Κεφάλαιο 54

1K 173 8
                                    

Ο Αλέξης στάθηκε όρθιος, ακίνητος, στο σημείο που του επέτρεψαν οι κεραυνοί να φτάσει ενώ οι άντρες του άρχισαν να σκορπίζουν από τον φόβο των άγριων στοιχείων της φύσης. Δεν κουνήθηκε παρότι ο αέρας τον μαστίγωνε και το πρόσωπό του είχε γεμίσει από σημάδια.

Άραγε σε τι κατάσταση να βρισκόταν η Αυγή; Όλα όσα συνέβαιναν προερχόταν από εκείνη; Μήπως μετά από αυτό που συνέβει τον θεωρούσε εχθρό της; Πίστευε οτι είχε συνεργαστεί με τον παππού της;


Στο εσωτερικό της σκηνής, ο Σίμος κάθισε στο έδαφος, κρατώντας στην αγκαλιά του την αναίσθητη Αυγή. Από τα χέρια του έβγαινε φως που το απορροφούσε το σώμα της. Αρκετή ώρα αργότερα, από το έδαφος άρχισαν να βγαίνουν κληματίδες που τυλίχτηκαν γύρω της δημιουργώντας   ένα κουκούλι αφήνοντας εκτεθειμένο μόνο το κεφάλι της .

Ο Μάξιμος έκανε να βγάλει το σπαθί του αλλά ο Σίμος του φώναξε κουρασμένα : " Μην κάνεις τίποτα. Αυτός είναι ο τρόπος που η φύση θα γιατρέψει την Αυγή. Η ενέργειά της θα την βοηθήσει."

Ο Σίμος έδειχνε εξαντλημένος και ο Μάξιμος τον βοήθησε να σηκωθεί και  να ξαπλώσει στο κρεβάτι του: " Πόσο θα κρατήσει αυτό; Οι κληματίδες που μας προστατεύουν από τους στρατιώτες του Αλέξη, ουσιαστικά μας κόβουν το οξυγόνο."

Ο Σίμος απάντησε ξέπνοα : " Δεν ξέρω. Ακόμη και αν εξαφανιστούν όμως οι κληματίδες εσύ θα πρέπει να προστατεύσεις την Αυγή και να την οδηγήσεις πίσω στο βασίλειο για να πάρει την θέση της."

"Γιατί το λες αυτό; Εσύ που θα είσαι;"

"Εγώ έδωσα μεγάλο μέρος της ενέργειάς μου και δεν ξέρω ... αν θα τα καταφέρω..."

"Γιατί το έκανες αυτό βασιλιά μου. Ο λαός σου;" Ο Μάξιμος έδειχνε συντετριμμένος.

Ο Σίμος κοίταξε τρυφερά προς το μέρος της κόρης του και είπε συγκινημένος: " Ποτέ δεν μπόρεσα να κάνω κάτι για το παιδί μου. Δεν ήμουν ποτέ κοντά της. Ας κάνω κάτι για αυτήν έστω και αν είναι για μια φορά."


Ο Σίμος έκλεισε τα μάτια του αποκαμωμένος. Βρέθηκε νύχτα σε ένα δάσος που τα αραιά κλαδιά των δέντρων του επέτρεπαν στο φως του φεγγαριού να περάσει. Η ατμόσφαιρα ήταν απόκοσμη καθώς από το έδαφος σηκωνόταν ομίχλη δημιουργώντας ένα στρώμα που έφτανε μέχρι τα γόνατά του. Μια κουκουβάγια ακούστηκε  την στιγμή που είδε μια μορφή με κάπα και κουκούλα να κατευθύνεται προς το μέρος του. Έκανε ένα βήμα μπροστά και το στρώμα της ομίχλης κινήθηκε σα νερό.

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα