Η Αυγή σκέφτηκε οτι ο Σίμος ήθελε να πει εμμέσως στον βασιλιά οτι το βασίλειό που  άφησε πίσω του δεν ήταν απροστάτευτο. Ο πατέρας του Μάξιμου ήταν εκεί έτοιμος να το προστατεύσει. Όσο κι αν υποτίθεται οτι θα μιλούσαν για ειρήνη το μυαλό τους ήταν στον πόλεμο.

Αφού κάθισαν  ο Κωνσταντίνος άρχισε να συζητάει με τον Σίμο. Ο Μάξιμος και ο Αλέξης παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον και μερικές φορές συμμετείχαν αλλά η Αυγή βαριόταν. Κοίταξε γύρω της την αίθουσα. Κάποιοι από το προσωπικό άναβαν τα κεριά για να φωτίσουν την αίθουσα αφού σουρούπωνε. Καθώς έπαιρνε το βλέμμα της από μιά από τις κοπέλες που άναβε ένα κερί της φάνηκε οτι είδε τον παππού της να την κοιτάζει με ένα σκληρό βλέμμα. Μετά όμως όσο και αν έψαξε την αίθουσα δεν τον είδε πουθενά.

Μια κοπέλα από το προσωπικό που κρατούσε ένα κερί στο ένα χέρι και στο άλλο κάτι σαν ποτήρι πέρασε από μπροστά της αλλά σκόνταψε και το περιεχόμενο του ποτηριού έπεσε στα πόδια της. Η κοπέλα άρχισε ταραγμένη να της ζητάει συγνώμη και να προσπαθεί να σκουπίσει την φούστα  και τα πόδια της Αυγής που την σήκωσε καθησυχάζοντάς την.

Ο Κωσταντίνος έριξε ένα αυστηρό βλέμμα στην κοπέλα που έφυγε αμέσως από την αίθουσα κλαίγοντας από φόβο.

Όταν όλα ηρέμησαν η συζήτηση συνεχίστηκε. Ο Αλέξης στράφηκε προς το μέρος της : " Πως είσαι;"

"Βρεγμένη." Απάντησε εκείνη περνώντας το χέρι της πάνω από την φούστα της για να την στεγνώσει. Μύρισε το χέρι της  και απορρημένη διαπίστωσε οτι μύριζε γάλα. Αν και δεν αισθανόταν άνετα κάθισε πίσω και συγκεντρώθηκε στην συζήτηση ελπίζοντας να τελειώσει γρήγορα γι να πάει να αλλάξει.

Όπως καθόταν απέναντι από τον Σίμο και τον Μάξιμο η Αυγή τους έπιανε συχνά να την κοιτάζουν, πράγμα που αντιλήφθηκε και ο Αλέξης που της ψιθύρισε δυσαρεστημένος : " Δεν νομίζεις οτι ο Σίμος και ο στρατηγός του συμπεριφέρονται περίεργα; Γιατί έχουν την προσοχή τους συνέχεις στραμμένη πάνω σου;"

Εκείνη σήκωσε τους ώμους της: "Δεν ξέρω."

 Ξαφνικά ο Μάξιμος σηκώθηκε και βρέθηκε σαν σφαίρα μπροστά στην Αυγή. Ήδη κρατούσε το σπαθί του γυμνό στο χέρι του. Όταν το κατέβασε με ορμή, ο Αλέξης  σηκώθηκε και η άκρη του σπαθιού του ακούμπησε τον λαιμό του άλλου άντρα.

Η Αυγή από ένστικτο είχε καλύψει με τα χέρια της το κεφάλι της ενώ άκουγε γύρω της τις φωνές πανικού των ανθρώπων που βρισκόταν στην αίθουσα.

Όταν ησύχασε ο θόρυβος εκείνη κατέβασε αργά τα χέρια της. Μπροστά της στεκόταν ακίνητος ο Μάξιμος κρατώντας το σπαθί του που είχε ίχνη αίματος. Ο Αλέξης και εκείνος όρθιος κοίταζε το πάτωμα ενώ απομάκρυνε το σπαθί από τον λαιμό του Μάξιμου, όμως ήδη είχε κάνει ένα βαθύ κόψιμο που έτρεχε αίμα.

Κοίταξε το πάτωμα. Δίπλα από την καρέκλα της  βρισκόταν κομμένα στην μέση δύο μικρά φίδια.

Ο Σίμος έτρεξε κοντά της : " Αρχιέρεια είσαι καλά; " Η αγωνία του την παραξένεψε.

"Εγώ είμαι καλά."

 Ο Μάξιμος ήθελε να την σώσει. Σηκώθηκε και κοίταξε την πληγή του: " Είσαι πληγωμένος."

Τα γαλάζια του μάτια την κοίταξαν σχεδόν συνεσταλμένα : " Δεν είναι τίποτα."

Η Αυγή έβγαλε το μαντήλι που είχε στην τσέπη της  και το ακούμπησε πάνω στην πληγή του Μάξιμου: " Κράτησε αυτό μέχρι να περιποιηθείς το τραύμα σου."

Ο Αλέξης απευθύνθηκε στον Μάξιμο: " Με συγχωρείς. Δεν είχα δει τα φίδια. Νόμιζα οτι ήθελες να επιτεθείς στην Αυγή. Ευτυχώς τα διέκρινα την τελευταία στιγμή."

Το χέρι του Μάξιμου έπιασε το μαντήλι και χωρίς να το θέλει τα δάχτυλά του χάιδεψαν τα δικά της. Η Αυγή είδε την ταραχή του.

Ο Μάξιμος έδειχνε ευγενικός και από φύση συνεσταλμένος παρόλο που ήταν στρατιώτης με μεγάλες ικανότητές.

"Νομίζω οτι κάποιος είχε στόχο την Αυγή. Βρείτε αμέσως την κοπέλα που δημιούργησε πιο πριν την αναστάτωση!" Διέταξε ο Αλέξης ενώ ο Κωνσταντίνος απευθύνθηκε στον Μάξιμο:

" Σε ευχαριστούμε πολύ που προστάτευσες την αρχιέρειά μας. Θα θυμόμαστε την πράξη σου."

Ο Μάξιμος κατέβασε με σεβασμό το κεφάλι του: " Ήταν υποχρέωσή μου αφού διέκρινα την απειλή."





ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα