ΔΥΣΤΥΧΏΣ ΕΡΩΤΕΎΤΗΚΑ

556 28 4
                                    

Ήταν η Βάσω

- Μα που είναι η τσάντα μου, Κλειώ, Κλειώ μήπως είδες την τσάντα μου;

Είπε καθώς έμπαινε στο δωμάτιο μου.

- Ωχχ, Κλειώ κλαις;

- Απλα κάτι μπήκε στο μάτι μου

- Πες μου τι συμβαίνει;

- Τίποτα πήγαινε την βόλτα σου

- Δεν υπάρχει περίπτωση πάω να πάω στον μάρκο να ανέβει θα κάτσουμε εδώ

Έτσι και έγινε.

- Λοιπόν θα μου πεις;

Αφού της εξήγησα έμεινε με ανοιχτό το στόμα.

- Ηρέμησε αυτοκολλητακι μου, όλα θα φτιάξουν θα δεις, όλα θα πανε καλά :)

- Δύσκολο βασω, νομίζω τον ερωτεύτηκα

- Τι;; όχι δεν μπορεί, μετα από όλα αυτά;

- Έτσι είναι ο έρωτας δεν λογαριάζει τίποτα απολύτως

- Ναι όμως ήξερες ποιον ήταν

Είπε ο Μάρκος.

- Εε; και; σάμπως άλλαξε τίποτα;

- Λοιπόν εγώ λέω να ηρεμήσεις και ν βρεις κάποιον καλύτερο σίγουρα

- Μα εγώ αυτόν θέλω!!

- Κοίτα ίσως αν σε δει με άλλον να ζηλέψει

Είπε ο μαρκος

- Μμμ, μωράκι μου είσαι πανέξυπνος

- Πφφ! Δεν ξερω, λέτε βρε παιδιά;;

- Σίγουρα τραβα να ξεκουραστείς τώρα να ηρεμήσεις

Είπε και εγώ εγνεψα καταφατικά και πήγα. Την άλλη μέρα στην σχολή με πλησίασε ο Γιώργος ενας συμφοιτητης μου που κάθετε 2 θρανία πίσω από εμένα.

- Εμμ γειά!!!

Είπε χαμογελαστός.

- Αα, γεια σου θέλεις κάτι;

- Σε έχω δει εδώ και καιρό που είσαι έτσι απόμακρη και είπα μήπως θα ήθελες να κάνουμε παρέα;

- Δεν ξέρω αν είναι καλή ιδέα

- Καλα πάντως αυτό είναι το τηλέφωνο μου αν θες μπορούμε να βγούμε, θα περιμένω τηλεφώνημα σου

Είπε και έφυγε. Εγώ γύρισα σπίτι και δέχτηκα τελικά να βγούμε. Σήμερα στις 7 αφού σημεοστολιστηκα πήγα σε μια καφετέρια να τον βρω. Και το καλύτερο είναι και ο Ορέστης εκεί με μια τσουλαρα του!

- Καλώς την στις ομορφιές σου

- Σε ευχαριστώ πολύ και εσύ

- Λοιπόν; πως και δέχτηκες να βγούμε;

- Απλα το σκέφτηκα καλύτερα

- Χαίρομαι πολύ

Είπε και παραγγειλαμε καφέδες και αρχίσαμε να πίνουμε.

- Λοιπόν, όλα υπέροχα τι θα κάνεις τις γιορτές;

- Θα κατέβουν οι δικοί μου εσύ;

- Εγώ θα πάω Πάτρα στους δικούς μου

- Αα υπέροχα

Είπα και τότε είδα τον Ορέστη να μας κοίτα δεν έχασα ευκαιρία έτσι άρπαξα τον Γιώργο και τον φίλησα. Μόλις σταματησαμε μου είπε.

- Εμμμ τι ήταν αυτό τώρα;

- Γιατί σε χάλασε; ήθελα απλά να σε φιλήσω

- Μου αρέσει η αποφασιστικοτητα σου, λίγες την έχουν

"έχε χάρη είπα από μέσα μου"

- Λοιπόν δεν πάμε;

- Πάμε!

Είπα και έμπλεξα τα χέρια μου ανάμεσα στα δικά του και φύγαμε. Ο Ορέστης με ακολούθησε αφού φτάσαμε στο σπίτι μου και τον αποχαιρετησα με πλησίασε. Με έπιασε άγαρμπα από το μπράτσο μου.

- Τι νομίζεις ότι κάνεις μου λες;

Φώναζε έξαλλος μέσα στα νεύρα

- Ότι δεν μπορείς να κάνεις εσύ

- Πόσο καιρό γίνεται αυτό;

- Και εσένα τι σε νοιάζει;

Είπα υψονοντας τον τόνο της φωνής μου

- Δεν με νοιάζει απλά είσαι πηγή μολυνσεων με τόσους πολλούς που πας κάθε βράδυ

- Αυτό έπρεπε να το πω εγώ, ξέρεις. Και στο κάτω ενα απλό φιλί ήταν δεν πηδηχτηκα μαζί του.

- Ευτυχώς

Είπε σιγανά.

- Τι είπες;

- Αυτό έλειπε κάθε βράδυ να ανοίγεις τα μπούτια σου και με άλλον, αλλα ξέχασα πως εγώ σου πήρα την παρθενιά, εγώ είχα αυτό το μοναδικό προνόμιο

- Εεε, τι να σου πω ρε αγόρι μου είσαι γελοίος!! Να σε χαίρονται οι γονείς σου

- Λιγα με τους γονείς μου εντάξει;

- Γιατί θα με διώξει από την πόλη ο μπαμπάκας σου; ας το κάνει ευκαιρία είναι να απαλλαγώ από εσένα

- Τι κρίμα αλλα δεν θα απαλλαγείς τόσο εύκολα

- Τι θες άνθρωπε μου επιτέλους από την ζωή μου; πήρες αυτό που ήθελες δίνε του τώρα

- Αυτή είναι η τελευταία σου κουβέντα

- Ναι αυτή οκέι;

- Καλα μικρή αλλα εμείς οι δύο δεν τελειώσαμε να ξέρεις

Από τότε πέρασαν 2 εβδομάδες και πλησιάζουν Χριστούγεννα, έφτασε η μέρα που θα αποχαιρετήσω την Βάσω.

ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΌΛΑ ΞΕΠΈΤΑ CompletedWhere stories live. Discover now