"Δεν είμαστε μαζι" ξεροβηξα

"Κρίμα. Εγώ επιμένω πως ταιριάζετε" πετάχτηκε η Μαρία

"Ναι. Οκευ" απάντησα αδιάφορα και έκατσα σε μια ξαπλώστρα

Καθόμασταν και μιλούσαμε για αρκετή ώρα μέχρι που ηρθε μια κοπέλα να μας πάρει παραγγελία.

"Μας λείψατε ρεε" είπε με παράπονο η Εβελίνα

"Και μας" είπε ο Άλεξ πίνοντας λίγο από τον καφέ του

Κολυμπισαμε για λίγο και μετά αποφασίσαμε να πάμε εμείς σπίτι και οι άλλοι ξενοδοχείο.

Καλύτερα. Δεν είχα και πολύ όρεξη.

"Θα μπεις ή θα μπω" ρωτάει ο Άλεξ καθώς κλείνει την πόρτα.

"Εε;" λέω μπερδεμένα με την έκφραση ξέρετε. Εκείνη του τι στο διάολο λέει αυτός ο μπαγλαμάς.

"Στο μπάνιο λέω. Θα μπεις ή θα μπω;" επαναλαμβάνει

"Εμ θα μπω, θα μπω" είπα και ανέβηκα πάνω.

Μπήκα κάτω από την ντουζιερα και ετριψα καλα καλα το σώμα μου. Τυλίχτηκα με μια πετσέτα και πήγα στο δωμάτιο.

Έβαλα ένα άνετο σορτσάκι και μια οβερσαιζ μπλούζα του Άλεξ. Μυρίζει ωραία ΟΚΕΥ;;

Κατέβηκα κάτω και ο Άλεξ κάτι μαγείρευει aka καίει

"Αχ πάλι θα παραγγείλουμε;" του λεω και γυρνάει και με κοιτάζει περίεργα

"Οχι αφού μαγειρεύω" λέει και ανοίγω τον φούρνο να δω τι σκατα κάνει.

Έχει σε ένα ταψί κάτι ωμά σπαγγέτι τα οποία έχουν μαυρίσει. Τι προσπαθεί να κάνει;

"Ναι το ίδιο λεμε" τον μπέρδεψα περισσότερο.

"ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ. ΤΟ ΈΠΙΑΣΑ. Εμιλυ ξερω να μαγειρεύω" λέει θυμωμένα και κλείνω τον φούρνο.

"Εμυ τι κάνεις;!" Λέει και τον ξανανοίξει

"Τα μακαρόνια τα βράζει ο κόσμος πρώτα. Τέλος πάντων. Πίτσα ή σουβλάκι" λέω και πιάνω το τηλέφωνο.

"Πφφφ. Σουβλάκι" λέει και σβήνει τον φούρνο.

Μου είπαν θα έρθουν σε κάνα 40λεπτο. Ελεος;

Κάθομαι στον καναπέ και ανοίγω το κινητό μου. Εχω να μπω αιώνες ολόκληρους.

19 κλήσεις από μαμά

34 κλήσεις από Νικόλα

Φακ

Ο Νικόλας δεν έχει ιδέα.

Πληκτρολογώ το νούμερο του και το σηκώνει.

"Ναιι" λέω γλυκά

"ΕΜΙΛΥ ΠΟΥ ΣΤΟ ΚΑΛΟ ΕΊΣΑΙ;" φώναξε ο Νικόλας στο ακουστικό.

"Εμμ... είμαι Σαντορίνη"

"ΤΙΙΙ. ΜΕ ΠΟΙΟΝ;"

"Με τον Άλεξ" είπα και είμαι σίγουρη ότι έχει πονηρό χαμόγελο

"Ααααααααααααααα. Κατάλαβααααα"

"Μου έλειψες" είπα και νιώθω ένα βλέμμα να καίει την πλάτη μου.

"Και μένα μωρό μου γλυκουτσικο" είπε γλυκά

"Ποτέ γυρνάς;" ρώτησε

"Σε 2-3 μερες"

"Θα σε βγάλω έξω δεν το συζητώ"

"Που θα με παςςςςς" είπα χαρούμενα και ξάπλωσα στον καναπέ

Κάτι έσπασε από την κουζίνα.

"Οπου θελεις αστέρι μου γλυκο"

"Μμμ... Καλά τότεεε"

"Φιλιά χρυσό μου. Σ'αγαπω" είπε

"Φιλιά. Σ'αγαπώ πολύ πολύ" είπα και έκλεισα το τηλέφωνο.

Ακούστηκε ένα δυνατό γδουπ.

Σήκωσα το κεφάλι μου για να δω τι γίνεται.

Κανένας.

Σηκώθηκα και πήγα στην κουζίνα.

Ο Άλεξ απλώθηκε φαρδύς πλατύς στο πάτωμα.

"Πες καλα; τι κάνεις εδώ κάτω;" είπα και του έδωσα το χέρι μου να σηκωθώ αλλά το αγνόησε

"Γλίστρησα απο τα πολλά τα μέλια" είπε ειρωνικά.

"Χα. Χα. Αστείο. Εγώ φταίω που θέλω να τα έχω καλα με το καρμα" είπα και έκανα να φύγω

"Με ποιον μιλούσες" είπε τραβώντας με από το μπράτσο και με έφερε κοντά του

"Να μην σε νοιάζει" είπα κοφτά

"Κουνελάκι δε θα τα πάμε καθόλου καλά" είπε βγάζοντας καπνούς.

"Αυτό λέω και γω" είπα και ξαναπηγα να φύγω.

Με κόλλησε παραπάνω πάνω του. Σιγά μην με άφηνε να φύγω ετσι απλα.

"Αχ κουνελακι, κουνελάκι, ξύλο που θα το φας" είπε κοιτώντας επίμονα τα χείλια μου.

_____________

Φιλιά πολλά.

ChangeWhere stories live. Discover now