Πως ΘΑ μπορούσε να είναι

By fayesarrow

4.9K 212 19

Μια μάγισσα και ένας ορθολογιστής, τι μπορεί να πάει στραβά; Au ή και όχι ιστορίες για Θεοφανώ/Αντρέι. Bonus... More

.1.
.2.
.3.
.4.
.5.
.6.
.7.
.8.
.Η μάγισσα και ο ξένος 1.
.Η μάγισσα και ο ξένος 2.
.Η μάγισσα και ο ξένος 3.
.Η μάγισσα και ο ξένος 4.
.Η μάγισσα και ο ξένος 5.
·9· (εναλλακτικό τέλος)

.Η μάγισσα και ο ξένος 6.

211 15 2
By fayesarrow

«Τι ξέρεις για τα ορλωφικά;» την ρωτάει σε ανύποπτο χρόνο, φιλώντας το στεφάνι των μαλλιών της. Είναι ξαπλωμένη στο στήθος του, με το χέρι του τυλιγμένο γύρω της και τα δάχτυλα του να διαγράφουν αφηρημένα σχήματα στο μπράτσο της. Γυρνάει όσο μπορεί το κεφάλι της να τον κοιτάξει.


«Ότι ακούγονταν στον πύργο και στην αγορά. Κυρίως ιστορίες που είπαν στα εγγόνια τους οι άντρες που ήταν εκεί.» Απαντάει. Δεν τον ρωτάει γιατί, αφού ξεκίνησε να μιλάει θα το φτάσει μέχρι το τέλος.


«Τότε ακούγονταν πολύ έντονα, ακόμα και στην Ρωσία, ότι κλάπηκε ένας θησαυρός των τούρκων. Περιλάμβανε φόρους και νομίσματα που έπαιρναν από του έλληνες, τα λάφυρα από πειρατές και τα κουρσέματα τους, αυτά από το δουλεμπόριο όπως επίσης και αρχαία ολόχρυσα αντικείμενα.» Η βραχνή πρωινή του φωνή σε συνδυασμό με τον τρόπο που μιλούσε την ξύπναγε και ταυτόχρονα την ηρεμούσε.


«Ο ένας έριχνε την ευθύνη στον άλλον, ως συνήθως. Και αντί να μιλήσουν και να καταλάβουν αν όντως έχει χαθεί το πλοίο και ταυτόχρονα ο θησαυρός αυτοί το άφηναν να παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις μέχρι που έγινε κάτι σαν μύθος.» Λέει και σταματάει να μιλάει. Η Θεοφανώ γυρίζει στην αγκαλιά του για να μπορεί να τον κοιτάει κανονικά. Το ένα της χέρι να στηρίζει το βάρος της και το άλλο πάνω στο στήθος του με το πηγούνι της να ακουμπάει εκεί. Τα μάτια της να τον ρωτάνε σιωπηλά να συνεχίσει.


Της χαμογελάει, ένα χαμόγελο που ορκίζεται ότι έχει μόνο για αυτήν. Περνάει την μύτη του ξυστά από την δική της και συνεχίζει. «Για λίγο η ιστορία ξεχάστηκε. Πριν έρθω εδώ όμως μας ήρθε φιρμάνι ότι υπάρχουν πάλι κάποιοι που ψάχνουν.»


«Οι Γερακάριδες.» Λέει η Θεοφανώ και αυτός κουνάει καταφατικά το κεφάλι του. «Για αυτό σε έπιασαν. Νόμιζαν ότι ξέρεις. Όπως τα είπε αυτός ο άντρας.» Συνεχίζει.


«Θεός σχωρέστον.» Λέει ο Αντρέι και η Θεοφανώ γελάει.


«Απλά λιποθύμησε!» Του λέει.


«Απλά αναφέρω ότι δεν τον έχω δει από τότε.» Λέει με ένα μικρό γελάκι.


«Ε αι. Εγώ φταίω που πήγα εκεί για να βοηθήσω.» Του λέει και κάνει να σηκωθεί από το κρεβάτι αλλά την τραβάει πάλι πάνω του.


«Δεν θυμάμαι...» λέει και την φιλάει ανάμεσα στα χείλη και στο πηγούνι. «Σου είπα ποτέ ευχαριστώ για αυτό που έκανες;» το στόμα του κατεβαίνει στον λαιμό της και προς τα κάτω, με την Θεοφανώ να τεντώνει το κεφάλι της προς τα πίσω για να του δώσει χώρο.


«Αυτήν την στιγμή δεν μπορώ να θυμηθώ αλλά μια επανάληψη δεν βλάπτει. Εκτός αν ξέρεις που είναι ο θησαυρός και μου κάνεις αυτό το δώρο.» Λέει και τον νιώθει να παγώνει για ένα δευτερόλεπτο από κάτω της.


«Ξέρεις!» Λέει και κάνει να τραβηχτεί αλλά με μια γρήγορη κίνηση την ξαπλώνει στο κρεβάτι και όλα όσα ήθελε να πει πνίγονται στα χείλη του.   

                                            

«Λοιπόν, όπως είπαμε ναι;» Ρωτάει ο Αντρέι ενώ ντύνεται. Η Θεοφανώ κάθεται στην μια άκρη του κρεβατιού και κοιτάει τα ρούχα που είχε ετοιμάσει να φορέσει, στα πόδια του κρεβατιού, να την κοροϊδεύουν.


«Δηλαδή κάθε φορά που θα βγαίνεις για αυτήν την οργάνωση εγώ θα μένω μέσα; Τότε να μένεις και εσύ όταν πηγαίνω να μαζεύω βότανα.» Λέει μουτρωμένα.


Πλησιάζει το κρεβάτι και κάθεται δίπλα της. «Ναι ζωή μου.» Λέει και περνάει το χέρι του στα μαλλιά της. «Γιατί εγώ δεν κινδυνεύω από την ρίγανη που θα μαζεύεις. Αν όμως σε ξαναδεί ο Μάρκος θα ζητήσει εξηγήσεις που δεν έχουμε ακόμα.» Της λέει μαλακά.


Το ξέρει ότι είναι παράλογη και ότι πρέπει να προσέχει αλλά η κλεισούρα δεν της έκανε ποτέ καλό.


«Ναι, πρέπει να το λύσουμε αυτό. Όπως επίσης πρέπει να μου πεις γιατί είναι απαραίτητοι για το σχέδιο σας. Μόνος σου το είπες ότι είναι όλοι άχρηστοι.» Του λέει και χώνεται στη αγκαλιά του.


«Όχι όλοι. Για αυτούς τους δύο-τρείς όμως αξίζει. Είμαστε εντάξει;» την ρωτάει και σηκώνει το κεφάλι της να τον κοιτάξει και να νέψει. «Όμορφα.» της χαμογελάει και φεύγει.


«Μάνα αν έχεις κανένα όραμα να δω τώρα είναι μια καλή ώρα...» παραμιλάει στα ντουβάρια. «Όχι ε;» λέει μετά από λίγο και πέφτει στο μαξιλάρι. 



«Καλώς τον.» Του λέει ο Κοσμάς με το που τον βλέπει.


«Ο Μπακού;» Ρωτάει ο Αντρέι αφού χωρίζονται από την αγκαλιά που έκαναν.


«Τον έχωσε ο Μάρκος σε δουλειές. Μερικές φορές είναι λες και έχει καταλάβει τι κάνουμε και προσπαθεί να μας εμποδίσει.» Λέει ο Κοσμάς και κάθεται πάνω στον βράχο που πριν λίγο κρυβόταν από πίσω του.


«Δεν είναι τόσο έξυπνος Κοσμά.» Απαντάει ο Αντρέι σχεδόν αγανακτισμένα.


«Έμαθα τι πήγε να κάνει. Μου τα είπε...» ξεκινάει να πει ο άντρας αλλά τον διακόπτει.


«Είναι καλά η Θεοφανώ, αυτό έχει σημασία.»


«Πρέπει να το καλύψεις Αντρέι. Μόλις μάθει την αλήθεια δεν θα την αφήσει ήσυχη. Εμπιστέψου με.» Λέει ο Κοσμάς με έγνοια.


«Το ξέρω. Αλλά δεν θέλω να την δεσμεύσω σε κάτι που δεν θέλει. Με αυτόν τον τρόπο είμαι ίδιος...» Ούτε να το πει σκεφτεί δεν μπορεί. Να την φυλακίσει σε έναν γάμο που μπορεί να μην θέλει. Ναι αλλά έτσι σώζεται από την πυρά. Είναι έτοιμος να μπει στον ίδιο λαβύρινθο σκέψεων όπως συμβαίνει σχεδόν κάθε βράδυ πια όταν ο Κοσμάς του προσφέρει τσιγάρο και τον βγάζει από τις σκέψεις του.


«Πάμε στα σημαντικά γιατί πρέπει να γυρίσω σύντομα και μετά κανονίζουμε τον γάμο σου με την αδελφή μου.» Λέει ο Κοσμάς χαριτολογώντας και ο Αντρέι σκάει ένα μικρό χαμόγελο. 



Πίσω στο πανδοχείο η Θεοφανώ έχει καθαρίσει ολόκληρο το δωμάτιο και τώρα κοιτάει καχύποπτα τα χαλιά σκεπτόμενη από πότε έχουν να καθαριστούν. Κάποιος χτυπάει την πόρτα αλλά πριν προλάβει να απαντήσει αυτή ανοίγει διάπλατα με έναν δυνατό κρότο και δυο άντρες μπαίνουν μέσα. Ο ένας ψάχνει το δωμάτιο σαν σίφουνας και ο άλλος την πιάνει από τον λαιμό και την κολλάει στον τοίχο.


«Μόλις συμμάζεψα.» Πάει να πει αλλά το χέρι στον λαιμό της σφίγγει παραπάνω με αποτέλεσμα να μην μπορεί καν να αναπνεύσει.


«Θα μιλάς όταν σου επιτρέπω.» Λέει ο μεγαλόσωμος άντρας που την κρατάει και χαλαρώνει λίγο την λαβή του. «Και τώρα. Που είναι ο Σιντόροφ. Ή ακόμα καλύτερα ο χάρτης.» Η Θεοφανώ καταλαβαίνει για τι πράγμα μιλάει αλλά δεν απαντάει.


«Αν δεν μιλήσεις του αφήνουμε ένα ωραιότατο μήνυμα και σε παίρνουμε μαζί μας. Μια χαρά θα περάσουν τα αγόρια μου μαζί σου.» της λέει χαιρέκακα και ο σύντροφος του γελάει ενώ ανοίγει το μπαούλο του Αντρέι. Κάτι πρέπει να άστραψε στα μάτια της γιατί ξαφνικά τα δικά του γεμίζουν φόβο. Το χέρι της αρπάζει με αφύσικη δύναμη το δικό του και το απομακρύνει από πάνω της. Το λυγίζει και ο άντρας πέφτει στα γόνατα του, μπροστά της, από τον πόνο.


«Λοιπόν ομορφόπαιδο, λέμε τώρα.» Χωρίς να σηκώσει τα μάτια της προσθέτει, «Κάνε ένα βήμα ακόμα και θα βρεθείς χειρότερα από αυτόν.» Λέει στον δεύτερο άντρα που τώρα απλά πάγωσε στην θέση του.


«Δεν ξέρω τι ακριβώς θέλεις τον Αντρέι αλλά δεν θα το πάρεις.» Γυρίζει παραπάνω τον καρπό του και ο άντρας ουρλιάζει από τον πόνο. Ο δεύτερος που έκανε αχούρι το δωμάτιο φεύγει τρέχοντας.


«Από εμένα θα το βρεις-» πάει να πει αλλά ο πόνος τον σταματάει.


«Τς τς τς. Θα μιλάς μόνο όταν σου το επιτρέπω.» επαναλαμβάνει τα λόγια του. Από έξω ακούγεται φασαρία και κάνει το λάθος να σηκώσει το βλέμμα της. Ούτε κατάλαβε πως βρέθηκε με ένα μαχαίρι στην καρωτίδα της. 


«Τώρα κανονικά έπρεπε να σε γυρίσω ζωντανή στους αφεντάδες μου, αλλά ο πειρασμός είναι μεγάλος.» Η λεπίδα κόβει το λεπτό δέρμα και αίμα αρχίζει να στάζει.


«Κρίμα που δεν θα προλάβεις να ολοκληρώσεις το έργο σου.» Ακούγεται μια φωνή. Πολλά πράγματα γίνονται ταυτόχρονα. Τα μάτια του άντρα γεμίζουν σοκ και μετά στραγγίζουν από ζωή. Ήχος από λεπίδα που τραβιέται έξω από το σώμα και η λάμα που μέχρι πριν λίγο απειλούσε τον λαιμό της να πέφτει στο πέτρινο πάτωμα μαζί με τον ιδιοκτήτη της. Τότε είναι που τον βλέπει.


«Αφέντη;» Ρωτάει έκπληκτη.


«Είσαι εντάξει;» Την ρωτάει ο Κανέλλος.


«Ναι, έχω περάσει και χειρότερα. Τι κάνεις... πως βρέθηκες εσύ εδώ;» ρωτάει τώρα που άρχισε να ξεθολώνει η όραση αλλά και το μυαλό της.


«Θεοφανώ!;!;» ακούει τον Αντρέι και δευτερόλεπτα αργότερα τον βλέπει να μπαίνει τρέχοντας στο δωμάτιο. Με το που τον βλέπει τα γόνατα της λυγίζουν. Κάθεται στο πάτωμα, δίπλα στο ακόμα ζεστό σώμα του πρώην επίδοξου δολοφόνου της.


«Είναι καλά.» Ακούει τον Κανέλλο να λέει και μετά ζεστά χέρια, χέρια φωλιά αντί φυλακής τυλίγονται γύρω από το στήθος της. Δεν ξέρει γιατί, ομολογουμένως έχει περάσει πολύ πιο δύσκολες στιγμές από αυτήν, αλλά τώρα κλαίει με λυγμούς.


«Τελείωσε καρδία μου, πέρασε.» Της λέει και την κουνάει μπρος πίσω να την ηρεμήσει λες και είναι μωρό. «Σ' ευχαριστώ πατέρα.» Ακούει τον Αντρέι να λέει καιτον Κανέλλο να απαντάει «Μην το ξαναπείς αυτό.» και μετά όλα μαυρίζουν.             

Continue Reading

You'll Also Like

8.9K 659 25
Σε ένα παράλληλο σύμπαν από αυτό της σειράς "Η Μάγισσα", ο Αντρέι και η Θεοφανώ πρέπει να βρουν μια λύση για να ενώσουν τις οικογένειές τους πριν να...
31M 1.1M 49
"Screw the rules. I want you, Kim Y/N." THIS FIC WAS MADE INTO CLICKBAIT FOR A YOUTUBE VIDEO COMPLAINING ABOUT KOREABOOS LOLLL ITS NOT THAT BAD GIVE...
115K 3.6K 42
"ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΠΟΥΣΤΗ ΛΟΓΟ ΤΟΝ ΑΦΗΣΕΣ ΝΑ ΣΕ ΑΓΓΙΞΕΙ;" μου φωναξε και αρχισε να με πλησιαζει. "Δεν σε αφορα το τι κανω Αρη. ΠΑΡΑΤΑ ΜΕ!" Φωναξα και πηγα να...
1.5K 97 12
Η αγάπη μας μια θάλασσα φορτούνα στην ψυχή, αγάπη μύρια κύματα και όλα απ'την αρχή