Κεφάλαιο Τρίτο (συνέχεια)

Start from the beginning
                                    

Ένας δεύτερος πυροβολισμός ακούστηκε και ο άνδρας κλονίστηκε σαν δένδρο που το χτύπησε κεραυνός. Ο Ραμίρ ένιωσε το θανάσιμο σφίξιμο να χαλαρώνει και μετά να παύει καθώς ο αντίπάλός του τον άφησε και πισωπάτησε. Σωριάστηκε στο δάπεδο με μια τεράστια πληγή στην πλάτη και μια έκφραση υπέρτατης απορίας σαν να μην περίμενε ότι μπορούσε να συμβεί αυτό σε' κεινον. Ο Ραμίρ είδε τη Γιαρμίλα με ένα όπλο – που προφανώς είχε πάρει από το δάπεδο από κάποιον από τους άνδρες που ο Ραμίρ είχε σκοτώσει – να κοιτάζει τον νεκρό. Άφησε το πιστόλι να πέσει στο έδαφος και η ίδια κάθισε στην άκρη του κρεβατιού της. Ήταν χλωμή και έτρεμε. Ο Ραμίρ πήγε κοντά της.

-Είχα ξαναδεί θανάτους αλλά πρώτη φορά σκότωσα κάποιον, είπε η κοπέλα.

-Ευχαριστώ, είπε ο Ραμίρ. Θα είχα ίσως πεθάνει αν δεν ήσουν εσύ.

-Στο χρωστούσα, είπε η κοπέλα, αν με απέλαυναν τι θα γινόταν η Κάτκα μόνη της εδώ;

-Δεν ξέρω αλλά δεν χρειάζεται να με ευχαριστείς, είπε ο Ραμίρ. Πρέπει να φύγω. Αυτοί οι άνδρες ήρθαν για' μενα.

-Θα φύγουμε μαζί.

Ο Ραμίρ στράφηκε και την κοίταξε.

-Δεν χρειάζεται να κινδυνεύσεις, είπε, αρκεί να πεις στις αρχές ότι έγινες μάρτυρας μιας συμπλοκής.

-Δεν έχω χαρτιά, είπε η κοπέλα. Θα συλληφθώ και θα απελαθώ στην καλύτερη περίπτωση. Θα έρθω μαζί σου αν.... αν δεν είμαι βάρος. Δεν με νοιάζει αν θα κινδυνεύσω.

-Εντάξει, έλα, ήταν η απάντηση του Ραμίρ, αν και δεν ξέρω και' γω που να πάω ή τι να κάνω. Ούτε τι θέλουν από' μενα αυτοί οι άνδρες.

Η Γιαρμίλα σηκώθηκε και μάζεψε μερικά ρούχα για να ντυθεί, κάτι που έκανε στο μπάνιο, και μετά άρχισε να μαζεύει με γρήγορες κινήσεις ρούχα και κάποια πράγματα σε ένα σακίδιο. Από μια τρύπα του τοίχου όπου περνούσε ένας σωλήνας έβγαλε ένα προσεκτικά διπλωμένο ματσάκι χαρτονομισμάτων. Το έχωσε βιαστικά στην τσέπη του παντελονιού της και στράφηκε στον Ραμίρ.

-Είμαι έτοιμη.

Πήρε την Κάτκα αγκαλιά και ακολούθησε τον Ιππότη στη σκάλα που τους έφερε στο ρημαγμένο ισόγειο, η κατάστασή του φαινόταν ακόμα περισσότερο στο φως της ημέρας. Βγήκαν στο δρόμο, το στενό ήταν άδειο και δεν υπήρχε κανείς τριγύρω πέρα από ένα ψωραλέο, λιπόσαρκο σκυλί. Προχώρησαν προς τον κεντρικό δρόμο. Είχαν φτάσει μόλις στον μεγαλύτερο δρόμο όταν ένας πυροβολισμός ακούστηκε. Ο Ραμίρ τινάκτηκε καθώς η σφαίρα τον έβρισκε ψηλά στην ωμοπλάτη.

Οι Ταξιδιώτες Των ΚόσμωνWhere stories live. Discover now