{Η μαύρη ηλιαχτίδα}

1.1K 189 48
                                    

Δεν γνωρίζω γιατί είχα καταδικαστεί.

Ξέρω μονάχα,ότι είμαι καταδικασμενη.

Καταδικασμένη να σέρνω από πισω μου βαριές αλυσίδες,να κλαίω αίμα αντί για δάκρυα,να καταστρεφω οτι αγγίζω.

Ο θάνατος και η ζωή σταθηκαν στο δικαστήριο.

<<Σύμφωνα με αποφάση του δικαστή έχετε κριθεί ένοχη.Καταδικάζεστε με ισόβια>>είπαν και στράφηκαν σε εμένα.

Ο γδούπος ακούστηκε και αντηχησε μέσα στην αίθουσα.

Μα εγω ξέφυγα σαν μια μαύρη ηλιαχτίδα.

Αβάσταχτο αυτο.

Οι αλυσίδες με μαστιγωνουν το βράδυ.

Σέρνω τα ποδια μου και την ψυχη μου μεσα στα φύλλα και στις λάσπες του δάσους που το είχε λούσει η νύχτα.

Καταδισμενη.

Μα όχι.

Η θηλιά που κρεμάστηκα ήταν φτιαγμένη από ενοχές,από θλίψη και δεμένη απο τον φύλακα άγγελο μου.

Και σαν έφτασε η εξιλέωση.

Μια μικρή μαύρη ηλιαχτιδα ξεπετάχτηκε μεσα από το την θηλιά.

Πέρασε βουνά και θάλασσες,μπλέχτηκε μαζί με το θρόισμα των φύλλων,χόρεψε μέσα σε φυλακές και σε ψυχιατρεία,κρύφτηκε μέσα σε ποιήματα και στα αποκρυφα σημεία των βιβλιοθηκών που εκει φυλάγονται τα παλαιότερα βιβλία.

Μα υστερα,πήγε και έκατσε στο γραφείο κάποιου μοναχικού συγγραφέα.

Εκεινος,την κράτησε στην χούφτα του και καθώς η μαυρη ηλιαχτίδα χύθηκε στο χαρτί του με την μορφή μελανιού...το θεαμα θύμιζε ηδονή.

Η καταδίκη δεν είχε τελειωμό,κάποιος άλλος την κρατούσε στην ψυχή του.

Ψυχή μου,βάστα.

Μουρμουρισαμε ομόφωνα όσοι είχαμε διαβασει τούτο το βιβλίο.

Γεια σας.

Λογικά θα γραφτούν ένα ή δύο κείμένα ακόμα.

Έχω αποφασίσει ηδη το επόμενο χρώμα.

Με αγάπη,
Φρου.

ΜαύροΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα