Γεννημένη Πόρνη

By mariou

50.7K 4K 841

Γεννημένη Πόρνη, η συνέχεια της ιστορίας μου Πόρνη Πολυτελείας (https://www.wattpad.com/myworks/35029604--gw1... More

Πρόλογος
Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφαλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
only you ||
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17

Κεφάλαιο 7

5.4K 386 95
By mariou


   Αρνούμαι να ανοίξω τα μάτια μου, αν και έχω ξυπνήσει εδώ και ώρα, απλά μένω με τα μάτια κλειστά. Το κεφάλι μου με πονάει αρκετά, το σώμα μου κρυώνει... αλλά αυτά δεν με νοιάζουν και πολύ. Όσα απαίσια και αν είναι το σώμα μου, το μυαλό είναι καθαρό. Μετά από πολύ καιρό είναι καθαρό. Ξέρω και πάλι ποια είμαι, ξέρω τι θέλω. Αυτό που πάνα ήθελα. Επιβίωση. Τίποτ' άλλο. Δεν ψάχνω κάποιον να με σώσει, Έις, ποτέ δεν έψαχνα.

Με όλες αυτές τις σκέψεις και με τον ρυθμικό χτύπο της καρδιάς του Ντάνες κάτω από το αυτί μου αποκοιμιέμαι και πάλι...

Όταν πια σηκωνόμαστε και οι δύο δεν λέμε πολλά. Δεν είναι όμως όπως με τον Έις, που ικέτευα για μια του λέξη και εκείνος με αγνοούσε. Αν είναι δυνατόν, το σκέφτομαι και δεν μπορώ να καταλάβω πως είχα αφήσει τον εαυτό μου να ξεπέσει σε τέτοια κατάντια... Με τον Ντάνες, είναι απλά ήσυχα. Είμαι εγώ και είναι εκείνος. Δεν με νοιάζει κάτι παρά πάνω. Δεν με ενοχλεί η σιωπή.

Ενώ φοράω τα ρούχα μου, ακόμα καθισμένη στον καναπέ, εκείνος –έχει ήδη ντυθεί- φέρνει δυό κούπες καφέ και κάθεται δίπλα μου. Δεν θέλω να μιλήσουμε για χθες και έτσι απλά παίρνω την κούπα στα χέρια μου και τον αγνοώ, όπως αγνοώ και τον πόνο στο κεφάλι μου. Μα τελικά ούτε και ο Ντάνες ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για χθες. Με ήρεμη φωνή με ρωτάει «Χρειάζεσαι κάπου να μείνεις;» αυτό μονάχα. Όχι αδιάκριτες ερωτήσεις για το αν συνέβη κάτι με τον Έις, ή αν θέλω βοήθεια.

«Όχι» του απαντάω με ένα χαμόγελο «Έχω κάπου να μείνω» συνεχίζω και προσπαθώ να ακούγομαι το ίδιο ήρεμη με εκείνον. Μου ανταποδίδει το χαμόγελο. Ενώ δεν λέμε πολλά νιώθω ότι συνεννοούμαστε απόλυτα.

Δεν σκοπεύω να φύγω από το διαμέρισμα που μένω με τον Έις. Θα ήταν χαζό. Δεν θα είχα που να μείνω. Το να ξεφύγω και πάλι στους δρόμους θα ήταν απλά μια ηλίθια απόφαση για χάρη εγωισμού και περηφάνιας. Και φυσικά ποτέ δεν είχα τίποτα από τα δύο. Βρίσκομαι σε μια περίοδο της ζωής μου που δεν περιλαμβάνει τροφή από τα σκουπίδια, ξενύχτι στους δρόμους με πρόστυχα ρούχα, αϋπνία, απλυσιά... Δεν σκοπεύω να γυρίσω εκεί έτσι για να αποδείξω σε κανέναν –Έις- ότι απλά δεν τον χρειάζομαι. Να μείνω εδώ με τον Ντάνες θα ήταν μια λύση ναι... αλλά όπως είπα να κάνω το ίδιο λάθος δεύτερη φορά... δεν υπάρχει λόγος. Χρωστάω στον Έις, αυτό δεν αλλάζει, αλλά ας μείνει έτσι τουλάχιστον. Σιχαίνομαι τους ανθρώπους που περιμένουν από τους άλλου βοήθεια. Βασικά όχι, δεν τους σιχαίνομαι, του λυπάμαι. Και πάλι δεν είναι θέμα περηφάνιας, είναι θέμα επιβίωσης. Κανείς, ποτέ κανείς, δεν πρόκειται να σε βοηθήσει όσο θα βοηθούσες εσύ τον εαυτό σου. Γιατί; Μα, πολύ απλά, έχουν δικούς τους εαυτούς να φροντίσουν. Όσο και αν λένε ότι θέλουν να βοηθήσουν θα είσαι πάντα στη δεύτερη θέση σε σχέση με αυτούς. Και δεν με πειράζει, αλήθεια.

Δεν κατηγορώ σε τίποτα τον Έις. Όλη αυτή η κατάσταση είναι καθαρά δικό μου λάθος. Δέχτηκα μια βοήθεια που δεν χρειαζόμουν, μια βοήθεια από έναν άλλον άνθρωπο που στο κάτω- κάτω πάντα θα έχει πρώτα τον εαυτό του. Μα δεν τον κατηγορώ, όλοι έτσι είμαστε.

Θα διορθώσω αυτό το λάθος, μέσα από το λάθος. Μα δεν θα κάνω άλλα. Και κάποια στιγμή κάπως θα σου το ξεπληρώσω Έις. Δεν έχει να κάνει με ευγνωμοσύνη ή ευχαριστώ... όχι, όχι, καθόλου... Έχει να κάνει με μία σου και μία μου. Μου έδωσες μια βοήθεια. Δεν την ήθελα, δεν μου έκανε καλό. Ήταν μια μαλακία η βοήθεια σου αλλά... αλλά ρίχνω τον φταίξιμο γι' αυτό μονάχα σε μένα. Και κάπως θα στην ξεπληρώσω την βοήθειά σου. Και ξέρεις κάτι, αλήθεια ελπίζω στην περίπτωσή σου να σου βγει σε καλό.

Μα για την ώρα έχω άλλα στο μυαλό μου, άλλα σχέδια. Και βασικά, πρέπει να βγω από το λάθος. Πρέπει να γίνω και πάλι υπεύθυνη για μένα, να βασίζομαι μόνο σε μένα. Αλλά σε αυτόν τον κόσμο, τα πράγματα δεν είναι όπως τα ξέρω, θα πρέπει να βρω καινούριους τρόπους να επιβιώσω. Δεν αρκούν τα κόλπα που ήξερα. Εδώ θα πρέπει να αλλάξω.

Να αλλάξω μα και να μείνω η ίδια.

Αν και απ' όσο μου λέει ο Ντάνες, η απόσταση για το συνεργείο του δεν είναι μακριά, εμένα μου φαίνεται αρκετή ώστε να αρχίσει το μυαλό μου να ταξιδεύει στα εμπόδια που σύντομα θα εμφανιστούν μπροστά μου. Ο Ντάνες οδηγεί σταθερά και σίγουρα... Ο αέρας με κάνει να αισθάνομαι καλύτερα. Ο ήλιος με κάνει να κλείνω τα μάτια, σχεδόν ονειρεύομαι αλλά είμαι ακόμα ξύπνια. Και εκεί μες στην απόλυτη ηρεμία, για άλλη μια φορά η μορφή του Έις πετιέται. Και θυμάμαι...

Θυμάμαι την πρώτη φορά που τον είδα. Θυμάμαι την πρώτη φορά που με άγγιξε. Θυμάμαι όλα εκείνα τα βλέμματα που μου φώναζαν πόσο με σιχαίνεται. Η οργή του μεγαλώνει και μεγαλώνει και συνειδητοποιώ πως είμαι για άλλη μια φορά ηλίθια. Εγώ μπορεί να πήρα κάποιες αποφάσεις όμως δεν υπολόγισα στιγμή τις αντιδράσεις εκείνου. Τι διάολο περιμένω δηλαδή; Να πάω και να του πω πως θα συνεχίσω να μένω μαζί του –να είναι εκείνος το μόνο λάθος μου, εκείνος ο μόνος που θα του χρωστάω- και όλα καλά; Τι ακριβώς περιμένω; Να κλάψει από χαρά που επέστρεψα και να ευγνωμονεί τον θεό –βλέπεις Μίνα τον θεό σου εκεί που είσαι;-που δεν με πάτησε κάνα αμάξι χθες βράδυ; Έλα τώρα... Μα πως ήμουν τόσο ηλίθια! Πως δεν μου πέρασε από το μυαλό...

Είναι βέβαιο –περισσότερο από βέβαιο- πως την στιγμή που θα τον συναντήσω, θα υποδεχτώ τον Έις που πρωτογνώρισα. Τον Έις του Μίστερ Άλφα. Τον Έις τον μπράβο... τον Έις που ξανασυνάντησα εχθές. Αυτός ο Έις δεν υπάρχει καμία περίπτωση να με αφήσει να τον πλησιάσω με κανέναν τρόπο. Και από την μία ίσως αυτό να μην είναι ό, τι χειρότερο. Ίσως έτσι να μην χρειαστεί και να το ξεπληρώσω την 'χάρη' από την άλλη όμως, τι διάολο θα κάνω τώρα; Δεν θέλω να στραφώ στον Ντάνες για βοήθεια, ούτε σε κανέναν άλλο. Δεν θέλω να χρωστάω πουθενά την ζωή μου ρε πούστη μου, πουθενά! Αλλά... όχι πάλι στου δρόμους, όχι...

Νιώθω το κεφάλι μου να πονάει και πάλι, τα μάτια μου αν και κλειστά σχεδόν βουρκώνουν. Παίρνω μια ανάσα και απλά σταματάω να σκέφτομαι, έτσι και αλλιώς ό, τι είναι να γίνει θα γίνει, δεν μπορώ να κάνω κάτι για να αλλάξουν τα πράγματα... Γυρνάω στον Ντάνες, χρειάζομαι κάτι να αποσπάσω το μυαλό μου.

«Νόμιζα ότι ήταν κοντά... το συνεργείο σου» μουρμουράω

Ο Ντάνες με κοιτάζει και χαμογελάει. Δεν καταλαβαίνω γιατί. «Νόμιζα ότι κοιμόσουν.» κουνάω αρνητικά το κεφάλι. Συνεχίζει να χαμογελάει. «Κοντά είναι. Μόνο λίγα λεπτά είμαστε στο αμάξι. Τι έγινε; Έχασες την αίσθηση του χρόνου; Είσαι ακόμα ζαλισμένη από χθες;» κουνάω και πάλι το κεφάλι.

Θα ορκιζόμουν ότι είμαστε τουλάχιστον μια ώρα εδώ μέσα... «Να σε ρωτήσω κάτι, Ντάνες;» μουρμουράει ένα ναι, με μάτια στον δρόμο και αυτό το χαμόγελο ακόμα στο πρόσωπό του. Δείχνει όμορφος. Νέος, φρέσκος. Μάλλον θα φταίει ο ήλιος που χτυπάει το πρόσωπό του, αλλά είναι... φωτεινός. Ναι ξέρω ακούγεται ανόητο αυτό, αλλά αλήθεια, είναι φωτεινός. Ίσως πάλι να φταίει που κάπου μέσα μου τον συγκρίνω με κάθε άλλον, και όλοι τους, όλοι τους, ήταν πάντα σκοτεινοί. «Εκείνα τα παιδιά χθες, που ήταν με εκείνη την ξανθιά... δικά σου είναι;»

Δεν ξέρω τι με έπιασε και ρώτησα κάτι τέτοιο. Κανονικά δεν με ενδιαφέρουν λεπτομέρειες για τις ζωές των άλλων. Μαθαίνω πράγματα που μόνο μου είναι απαραίτητα, πράγματα που μπορώ να χρησιμοποιήσω για να κάνω καλά την δουλειά μου. Ίσως να τον ρώτησα για να διώξω από το μυαλό μου τον Έις και το τι πρόκειται να συμβεί. Από την άλλη όμως, πιάνω τον εαυτό μου να περιμένει με ιδιαίτερη αγωνία την απάντησή του.

Εκείνος ξεφυσάει και πιάνει το μπουκάλι της μπύρας που έχει δίπλα στο χειρόφρενο και πίνει, πίνει αρκετά. Είναι μόλις πρωί αλλά δεν δείχνει να τον νοιάζει. Όπως δεν δείχνει να τον νοιάζει και αυτό που τον ρώτησα. Δεν επιμένω, κοιτάζω αλλού...

Μετά από λίγο όμως ο τρόπος που ξεφυσάει και πάλι –αρκετά δυνατά για να τραβήξει την προσοχή μου αυτήν την φορά- με κάνει να γυρίσω ξανά σε εκείνον. «Η αλήθεια είναι ότι κάποια πράγματα, να αυτό που είδες χθες... είναι κάποια θέματα» για άλλη μια φορά ξεφυσάει. Μοιάζει να μην μπορεί να βρει τις κατάλληλες λέξεις, να μην μπορεί να αφήσει αυτά που έχει στο μυαλό του να φτάσουν το στόμα του. Ο Έις πάντα χρησιμοποιεί τις σωστές λέξεις. Σιχαίνομαι... βρωμιάρα «Κοίτα Μπίλι, η αλήθεια είναι πως δεν... δεν μιλάω εύκολα για κάποια πράγματα, προσωπικά πράγματα, σε άλλους.» Δεκτό, δεν πρόκειται να ρωτήσω τίποτ' άλλο. Αλήθεια όμως, αυτό που λέει με κάνει μόνο να θέλω να μάθω σε τι μπορεί να αναφέρεται. «Ξέρεις κάτι όμως» με κοιτάζει για μια στιγμή και μετά γυρίζει τα μάτια του στο δρόμο «Έχεις κάτι, αλήθεια δεν ξέρω τι, που με κάνει να θέλω να σου πω. Ρε παιδί μου, εδώ... όλοι προσπαθούν να βρουν κάτι να πουν για σένα.» αναφέρεται ξεκάθαρα στον εαυτό του με αυτό το 'σένα' «Μια μαλακία που μπορεί να έκανες και αμέσως να σε κρίνουν γι' αυτό. Λες και δεν έκανες ποτέ καλό, λες και δεν βοήθησες ποτέ κανέναν. Κανείς τους δεν κοιτάζει τι μπορεί να φταίει και να έκανες ό, τι έκανες...» δεν έχω ιδέα αν όλα αυτά τα λέει σε μένα, αν θυμάται ότι είμαι και εγώ εδώ, ή αν απλά έχει χαθεί στις σκέψεις του. Πάντως τον ακούω, είμαι απόλυτα προσηλωμένη στο στόμα του και τον ακούω.

Δεν του παίρνει πάνω από δευτερόλεπτο να αρχίσει να μιλάει και πάλι, όμως μου είναι αρκετό για να θυμηθώ ό, τι έγινε χθες. Περιμένω τις λέξεις να βγουν από τα χείλια του και θυμάμαι να με φιλάει. «Και ξέρεις πιο είναι το πιο γελοίο; Όλοι αυτοί λένε, λένε για όσα κάνεις, σε κατηγορούν για το ένα για το άλλο αλλά αν σε χρειαστούν τρέχουν σε εσένα. Τρέχουν και περιμένουν ότι πάντα θα βοηθάς.» Αυτό το όμορφο χαμόγελο έχει χαθεί ώρα από το πρόσωπό του. «Αλλά ίσως και να φταίω εγώ. Είναι που δεν κρατάω εύκολα κακίες Μπίλι,» αντίθετα με τον Έις να υποθέσω; «και όταν κάποιος έρθει σε έμενα εγώ θα βοηθήσω ρε πούστη μου, ό, τι και να έχει γίνει, θα βοηθήσω...»

Όσο γνωρίζω τον Ντάνες, σιγά-σιγά αρχίζω να πιστεύω αυτό που ένιωσα την πρώτη στιγμή που μίλησε ο Έις για εκείνον. «Ο αδερφός μου... πριν δέκα χρόνια τον άφησα στον Νάσβιλ... ακόμα εκεί θα 'ναι είμαι σίγουρος» είχα μισήσει τον τρόπο που μιλούσε ο Έις. Αυτήν την βεβαιότητα του για τους άλλους, ακόμα εκεί θα 'ναι είμαι σίγουρος, γιατί να είσαι σίγουρος ρε φίλε; Δεν ξέρεις τα πάντα! Και όσο γνωρίζω τον Ντάνες αρχίζω να πιστεύω ότι αυτός είναι που έχει αδικηθεί περισσότερο από τους δυό τους. Μπορεί ο Έις να είδε την μάνα τους νεκρή –και ξέρω την αίσθηση, αλήθεια- αλλά ο Ντάνες είχε να αντιμετωπίσει τα πάντα μόνος του. Σίγουρα όλοι θα έτρεξαν να σταθούν στον καημένο τον Έις, αλλά με τον Ντάνες τι γίνεται; Τον Ντάνες που είναι εκεί για όλους όσο και αν τον κρίνουν, τον Ντάνες που ήταν εκεί για μένα χθες και δεν ρώτησε τίποτα, δεν προσπάθησε να με σώσει, Έις ακούς, απλά ήταν εκεί, δεν το έπαιξε καλύτερος...

Δεν είμαι σίγουρη τι να πω, μοιάζει ακόμα χαμένος στα λόγια του. Απλά τον κοιτάζω και εκείνος συνεχίζει, «Η Έμμα, αυτή που είδες χθες, μεγάλη ιστορία, ίσως κάποια στιγμή την μάθεις... τέλος πάντων. Όχι, τα παιδιά δεν είναι δικά μου! Αλλά βλέπεις, επιμένει να έρχεται και να ζητάει εγώ να φροντίσω αυτή, τα παιδιά της τον γκόμενο της» δείχνει να εξοργίζεται, σχεδόν φωνάζει τις λέξεις. Σταματάει και παίρνει μια ανάσα, μετά ξανανοίγει το στόμα του, «φταίω που δεν την έστειλα στο διάολο νωρίτερα, αλλά φτάνει! Κάποια πράγματα έχουν και τα όριά τους.»

«Σίγουρα!» λέω αρκετά δυνατά, δεν έχω ιδέα τι εννοώ και γιατί η λέξη βγήκε από το στόμα μου με τόση ένταση αλλά τον έκανε και πάλι να χαμογελάσει. Αυτή τη φορά του χαμογέλασα και εγώ πίσω. Και τώρα απλά κοιταζόμαστε. Έχουμε σταματήσει στο φανάρι, και κοιταζόμαστε. Βλέπω το χαμόγελό μου να καθρεφτίζεται στα σκούρα γυαλιά του, βλέπω και το δικό του. Είναι δυό χαμόγελα συνομωσίας. Ξέρουμε και οι δύο πόσο πολύ συμφωνούμε για κάτι, ακόμα και αν δεν μιλάμε γι' αυτό.

Φτάνουμε τελικά στο συνεργείο του και εδώ και λίγο έχει πιάσει μια ξαφνική μπόρα. Ο ήλιος κρύφτηκε από τη μια στιγμή στην άλλη πίσω από γκρίζα σύννεφα και η βροχή πέφτει με μανία. Το σημείο που ο Ντάνες παρκάρει το αμάξι είναι εκτεθειμένο εντελώς. «Θα γίνουμε χάλια!» φωνάζω την στιγμή που ανοίγω την πόρτα και βγαίνω. Τον ακούω να μου φωνάζει πίσω κάτι σαν 'τι' αλλά δεν είμαι και σίγουρη. Μέχρι να καταφέρει να βγει και να κλειδώσει το αμάξι εγώ κάθομαι κάτω από τον τόσο ξαφνικά σκοτεινιασμένο ουρανό και αφήνω τα νερό να τρέξει πάνω μου. Δεν με νοιάζει και πολύ ότι κρυώνω...

«Μπίλι έλα μέσα!» ακούω την φωνή του Ντάνες «Έλα γρήγορα.» και χαμογελάω με τον τρόπο που το λέει.

Δεν με κάνει να νιώθω ότι πρέπει να υπακούσω στις εντολές τους, ότι οφείλω να κάνω όπως διατάζει για να ζήσω. Χωρίς να το καταλάβω ξεσπάω σε υστερικά γέλια και δεν μπορώ να σταματήσω... Μερικοί τύποι που είναι κάτω από το υπόστεγο, έχουν σταματήσει την δουλειά στα αμάξια και με κοιτάνε. Ο Ντάνες τρέχει προς το μέρος μου. Δεν λέει τίποτα. Γελάει μαζί μου και ρίχνει το λεπτό μπουφάν του στους ώμους μου ενώ με τραβάει μαζί του προς τα μέσα. Προσπερνάμε διάφορα μισοδιαλυμένα αμάξια και όλους εκείνους που με κοίταζαν περίεργα και με το που βλέπουν τον Ντάνες γυρνάνε και πάλι στην δουλειά τους. Τι έγινε κοτούλες; Ήρθε το αφεντικό και χεστήκαμε πάνω μας; Φτάνουμε σε μια πόρτα που την ανοίγει ο Ντάνες σπρώχνοντας το πόμολο με τον αγκώνα του. Τα χέρια του είναι απασχολημένα να κρατάνε τα δικά μου και έτσι να με έχει κοντά του.

Μόλις μπούμε μέσα για άλλη μια φορά ξεσπάω σε γέλια όμως χωρίς ήχο. Δυσκολεύομαι ακόμα και αν αναπνεύσω. Χώνομαι στην αγκαλιά του Ντάνες και κρύβω το πρόσωπό μου στον ώμο του. Με κρατάει με το ένα χέρι τυλιγμένο γύρω από την πλάτη μου και αν και δεν λέει τίποτα σχεδόν μπορώ να ακούσω τις σκέψεις του. Τον φαντάζομαι να μου λέει να ηρεμήσω αλλά ταυτόχρονα μάλλον είναι έτοιμος να παρασυρθεί μαζί μου σε όλο αυτό το παράλογο γέλιο.

«Μαζί του ήσουν;» η φωνή του Έις κάνει παγώνει το χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Τραβιέμαι αμέσως από τον Ντάνες σαν παιδί που το έπιασαν στα πράσα να κλέβει. Μα δεν νιώθω ένοχη... Αλλά ούτε και εκείνος θυμωμένος. Μιλώντας πάντα για τον Έις. Συγκρίνοντάς τον με αυτό που περίμενα από εκείνον. Μοιάζει λίγο σαν να με κατηγορεί αλλά ταυτόχρονα και σαν να νιώθει... ανακούφιση. Τι διάολο;

Μπορώ να νιώσω κάθε σταγόνα νερού που διασχίζει το κορμί μου. Τα ρούχα μου βρεγμένα κολλάνε στο δέρμα μου. Τα μαλλιά μου βρίσκονται παντού στο πρόσωπό μου. Ξαφνικά κρυώνω.

Μια κοπέλα πλησιάζει τον Ντάνες –την θυμάμαι εκείνο το βράδυ που ήμασταν στου Ρέυ, καθόταν απέναντί μου- του δίνει ένα τηλέφωνο και του ψιθυρίζει κάτι. Εκείνος μου κάνει νόημα ότι θα επιστρέψει σε λίγο, κοιτάζει τον Έις, την κοπέλα –που με τίποτα δεν μπορώ να θυμηθώ αν την λένε Τζέσι ή Τζάννις, ή ίσως κάτι τελείως άσχετο- και με το χέρι του να καλύπτει το μικρόφωνο απομακρύνεται σε μια άλλη πόρτα με ξεχαρβαλωμένα τα αρχικά WC. Το βλέμμα μου τώρα ακολουθεί την κοπέλα. Ο όλος χώρος είναι σκοτεινός κάπως αν και υπάρχει φως, δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω... Υπάρχει ένα τραπέζι με άπειρα πράγματα πάνω, δίπλα ένα καναπές και μερικές καρέκλες. Μα η κοπέλα δεν σταματάει εκεί. Μαζεύει κάτι χαρτιά από το τραπέζι, τα χώνει όπως-όπως σε έναν φάκελο και κάνει μεταβολή. Περπατάει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αν και αφηρημένη αρκετά, με κοιτάζει και μου χαμογελάει κάπως μαγκωμένα. Εγώ δεν νομίζω ότι αντιδράω... Αφού προσπεράσει εμένα και τον Έις συνεχίζει προς την άλλη άκρη του δωματίου και φτάνει σε ένα γραφείο εξ' ίσου ακατάστατο με το τραπέζι. Χωρίς καν να κάτσει στην καρέκλα, αφοσιώνεται πλήρως στον υπολογιστή της. Δεν έχω χρησιμοποιήσει ποτέ υπολογιστή.

Και ουσιαστικά μένω μόνη με τον Έις. Αν και η κοπέλα είναι ακόμα εδώ, και μπορώ να ακούσω την φωνή του Ντάνες από την τουαλέτα, νιώθω ότι είμαστε ολομόναχοι. Και δεν μπορώ άλλο να τον αποφύγω. Δεν υπάρχει πουθενά αλλού να κοιτάξω.

Έχει περάσει μόλις ένα λεπτό από τη στιγμή που μίλησε, ίσως και λιγότερο, μα ένιωσα ότι ήταν ολόκληρος αιώνας. Και παρόλ' αυτά δεν ήταν αρκετός για να καταλάβω τι μπορεί να έχει στο μυαλό του, ή τι πρέπει να πω εγώ. Και δεν λέω τίποτα. Τολμάω να τον κοιτάξω.

Τι διάολο σκέφτεσαι τώρα, Έις; Σπρώχνω τις βρεγμένες τούφες των μαλλιών μου πίσω από τα αφτιά μου. Με κοιτάζει και κουνάει το κεφάλι του. Τρίβω τα μάτια μου με τα μανίκια μου. Τι έχεις στο μυαλό σου; Προσπαθώ να καταλάβω αν είναι θυμωμένος, αν με αγνοεί, αν θέλει να φύγω από μπροστά του... Τι θέλεις ρε πούστη μου;

Το γέλιο από πριν μοιάζει με μακρινή ανάμνηση.

Μια ενοχλητική σταγόνα τρέχει από το μέτωπό μου στο πηγούνι μου και μπορώ να δω τα επικριτικά μάτια του Έις να την ακολουθούν. Περιμένω από στιγμή σε στιγμή η άγρια φωνή του να γκρεμίσει την ησυχία, να καλύψει το ρυθμικό ήχο της ήρεμης πια βροχής απ' έξω. «Θα μένεις στον Ντάνες από εδώ και πέρα;» με ρωτάει ίσως με την πιο απαλή φωνή που θα μπορούσε ποτέ να βγει από το στόμα του. Σχεδόν αιφνιδιάζομαι. Δεν βρίσκω λέξεις να απαντήσω και απλά κουνάω αρνητικά το κεφάλι. Όχι, Έις. Γιατί να μείνω με τον Ντάνες; Δεν αρκεί που χρωστάω σε εσένα, θα χρωστάω και σε εκείνον; Όχι, όχι, φίλε μου. Μου φτάνεις και μου περισσεύεις εσύ!

Όσο εξοργισμένη και αν νιώθω μες στο κεφάλι μου, συνεχίζω να μη μιλάω.

«Όχι;» ρωτάει με τόσο ανάλαφρο τόνο που μου έρχεται να αρχίσω να ουρλιάζω. Με κοροϊδεύεις Έις; Αυτό είναι; Θέλεις να με κάνεις να σου πω πως σκοπεύω να συνεχίσω να μένω μαζί σου μόνο για να γελάσεις μαζί μου; Μόνο για να μου πεις πόσο γελοία είμαι να πιστεύω ότι θα με αφήσεις να συνεχίσω να μένω μαζί σου αφού... αφού...

Αφού κοιμήθηκα με τον αδερφό σου. Το ξέρεις, Έις, φυσικά και το ξέρεις. Δεν είσαι βλάκας. Ξέρεις πολύ καλά τι έγινε μεταξύ μας. Δεν έκατσα σε εσένα χθες αλλά πήγα με τον Ντάνες, τον Ντάνες που μισείς. Βλέπεις οι δύο άνθρωποι που εσύ απεχθάνεσαι βρήκαν μάλλον κάτι κοινό, το μίσος σου για εμάς. Τι έγινε Έις; Θυμώνεις; Ζηλεύεις; Ζηλεύεις που δεν είσαι εσύ στο προσκήνιο όπως έχει συνηθίσεις Που δεν είσαι εσύ το 'εγώ' στα όσα συμβαίνουν. Που χθες εσύ ήσουν μόνος και εγώ μαζί του. Με τον Ντάνες, τον Ντάνες για το οποίο δεν έχυσε κανείς δάκρυ γιατί δεν βρήκε αυτός την μάνα του νεκρή, τον Ντάνες που όλοι κατηγορούν, κρίνου και όμως τρέχουν σε εκείνον για βοήθεια. Τον Ντάνες που εσύ κατηγορείς για το ό, τι έμεινε πίσω, τον κρίνεις για την ζωή που επέλεξε μα τελικά σε αυτόν έτρεξες για βοήθεια. Στον Ντάνες, τον αδερφό σου ρε μαλάκα!

Και περιμένω από στιγμή σε στιγμή το ξέσπασμά του αλλά εκείνος απλά ανάβει το τσιγάρο και προχωράει προς την πόρτα. «Πάμε τότε, δε έχω κάτι άλλο να κάνω, πάμε τώρα που σταμάτησε να βρέχει...» μου λέει σαν όσες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου να άνηκαν σε μια άλλη πραγματικότητα.

Δεν είναι θυμωμένος, δεν με διώχνει, δεν ξεσπάει. Απλά μπαίνει στο άσχημο κόκκινο αμάξι του και με περιμένει, με πρόσωπο ατάραχο και βλέμμα αφηρημένο.


Πάει και αυτό! Πως σας φάνηκε; Ναι ξέρω, πολύ Έις δεν είχε αλλά τι να κάνουμε... έτσι είναι αυτά. Ξεκινήσατε σχολεία, σχολές δουλειές; Τι λέει; Όλα εντάξει; Μέχρι το επόμενο, σας φιλώ!!!

Continue Reading

You'll Also Like

251K 13K 50
- Τι άλλο θέλετε; ~ξεροκατάπιε~ - Εγγύηση! Θα πάρουμε ένα άτομο της οικογένειάς σας μέχρι να ξεπληρώσετε. Εξαιτίας ενός παράδοξου γεγονότος η Ηλέκτρα...
35K 3.8K 40
- Θα σου αλλάξω την ζωή, πίστεψέ με! είπε με απόλυτη σιγουριά. - Ναι. Κάπου εδώ πρέπει να σε ενημερώσω για το ότι δεν μου αρέσουν οι αλλαγές. Καθόλο...
242K 16.8K 34
«Και ποια είναι η πρότασή σου;» «Συνεργασία Βολκόβ. Μια συνεργασία που δεν θα σπάσει εύκολα, θα είναι από τους δεσμούς που είναι ιεροί και δεν του...
543K 39.8K 47
"Γιατί μου ανήκεις"