Κι όμως, κάτι θυμάται...

Start from the beginning
                                    

Ο Μάνος δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι όλα μοιάζουν να έχουν σταθεί σαν κάποιος να πάτησε το πλήκτρο ΠΑΥΣΗ σε ένα φανταστικό τηλεκοντρόλ. Συνεχίζει να μιλάει χαμηλόφωνα, για να μην τραβήξει το ενδιαφέρον. Ρολάρω τα μάτια μου με την εμφανή έλλειψη αντίληψης που τον χαρακτηρίζει μερικές φορές και ευχαριστώ τον Θεό που το μυαλό του παίρνει χίλες στροφές το δευτερόλεπτο σε σοβαρά θέματα.

- Θα ήθελα να σας κάνω κάποιες ερωτήσεις σχετικά με ένα συμβάν που έλαβε χώρα πριν κάμποσο καιρό... Πριν είκοσι χρόνια, συγκεκριμένα... Ήσασταν από τότε ιδιοκτήτης του καφενείου; Αν...

- Πιο δυνατά, ζουλάπι! Δεν σε ακούμε εμείς εδώ πίσω! λέει με περισσό θράσος ένας γεράκος που κάθεται κοντά στην τζαμαρία.

Στην προσταγή του κουνούν επιδοκιμαστικά το κεφάλι και οι άλλοι τρεις που μοιράζονται το ίδιο τραπέζι. Αυτή πρέπει να είναι η πτέρυγα των κωφών, σκέφτομαι. Στα αυτιά και των τεσσάρων φωλιάζει ένα ακουστικό. Μοιάζουν με παροπλισμένους πράκτορες κάποιας ιδιόρρυθμης μυστικής υπηρεσίας.

Ο Μάνος τούς κοιτάζει ξαφνιασμένος, ενώ ακούγεται μία γυναικεία φωνή πριν προλάβει να μιλήσει ο γνωστός μας πλέον Μήτσος.

- Για την καημένη την καμένη μιλάτε;

Μια γυναίκα κάνει την εμφάνισή της μέσα από την κουζίνα που βρίσκεται στο πίσω μέρος του καφενείου. Είναι λίγο περασμένης ηλικίας, εξήντα φεύγα, με μπόλικα κιλάκια παραπάνω που δεν πτοούν καθόλου ωστόσο την χάρη της κίνησής της. Ανασηκώνει μια λουλουδάτη κουρτίνα και μπαίνει στην κύρια αίθουσα του καταστήματος, δίπλα από τον Μήτσο.

- Σιωπή, γυναίκα! Άσε να δούμε τι θέλει να μας πει το παλικάρι! Αμέσως να πεταχτείς σαν μαϊντανός... Λοιπόν, κυρ αστυνόμε... Προφανώς μιλάς για την καημένη την καμένη, σωστά; λέει ο Μήτσος επαναλαμβάνοντας ασυναίσθητα τα λόγια της συζύγου του.

Η γυναίκα πλαταγίζει απαξιωτικά την γλώσσα, αλλά στέκεται δίπλα στον άντρα της χωρίς να πει κάτι. Ο Μάνος επιβεβαιώνει τις υποψίες του και ρωτάει αν θα μπορούσαν να του πουν κάτι που θα τον βοηθήσει.

- Δεν έχουμε να πούμε κάτι που δεν έχουμε ήδη αναφέρει τότε, νεαρέ μου, λέει ο Μήτσος. Δεν το έχουμε ξεχάσει εκείνο το πρωινό... Ήταν σοκ! Πήγε η κυρά μου να πετάξει τα σκουπίδια και τι να δει; Ένα καρβουνιασμένο πτώμα... Γυναίκα ήταν, άντρας ήταν, δεν καταλάβαινες! Ένας μπόγος κόκαλα σαν πίσσα... Κι η μυρωδιά... Έκανα ένα μήνα να φάω τα αγαπημένα μου παϊδάκια!

- Ωχ, βρε άντρα! Παράτα μας με τα κρέατα... Εδώ ένας άνθρωπος σκοτώθηκε κι εσύ σκέφτεσαι την κοιλιά σου; ξαναμπαίνει στην συζήτηση η εξήντα φεύγα.

- Και νοιάστηκες εσύ, ε; ρωτάει ο σχετικά ευτραφής Μήτσος ρίχνοντας ένα άγριο βλέμμα στην γυναίκα του. Εσύ, το μόνο που έλεγες εκείνες τις μέρες, ήταν για εκείνον τον ζαβό που σε γυρόφερνε τάχα μου... Τι να λιμπιστεί από σένα, μου λες; Επειδή στραβώθηκα εγώ και σε πήρα, νομίζεις ότι είσαι η Μπριζίτ Μπαρντό;

Η σιωπή που είχε ήδη πέσει με την εμφάνιση του Μάνου μοιάζει να βαθαίνει απότομα. Το ενδιαφέρον έχει πλέον μετατοπιστεί στο ζευγάρι που μαλώνει χωρίς να νοιάζεται για το κοινό που παρακολουθεί. Ο Πετρής ρουφάει το γαλακτομπούρεκο χωρίς παράπονα αυτή την φορά ενώ και οι παροπλισμένοι πράκτορες δεν γκρινιάζουν, αφού ο καυγάς γίνεται σε ένταση αντιληπτή από τα ακουστικά τους...

- Ε, κι εγώ δεν μπορώ να πω ότι μου έλαχε ο Καζανόβας με την αφεντιά σου...! Κατάλαβες, αστυνόμε; Του δίνεις τα καλύτερα σου χρόνια και δύο παιδιά και τούτος λιγουρεύεται την Μπαρντό... Όπως τα είπε το στεφάνι μου, λοιπόν. Πήγα να πετάξω τα σκουπίδια, αφού ο ανεπρόκοπος δεν είναι άξιος ούτε για αυτό, και είδα το πτώμα... Ό,τι είχε μείνει από την δόλια δηλαδή... Και ναι, ήταν εκεί και με τριγυρνούσε ο συφοριασμένος ο Νικήτας, αλλά ούτε σε εκείνον δεν έδωσα σημασία μέσα στην σύγχυση..., πρόσθεσε ρίχνοντας ένα παγερό βλέμμα στον Μήτσο.

- Ο Νικήτας...; ρωτάει διστακτικά ο Μάνος.

Ανακουφίζομαι ακούγοντας την ερώτηση. Για μια στιγμή, φοβήθηκα ότι θα το προσπερνούσε, αλλά ευτυχώς δεν το έκανε.

- Ω, κυρ αστυνόμε, μην την ακούς! μπαίνει στην μέση ο Μήτσος αναζωπυρώνοντας τους φόβους μου ότι θα πάει η ευκαιρία χαμένη. Ένα παιδαρέλι – τότε, όχι τώρα πια – που η κυρά από εδώ νόμιζε ότι την καλόβλεπε... Ιστορίες για αγρίους! Δεν την άφησα να το πει τότε στην αστυνομία. Θα τον έβαζε σε μπελάδες χωρίς λόγο τον κακομοίρη. Δεν φτάνει που είχε χάσει προσφάτως τον πατέρα του από εγκεφαλικό, έμενε και μερικά στενά παραπάνω. Τι πιο φυσικό να κυκλοφορεί εδώ γύρω...

Να τριγυρνάει εκεί γύρω ένας κάτοικος της περιοχής είναι φυσικό.

Να πάει εκεί να πετάξει τα δικά του σκουπίδια είναι φυσικό.

Να τα ρίξει στην πεταχτούλα εξήντα φεύγα πλέον είναι φυσικό.

Να αποκρύψει ότι βρισκόταν στην Αθήνα εκείνη την περίοδο, όμως, δεν το λες φυσικό...

Χήρα Βοηθείας...Where stories live. Discover now