Τι Βλέπεις Στα Μάτια Μου; (Κυ...

By ThomaiBR

1.8K 155 82

Ακολουθεί μια μικρή περίληψη, και το πρώτο κεφάλαιο... More

Περίληψη
Κυκλοφορία
~ 1 ~

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

537 55 28
By ThomaiBR

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Αύγουστος 1990

Μια μητέρα μαζί με την πεντάχρονη κόρη της επισκέφτηκε τη γειτονική πόλη του Μάντσεστερ για τα ψώνια της τελευταίας στιγμής πριν τις καλοκαιρινές διακοπές, τις οποίες τόσο η ίδια όσο και ο άνδρας της είχαν πολύ ανάγκη. Οι εξουθενωτικοί εργασιακοί ρυθμοί, το άγχος αλλά και τα περιέργεια ωράρια τους δοκίμασαν αρκετά τα τελευταία χρόνια. Κατάφεραν ωστόσο με αρκετή οικονομία να συλλέξουν το απαιτούμενο ποσό για ν' απολαύσουν μερικές μέρες ηρεμίας και ξεγνοιασιάς.

Για την Κέιτ Κάμπελ αυτό που φάνταζε αρχικά ως μια χαλαρωτική και όμορφη εμπειρία εξελίχθηκε σε έναν εφιάλτη, το χειρότερο εφιάλτη για μια μάνα. Από πρώτη μισή ώρα μέσα στο μεγάλο εμπορικό πάλευε να τιθασεύσει την κόρη της. Η έντονη γκρίνια και το πείσμα της μικρής τη δοκίμασαν αρκετά αλλά προσπάθησε να τη συνετίσει με το καλό.

«Μελίσα αρκετά! Σταμάτα να με τραβάς!»

Η δυνατή μπόρα ανάγκασε πολλούς να κλειστούν στο εσωτερικό του εμπορικού για να προστατευτούν. Έσφιγγε την παλάμη της μικρής διότι φοβήθηκε όλη αυτή τη ξαφνική οχλαγωγία.

Η μικρή όμως είχε αντίθετη άποψη. Ένα κατάστημα με παιχνίδια της κέντρισε το ενδιαφέρον. Το προσπέρασαν βιαστικά και αυτό δεν της άρεσε καθόλου.

«Μαμά, πάμε πίσω, θέλω να δω τα νέα παιχνίδια!» απαίτησε με τη λεπτή φωνούλα της.

«Μελίσα σε παρακαλώ κοριτσάκι μου όμορφο! Ο μπαμπάς θα έρθει να μας πάρει σε μια ώρα και δεν έχουμε ολοκληρώσει τα ψώνια!»

Τότε η Μελίσα τραβήχτηκε μακριά της. Σταύρωσε τα χέρια εκνευρισμένη διότι δεν είχε μάθει να της χαλάνε χατήρι. Χτύπησε τα πόδια στο μάρμαρο, αρνούμενη να δεχτεί το όχι.

«Δε με νοιάζουν τα ρούχα! Θέλω παιχνίδι!»

«Παναγία μου χάρισε μου υπομονή με αυτό το παιδί! Προχώρα ειδάλλως θα στις βρέξω!» την απείλησε η αγανακτισμένη Κέιτ.

Προσπάθησε να τη τραβήξει προς το μέρος της αλλά η κόρη της πείσμωσε για τα καλά. Οι παλάμες τους χωρίστηκαν και αμέσως έκανε κάποια βήματα προς τα πίσω, έτοιμη να τρέξει για να περάσει το δικό της θέλω.

«Μελίσα μη με δοκιμάζεις άλλο! Θα επιστρέψουμε σπίτι τώρα και θα σε βάλω τιμωρία!Αρκετά!»

Η μικρή δεν πτοήθηκε από τις νέες απειλές και δε δίστασε να το βάλει στα πόδια, να χαθεί ανάμεσα στο πλήθος. Την ίδια ώρα ο κόσμος αυξάνονταν στο εμπορικό λόγω της βροχής και ένας γεροδεμένος άνδρας άθελα του έσπρωξε την Κέιτ προς τα πίσω. Τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν ήταν αρκετά ώστε γνωρίσει τον εφιάλτη. Η κόρη της είχε χαθεί από το οπτικό της πεδίο. Την αναζήτησε με αγωνία αλλά δεν την έβλεπε πουθενά.

Φώναξε το όνομα της μικρής αλλά δεν έλαβε απάντηση. Κανείς δεν σταμάτησε, κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί της. Η βροχή μαστίγωνε τη γυάλινη οροφή του εμπορικού. Ο αέρας λυσσομανούσε και εκείνη χανόταν στις φλόγες της κολάσεως. Την έπιασε ταχυπαλμία. Σταμάτησε μερικά άτομα ώστε να ρωτήσει. «Τη Μελίσα μου, είδατε το κοριτσάκι μου;»

Κάποιοι την πλησίασαν, διακρίνοντας τον πανικό στα μάτια της μάνας. Ένα ζευγάρι θέλησε να ενημερωθεί για την κατάσταση ώστε να βοηθήσει τη γυναίκα.

«Ηρεμήστε, τι σας συνέβη;» τη ρώτησαν αμέσως με γνήσιο ενδιαφέρον.

«Έχασα την κόρη μου... το παιδί, τη Μελίσα μου!» ούρλιαξε η Κέιτ.

Συνέχισε να φωνάζει το όνομα της. Τότε την πλησίασαν οι άνδρες ασφαλείας του εμπορικού, οι οποίοι άκουσαν τις φωνές της απεγνωσμένης μητέρας. Τους εξήγησε αμέσως τι συνέβη και αυτοί της ζήτησαν να τους ακολουθήσει.

Την ίδια στιγμή η Μελίσα σταμάτησε να τρέχει. Μετάνιωσε που εγκατέλειψε τη μητέρα της και αμέσως την αναζήτησε. Ήταν όμως πολύ μικρή ώστε να διακρίνει την παρουσία της ανάμεσα σε τόσο βιαστικό πλήθος. Τα πρώτα δάκρυα έτρεξαν από τα μάτια ενώ πρόφερε τη λέξη μαμά αρκετές φορές. Η ψυχή της μαύρισε, ο φόβος την κυρίευσε αφού έχασε το μοναδικό άτομο που θα την προστάτευε. Έψαξε απεγνωσμένα τη μητέρα της αλλά δεν κατάφερε να την εντοπίσει πουθενά. Το παιδικό της μυαλό πίστεψε πως την άφησε μόνη για να την τιμωρήσει. Η ματιά της έπεσε στο μικρό καφετί αρκουδάκι, που κρατούσε σφιχτά στην παλάμη της. Κάθε φορά που την τρόμαζαν οι αστραπές το κρατούσε στην αγκαλιά της για να ηρεμεί. Τώρα πίστεψε πως θα αντλούσε δύναμη απ' αυτό και πως μ' ένα μαγικό τρόπο κάποιος θα τη βοηθούσε. Μόνο που ο κίνδυνος καραδοκούσε σχεδόν δίπλα της. Είχε γλυκιά όψη, ένα παρουσιαστικό που φανέρωνε ηρεμία και αυτοπεποίθηση και σίγουρα μυστικά.

Ένας νεαρός άνδρας κοντά στα εικοσιπέντε την πλησίασε. Στάθηκε μπροστά στο τρομαγμένο κορίτσι έτοιμος να βοηθήσει.

«Τι έπαθες μικρή μου;» τη ρώτησε ο άγνωστος άνδρας, ο οποίος παρατηρούσε το κορίτσι με τις φακίδες και τα πορτοκαλί μαλλιά

Ήταν η εποχή που τότε η κοινωνία ήταν πιο ήρεμη, ο κόσμος πιο ανυποψίαστος και σίγουρα πιο απονήρευτος. Τα παιδιά δεν είχαν τη ικανότητα να διακρίνουν το κακό από το καλό και την αλήθεια από το ψέμα.

«Έχασα τη μαμά μου!» του απάντησε αμέσως τρομαγμένο το μικρο κορίτσι.

«Θα τη βρούμε τη μαμά σου, σταμάτα να κλαις!» απαίτησε αυτός με ένα βλέμμα που έκρυβε το μαύρο της ψυχής.

«Αλήθεια;»

Αμέσως η Μελίσα αναθάρρυνε. Σκούπισε τα δάκρυα και ακολούθησε τον άνδρα, που είχε απλώσει το χέρι προς το μέρος της. Σίγουρη πως θα τη βοηθούσε δεν αντέδρασε όταν της έσφιξε το χέρι. Προχώρησαν προς την αντίθετη έξοδο και στην πιο μακρινή που οδηγούσε στο υπόγειο πάρκινγκ. Τότε μόνο το κορίτσι προκάλεσε τον άνδρα, τον σωτήρα με τις ερωτήσεις της.

«Εδώ θα βρούμε τη μαμά μου; Ίσως είναι καλύτερα να επιστρέψουμε πίσω... μπορεί να με ψάχνει πάνω...»

«Θα τη βρούμε τη μαμά σου, θα συναντήσουμε έναν αστυνομικό, αυτός θα σε βοηθήσει! Έχε μου εμπιστοσύνη!»

«Δε μου λες ψέματα;» τον ρώτησε πάλι.

Τότε ο άνδρας την τράβηξε προς το μέρος του με μένος.

«Προχώρα!» πρόσταξε αμέσως. «Τα καλά κορίτσια δε στεναχωρούν τους μεγάλους!» συμπλήρωσε εκνευρισμένος.

Το μικρό αγγελούδι όμως διαισθανόταν πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Η μητέρα της είχε διδάξει πως τα μάτια ήταν ο καθρέφτης της ψυχής και στα δικά του διέκρινε κάτι πολύ σκοτεινό. Δεν ήταν σίγουρη για τις επιλογές καθώς γύρω της υπήρχαν λιγοστά άτομα. Εάν φώναζε κάποιος ίσως τη βοηθούσε. Αποφάσισε να ακολουθήσει το ένστικτο της. Έμπηξε τις φωνές όσο πιο δυνατά γινόταν.

Οι τσιρίδες προκάλεσαν πανικό στον άγνωστο άνδρα. Οι ιδρωμένες παλάμες χώρισαν και τότε η μικρή βρήκε την ευκαιρία να τρέξει μακριά του. Αυτός προσπάθησε να την ακολουθήσει αλλά η παρουσία ενός άλλου άνδρα μερικά μέτρα από το κορίτσι τον ανάγκασαν να αναθεωρήσει.

Ο δεύτερος άνδρας στάθηκε μπροστά στη Μελίσα, απαιτώντας να μάθει τι συμβαίνει. Φορούσε ένα φούτερ με κουκούλα και αθλητική φόρμα. Θεώρησε πως ο πρώτος άνδρας ήταν ο πατέρας της μικρής.

«Δεν είναι σωστό να τρέχεις μακριά από το μπαμπά σου! Δεν είναι σωστό να τον κάνεις να ανησυχεί!» της είπε αυστηρά, έτοιμος να την επιστρέψει πίσω. «Κύριε η κόρη σας είναι καλά!» είπε αυτή τη φορά προς το μέρος του 'πατέρα'.

Δεν έλαβε καμιά απάντηση όμως από εκείνον αφού αμέσως το έβαλε στα πόδια.

Με δάκρυα στα μάτια η Μελίσα του εξήγησε τη συνέβη. «Δεν είναι ο μπαμπάς μου! Θέλω τη μαμά μου, έχασα τη μαμά μου, θα με βοηθούσε να τη βρω! Θα βρίσκαμε έναν αστυνομικό»

Στο άκουσμα της επεξήγησης προσπάθησε να εντοπίσει τον πρώτο άνδρα αλλά αυτός είχε ήδη εξαφανιστεί. Δυσανασχέτησε αμέσως με το μπλέξιμο. Είχε μπροστά του ένα παιδί και τα παιδιά συνήθως έπλαθαν ιστορίες. Απαίτησε παραπάνω λεπτομέρειες για να πειστεί.

