Κεφάλαιο 4ο.

2.8K 284 4
                                    

   Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι να ξυπνάω από φωνές και φασαρία. Κοίταξα γύρω μου, ήμουν στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου.

«…μα τώρα μας είναι λόγος αυτός να καθυστερούμε;» η Ελένη μπήκε στη θέση το οδηγού και κοπάνησε την πόρτα κάνοντας με να πεταχτώ για λίγο.

«Εντάξει ρε Ελένη δεν καταλαβαίνεις. Η Αλεξία είναι μικρή… νοιώθει άνετα μόνο με τον Αλέξη»

«Ναι ρε Βασίλη αλλά δεν θα πάθει και τίποτα αν χωριστούν για είκοσι λεπτά. Δηλαδή τι της είπα… να έρθει μαζί μας για να φύγει ο Αλέξης με τον Μάρκο…»

«Καλά μωρέ δίκιο έχεις αλλά την ξέρεις… κάνε ησυχία τώρα μην ξυπνήσουμε την μικρή…» ο Βασίλης καθόταν στην θέση του συνοδηγού.

   Ήμουν τυλιγμένη σε μια κόκκινη ζεστή πετσέτα. Τα μαλλιά και το μαγιό μου ήταν ακόμα βρεγμένα άρα δεν είχε περάσει πολύ ώρα που με έφερε ο Αλέξης. Δίπλα μου είχε φροντίσει να μου φέρει και την τσάντα μου και το φόρεμα μου. Χαμογέλασα νοιώθοντας όμορφα. Τελικά ακόμα υπήρχε κάτι.

«Άσε που ο Αλέξης» τώρα η Ελένη ψιθύριζε μάλλον για να μην με ξυπνήσει «μου είπε πως θα έπαιρνε το αμάξι για μισή ώρα και έλειπε τουλάχιστον 2. Ελπίζω τουλάχιστον να μην βρω τίποτα χρησιμοποιημένες καπότες εδώ μέσα…»

   Τι στο διάολο; Αν ο Αλέξης ήταν όλοι αυτή την ώρα με την Αλεξία τότε εμένα ποιος με έβγαλε από τη θάλασσα… Η πίσω πόρτα άνοιξε, κάποιος μπήκε και έκλεισε την πόρτα δυνατά κάνοντας το κεφάλι μου να σπάσει.

«Εντάξει μπορούμε να φύγουμε τώρα!» η φωνή της Αλεξίας με έκανε να κρύψω ακόμα περισσότερο το κεφάλι μου στην πετσέτα.

   Όσο η Ελένη οδηγούσε κανείς δεν μιλούσε. Εγώ συνέχιζα να προσποιούμαι πως κοιμάμαι αλλά ο ήλιος που είχε αρχίσει να ανατέλλει δεν με άφηνε να ηρεμήσω. Ποιος με είχε φέρει μέχρι το αμάξι;

   Μπήκαμε στο σπίτι και εγώ στεκόμουν τυλιγμένη ακόμα με την κόκκινη πετσέτα. Ποιανού είναι αυτή η πετσέτα; Όλοι οι άλλοι ήταν ήδη εκεί. Ο Μάρκος είχε ξεραθεί στον ύπνο στον καναπέ, ο Άγγελος έπινε φραπέ και οι υπόλοιποι ένας-ένας ανέβαιναν πάνω για ύπνο.

   Το βλέμμα μου συναντήθηκε στιγμιαία με του Αλέξη. Πως μπορούσε κάποιος που αγαπώ να με πληγώνει τόσο πολύ; Η Αλεξία έκατσε στα πόδια του και άρχισε να τον φιλάει παθιασμένα λες και είχε να τον δει κάνα χρόνο, εγώ δηλαδή τι έπρεπε να κάνω; Μην μπορώντας να τους βλέπω άλλο έτρεξα πίσω από τον Βασίλη που ανέβαινε τα σκαλιά.

Η Εκδρομή {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα