S.1ep.1

5 1 1
                                    

Τρίτη το Πρωί Και η Λίλντα είπε να πάει να πάρει ένα ψωμί από το φούρνο, για τον πατέρα της τον  Ραμάν που ήταν βαριά άρρωστος. Όπως κατέβαινε τα σκαλιά σπό την πολυκατοικία της πρόσεξε μία ωραία μορφή μιας παρέας με αγόρια, στην ηλικία της σχεδόν. Ένα όμως από αυτά τα αγόρια την έκανε να τον αγαπήσει με την πρώτη ματιά. Συνέχισε λοιπόν και ένα από αυτά τα αγόρια την σταμάτησε και ρώτησε, πώς την λένε. Η Λίλντα όμως δεν ήθελα να Δώσει το αληθινό της όνομα , λόγο επειδή δεν τούς ήξερε. Έτσι είπε πως την λέγανε  Λίλια. Η Λίλντα ξανά πρόσεξε την ωραία αύρα του αγοριού. Ήθελε πολλή να μάθει το όνομα του αλλά δεν ήθελε να ρωτήσει . Ξαφνικά ένα από αυτά  τα αγόρια άρχισε να λέει τα ονόματα τους, λες και ήταν στο μυαλό της. Είπε πώς τους λέγανε Μπίλμπο ,Μάριο ,Τσεπέγιο και το αγόρι πού δεν μπορούσε να ξεχάσει με τίποτα, τον Λουί. Μόλις έμαθε το  όνομα έφυγε  γρήγορα για τον φούρνο. Μετά από 2 λεπτά ήταν Ίδη σπίτι . Έβαλε φαγητό στον πατέρα της , αλλά ξαφνικά από το πουθενά άρχισε να πονάει ο Ραμάν. Η Λίλντα ταραγμένη κάλεσε ένα ασθενοφόρο. Πέρασε 1 λεπτό και ο Ράμαν χειροτέρεψε. Το ασθενοφόρο έφτασε την κατάλληλη στιγμή. Μετά από 2 ώρες που είχαν πάει στο νοσοκομείο ο γιατρός πλησίασε την Λίλντα. Είπε με πολλή απαλό τρόπο πως ο πατέρας της  ήταν πολλή άρρωστος και δεν θα τα κατάφερνε, είχε μόνο 2 μήνες ζωή. Η Λίλντα δεν άντεξε και άρχισε να  κλαίει και να μην αισθάνεται καλά. Το πρόσωπο της είχε γίνει θλιβερό και απόμακρο και  μέσα στα μάτια  της υπήρχε μια θλίψη και ένας πόνος διότι της είχε ξανά γίνει , με την μητέρα της την Έλικα. Ήταν πολλή μικρή όταν  η μητέρα της  πέθανε από καρκίνο που δεν θυμόταν τίποτα. Όλα  αυτά που είχε  μάθει της τα είχαν πει γνωστοί και άγνωστοι. Η Λίλντα παρακάλεσε με θλίψη και δάκρυα στα μάτια της να κρατήσουν τον πατέρα της άλλες λίγες μέρες για εξετάσεις, ήθελε να ήταν σίγουρη. Πέρασαν 2 ώρες και η Λίλντα δεν ήθελε να πάει σπίτι, θέλησε να ήταν δίπλα στον πατέρα της. Ο Ράμαν ξαφνικά άνοιξε τα  μάτια του. Είδε την μικρή του και  γλυκιά κόρη να κλαίει. Ο Ράμαν ήξερε πως θα πεθάνει το ένιωθε στο αίμα του πως ήρθε, πως ήρθε αυτή η ώρα. Όμως δεν ήξερε ποτέ. Πριν 14 χρόνια που έχασαν την Έλικα ο Ράμαν έδωσε μια υπόσχεση στην Λίλντα, πως θα την αποχαιρετούσε πριν φύγει. Η Λίλντα δεν σκεφτόταν πια τον Λουί. Πέρασε 1 μήνας και ο Ράμαν χειροτέρεψε. Φαινόταν, φαινόταν στα μάτια του, είχαν γίνει μαύρα και χωρίς έκφραση ήταν, σαν πεθαμένος. Έφυγε και ο άλλος  μήνας , 2 μήνες και
Κάτι μέρες και Ο Ράμαν παρακάλεσε  έναν γιατρό να καλέσει την κόρη του. Μετά από 1 λεπτό είχε φτάσει στο νοσοκομείο. Μπήκε μέσα στο δωμάτιο του, κάθισε δίπλα του και ρώτησε αν χρειαζόταν κάτι. Ο Ράμαν χαμογέλασε, της έπιασε το χέρι. Γλυκά και απαλά το χαϊδεύε και της μίλαγε. Της έλεγε κάτι που δεν θα ξέχναγε ποτέ η Λίλντα.( Λίλντα μου, είσαι το πιο καλό κορίτσι στο κόσμο. Είσουνα πάντα γλυκιά και καλή με τους άλλους. Είμαι περήφανος που σε είχα για κόρη μου. Ήθελα όλα αυτά τα χρόνια να σου μάθω πως η ζωή είναι κάτι που πρέπει να περνάς ωραία γιατί η ζωή είναι γλυκιά και πικρή. Μπορεί να μην είμαι πια κοντά σου, αλλά να ξέρεις θα είμαι πάντα εκεί για σένα. Θα σε αγκαλιάζω και θα σου λέω πόσο σε αγαπώ ακόμα και αν εσύ δεν με ακούς. Θα σου λέω για το πόσο είχα χάρη, όταν σε έπιασα για πρώτη φορά στην αγκαλιά μου και εσύ έκλαιγες. Πόσο πολλή σε προστάτευα όταν έχασες την μητέρα σου. Θέλω μόνο να μην ξεχάσεις όλα αυτά που σου έμαθα αυτά τα χρόνια. Μπορεί να μην είμουν σωστός γονιός αλλά προσπάθησα μικρή μου γιατί σαγαπουσα και ήθελα το καλό σου. Θα σ αγαπώ πάντα πριγκίπισσα μου) και γλυκά της φίλησε το χέρι και έκλεισε τα μάτια του, χαμογελώντας και κλαίγοντας που δεν θα ξανά έβλεπε την μικρή του κόρη.

Bạn đã đọc hết các phần đã được đăng tải.

⏰ Cập nhật Lần cuối: Aug 07, 2021 ⏰

Thêm truyện này vào Thư viện của bạn để nhận thông báo chương mới!

Hard love Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