Κεφάλαιο Δεύτερο

24 5 6
                                    


Ο Ραμίρ ένιωσε ένα άσχημο προαίσθημα κινδύνου και κοίταξε τριγύρω του. Δεν φαινόταν να έχει αλλάξει κάτι. Γύρω από το βαρέλι με τη φωτιά οι άστεγοι μοιράζονταν ένα μπουκάλι με κάποιο ποτό. Άλλοι έτρωγαν ότι είχαν καταφέρει να βρουν ενώ πολλοί προσπαθούσαν να κοιμηθούν εκμεταλλευόμενοι τη σχετική ζεστασιά που υπήρχε. Η γυναίκα που καθόταν κοντά του θήλαζε το μωρό της.

Δεν υπήρχε κάτι που να δείχνει ανησυχητικό αλλά το προαίσθημα δεν τον άφηνε. Σηκώθηκε και προχώρησε προς την άκρη της υπόγειας διάβασης. Η βροχή είχε σταματήσει τώρα. Ίσως ήταν καλύτερα να προχωρήσει μιας και ένιωθε ότι κινδύνευε. Τον πρόλαβε μια κραυγή από την άλλη άκρη της υπόγειας διάβασης.

-Το Αλλοδαπών βγήκε παγανιά! Τρέξτε να κρυφτείτε!

Αμέσως σχεδόν αστυνομικοί όρμησαν μέσα στην διάβαση ντυμένοι με στολές μάχης και οπλισμένοι με ρόπαλα και ασπίδες. Οι άστεγοι δεν είχαν την δύναμη ή τα μέσα για να αντιτάξουν την οποιαδήποτε αντίσταση και γρήγορα βγήκαν από το υπόγειο καταφύγιό τους μαζεμένοι σε μια στρυμωγμένη ομάδα που φορτώθηκε σε ένα από τα ειδικά φορτηγά της αστυνομίας. Ο Ραμίρ δεν είχε προβάλλει αντίσταση, θα ήταν μάταιο να το κάνει με τόσους αντιπάλους. Έψαχνε ωστόσο την ευκαιρία για να αποδράσει, το συναίσθημα κινδύνου είχε τώρα γίνει πιο έντονο.

Στριμωγμένος ανάμεσα σε άλλους άστεγους παρακολουθούσε τις κινήσεις των αστυνομικών που είχαν απλωθεί στην γύρω περιοχή για να κάνουν και άλλες συλλήψεις. Γύρω από το φορτηγό είχαν μείνει λίγοι. Ένας αστυνομικός πλησίασε σέρνοντας από το χέρι μια κοπέλα. εκείνη αντιστεκόταν όσο μπορούσε με αποτέλεσμα να σηκώσει το ρόπαλο του και να το κατεβάσει με βία στην πλάτη της. Η κοπέλα σωριάστηκε στο υγρό και βρώμικο οδόστρωμα σφαδάζοντας από τον πόνο. Ο αστυνομικός ύψωσε και πάλι το όπλο του να χτυπήσει και ο Ραμίρ αντέδρασε ενστικτωδώς, ύψωσε το χέρι του προς το μέρος του.

Το κατέβασε σαστισμένος, γιατί είχε κάνει μια τέτοια κίνηση; Τι θα μπορούσε να κάνει από μια τέτοια απόσταση; Ο αστυνομικός ξαναχτύπησε την κοπέλα και η οργή κυρίευσε τον Ραμίρ. Ξεθηκάρωσε τη σπάθα, που είχε κρατήσει κρυμμένη στο μανδύα του από τους αστυνομικούς, και την κατέβασε με βία στην κλειδαριά της πόρτας τσακίζοντάς την. Κλώτσησε την πόρτα που άνοιξε διάπλατα και πήδηξε έξω. Οι αστυνομικοί αιφνιδιάσθηκαν απολύτως και όταν επιτέθηκαν στο Ραμίρ ήταν έτοιμος να τους αντιμετωπίσει. Η σπάθα διέγραψε έναν ευρύ κύκλο διαλύοντας όπλα και ασπίδες και τρέποντας σε φυγή τους αστυνομικούς. Ο Ραμίρ προχώρησε προς τον αστυνομικό που χτυπούσε την κοπέλα, εκείνος βλέποντας τον να έρχεται προς το μέρος του με υψωμένη τη σπάθα σαν άγγελος εκδικητής έπεσε στα γόνατα πετώντας το ρόπαλό του.

Οι Ταξιδιώτες Των ΚόσμωνWhere stories live. Discover now