Ψυχής Έρως
↝eros x psyche «Τι νιώθεις καθώς σε αγγίζω;» «Οι θνητοί το ονομάζουν κάτι σαν έρωτα». Ψυχή: [από το ρήμα «ψύχω», «φυσώ», «πνέω»] Η «ψυχρή πνοή», η (ύστατη) ένδειξη της ζωής στο σώμα που γίνεται αισθητή από την αναπνοή. Έρως: Στην ελληνική μυθολογία ο Έρως ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης. Συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφρ...