Μου λέει να ηρεμίσω, ενώ κι αυτός φαίνεται εξίσου ανήσυχος με εμένα. Πηγαίνει πάνω κάτω όλη την ώρα, και κοιτάει συνέχεια το ρολόι.

Όμως αλήθεια τώρα, υποτίθεται το ασθενοφόρο θα ερχόταν μέχρι τώρα.

Χάρυ- ξαναπάρε. λέω κάνωντας μια ακόμη προσπάθεια για να την ξυπνήσω.

Λουκ POV (η Δανάη έχει φύγει από το δάσος μόνη της)

Ή μπορεί να μην πρόλαβε να φύγει. Είναι και η ώρα των μαστουρωμένων μεθύστακων...

Μπα.

Πωω είναι τόσο ηλίθια δεν το πιστεύω ότι έφυγε μόνη της. Δεν με νοιάζει αν πάθει τίποτα.

Ομως το υποσυνείδητό μου δεν με αφήνει ήσυχο. Κανονικά θα έπρεπε να έχει επιστρέψει πίσω τρέχοντας από τον φόβο της. Αποκλείεται να άντεξε να βγει από εδώ...

Πρέπει να την βρω.

...

Περπατάω στο μονοπάτι φωνάζοντας την Δανάη. Καμία απάντηση. Συνεχίζω να περπατάω κοιτώντας γύρω μου, μηπως και την βρω λιπόθυμη από το φόβο της.

Αλλα δυστυχώς ή ευτυχώς δεν την είδα κάπου σωριασμένη. Κοντοστέκομαι σε ένα σημείο και κοιτάω λίγο πιο προσεκτικά και πιο μακριά. Αποκλειεται να έχει φύγει τόσο γρήγορα. Σίγουρα κάτι θα της συναίβηκε.

Σχηματίζω τον αριθμό της και πατάω το πράσινο κουμπί αυτόματα.

Εε νταξει στο εβδομο χτύπημα το έκλεισα.

Περπατάω απεγνωσμένα παρακάτω. Βλέπω κάτι να κινείται ανάμεσα στους θάμνους.

Λουκ- Δανάη;;!

Μετακινώ τα κλαρια και τα φύλλα βιαστικά. Ένα μικρό ζώο (λογικά ποντίκι) τρέχει μακριά αφήνοντάς με μόνο με τα κούτσουρα. Δεν εξηγείτε αλλιώς, πρέπει να είμαι τέρμα ηλίθιος για να κάθομαι εδώ πέρα να την ψάχνω.

Τι κι αν χάθηκε; Δικό της πρόβλημα. Δεν φταίω εγώ αν είναι ξεροκέφαλη.

Απομακρύνομαι τελείως από το μέρος και βγαίνω έξω στον δρόμο. Λίγο πριν κάνω ένα βήμα για να διασταυρώσω, παίρνει το μάτι μου κάτι να λαμπιρίζει κάτω. Σκύβω και το παρατηράω. Είναι ένα μενταγιόν με το γράμμα "Δ". Και φυσικά αυτό είναι το μενταγιόν της Δανάης που της έκανε δώρο ο Μεντας. Άραγε να το πετάξω ή να της το επιστρέψω;

Είσαι το χάος στην ισορροπία μουWhere stories live. Discover now