Dance in the rhythm of love

By maria-nc

8.7K 853 151

Ένα παρελθόν γεμάτο μυστικά, μια ζωή πολυτελείας, ένας άντρας χωρίς όνειρα και προοπτικές. Έχει όσα το μυαλό... More

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Kεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Kεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Kεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20

Κεφάλαιο 2

785 71 36
By maria-nc

ΈΡΙΔΑ

        ΧΤΥΠΗΣΑ με δύναμη το καταραμένο ξυπνητήρι όταν είχα πλέον ξυπνήσει για τα καλά. Κοίταξα την ώρα και ήταν μόλις εφτά το πρωί οπόταν είχα στην διάθεση μου ακόμη τρεις ώρες...αλλά για στάσου. Μου είχε πει ότι πρέπει να πάω δύο ώρες νωρίτερα ή ήταν της φαντασίας μου;

Χριστέ και Παναγιά όχι δεν ήταν στην φαντασία μου!

Τράβηξα απότομα τα σεντόνια από πάνω μου και έτρεξα σβέλτα προς την τουαλέτα. Αντικρίζοντας το χάλι στο οποίο είχαν βρεθεί τα μαλλιά μου πασαλειμμένα με την μάσκα προσώπου ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Χωρίς δεύτερη σκέψη άνοιξα το νερό με σκοπό ένα πολύ γρήγορο ντους. Όχι δεν θα πήγαινα με μαύρα χάλια στην δουλειά... τουλάχιστον όχι σήμερα που θα ερχόντουσαν καλεσμένοι το απόγευμα. Πιο συγκεκριμένα δεκάδες σέξι άνδρες με πολλά λεφτά έτοιμα να ξοδευτούν σε ρούχα, μακιγιάζ, τακούνια, φαγητό και πολλά άλλα που δεν θα αρνιόμουνα καθόλου να δεχτώ από αυτούς. Μπήκα γρήγορα στο μπάνιο και μέχρι να βγω είχε κιόλας γίνει 7:25.

Έβρισα το αφεντικό μου και τις δύο έξτρα ώρες που μου είχε βάλει, ειδικά σήμερα, χωρίς έξτρα πληρωμή και φόρεσα ένα στενό παντελόνι σε συνδυασμό με μια άσπρη αμάνικη φανέλα. Ούτως ή άλλως δεν με ένοιαζε τόσο τι φορούσα στην δουλειά αφού η στολή με το όνομα μου θα τα έκρυβε όλα το μόνο σίγουρο. Φόρεσα τα παλιά μου άσπρα παπούτσια και έφτιαξα μια φρυγανιά για τον δρόμο. Κλείδωσα το διαμέρισμα μου προχωρώντας με γοργά βήματα προς το ασανσέρ.

«Καλημέρα κορίτσι μου, γιατί τόσο πρωινή;» άκουσα την γριούλα που έμενε στον όροφο μου και ταυτόχρονα το μόνο ανθρώπινο ον που συμπαθούσα σε αυτή την πολυκατοικία, λίγο πριν κλείσει το ασανσέρ.

«Δουλειά Κυρία Αυγή μου. Δουλειά!» Αναφώνησα δαγκώνοντας την φρυγανιά μου. Την χαιρέτισα από το ασανσέρ καθώς έκλεινε η πόρτα και χαρούμενη με αυτό το ξύπνησα άρχισα να με παρατηρώ στον καθρέφτη μέχρι να σταματήσει ο ανελκυστήρας. Όταν άκουσα τον χαρακτηριστικό ήχο αναπήδησα όρθια αφού είχα μείνει αποσβολωμένη στον καθρέφτη για την εμφάνιση μου. Βγήκα έξω και άρχισα το καθημερινό μου περπάτημα μέχρι το εστιατόριο.

«Σου είπα δύο ώρες νωρίτερα και ήρθες εδώ 8:15; Είσαι απαράδεχτη! Ξέρεις τι θα μπορούσες να κάνεις μέσα σε δεκαπέντε λεπτά;!» Ακόμη δεν είχα έρθει και είχε αρχίσει τα εκνευριστικά κηρύγματα του φλυαρώντας δίχως σταματημό. Μην μιλάς γέρο τσιγκούνη αλλιώς θα σου σπάσω τη μούρη, δηλαδή είχε πλέον ξεπεράσει τα όρια κάθε ανθρώπου στην γκρίνια. Βασικά εξαφανίσου. Από προσώπου γης. Θα ήμασταν όλοι πολύ χαρούμενοι.

«Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς έρχομαι με τα πόδια στην δουλειά ξέρεις!» είπα πλέον αγανακτισμένη από την συμπεριφορά του. Είχε φτάσει σε σημείο να με κάνει να σκεφτώ για δολοφονία. Σκέφτομαι όμως τα χρόνια που θα σπαταλήσω στην φυλακή αν κάνω το οτιδήποτε εκτός και αν κρύψω πολύ καλά το πτώμα και την βγάλω καθαρή. Από αυτή τη μεριά να κοιμάσαι.

Αγνόησα το ανόητο υποσυνείδητο μου και το αφεντικό που ακόμη φλυαρούσε στα αυτιά μου βάζοντας τα ακουστικά πάλι ξανά στα αυτιά μου.

«Παίζεις με την τύχη σου» έτριξε μέσα από τα δόντια του και άρπαξε το κινητό μαζί με τα ακουστικά ρίχνοντας το δέκα μέτρα μακριά. Το έβλεπα να πέφτει στο πάτωμα και έκλεισα στιγμιαία τα μάτια μου, παίρνοντας βαθιά ανάσα.

Δεν.
Έπρεπε.
Να.
Το.
Κάνεις.
Αυτό.
Μπάσταρδε.

Τον κοίταξα κοκκινισμένη από τα νεύρα βαθιά στα μάτια όσο δεν τον είχα ξανακοιτάξει ποτέ. Αυτή τη στιγμή δεν ήθελε να ξέρει πως φανταζόμουν την δολοφονία του. Θα σε σκοτώσω. Βασικά όχι δεν θα σε σκοτώσω θα σε βασανίζω για ασταμάτητες ώρες μέχρι να πέσεις στα γόνατα να με εκλιπαρείς για να δείξω λίγο έλεος. Θα κάνεις αυτό που λάτρευες να βλέπεις εμένα να κάνω. Μέτρησα αργά μέχρι το δέκα με κλειστά μάτια και τον ξανακοίταξα ακόμη πιο φουντωμένη.

«Φέρε μου τώρα το κινητό και να παρακαλείς τον Θεό να μην έχει σπάσει περισσότερο από ότι ήταν αλλιώς αύριο κιόλας θα βάλω μπρος τον δικηγόρο μου για μια περιποιημένη μήνυση για όσα μου έχεις κάνει ΚΑΙ για τον μισθό που ακόμη δεν έχω δει» είπα όσο πιο ψύχραιμα μπορούσα με σταυρωμένα χέρια. Δεν με είχε ξαναδεί ποτέ έτσι.. ναι αφού πάντα εγώ ήμουν το θύμα και υπάκουα, μαλάκα.

«ΤΩΡΑ!» φώναξα αφού δεν έλεγε να κάνει την παραμικρή κίνηση. Άθλιε.

Τον είδα να κατευθύνεται προς το κινητό μιλώντας μέσα από τα δόντια του κάνοντας με να γελάσω αχνά. Δύο χρόνια περίμενα αυτή την στιγμή και ας απολυθώ τώρα που το έζησα!

Έσκυψε και πήρε στα χέρια του το κινητό παρατηρώντας το, φοβούμενος για την επόμενη μου κίνηση. Ήρθε και άφησε το - καθαρό σαν κωλαράκι του μωρού - κινητό μου στο ταμείο ακριβώς μπροστά μου και έφυγε κατευθυνόμενος προς το γραφείο του βροντώντας πίσω του την πόρτα. Δικαιολογία έψαχνα, σπασμένο είναι ούτως ή άλλως αλλά σήμερα φαίνεται να είναι μια πολύ καλή μέρα!

«Έτσι πρέπει» σιγοψιθύρισα ικανοποιημένη από το αποτέλεσμα της πράξης μου.

Είχα απορροφηθεί τόσο στην διακόσμηση του χώρου που τόση ώρα δεν άκουγα το αφεντικό να μου λέει ότι έρχονται από στιγμή σε στιγμή και έπρεπε να βιαστώ.

«Επιτέλους τελείωσα το αριστούργημα μου!» είπα περισσότερο στον εαυτό μου βλέποντας τις μεγάλες ανθοδέσμες στην μέση του τραπεζιού. Έκανα μια αργή στροφή βλέποντας ότι είχα φτιάξει και θαυμάζοντας το τελικό αποτέλεσμα. Τα τραπέζια είχαν πάνω καινούργια άσπρα τραπεζομάντιλα που στην άκρη του υπήρχε μόνο δαντέλα με ασήμι. Οι καρέκλες είχαν αντικατασταθεί με τις ανοιχτής απόχρωσης καφέ μοντέρνες που είχαμε σε περίπτωση ανακαίνισης ή μιας παρόμοιας κατάστασης σαν αυτή στην αποθήκη. Το ταμείο το είχα αφήσει όπως ήταν, δεν ήθελα κανείς να το αγγίζει. Παραλίγο να ξεχάσω την τελευταία πινελιά έτσι γρήγορα έβαλα την απαραίτητη ποσότητα ξύλων στο τζάκι και το άναψα αφήνοντας μια ιδιαίτερα ευχάριστη ατμόσφαιρα στον χώρο. Ήταν ότι έπρεπε μιας και ήταν ακόμη Οκτώβρης και επικρατούσε παντού παγωνιά.

Ευτυχώς σήμερα θα ήταν μόνο οι συγκεκριμένοι προσκεκλημένοι αφού τόσο πλούσιοι ήταν για να κλείσουν ολόκληρο μαγαζί για αυτούς. Τώρα που το σκέφτομαι ο γέρο τσιγκούνης θα ζήτησε μια περιουσία για αυτό. Κατά τα άλλα συνεχίζει με την φράση Το μαγαζί πηγαίνει κατά διαόλου και περιμένεις να σε πληρώσω κιόλας; Ας έκανες καλά την δουλειά σου.

Σημείωσα στο βάθος του κεφαλιού μου να του κάνω ένα γερό κήρυγμα αφού είχα δει από το μεγάλο παράθυρο ένα μαύρο Ρέιντζ Ρόβερ να παρκάρει στο πάρκινγκ του εστιατορίου.

Ας αρχίσει το γλέντι.

Φόρεσα την επίσημη μου ποδιά και εμφάνισα ένα μειδίαμα στο πρόσωπο μου. Γιατί όπως λέει το αφεντικό.. χαμόγελο πάνω από όλα και ευγένεια προς τους πελάτες μας!

Στο βάθος είδα έναν ψηλό μελαχρινό άντρα γύρω στο 1,85 φορώντας ένα μαύρο δερμάτινο σακάκι , μαύρο πουκάμισο και μαύρο παπιγιόν! Μην ξεχνάμε και τα μαύρα γυαλιά. Με πλησίασε αρκετά βγάζοντας τα γυαλιά και τότε ήταν που είχα μείνει άναυδη.

«Καλησπέρα...» ανέδειξε χαμογελώντας άτονα το – δίχως ατέλεια – χαμόγελο του. Μέτρησα μέσα σε χρόνο μηδέν μέχρι το δέκα για να μπορέσω να του απαντήσω πίσω ανάλογα.

«Καλώς ήρθατε στο Ντε λα Φράνκο πως θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω κύριε;»
Γιατί έκανα αυτήν την ηλίθια ερώτηση;! Μόνο συγκεκριμένοι προσκεκλημένοι θα έρχονταν! Σκατά τα έκανες πάλι Έριδα! Γέλασε λες και με κορόιδευε ενώ ακολούθως κρέμασε τα γυαλιά του στο πουκάμισο του.

«Παρακαλώ καθίστε, θα θέλατε κάτι ιδιαίτερο μέχρι την άφιξη των υπολοίπων;» δεν μπορούσε να πει, ξεχείλιζα από ευγένεια σε σημείο να μην αναγνωρίζω αν όντως είμαι εγώ η το καλό υποσυνείδητο μου και βγήκε στην επιφάνεια. Κούνησε απλά το χέρι του ως ένδειξη ότι δεν θέλει τίποτα και για να φύγω όσο πιο γρήγορα μπορούσα από δίπλα του γιατί δεν με συμπαθούσε.

ΤΙ. ΚΟΠΑΝΟΣ. ΘΕΕ. ΜΟΥ.

Έφυγα σιωπηλά πριν αρχίσω να τσιρίζω και να ωρύομαι σπάζοντας πιάτα τα οποία μετά θα αναγκαζόμουν να πληρώσω σαν αποζημίωση και κατευθύνθηκα στην θέση που ήμουνα και πριν. Δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνιση τους αμέτρητοι κουστουμαρισμένοι νέοι και καυτοί άνθρωποι αλλά ταυτοχρόνως και γέροι με το χρυσό δόντι να κάνει την εμφάνιση του στα μπροστινά δόντια. Με τέτοιους γέρους στην κοινωνία πως να μην γελούσα ασταμάτητα; Εντάξει τα συγκρατώ όμως δεν λέω.

«Ετοίμασε την σπεσιαλιτέ του σεφ μας για όλους» μου ψιθύρισε το αφεντικό. Έκανα μια κίνηση να οδεύσω προς την κουζίνα αλλά με σταμάτησε πιάνοντας μου το χέρι.

«Πρώτα όμως ρώτησε τους τι θα πιούν» δήλωσε λες και ξέχασα το πιο σημαντικό πράγμα στον πλανήτη. Έγνεψα καταφατικά, φόρεσα το καλύτερο μου χαμόγελο και βάδισα προς το μεγάλο εκείνο τραπέζι. Στάθηκα μπροστά τους με το μπλοκ σημειώσεων και τη φούξια μου πένα αλλά κανείς τους δεν μου έδωσε σημασία και συνέχισαν να μιλάνε για ηλίθια θέματα που δεν είχα ξανακούσει ποτέ πριν στην ζωή μου.

Έβηξα δυνατά και είπα «Συγνώμη» τραβώντας όλα τα βλέμματα προς εμένα.

«Θα θέλατε κάτι να πιείτε;» είπα και ετοιμάστηκα να γράψω την παραγγελία τους. Ουδέν απάντηση όμως.. τους ξανακοίταξα όλους περιμένοντας μια απάντηση έπειτα έστρεψα το βλέμμα μου ακούσια προς τον νεαρό που είχε έρθει πρώτος.

Διόρθωση - προς τον κόπανο νεαρό που είχε έρθει πρώτος -

«Το ακριβότερο κρασί που έχετε» κοίταξα επίμονα τον άντρα που απάντησε. Έγραψα την παραγγελία και χωρίς να πω το παραμικρό έφυγα με γοργά βήματα.

«Θέλουν το πιο ακριβό μας κρασί δήλωσα» στο αφεντικό μου. Γούρλωσε τα μάτια του λέγοντας «Τι;! Μα κάνει μια ολόκληρη περιουσία!» φώναξε κατενθουσιασμένος. Ανασήκωσα τους ώμους μου χωρίς να με νοιάζει και προχώρησα προς την κουζίνα.

«Παύλο! Τελειώνει η σπεσιαλιτέ;» χαμογέλασα στον νεαρό μάγειρα και ακούμπησα τους αγκώνες μου στον πάγκο της κουζίνας παρακολουθώντας τον να διακοσμεί τα πιάτα που είχε φτιάξει ο ίδιος.

«Πριν καν προλάβετε να πείτε την λέξη σπεσιαλιτέ θα είναι έτοιμα δεσποινίς μου!» είπε έμπλεος ενθουσιασμού κάνοντας με να γελάσω αμυδρά.

«Βούαλα!» φώναξε στα γαλλικά δείχνοντας τα πιάτα που είχε ετοιμάσει, «Τώρα μπορείς να τα σερβίρεις στους τυχερούς που θα έχουν τη τιμή να δοκιμάσουν την σπεσιαλιτέ μου!» γέλασα χτυπώντας τον φιλικά στον ώμο στερεώνοντας πέντε πιάτα στα χέρια μου. Άρχισε να με κυριεύει το άγχος καθώς κατευθυνόμουν προς το τραπέζι αλλά με λίγη τύχη τα μετέφερα σώα και αβλαβής. Ξανά πίσω στην κουζίνα στερεώνοντας την ίδιο ποσότητα πιάτων.

«Θες βοήθεια;» είπε λίγο πριν βγω από την κουζίνα ο Παύλος.

«Τα καταφέρνω μην φοβάσαι» και λέγοντας το αυτό μάτιασα τον ίδιο μου τον εαυτό. Σκόνταψα σε ένα καλώδιο όπου είχα ξεχάσει αυτή την φορά ότι υπήρχε ρίχνοντας έτσι κάτω τα πιάτα...για κακή μου τύχη ένα πιάτο είχε βρεθεί στον άγνωστο κόπανο.

«Διάολε...» ψιθύρισε.

Τώρα λοιπόν αρχίζει το μεγάλο "γλέντι"...

Continue Reading

You'll Also Like

15.2K 2K 30
Αλεκατρίδες. Το αμέντι. Το τρίτο βιβλίο της σειράς.
7K 583 33
Λοιπόν από ότι βλέπετε αρχίζουμε. Θέλω να πω ένα ΜΕΓΑΛΟ ευχαριστώ στα παιδιά τα οποία μου έδειξαν τεράστια υποστηρίξει σχετικά με το βιβλίο αυτό! Κα...
160K 12K 33
«Ντάρια δεν γίνεται να με φιλάς.»η φωνή του βγήκε περισσότερο βραχνή από όσο υπολόγιζε και είχε σχεδόν ανατριχιάσει. Τι στον διάολο; «Γιατί;»τα μάτι...
757K 28.6K 45
- Λοιπόν;! ρώτησα με σταυρωμένα χέρια. - Είσαι σίγουρη ρε Αννούλα; ήρθε και στάθηκε απέναντί μου. - Πόσες φορές ακόμη πρέπει να στο πω για να σ...