Ανάμεσα στους λυγμούς, με αναψοκοκκινισμένα μάγουλα το μικρό κορίτσι εξήγησε πως έχασε τη μαμά της, πως αυτός ο άνδρας προσφέρθηκε να τη βοηθήσει ενώ έδωσε λεπτομέρειες για το που ακριβώς βρισκόταν πριν το γεγονός.

Ο άνδρας άκουγε προσεχτικά. Το αίμα χοροπηδούσε μέσα στις φλέβες από οργή. Δεν χρειαζόταν και πολύ να συνδέσει τα υπόλοιπα κομμάτια του παζλ. Ήταν έτοιμος να τρέξει πίσω από τον άλλον άνδρα, να τον τιμωρήσει όπως του άξιζε αλλά το άγγιγμα του κοριτσιού τον αποσυντόνισε.

«Θα με πας στη μαμά μου; Θέλω τη μαμά μου!»

Η Μελίσα άπλωσε το χέρι της προς το μέρος του αφού διαισθανόταν πως το μαρτύριο της επιτέλους θα λάμβανε τέλος.

Μαζί προχώρησαν προς την είσοδο του εμπορικού. Φόρεσε την κουκούλα του για να μη δώσει στόχο, καλύπτοντας το πρόσωπο του. Μια απορία όμως του γεννήθηκε καθώς το ελεύθερο χέρι έτρεμε. Κοίταξε την παλάμη, μια παλάμη που είχε ρόζους και πληγές από την πολύ δουλειά, ρωτώντας κάτι πολύ περίεργο. «Τι βλέπεις στα μάτια μου μικρή μου; »

«Τα μάτια σου μαρτυρούν τα πάντα και δε λένε ποτέ ψέματα! Είναι ο καθρέφτης της ψυχής! Και εσύ δεν είσαι κακός αφού με πας στη μαμά μου!» τον αποστόμωσε αμέσως δίχως να το πολυσκεφτεί και το βλέμμα της κλείδωσε με τα δικά του γκρίζα μάτια.

Συνέχισε να του σφίγγει την παλάμη, νιώθοντας ασφάλεια κοντά του. Σταμάτησε απότομα για του χαρίσει κάτι δικό της και αγαπημένο, παρόλο που σπάνια αποχωρίζονταν τα παιχνίδια της.

«Να προσέχεις τον Έιντζελ» του είπε χαμογελώντας με δυσκολία και αμέσως του πρόσφερε το καφετί αρκουδάκι. Ήταν ένας παιδιάστικος τρόπος αλλά τόσο αληθινός για να πει ευχαριστώ.

Ο άνδρας δεν αντέδρασε. Αποδέχτηκε το δώρο και τότε μόνο η ψυχή του πλημμύρισε με το πιο λαμπερό φως. Το μαύρο του σκοταδιού εξαφανίστηκε, έτσι απλά, ανώδυνα δίχως φόβο.

«Ώρα είναι να επιστρέψεις πίσω μικρή μου!» της είπε ενώ το πρόσωπο του φωτίστηκε από τη λέξη ευτυχία.

Οι υπεύθυνοι ασφαλείας με το που η απεγνωσμένη μάνα τους εξήγησε τι έγινε δεν χρονοτρίβησαν. Προχώρησαν σε δυο ανακοινώσεις από τα μεγάφωνα ενώ κάλεσαν και την αστυνομία αμέσως.

Μετά από ένα τέταρτο περίπου, η Κέιτ πανικόβλητη έδινε μια περιγραφή της κόρη της στους αστυνομικούς ενώ έχασε τη ψυχραιμία της όταν τη ρώτησαν και πάλι τι συνέβη.

«Σας είπα, την έχασα για μερικά δευτερόλεπτα ανάμεσα στο πλήθος. Μου κράτησε μούτρα διότι της χάλασα χατήρι. Έτρεξε μακριά μου...» φώναξε προς το μέρους εξοργισμένη. «Το παιδί μου, θέλω να βρείτε το παιδί μου!» κραύγασε έτοιμη να ξεσκίσει τη σάρκα από τον πόνο της ψυχής.

«Κυρία Κάμπελ οφείλουμε να ερευνήσουμε όλα τα ενδεχόμενα...» επισήμανε ο ψηλός αστυνομικός.

«Αντί να σπαταλάτε χρόνο μαζί μου, οφείλετε να βρείτε τη Μελίσα μου!» ανταπάντησε με αγανάκτηση η μητέρα.

«Υπάρχει κάτι άλλο;»

«Η κόρη μου είχε μαζί της ένα μικρό αρκουδάκι που δεν το αποχωρίζεται ποτέ!» συμπλήρωσε αμέσως εκείνη αδύναμα. Το σφίξιμο στην καρδιά της προκάλεσε δύσπνοια και πολύ γρήγορα αναγκάστηκε να καθίσει κάτω. Συνέχισε όμως να παρατηρεί ικετευτικά το πλήθος, αναζητώντας απαντήσεις με αγωνία.

Κάποια εκπαιδευμένα σκυλιά μύρισαν τη λεπτή ζακέτας της μικρής. Η παρουσία τους θα βοηθούσε στην έρευνα. Δεν πρόλαβαν όμως να αντιδράσουν, πίσω τους ακούστηκε μια ψιλή παιδική φωνούλα.

Ο άνδρας συνέχισε να προχωρά ανάμεσα στο πλήθος. Λίγο πριν φτάσει κοντά στο γραφείο πληροφοριών σταμάτησε απότομα. Δεν πλησίασε όμως πολύ κοντά αλλά παρότρυνε τη Μελίσα να προχωρήσει προς τα μπροστά μόνη.

«Εκεί θα βρεις τη μητέρα σου μικρή μου! Μη φοβάσαι θα σε προσέχω από εδώ πέρα!» της εξήγησε αμέσως και της επισήμανε το αυτονόητο. «Μη στεναχωρήσεις άλλη φορά τη μητέρα σου, σ' αγαπάει και τώρα τρόμαξε πάρα πολύ!»

Εκείνη έγνεψε καταφατικά και το χαμόγελο ήταν σαν εξωτερίκευσε την ευγνωμοσύνη και ένα μεγάλο ευχαριστώ, ενώ αυτός έφυγε βιαστικά δίχως να δώσει στόχο, αλλά κρατώντας το πιο πολύτιμο λάφυρο όλων, το πρώτο του δώρο, ένα δώρο που δεν αποχωρίστηκε ποτέ. Η έλλειψη κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης εκείνη την εποχή τον βοήθησε να κρατήσει την ανωνυμία του για πιο προσωπικούς λόγους.

Η Μελίσα πέρασε με δυσκολία ανάμεσα στο πλήθος. Όταν η Κέιτ αντιλήφθηκε την παρουσία της αμέσως άνοιξε την αγκαλιά της για να την υποδεχτεί λυτρωμένη. Αμέσως η μικρή χάθηκε στην πιο ζεστή και ασφαλής αγκαλιά του κόσμου, κλαίγοντας με αναφιλητά.

«Κοριτσάκι μου είσαι καλά;» τη ρώτησε κρύβοντας το προσωπάκι της στις παλάμες της.

Με τρέμουλο στη φωνή και περίσσιο θάρρος αμέσως εξήγησε τι της συνέβη. «Ο κύριος με βοήθησε, ο καλός κύριος όχι ο άλλος ο κακός...»

Ο αστυνομικός παραξενεύτηκε. Είχε ακούσει πως η παιδική φαντασία έτρεχε με καλπάζουσα ταχύτητα αλλά κάτι στην όλη ιστορία δεν κολλούσε καλά. Προσπάθησε να συγκεντρώσει παραπάνω πληροφορίες και να αποκρυπτογραφήσει τη φράση της μικρής. Μητέρα και κόρη ήταν αρκετά σοκαρισμένες. Αδυνατούσαν να αρθρώσουν λέξη ενώ παρακάλεσαν την αστυνομία να τους συνοδεύσει σπίτι, δίνοντας την υπόσχεση πως την επόμενη μέρα θα επανέρχονταν με πιο ουσιαστικές λεπτομέρειες.

Η Κέιτ μέσα σε λιγότερο από μια ώρα επέστρεψε από την κόλαση. Η ψυχή της περιπλανιόταν ανάμεσα στις πύρινες φλόγες, αναζητώντας τη λύτρωση. Όταν επέστρεψαν σπίτι δεν τόλμησε να τη μαλώσει. Το κοριτσάκι της έκλαιγε στην αγκαλιά της με λυγμούς για αυτό που πέρασε σχεδόν όλο το απόγευμα. Ζήτησε αρκετές φορές συγγνώμη αλλά προφανώς μικρή σημασία είχαν όλα. Μάνα και κόρη πέρασαν το βράδυ στο ίδιο κρεββάτι, έτοιμη να την προστατεύσει από τα κακά όνειρα.

Την επόμενη μέρα τόσο η ίδια όσο και ο σοκαρισμένος πατέρας προσπάθησαν ψύχραιμα να ρωτήσουν τι πραγματικά συνέβη. Την ίδια ιστορία επανέλαβε και η Μελίσα μπροστά στους αστυνομικούς, που ανέλαβαν την υπόθεση. Μια ιστορία που σημάδεψε και έσπειρε το φόβο σε όλη την οικογένεια.

Η κατάθεση της μικρής Μελίσα έριξε κάποιο φως στην υπόθεση και η αστυνομία βεβαιώθηκε πως είχαν να κάνουν με μια απόπειρα απαγωγής, με σπείρα πιο συγκεκριμένα αφού υπήρχαν αναφορές για ανάλογα περιστατικά και σε άλλες πόλεις. Το κορίτσι αδυνατούσε όμως να θυμηθεί κάτι από τον "κακό άνδρα", σαν η μνήμη της να διέγραψε τα πάντα από εκείνην τη στιγμή. Εξέφρασε τον ενθουσιασμό της όμως όταν της ζητήθηκε να περιγράψει τον "καλό άνδρα". Την προετοιμασία του σκίτσου την εξέλαβε ως ένα παιχνίδι. Προσπάθησε να θυμηθεί λεπτομέρειες, αλλά η παιδική φαντασία κέρδισε και πάλι.

Η απόπειρα απαγωγής της Μελίσα Κάμπελ μονοπώλησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και τις φυλλάδες τις εποχές, τόσο σε τοπικό επίπεδο αλλά και σε εθνικό. Οι γονείς αντέδρασαν με σκεπτικισμό για το θράσος του δράστη ενώ επέρριψαν ευθύνες στην κυβέρνηση για την υποτονική στάση με την οποία αντιμετώπιζε παρόμοια περιστατικά και σε άλλες περιοχές. Χαρακτήρισαν ήρωα τον άνδρα που μεσολάβησε για την ασφαλής επιστροφή του κοριτσιού ενώ πάλευαν ν' ανακαλύψουν κάποιο όνομα. Το σκίτσο του άνδρα, όσο αυτό ήταν εφικτό μέσα από τις περιγραφές της μικρής έπειτα από το σοκ που υπέστη, φιγούραρε σε διάφορα αποκόμματα εφημερίδων, αλλά ταίριαζε ελάχιστα με το πρόσωπο του άγνωστου ήρωα.

Η υπόθεση ξεχάστηκε από την κοινή γνώμη αλλά όχι για την οικογένεια Κάμπελ και το μικρό τους αγγελούδι. Προσπάθησαν με ότι μέσο διέθεταν, με τη βοήθεια γιατρών και ειδικών να αντιμετωπίσουν την κατάσταση και να ισορροπήσουν τον τρόμο με την αισιοδοξία. Η μητέρα κράτησε ένα απόκομμα του πρωτοσέλιδου και χρόνια αργότερα πέρασε στα χέρια της ενήλικης πλέον Μελίσα που δεν είχε ξεχάσει, δεν είχε ξεχάσει εκείνον, το πρόσωπο του και την ερώτηση του.

***********

Μερικές μέρες αργότερα ένας άνδρας ξεφύλλισε την πρωινή εφημερίδα. Το πρωτοσέλιδο του κέντρισε το ενδιαφέρον. Διάβασε προσεχτικά το ρεπορτάζ που φιλοξενούσε συνέντευξη της οικογένειας Κάμπελ, η οποία ευχαριστούσε τους πάντες για το ενδιαφέρον και σίγουρα δήλωνε την αμέριστη ευγνωμοσύνη προς το σωτήρα. Το δημοσίευμα τόνισε πως η οικογένεια μετά το σοκ προσπάθησε να ορθοποδήσει, να παλέψει με δαίμονες και να αφήσει το παρελθόν πίσω.

Τα γκρίζα μάτια του γυάλισαν, φανερώνοντας από τη μία τη χαρά και από την άλλη την αγωνία. Έσκισε τη συγκεκριμένη σελίδα και την κράτησε μαζί του. Ήταν από τις λίγες φορές που διχάστηκε για τις επόμενες κινήσεις. Ξαφνικά στα μάτια αυτού του μικρού κοριτσιού διέκρινε αυτό που του έλειπε εξαρχής στη ζωή. Στα είκοσι του χρόνια δεν γνώρισε ποτέ την αγάπη ούτε καν από τη δική του μητέρα. Θεωρούνταν ένα παράσιτο στην κοινωνία και όταν επιτέλους κατάφερε να αγαπήσει προδόθηκε από την ίδια την αγάπη. Μίσησε τότε περισσότερο τη γυναίκα που τον γέννησε, που τον κλείδωνε στη σκοτεινή αποθήκη και τον χτυπούσε αλύπητα κάθε φορά που η ίδια βίωνε μια νέα ερωτική απογοήτευση. «Εσύ φταις!» αυτό άκουγε κάθε φορά από το στόμα της αλλά τότε δεν έφταιγε, ήταν ένα παιδί που πίστευε μονάχα στα παραμύθια.

Σηκώθηκε απότομα όρθιος, έχοντας λάβει την πιο γενναία απόφαση. Έτσι ξαφνικά όλα θα τελείωναν, όπως ξεκίνησαν, απρόσμενα.

Continue Reading

You'll Also Like

299K 24.8K 15
MY Creditor Side Story ပါ။ Parallel Universe သဘောမျိုးပြန်ပြီး Creation လုပ်ထားတာမို့ main story နဲ့ မသက်ဆိုင်ပဲ အရင် character ကို ရသအသစ် တစ်မျိုးနဲ...
445K 28.4K 38
She was going to marry with her love but just right before getting married(very end moment)she had no other choice and had to marry his childhood acq...
1.8M 137K 62
"ရှင်သန်ခြင်းနဲ့သေဆုံးခြင်းကြား အလွှာပါးပါးလေးကိုဖြတ်ကျော်ခါနီးမှာမှ ငါမောင့်ကိုစွန့်လွှတ်တတ်ဖို့ သင်ယူနိုင်ခဲ့တယ်၊ လူတွေက သံသရာမှာ ရေစက်ရယ်၊ဝဋ်ကြွေး...
571K 30.6K 49
𝐒𝐜𝐞𝐧𝐭 𝐎𝐟 𝐋𝐨𝐯𝐞〢𝐁𝐲 𝐥𝐨𝐯𝐞 𝐭𝐡𝐞 𝐬𝐞𝐫𝐢𝐞𝐬 〈𝐛𝐨𝐨𝐤 1〉 𝑶𝒑𝒑𝒐𝒔𝒊𝒕𝒆𝒔 𝒂𝒓𝒆 𝒇𝒂𝒕𝒆𝒅 𝒕𝒐 𝒂𝒕𝒕𝒓𝒂𝒄𝒕 ☆|| 𝑺𝒕𝒆𝒍𝒍𝒂 𝑴�...