Her body

By Catalina__28

42.7K 3.5K 7.4K

"Κανένα κοριτσάκι όταν το ρωτούσαν τι θέλει να γίνει όταν μεγαλώσει δεν απάντησε πόρνη" More

Οι γείτονες μας
Hero? Nope
Ανατόλια=Κίνδυνος
Her life
Μάκια μάκια?
Η γρήγορη
Παρελθόν
Οικογένεια
Δύο επισκέπτες
Φόβος
Να το πω?
Ατύχημα?
Ο τέλειος σύζυγος
Αγώνας...
Αχ έρωτα
Λάθος
Σοκολάτες
Μετακόμιση
Φωτογραφίες
Ηρωίδα
Μια γλυκιά σχέση
Απόφαση
Συνάντηση
Πατερούλης
Όλο καλά νέα
Έρχεται η λύτρωση?
Χωρισμός
Ο αληθινός Αντέμ
Συμφωνία
Ένας μικρός πανικός
Όλα τελείωσαν?
Τέλος

Εκδίκηση

1.3K 119 170
By Catalina__28

"Φύγε αμέσως από το σπίτι μου!" Φωνάζω καθώς πάω να του κλείσω την πόρτα στα μούτρα όμως εκείνος βάζει αντίσταση την σπρώχνει και ανοίγει για τα καλά την πόρτα.

"Ανατόλια! Μην κλείνεις! Πρέπει να μιλήσουμε!" Μου λέει κάπως αγχωμένος.

"Δεν έχουμε τίποτα να πούμε εμείς οι δύο! Φύγε αμέσως από το σπίτι μου Ρομπέρτο γιατί θα φωνάξω την αστυνομία!" Τον απειλώ.

"Για πέντε λεπτά μόνο. Σε ικετεύω." Μου λέει και τον κοιτάζω με δάκρυα στα μάτια.

"Με ικετεύεις? Όπως σε ικετεύα εγώ πριν δεκατρία χρόνια να με βοηθήσεις? Να μην τον αφήσεις να με διώξει από το σπίτι? Ή όπως ικετεύα την μαμά για βοήθεια? Ή την Ορόρα να μην σταματήσει τον μπαμπά να με χτυπάει? Ή όπως ικετεύα εκείνον να με βγάλει έξω από την αποθήκη που είχε κλεισμένη τέσσερις μέρες λες και είμαι αιχμάλωτη του?" Τον ρωτάω και τότε ο Τεντ αρχίζει να κλαίει.

"Απλά φύγε και άσε με στην ησυχία μου!" Του φωνάζω και αυτή την φορά του κλείνω την πόρτα και κλαίγοντας αφήνω τον γιο μου στο πάρκο του...

"Ανατόλια! Ανατόλια άνοιξε με! Σε παρακαλώ! Ανατόλια!" Συνεχίζει να μου φωνάζει ο αδελφός μου και αμέσως βγάζω την πετσέτα που είχα τυλιγμένη στα μαλλιά μου και τρέχω στο δωμάτιο μου.

Εκεί χωρίς να έχω σταματήσει να κλαίω βάζω βιαστικά ένα απλό μωβ καθημερινό φόρεμα και τρέχω ξανά στο σαλόνι.

Δεν θέλω να του ανοίξω...

Με πρόδωσε!

Με πρόδωσε!

Με πρόδωσε!

"Ανατόλια! Σε παρακαλώ! Ανατόλια!" Συνεχίζει να μου φωνάζει.

"Φύγε από το σπίτι μου! Φύγε! Φύγε!" Του φωνάζω και εγώ και τότε βλέπω τον Τεντ μου να με κοιτάζει κλαίγοντας.

Ταλαιπωρείται και αυτός...

"Δεν φεύγω από το σπίτι αν δεν μου ανοίξεις την πόρτα! Άνοιξε Ανατόλια!" Μου φωνάζει και δαγκώνω τα χείλη μου.

Δεν μπορώ να τον αφήσω να χτυπάει έτσι...

Θα σηκώσει όλη την γειτονιά στο πόδι και μου ταράζει το παιδί μου...

Τότε σηκώνομαι από το πάτωμα και τελικά τρέχω και του ανοίγω την πόρτα.

Τον κοιτάζω και βλέπω και τα δικά του μάτια να σιναι μούσκεμα από τα δάκρυα του...

"Συγνώμη... Συγνώμη αδελφούλα μου..." Αρχίζει να μου λέει και πάει να με αγγίξει όμως δεν τον αφήνω.

"Μην με αγγίζεις!" Του φωνάζω σαν τρελή και με κοιτάζει πληγωμένος.

"Περνά μέσα... Μην γίνουμε και άλλο ρεζίλι στην πολυκατοικία." Του λέω και τότε μπαίνει μέσα στο σπίτι μου και κλείνω την πόρτα πίσω.

"Έχεις... Έχεις όλα τα δικιά με το μέρος σου... Και είσαι θυμωμένη μαζί μου..." Μου λέει χωρίς να με κοιτάζει και νιώθω λες και με μαχαίρωσε στην καρδιά.

"Άφησες τον πατέρα μας να με έχει δεμένη στην αποθήκη χωρίς φαγητό. Να με χτυπάει. Τον είδες να με πιάνει από τα μαλλιά και να με πηγαίνει σπίτι. Τον είδες να με ξετυλίζει μπροστά σε όλη την οικογένεια και στα τσιράκια του. Τον είδες να με διώχνει με την κλωτσιές από το σπίτι λες και είμαι ένα σκουπίδι. Και δεν έκανες τίποτα." Του λέω και τότε ταυτόχρονα σηκώνουμε τα βλέμματα μας και κοιταζόμαστε.

"Δεν με βοήθησες... Δεν προσπάθησες να με βοηθήσεις. Να τον σταματήσεις. Δεν με έψαξες. Δεν πήρε τους δρόμους για να δεις που στον διάολο είναι η δέκα τεσσάρων χρονών μικρή αδελφή σου. Δεν ενδιαφέρθηκες για εμένα τόσα χρόνια. Δεν σε ένοιαζε αν ζω ή αν πέθανα." Συνεχίζω να του λέω.

"Οκ ο μπαμπάς ήταν ένα τέρας. Η μαμά ένα ζώον που δεν έφερνε ποτέ αντιρρήσεις για τίποτα. Η Ορόρα μια δειλή και κοιτούσε μόνο την πάρτη της... Αλλά εσύ... Εσύ ήσουν ο μεγάλος μου αδελφός. Ο αγαπημένος μου μεγάλος αδελφός. Και περίμενα να με βοηθήσεις. Όχι απλά να με κοιτάζεις." Του λέω και σκουπίζω τα δάκρυα από τα μάτια μου.

"Και όχι... Δεν είμαι θυμωμένη μαζί σου... Ποτέ δεν θυμωσα μαζί σου όπως και εσύ ποτέ δεν θυμωνες μαζί μου. Απογοητευμένη είμαι. Και πολύ πληγωμένη. Και αυτό είναι χειρότερο." Του λέω τελειώνοντας.

"Έχεις δίκιο Ανατόλια. Με έβλεπες να μην κάνω τίποτα. Και άργησα να έρθω κοντά σου. Και η αλήθεια είναι... Ότι αν δεν ήταν ανάγκη δεν θα εμφανιζόμουν ποτέ ξανά μπροστά σου. Όχι όμως επειδή δεν σε αγαπάω... Γιατί σε αγαπώ. Αλλά επειδή ντρέπομαι." Μου λέει και τον κοιτάζω έκπληκτη.

"Δηλαδή μου λες πως με αγαπάς? Εσύ? Έτσι δείχνεις την αγάπη σου? Αφήνοντας τον πατέρα μας να μου φερθεί έτσι? Που δεν νοιάστηκες δεκατρία χρόνια στιγμή για εμένα?" Του φωνάζω.

"Νοιάζομαι για εσένα από την πρώτη στιγμή που σε είδα στο μαιευτήριο πριν από 27 σχεδόν χρόνια και δεν έχω σταματήσει λεπτό στην ζωή μου από το να σε αγαπάω να σε νοιάζομαι και να ανησυχώ για εσένα!" Μου φωνάζει.

"Ναι το είδα..." Του λέω ειρωνικά και αφήνει μια ανάσα για να ηρεμήσει.

"Έχεις δίκιο ότι και να μου πεις. Και να μην θέλεις να μου μιλήσεις. Όμως... Θα ήθελα σε παρακαλώ να ηρεμήσεις λίγο τώρα... Και να μιλήσουμε. Σε παρακαλώ." Μου λέει κοιτάζοντας με έντονα στα μάτια και τότε γυρνάω το βλέμμα μου στο παιδί μου που με κοιτάζει αναστατωμένος.

"Πάω να βάλω το παιδί μου να κοιμηθεί στο δωμάτιο του. Εσύ περίμενε εδώ και έρχομαι." Του λέω τελικά και τότε τον προσπερνάω σηκώνω τον Τεντ μου από το πάρκο του και εκείνος με αγκαλιάζει σφιχτά.

"Μαμά αγαπώ." Μου λέει και εγώ προσπαθώντας να μην κλάψω αφήνω  ένα φιλί στα μαλλάκια του.

"Και εγώ σε αγαπώ Τεντ μου..." Του λέω και τον πάω μέσα στο δωμάτιο του και τον βάζω να ξαπλώσει στην κούνια του.

"Όχι νάνι.." Μου λέει λυπημένος.

Δίκιο έχει το παιδί.

Δεν είναι η ώρα του ακόμα να κοιμηθεί.

"Μωρό μου θα κάτσεις στο δωμάτιο σου σα  καλό παιδί να παίξεις για να πάω να μιλήσω με... Τον θείο?" Τον ρωτάω.

"Καλό παιδί!" Μου λέει και γελώντας του δίνω τα παιχνίδια του ανοίγω την κάμερα του για να τον βλέπω από την τηλεόραση μου και ανοίγω την ενδοεπικοινωνία για να τον ακούω και πάω ξανά στο σαλόνι.

Εκεί ανοίγω την δική μου ενδοεπικοινωνία και την τηλεόραση και την συνδεω για να τον βλέπω που παίζει στο δωμάτιο του με τα αυτοκινητάκια του και κάθομαι στον καναπέ.

"Κάτσε..." Λέω στον Ρομπέρτο και κάθεται κοντά μου.

"Πες μου τι θέλεις και γρήγορα. Είμαι κουρασμένη." Του λέω και με κοιτάζει στα μάτια.

"Πρώτα... Θα πρέπει να σου πω μια μικρή ιστορία και μετά τι ακριβώς σε θέλω. Για να μπορείς να ξέρεις ακριβώς τι έγινε πριν δεκατρία χρόνια και μετά να πάρεις την απόφαση σου." Αρχίζει να μου λέει.

Όμως δεν θέλω να ακούσω τίποτα.

Θέλω να φύγει...

"Ο μπαμπάς δεν ήθελε να σε διώξει από το σπίτι. Εγώ και η μαμά τον αναγκάσαμε." Μου λέει και τον κοιτάζω έκπληκτη.

"Τι? Γιατί? Γιατί μου το..." Πάω να πω όμως με μια κίνηση του χεριού του με διακόπτει.

"Άσε με σε παρακαλώ να τελειώσω..." Μου λέει και μουτρώνω λιγάκι.

"Ο μπαμπάς... Ήθελε να... Ήθελε να σε σκοτώσει." Μου λέει και τον κοιτάζω τρομαγμένη.

Ο ίδιος...

Ο ίδιος μου ο πατέρας...

Ήθελε να... Να με σκοτώσει?

Επειδή απλά βγήκα για πορτοκαλάδα με τον γιο του εχθρού του?

"Έτοιμος ήταν... Για αυτό έμεινες τέσσερις μέρες στην αποθήκη. Γιατί με την μαμά προσπαθούσαμε να τον μεταπείσουμε. Να μην σκοτώσει ούτε εσένα ούτε τον μικρό Λουίτζι. Και καταφέραμε να... Βρούμε... Να βρούμε έναν πολύ... Ιδιαίτερο συμβιβασμό." Συνεχίζει να μου λέει.

"Να σε διώξει από το σπίτικαι να σε ξεφτιλίσει μπροστά σε όλους... Για να δείξει ότι η συμμορία του και αυτές οι μαλακίες είναι πιο σημαντικές για εκείνον από την ίδια του την οικογένεια... Και... Να σκοτώσω... Εγώ τον Λουίτζι." Λέει ενώ σφίγγει αγχωμένος τις γροθιές του ενώ νιώθω άσχημα για εκείνον.

Ο Ρομπέρτο δεν μπορούσε ούτε μυρμήγκι να πειράξει.

Στα δεκατρία του έγινε vegetarian γιατί δεν μπορούσε να ξέρει ότι αυτό που τρώει ήταν κάποτε ζωντανό.

Γενικά... Ήταν πάντα πολύ ευαίσθητος.

Μέχρι και στον Τιτανικό έκλαψε.

"Και... Και το έκανα... Σκότωσα... Τον δέκα τετράχρονο Λουίτζι... Για... Για να μην σε σκοτώσει ο μπαμπάς..." Λέει και τα μάτια μου γεμίζουν ξανά με δάκρυα.

"Και... Κατά βάθος... Χάρηκα... Που... Που σε έδιωξε ο μπαμπάς... Γιατί... Γιατί έφυγες από αυτή την απαίσια οικογένεια... Και... Μπόρεσες... Να φτιάξεις... Την ζωή σου τελικά... Ενώ εγώ... Δεν... Δεν..." Λέει και κοιτάζω το πάτωμα.

"Τέλος πάντων. Σε έψαχνα όλα αυτά τα χρόνια. Ήθελα να είμαι σίγουρος ότι ήσουν κάπου καλά. Ότι... Ότι... Ήσουν κάπου ασφαλείς. Και ευτυχισμένη. Και... Πριν τρία χρόνια... Έμαθα... Ότι συζεις με έναν άνδρα... Και... Ότι δουλεύεις σε μια εταιρεία... Και... Μάθαινα όσο μπορούσα για εσένα... Αλλά... Μετά... Το... Το έμαθε ο πατέρας ο οποίος μάντεψε... Δεν μαλάκωσε καθόλου με τα χρόνια... Και... Και αφού με χτύπησε με την ζώνη όπως έκανε όταν ήμουν μικρός... Μου είπε... Ότι αν... Αν δεν μείνω μακριά σου... Θα κάνει ότι δεν έκανε 13 χρόνια πριν. Για αυτό δεν ήξερα για τον Τεντ σου." Μου λέει και δακρύζω.

"Όντως θα με σκότωνε?" Τον ρωτάω με σπασμένη φωνή.

"Θυμάσαι ποτέ να λέει κάτι και να μην το εννοεί?" Με ρωτάει και δαγκώνω τα χείλη μου σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να ηρεμήσω αλλά δεν μπορώ.

"Είμαι κόρη του. Παιδί του. Έκανα ένα λάθος. Και θα με σκότωνε... Επειδή βγήκα με το λάθος αγόρι σύμφωνα με τα δικά του τα πιστεύω?" Φωνάζω έξαλλη.

"Θεωρουσε ότι τον πρόσβαλες... Και ο μπαμπάς δεν τα σήκωνε ποτέ αυτά..." Μου λέει και γυρνάω και τον κοιτάζω.

''Και? Και τι θέλεις τώρα από εμένα?" Τον ρωτάω ενώ προσπαθώ να ηρεμήσω.

"Ο πατέρας... Έπαθε λευχαιμία... Και χρειάζεται μυελό των οστών... Εσύ και η Ορόρα είστε συμβατές αλλά η Ορόρα είναι έγκυος... Και αν δεν κάνει την μεταμόσχευση θα πεθάνει." Μου λέει και γελάω ειρωνικά.

"Να πάω να ράψω ένα κόκκινο ξέκωλο φόρεμα με παγέτα για την κηδεία του." Του λέω.

"Κοίτα... Επειδή... Σε... Σε ξερω... Πιστεύω... Ότι θα φερθείς έξυπνα... Και θα καταλάβεις... Ποια είναι η μεγαλύτερη τιμωρία για τον μπαμπά." Μου λέει και τώρα που το σκέφτομαι... Έχει δίκιο...

"Η μεγαλύτερη τιμωρία για τον πατέρα μας... Είναι να του σώσω την ζωή..." Του λέω και χαμογελαστός γνέφει θετικά.

"Ρομπέρτο... Ξέρεις... Που ήμουν μέχρι τα 20 μου χρόνια?" Τον ρωτάω.

"Λυπάμαι... Αλλά... Αλλά... Δεν είχα κατορθώσει να σε βρω ως τότε..." Μου λέει νιώθοντας τύψεις.

"Με είχε πιάσει ένας... Και με έβαλε σε πορνείο." Του λέω και με κοιτάζει έκπληκτος.

"Ήμουν μια πόρνη μέχρι που ο μπαμπάς του γιου μου με αγόρασε..." Του λέω και δακρύζει.

"Για αυτό... Θέλω να τον δω να πιάνει  πάτο. Όπως έπιασα και εγώ εξαιτίας του μπαμπάκα..."

Γεια σας διαβολάκια 💘😈

Πώς σας φάνηκε το κεφάλαιο? 💘😈

Γνωρίσαμε τον αδελφό της Ανατόλια... 💘😈

Τι γνώμη έχετε για εκείνον? 💘😈

Πιστεύετε πως καλά έκανε και αποφάσισε να διώξουν την Ανατόλια? 💘😈

Επίσης ο πατέρας της Ανατόλια είναι άρρωστος... 💘😈

Και εκείνη θα τον βοηθήσει προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να τον εκδικηθεί για ότι της έκανε και πέρασε εξαιτίας του... 💘😈

Τι γνώμη έχετε για αυτό? 💘😈

Ερώτηση... 💘😈

Ποιόν μισείτε περισσότερο? Μπαμπάς Ανατόλια ή μπαμπάς Λουκά? 💘😈

Θα τα πούμε σύντομα... 💘😈

Μέχρι τότε... 💘😈

ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ! 💘😈

Καταλίνα 💘😈

Continue Reading

You'll Also Like

33.1K 3K 54
"Αυτό σημαίνει πολεμος γυναίκα?" Με ρωτάει. "Αυτό σημαίνει ότι I am gonna kick your ass..."
77.1K 3.8K 41
Ο Alexander Stone είναι ο αρχηγός της ιταλικής μαφίας. Γυμνασμενος, με πολλά τατουάζ, πανέμορφος και άκαρδος. Η Victoria River επιτέλους βρήκε τα λε...
152K 5K 28
Η Φαίη είναι μια 20χρονη φοιτήτρια που σπουδάζει φιλολογία.Ζει με τη μητέρα της αφού οι 2 της γονείς είναι χωρισμένοι.Τι θα γίνει όταν η μητέρα της β...
4.4K 201 23
Η Σοφία ένα 17 κορίτσι γλυκιά καλή αλλά μπορεί στην πει εάν πρέπει. Μετακομίζει σε μια καινούργια πολύ δεν ξέρει κανένα εκεί. Ο Theo 17 ετών είναι έν...