσκεται στην επιτροπή. Χρειάζεται όμως κάποιος να πιέσει για να δεχτούν την υιοθεσία. Δεν σου ζητάω να το κάνεις για την Ελένη, κάντο για ένα ορφανό κοριτσάκι που δεν φταίει σε τίποτα. Ξέρεις, πως ότι και να έχεις μαζί της, δεν είναι κακός άνθρωπος. Ακόμα και για το γεγονός ότι δεν μπορεί να κάνει παιδιά, ευθυνόμαστε εμείς! Η μάνα μας, που έβαλε αυτό το κάθαρμα να τη βασανίζει έτσι>>, <<Μη μιλάς έτσι για τη μάνα σου!>>, <<ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ; Ας μη λέμε ψέματα μεταξύ μας. Ούτε να σε παρακαλέσω πρόκειται, ούτε να σε πιέσω. Αν το έκανες όμως, θα καταλάβαινα πως σου έχει μείνει ελάχιστη ανθρωπιά>>. Η γυναίκα έβγαλε από τη τσάντα της ένα χαρτάκι και το άφησε πάνω στο γραφείο του. <<Είναι τα στοιχεία του παιδιού και που βρίσκεται. Εμείς κάναμε ότι μπορούσαμε για να βοηθήσουμε. Για σένα είναι ίσως απλά ένα τηλεφώνημα>>, <<Δεν είναι τόσο απλό>>, <<Κάνε ότι νομίζεις. Πάντως να ξέρεις, πως στο Λάμπρο χρωστάς. Έχασε τον αδελφό του και τον πατέρα του εξαιτίας σας. Είναι το λιγότερο που θα μπορούσες να κάνεις για κείνον>> είπε και έφυγε από το γραφείο.

ΕυγενίαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα