Οι Ταξιδιώτες Των Κόσμων

By WilliamTear

351 60 63

Στον κόσμο της Έρεμορ ο πόλεμος μεταξύ καλού και κακού δεν είναι μόνο θέμα συνειδήσεως, είναι ένας κανονικός... More

Κεφάλαιο Πρώτο
Κεφάλαιο Πρώτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Δεύτερο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Τρίτο
Κεφάλαιο Τρίτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Τρίτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Τέταρτο
Κεφάλαιο Τέταρτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Τέταρτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Πέμπτο
Κεφάλαιο Πέμπτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Πέμπτο (συνέχεια)
Κεφάλαιο Πέμπτο (συνέχεια)

Κεφάλαιο Δεύτερο

24 5 6
By WilliamTear


Ο Ραμίρ ένιωσε ένα άσχημο προαίσθημα κινδύνου και κοίταξε τριγύρω του. Δεν φαινόταν να έχει αλλάξει κάτι. Γύρω από το βαρέλι με τη φωτιά οι άστεγοι μοιράζονταν ένα μπουκάλι με κάποιο ποτό. Άλλοι έτρωγαν ότι είχαν καταφέρει να βρουν ενώ πολλοί προσπαθούσαν να κοιμηθούν εκμεταλλευόμενοι τη σχετική ζεστασιά που υπήρχε. Η γυναίκα που καθόταν κοντά του θήλαζε το μωρό της.

Δεν υπήρχε κάτι που να δείχνει ανησυχητικό αλλά το προαίσθημα δεν τον άφηνε. Σηκώθηκε και προχώρησε προς την άκρη της υπόγειας διάβασης. Η βροχή είχε σταματήσει τώρα. Ίσως ήταν καλύτερα να προχωρήσει μιας και ένιωθε ότι κινδύνευε. Τον πρόλαβε μια κραυγή από την άλλη άκρη της υπόγειας διάβασης.

-Το Αλλοδαπών βγήκε παγανιά! Τρέξτε να κρυφτείτε!

Αμέσως σχεδόν αστυνομικοί όρμησαν μέσα στην διάβαση ντυμένοι με στολές μάχης και οπλισμένοι με ρόπαλα και ασπίδες. Οι άστεγοι δεν είχαν την δύναμη ή τα μέσα για να αντιτάξουν την οποιαδήποτε αντίσταση και γρήγορα βγήκαν από το υπόγειο καταφύγιό τους μαζεμένοι σε μια στρυμωγμένη ομάδα που φορτώθηκε σε ένα από τα ειδικά φορτηγά της αστυνομίας. Ο Ραμίρ δεν είχε προβάλλει αντίσταση, θα ήταν μάταιο να το κάνει με τόσους αντιπάλους. Έψαχνε ωστόσο την ευκαιρία για να αποδράσει, το συναίσθημα κινδύνου είχε τώρα γίνει πιο έντονο.

Στριμωγμένος ανάμεσα σε άλλους άστεγους παρακολουθούσε τις κινήσεις των αστυνομικών που είχαν απλωθεί στην γύρω περιοχή για να κάνουν και άλλες συλλήψεις. Γύρω από το φορτηγό είχαν μείνει λίγοι. Ένας αστυνομικός πλησίασε σέρνοντας από το χέρι μια κοπέλα. εκείνη αντιστεκόταν όσο μπορούσε με αποτέλεσμα να σηκώσει το ρόπαλο του και να το κατεβάσει με βία στην πλάτη της. Η κοπέλα σωριάστηκε στο υγρό και βρώμικο οδόστρωμα σφαδάζοντας από τον πόνο. Ο αστυνομικός ύψωσε και πάλι το όπλο του να χτυπήσει και ο Ραμίρ αντέδρασε ενστικτωδώς, ύψωσε το χέρι του προς το μέρος του.

Το κατέβασε σαστισμένος, γιατί είχε κάνει μια τέτοια κίνηση; Τι θα μπορούσε να κάνει από μια τέτοια απόσταση; Ο αστυνομικός ξαναχτύπησε την κοπέλα και η οργή κυρίευσε τον Ραμίρ. Ξεθηκάρωσε τη σπάθα, που είχε κρατήσει κρυμμένη στο μανδύα του από τους αστυνομικούς, και την κατέβασε με βία στην κλειδαριά της πόρτας τσακίζοντάς την. Κλώτσησε την πόρτα που άνοιξε διάπλατα και πήδηξε έξω. Οι αστυνομικοί αιφνιδιάσθηκαν απολύτως και όταν επιτέθηκαν στο Ραμίρ ήταν έτοιμος να τους αντιμετωπίσει. Η σπάθα διέγραψε έναν ευρύ κύκλο διαλύοντας όπλα και ασπίδες και τρέποντας σε φυγή τους αστυνομικούς. Ο Ραμίρ προχώρησε προς τον αστυνομικό που χτυπούσε την κοπέλα, εκείνος βλέποντας τον να έρχεται προς το μέρος του με υψωμένη τη σπάθα σαν άγγελος εκδικητής έπεσε στα γόνατα πετώντας το ρόπαλό του.

-Έλεος, ικέτευσε.

Ο Ραμίρ σήκωσε τη σπάθα του αλλά σταμάτησε. Κάτι μέσα του δεν τον άφηνε να σκοτώσει έναν ανυπεράσπιστο αντίπαλο. Έριξε το όπλο στη θήκη του και έσκυψε να βοηθήσει την κοπέλα που τον κοίταζε με έκπληξη. Σηκώθηκε ενώ πίσω του έβγαιναν από το φορτηγό και οι υπόλοιποι κρατούμενοι.

-Είσαι εκείνος που ψάχνει... είπε η κοπέλα.

Ο Ραμίρ δεν πρόλαβε να της ζητήσει εξήγηση για την περίεργη αυτή δήλωση. Οι αστυνομικοί επέστρεφαν με ενισχύσεις,


Ο Ροδόλφος της Ασόν κοίταξε την πλατεία, οι κάτοικοι της πόλης είχαν αρχίσει να μεταφέρουν τα πτώματα των εχθρών τους στο μέρος που θα τα έκαιγαν έξω από την πόλη. Οι Ιππότες ήταν μαζεμένοι σε μια πλευρά και συζητούσαν. Ο νεαρός ευγενής δεν μπορούσε να νιώσει ανακούφιση για την απαλλαγή της πόλης του από την τυραννία του δικαστή που είχε αποδειχθεί πως ήταν ένας σκοτεινός μάγος ή για την δική του διάσωση. Η αγαπημένη του ήταν στα χέρια ενός μισητού εχθρού, τι θα της έκανε άραγε; Ίσως να ήταν ήδη νεκρή. Αυτή η σκέψη έστειλε ένα ρίγος να διατρέξει την σπονδυλική του στήλη.

Είδε έναν από τους Ιππότες να αφήνει τους συντρόφους του και να πηγαίνει προς το σημείο που είχε τελευταία σταθεί ο μάγος. Στο σημείο αυτό πεσμένη στα γόνατα έκλαιγε η κοπέλα που είχε συμπαρασταθεί στη Φιντέλια όταν παρακολουθούσαν την παραλίγο εκτέλεσή του. Ο Ιππότης την πλησίασε και την ανασήκωσε ευγενικά. Της είπε κάτι χαμηλόφωνα και εκείνη ένευσε. Μετά απομακρύνθηκε, ο Ιππότης γονάτισε στο ένα γόνατο και ακούμπησε το χέρι του στο έδαφος. Ο Ροδόλφος αναρωτήθηκε τι έκανε αλλά ήξερε – το είχε ζήσει εξάλλου – πως διέθεταν δυνάμεις πέρα από εκείνες των απλών ανθρώπων. Ο Ιππότης έκλεισε τα μάτια του και φάνηκε να συγκεντρώνεται. Ύστερα σηκώθηκε και πήγε στην εξέδρα. Στάθηκε εκεί με τα μάτια και πάλι κλειστά.

-Ξέρω που πήγε, είπε μετά, και ξέρω τι έκανε στον Ραμίρ.

Ο Ροβέρτος της Αβέρν στάθηκε κάτω από το πλούσιο φύλλωμα ενός δένδρου και κοίταξε γύρω του. Κανείς δεν βρισκόταν κοντά του, άνθρωπος ή πνεύμα. Συγκεντρώθηκε στην προσπάθειά του να στείλει τη σκέψη του πέρα από τους περιορισμούς του χρόνου και του τόπου. Το άλσος γύρω του άρχισε να χάνει την συμπαγή υπόστασή του σαν ύλη και να χάνεται. Αν και ο Ροβέρτος δεν είχε κάνει ούτε ένα βήμα και το σώμα του βρισκόταν ακόμα εκεί, το πνεύμα του ταξίδευε μακριά προσπαθώντας να αγγίξει τη συνείδηση του φίλου και συμπολεμιστή του.

«Δεν μπορώ να νιώσω την παρουσία του Ραμίρ σ' αυτόν τον κόσμο. Είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ.»

«Είναι σαν να μην υπήρξε από μιας πλευράς, ο Μπαγκράς του στέρησε τη μνήμη και τις δυνάμεις του.»

Ήταν δυνατό; Και αν ναι πως θα μπορούσε να βρει τον Ραμίρ σε αυτήν την πόλη των εκατομμυρίων κατοίκων; Τι θα έκανε; Θα έψαχνε τους δρόμους και τα κτίσματα; Ήταν αδύνατον.

«Οι δυνάμεις μας είναι εγγενείς, πως μπόρεσε να πετύχει κάτι τέτοιο;»

«Δεν είχε ξαναγίνει και για να το πετύχει έχει υφάνει τη γητεία στην ίδια του την ύπαρξη και αυτό είναι ένα λάθος που θα του κοστίσει, μπορώ να τον αισθανθώ όπου και αν πάει. Θα τον βρω και θα τον σκοτώσω. Μην εγκαταλείψεις τον Ραμίρ, είσαι η μόνη του ελπίδα.»

«Δεν θα τον εγκαταλείψω ποτέ, αυτό είναι σίγουρο.»

Η ψυχική επαφή διακόπηκε. Ο Ροβέρτος αισθάνθηκε ότι την είχε διακόψει ο φίλος του. Αν το είχε κάνει γιατί ήταν δύσκολη η μακρόχρονη διατήρησή της ανάμεσα σε κόσμους ή αν κάποιος εξωτερικός περισπασμός τον είχε αναγκάσει να το κάνει, ίσως είχε δεχθεί κάποια επίθεση, δεν μπορούσε να το ξέρει.

Συνειδητοποίησε ότι δεν του είχε πει για τις δυο Ψυχές του Δαίμονα που είχε εξοντώσει και τη σημασία της παρουσίας τους εδώ. Δεν είχε σημασία τώρα, ήταν ακόμα ένα πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσει. Άρχισε και πάλι να κατεβαίνει προς την πόλη. Γρήγορα όμως σταμάτησε, σκιές κινούνταν στο μονοπάτι μπροστά του.


Ο Ραμίρ ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει τους επερχόμενους αστυνομικούς, το χέρι του πήγε στη λαβή της σπάθας του. Δεν ήξερε το πως συνέβαινε αυτό αλλά είχε αποδειχθεί ότι ήξερε να τη χειριστεί πολύ καλά. Δεν πρόλαβε να την ξεθηκαρώσει, ένα χέρι γλίστρησε μέσα στο δικό του και μια φωνή τον παρότρυνε.

-Τρέξε.

Η κοπέλα που είχε βοηθήσει τον κοίταζε με αγωνία. Ο Ραμίρ της ανταπέδωσε το βλέμμα και μετά κοίταξε και πάλι τους αστυνομικούς. Το προαίσθημα του κινδύνου που από νωρίτερα ένιωθε παρέμενε. Αλλά που βρισκόταν ο κίνδυνος; Στους επερχόμενους άνδρες ή σε αυτήν την άγνωστη κοπέλα με τα επίσης άγνωστα κίνητρα; Μπορούσε να την εμπιστευτεί;

«Όταν ο δρόμος σου δεν είναι ξεκάθαρος εμπιστέψου το ένστικτό σου, δεν θα σε γελάσει.»

Δεν θυμόταν ποιος του το είχε πει αυτό, ούτε σε ποια περίσταση, η φράση είχε ξεπηδήσει ξαφνικά, από το πουθενά στο μυαλό του. Είχε όμως την οικεία αίσθηση της συμβουλής από κάποιον που εμπιστευόταν και αποφάσισε να την ακολουθήσει.

-Που μπορούμε να πάμε; ρώτησε την κοπέλα.

Εκείνη δεν απάντησε αλλά άρχισε να τρέχει και ο Ραμίρ την ακολούθησε. Έτρεχαν σε μικρά δρομάκια ακόμα πιο μικρά και άθλια από αυτά που είχε ήδη διασχίσει εκείνος στην περιπλάνησή του. Οι κραυγές των αστυνομικών και των αστέγων που είχαν αποδράσει από το φορτηγό μαζί με το Ραμίρ χάθηκαν πίσω. Οι δυο τους είχαν καταφέρει να διαφύγουν της προσοχής των αστυνομικών και δεν τους καταδίωκαν πια.

Η κοπέλα στάθηκε σε ένα μικρό στενό δρόμο γεμάτο σκουπίδια. Ακούμπησε στον τοίχο ενός ψηλού κτιρίου και πήρα βαθιά ανάσα ενώ η βροχή εξακολουθούσε να τη μουσκεύει. Είχε λαχανιάσει και τον κοίταξε με έκπληξη καθώς εκείνος δεν έδειχνε σημάδια κόπωσης.

-Με λένε Γιαρμίλα, είπε, σ' ευχαριστώ. Αν με συνελάμβαναν θα πήγαινα γραμμή για απέλαση.

-Δεν θα ήταν καλό αυτό; τη ρώτησε.

-Μου κάνεις πλάκα έτσι; είπε η κοπέλα.

Ο Ραμίρ δεν απάντησε. Το συναίσθημα του κινδύνου είχε γίνει τόσο έντονο που ένιωθε να τον πνίγει. Κοίταξε γύρω αλλά δεν είδε κάτι. Τώρα ακούγονταν κάτι αλλόκοτοι ήχοι που εκείνος δεν είχε ξανακούσει αλλά η Γιαρμίλα δεν δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει.

-Περιπολικά, να πάρει!

Προχώρησε προς την είσοδο ενός κοντινού κτιρίου που είχε δει και καλύτερες μέρες, η πόρτα είχε ρημαχτεί από χτυπήματα και παρουσίαζε ένα άθλιο θέαμα βαμμένη και ξαναβαμμένη με φτηνό χρώμα. Τα τζάμια γύρω ήταν όλα σπασμένα. Έσπρωξε την πόρτα που άνοιξε αμέσως και μετά στράφηκε στον Ραμίρ.

-Δεν θες να σε πιάσουν, πίστεψέ με.

-Θα τα καταφέρω, είπε ο Ραμίρ και προχώρησε προς την άλλη άκρη του δρόμου. Το χέρι του είχε πάει ήδη στη λαβή της σπάθας του.

Η Γιαρμίλα τον κοίταξε για μια στιγμή.

-Έλα μαζί μου, είπε μετά.

-Ίσως είναι επικίνδυνο για' σένα, είπε ο Ιππότης ειλικρινά. Νιώθω ότι κινδυνεύω και αυτό μπορεί να σημαίνει ότι κινδυνεύεις και' συ. Δεν θα ήθελα να συμβεί κάτι τέτοιο.

Ένα δέσιμο μαγείας διαλύθηκε στο σκοτάδι. Κάπου μακριά ο Μπαγκράς ούρλιαξε με ανήμπορη λύσσα.

Η Γιαρμίλα άκουσε ένα περιπολικό να σταματάει στην άκρη του δρόμου και ποδοβολητό ανδρικών βημάτων που πλησίαζαν.

-Έλα γρήγορα, είπε.

Ο Ραμίρ την ακολούθησε στο κτίριο, το πάτωμα ήταν μάλλον μαρμάρινο, βρωμιά δεκαετιών το είχε καλύψει ολοκληρωτικά και αμετάκλητα. Τον οδήγησε σε μια σκάλα και κατέβηκαν σε ένα πηχτό σκοτάδι. Η Γιαρμίλα στάθηκε και μετά από μερικές στιγμές ένα ορθογώνιο φωτός εμφανίστηκε, είχε ανοίξει μια πόρτα. Του ένευσε να την ακολουθήσει και βρέθηκε σε ένα μικρό δωμάτιο. Οι τοίχοι είχαν το χρώμα του τσιμέντου μιας και δεν είχαν ποτέ βαφτεί από όσο μπορούσε να δει από τα μέρη που ήταν ακάλυπτοι. Στους τοίχους και στο πάτωμα ήταν απλωμένα φθαρμένα χαλιά και κιλίμια. Τα λίγα έπιπλα ήταν φτιαγμένα από μελαμίνη ή και απλό κόντρα πλακέ.

-Καλώς ήρθες στο φτωχικό μου, είπε η κοπέλα.

-Είθε ο Θεός να δίνει την ευλογία Του στους κατοίκους του, απάντησε ο Ραμίρ χρησιμοποιώντας έναν παραδοσιακό χαιρετισμό των Ιπποτών. Η Γιαρμίλα τον κοίταξε με περιέργεια μιας και δεν είχε ακούσει κάτι τέτοιο. Τράβηξε από πάνω της το βρεγμένο μπλουζάκι της αποκαλύπτοντας το λεπτό σώμα της και είδε τον Ραμίρ να γυρίζει ευγενικά αλλού το βλέμμα του. Σίγουρα αυτός ο άνδρας δεν ήταν όπως οι άλλοι που είχε συναντήσει.

Ο ένας τοίχος και η οροφή του μικρού διαμερίσματος ήταν καλυμμένος από τους σωλήνες της κεντρικής θέρμανσης του κτιρίου κάτι που το έκανε να δείχνει ακόμα πιο μικρό αλλά το κρατούσε τουλάχιστον ζεστό. Ο Ραμίρ κάθισε σε μια καρέκλα ενώ η οικοδέσποινά του περνούσε στο μπάνιο που ήταν το μόνο άλλο δωμάτιο για να αλλάξει τα υπόλοιπα ρούχα της. Την προσοχή του τράβηξε μια παλιά παιδική κούνια στερεωμένη σε κασόνια. Πλησίασε και είδε μέσα ένα κοριτσάκι γύρω στα τρία να κοιμάται. Ασυναίσθητα άπλωσε το χέρι του να χαϊδέψει το κεφάλι με τις ξανθιές μπούκλες.

Ένα δεύτερο μαγικό δέσιμο διαλύθηκε σαν μην είχε υπάρξει ποτέ.

-Η αδερφή μου η Κατερίνα, Κάτκα χαϊδευτικά. Δεν θυμάται τη μητέρα μας, με λέει μαμά.

Ο Ραμίρ γύρισε και κοίταξε την Γιαρμίλα. τυλιγμένη σε μια ρόμπα, με τα καστανά μαλλιά της απλωμένα να στεγνώσουν έδειχνε ακόμα πιο μικρή και ευάλωτη. Το χλωμό πρόσωπό της έκανε τα μάτια της να δείχνουν πιο μεγάλα αλλά και τρομαγμένα, ειδικά τώρα που είχε αφαιρέσει το μακιγιάζ της.

-Είσαστε μόνες στον κόσμο;

-Ναι, είπε η κοπέλα.

Ο Ραμίρ ένευσε και κοίταξε το κοριτσάκι που κοιμόταν. Ύστερα ύψωσε τα μάτια προς την οροφή, στο ισόγειο ακούγονταν βήματα και φωνές. Με το χέρι του στη λαβή της σπάθας προχώρησε προς την πόρτα.

-Καλύτερα να μην με βρουν εδώ, είπε. Μην βρεθείς και' συ μπλεγμένη.

Η Γιαρμίλα κούνησε το κεφάλι της.

-Είμαι μπλεγμένη, δεν έχω χαρτιά. Θα το ρισκάρω. Ίσως να μην κατέβουν εδώ.

Άκουγαν ωστόσο τους αστυνομικούς να χτυπάνε πόρτες και να ζητάνε τα χαρτιά κάποιων με τη συνηθισμένη τους «λεπτότητα,» φασαρία που ήταν αρκετή για να ξυπνήσει τη μικρή Κάτκα. Η Γιαρμίλα έσπευσε να ησυχάσει το κοριτσάκι και να το ξαναβάλει για ύπνο ενώ ο Ραμίρ παρέμεινε κοντά στην πόρτα.


Δεν ήξερε πόσοι ή ποιοι ήταν αλλά η ενέδρα τους δεν ήταν καλοστημένη και εκείνος δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι θα ήταν σε θέση να την εξουδετερώσει. Προχώρησε σαν να μην είχε αντιληφθεί τίποτα έτοιμος όμως για μια αστραπιαία αντίδραση όταν θα εκδηλωνόταν η επίθεση.

Ένα χέρι τυλίχτηκε γύρω από το λαιμό του και μια φωνή είπε στο αυτί του:

-Ρίξε στο χώμα το πορτοφόλι σου, το κινητό και ό,τι χρυσαφικό φοράς.

Ο Ροβέρτος δεν μπορούσε να τον δει αλλά σίγουρα μπορούσε να τον μυρίσει, μια αποφορά απλυσιάς και ποτού, και μπορούσε να τον αισθανθεί. Δεν χρειαζόταν τίποτα άλλο. Τίναξε το κεφάλι του βίαια πίσω και ανταμείφθηκε με τον υγρό ήχο του τσακίσματος μιας μύτης. Το σφίξιμο στο λαιμό του χαλάρωσε επιτρέποντάς του να γυρίσει και να χτυπήσει τον αντίπαλό του με τον ίδιο τρόπο και το ίδιο αποτέλεσμα που είχε νωρίτερα στον Γολιάθ. Αντιμετώπισε και τους συνεργούς του αντιπάλου του με γυμνά χέρια αλλά θανάσιμα αποτελέσματα. Οι κινήσεις του, γρήγορες σαν την αστραπή και θανάσιμες, ήταν πολύ περισσότερο απ' ό,τι οι κακοποιοί ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν.

Συνέχισε το δρόμο του αφήνοντας πίσω του τέσσερα πτώματα. Ήταν μόνο οι πρώτοι από όσους θα σκότωνε σε αυτόν τον κόσμο.

.]]

Continue Reading

You'll Also Like

92.3K 8.5K 24
Έπρεπε να εκτελέσει μια απλή εντολή... Να φέρει πίσω τον πρίγκιπα. Τον δαίμονα που όμοιο του , δεν είχε ξαναδεί κανείς. Κατά πόσο θα τον βρει; Είν...
240K 8.5K 71
"Απλά δεν θέλω να βρίσκεσαι γύρω μου. Μείνε μακριά μου" με κοίταξε με ανέκφραστο βλέμμα και μου γύρισε την πλάτη, ενώ άρχισε να απομακρύνεται από το...
1.3K 67 30
Η Έλενα Παπαδόπουλου αποφασίζει το τελευταίο έτος της σχολής της να εργαστεί σε ένα από τα διασημότερα club της περιοχής. Το πρόβλημα είναι οι γονείς...
233K 10.9K 48
> είπα με την γλυκιά μου φωνή > Πλέον ένιωθα την αναπνοή του στα χείλη μου. > #03 in #love out of 9,93K 22/12/2019 #07 in #έρωτας out of 3,71K 14/09...