Κεφάλαιο 40

1.1K 176 10
                                    

Η Αυγή κοίταξε το μικρό κιτρινισμένο βιβλίο.  Τα γράμματα πάνω του της ήταν άγνωστα. Δεν μπορούσε να τα διαβάσει ενώ το δερμάτινο εξώφυλλο είχε ζωγραφισμένα χρυσά σχέδια. Πέρασε το χέρι της από πάνω του χαιδεύοντάς το με τα ακροδάχτυλά της. Τα γράμματα πάνω στο δέρμα άρχισαν να κινούνται σαν μικρά φίδια ώσπου στο τέλος σχημάτισαν τα γράμματα που εκείνη ήξερε. Αυτό που ήταν γραμμένο εκεί ήταν το όνομα της μητέρας της: ΠΕΤΡΑ.

Το γεγονός οτι μπορούσε να κάνει πράγματα να συμβαίνουν με μια κίνηση του χεριού της ακόμη την ξάφνιαζε.

Άνοιξε την πρώτη σελίδα και τα περίεργα γράμματα άρχισαν και πάλι να γλιστράνε σχηματίζοντας γνωστούς σε εκείνη χαρακτήρες.

Η Πέτρα έγραφε τις σκέψεις της. Σα να μην είχε κανέναν να μιλήσει. Έλεγε πράγματα που θα έλεγε στην καλύτερή της φίλη.

Στην  κορυφή της σελίδας είχε ζωγραφίσει χρωματιστές πεταλούδες και από κάτω η Αυγή άρχισε να διαβάζει.

' Είμαι τόσο χαρούμενη που ο Νικόδημος ενδιαφέρεται για εμένα. Τα μάτια του δεν έφευγαν από πάνω μου σε όλη την διάρκεια της γιορτής. Άραγε θα μου μιλήσει; Μου χαμογέλασε κιόλας.

Όταν μίλησα με την μητέρα μου μου είπε να μην ονειρεύομαι πράγματα. Ο Νικόδημος δεν θα κάνει γάμο σαν ένας κοινός θνητός. Θα γίνει βασιλιάς και αυτό σημαίνει οτι η γυναίκα που θα  διαλέξει θα μπορεί να συνεισφέρει στην δύναμή του. Ο βασιλιάς θα του κανονίσει το γάμο του.

Τα όνειρά μου έγιναν κομμάτια.'

Στην επόμενη σελίδα η Πέτρα φαινόταν να παλεύει με τον εαυτό της για να ακολουθήσει την συμβουλή της μητέρας της: ' Ο Νικόδημος με πλησίασε στην αγορά. Μου έκανε δώρο ένα βραχιόλι. Μου έπιασε τρυφερά το χέρι και μου είπε οτι έχει αισθήματα για εμένα. Για λίγο αισθάνθηκα τόσο ευτυχισμένη... Δεν τον ένοιαζε που μας έβλεπε ο κόσμος. Ήταν σα να μην υπήρχε κανείς άλλος γύρω μας.  Μου είπε οτι θέλει να είναι μόνο μαζί μου και δεν τον νοιάζει τίποτα άλλο. Περπατήσαμε στους πιο έρημους δρόμους πιασμένοι χέρι χέρι. Δεν είχα σκοπό να πω τίποτα στην μητέρα μου αλλά όταν επέστρεψα στο σπίτι εκείνη το ήξερε ήδη. Μου απαγόρευσε να τον ξαναδώ.  Το βράδυ καυγάδισαν άσχημα με τον πατέρα μου για εμένα.'

Η ιστορία προχωρούσε με την Πέτρα να αγνοεί τις προειδοποιήσεις της μητέρας της και να κάνει δεσμό με τον Νικόδημο. Οι δυο τους ήταν ερωτευμένοι και προσπαθούσαν να βρίσκονται όσο αυτό ήταν δυνατό ώσπου μια εγγραφή γεμάτη πόνο εμφανίστηκε μπροστά της:

'Όλα τελείωσαν... Η μητέρα μου είχε δίκιο. Ο βασιλιάς όρισε την σύζυγο του Νικόδημου και την ημερομηνία του γάμου τους. Ο Νικόδημος έχει χαθεί δεν μπορώ πουθενά να τον βρω για να τον ρωτήσω τι έχει συμβεί. Μια μικρή ελπίδα που έμεινε να σιγοκαίει βαθιά μέσα στην καρδιά μου, έσβησε όταν εκείνος με την υποψήφια γυναίκα του έκαναν βόλτα στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Τα μάτια μας συναντήθηκαν  αλλά εκείνος τράβηξε γρήγορα το βλέμμα του γεμάτος τύψεις. Το είδα.

Τώρα ξέρω. Δεν με αγάπησε ποτέ. Αν με αγαπούσε όπως έλεγε, δεν θα μπορούσε ποτέ να μου φερθεί με αυτόν τον τρόπο. Τουλάχιστον θα προσπαθούσε να μου δώσει κάποιες εξηγήσεις.'

Μετά από ένα μεγάλο διάστημα η Πέτρα έγραφε: ' Αρρώστησα και για αρκετό καιρό δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι. Η μητέρα μου δεν ήξερε τι να κάνει όταν ξαφνικά με έπιαναν τα κλάματα. Έχει καταλάβει όμως. Το ξέρω χωρίς να μου λέει τίποτα.

Στο διάστημα που ήμουν άρρωστη έγινε και ο γάμος του Νικόδημου. Η σχέση μας πλέον ανήκει στο παρελθόν. '

"Αυγή!"  Η φωνή του Νέστορα την έκανε να κλείσει το βιβλίο και να το κρύψει βιαστικά στο ρούχο της.

Αυτά που διάβασε την ξάφνιασαν. Η μητέρα της είχε δεσμό με τον Νικόδημο τον πατέρα του Αλέξη. Τον αγαπούσε. Τότε ο πατέρας της;

 Είχε μεγάλη περιέργεια να διαβάσει και την υπόλοιπη ιστορία αλλά δεν έπρεπε να επιτρέψει σε κανέναν να δει το ημερολόγιο της μητέρας της πριν καταλάβει τι είχε συμβεί.

Η πόρτα του δωματίου άνοιξε και μπήκε ο παππούς της που την κοίταξε έντονα.

"Δεν πήγες στο παλάτι τελικά;" Τον ρώτησε ανέμελα η Αυγή.

Εκείνος κοίταξε ερευνητικά το δωμάτιο γύρω του, σαν να περίμενε να έχει αλλάξει κάτι. Ευτυχώς η πεταλούδα του πίνακα είχε επιστρέψει στην θέση της, αμέσως μόλις η Αυγή πήρε το ημερολόγιο.

"Σκέφτηκα οτι αφού σε έφερα εγώ εδώ θα έπρεπε να γυρίσουμε και μαζί. Τι έγινε; Θυμήθηκες τίποτα από το παρελθόν;" Τα μάτια του στένεψαν.

Η Αυγή  απάντησε αμέσως : " Δεν θυμήθηκα τίποτα. Νομίζω οτι οι αναμνήσεις μου δεν θα επιστρέψουν ποτέ. " Έκανε πως δεν είδε την ανακούφιση στο βλέμμα του. Ναι ο παππούς της φερόταν πολύ ύποπτα.

Χρόνια πολλά!!!! Λόγω των ημερών η ενημέρωση του βιβλίου μου γίνεται με πιο αργούς ρυθμούς. Ελπίζω να δείξετε κατανόηση.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα