•ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4•

53 8 1
                                    

Το κοράκι χαμήλωσε το μαύρο κορμό του, ανοίγοντας τα μεγάλα φτερά του. Μάζεψε τα πόδια του και ώθησε το σώμα του να πέσει από τη κορυφή της καμινάδας που άχνιζε. Χαμήλωσε μέχρι το έδαφος πριν χτυπήσει δυνατά τα φτερά του και ανυψώθηκε στον ουρανό, υπερνικώντας την βαρύτητα. Ένα δυνατό κρώξιμο μπλέχτηκε μαζί με των άλλων πουλιών στο χρώμα της νύχτας. Του κακού. Του θανάτου.

Έκανε μια σύντομη διαδρομή και προσγειώθηκε πάνω στο περβάζι ενός ανοιχτού παραθύρου. Το ράμφος του έβγαλε ξανά τον ενοχλητικό ήχο. Τα μαύρα του μάτια γυάλιζαν από πονηριά αλλά και τα φτερά του ιρίδιζαν από τον δυόμενο ήλιο.

«Γιατί αυτός που σε δημιούργησε σου στέρησε την ωραία φωνή, όμορφο πλάσμα μου;», αναρωτήθηκε η γυναίκα καθώς πλησίασε στο παράθυρο. Άπλωσε το λεπτό δάχτυλό της και χάιδεψε το κεφάλι του πουλιού. Εκείνο προσπάθησε αλλά μάταια να δαγκώσει το δάχτυλο. «Φρόντισε όμως, να είσαι χαριτωμένο», σχολίασε πικρόχολα τραβώντας το χέρι της. Έκανε μεταβολή και γύρισε την πλάτη της στο πουλί που ακόμη γκρίνιαζε στο παράθυρο. Το απαλό αεράκι έκανε τις κουρτίνες να ανεμίζουν. Τα μαλλιά της ακολούθησαν την κίνηση του κορμιού της και έπεσαν ξανά στην πλάτη της, όμοια με κατακόκκινη λάβα.

«Ελπίζω να μου έφερες αυτό που σου ζήτησα, αλλιώς θα αναγκαστώ να σε κάνω βάση στο φίλτρο», κοίταξε το κοράκι πάνω από τον ώμο της. Το πουλί άνοιξε τα φτερά του και πήδηξε από το παράθυρο. Προσγειώθηκεπάνω σε ένα κλαδί, ξερής βελανιδιάς που υπήρχε μέσα στο δωμάτιο ειδικά γιααυτό. Κατέβασε το κεφάλι και με το ράμφος ξεκίνησε να χτυπάει μια γυάλινησφαίρα που μοιραζόταν την επιφάνεια του τραπεζιού μαζί με το κλαδί. Το μικρόδωμάτιο ήταν γεμάτο από περίεργα αντικείμενα και βιβλία. Η είσοδος σε αυτόβρισκόταν πίσω από τον ορθογώνιο πίνακα που χρησίμευε ως κρυφή πόρτα. Η γυναίκα χαμογέλασε πονηρά. Έπιασε το βάζο με το σκούρο περιεχόμενο. Ξεβίδωσε το καπάκι και η άσχημη μυρωδιά πλέον επέπλεε στο δωμάτιο. Η γυναίκα σούφρωσε την μύτη της και έριξε λίγα γραμμάρια από το περιεχόμενο στη χύτρα, που σιγόβραζε πάνω στις φλόγες στο τζάκι. Ύστερα γύρισε ξανά στο παράθυρο. Το κοράκι είχε ρίξει στο πάτωμα το κομμένο δάχτυλο κάποιου άτυχου άνδρα. Άθλιο πλάσμα. Ποτέ δεν της το έδινε στο χέρι. Έσκυψε και η πορφυρή κουρτίνα των μαλλιών της κάλυψε τα χαρακτηριστικά της προς στιγμήν. Το όμορφο πρόσωπό της ήταν μια μάσκα ικανοποίησης και αυταρέσκειας. Το δάχτυλο έπρεπε να είναι από αντρικό χέρι, αλλιώς το φίλτρο δεν θα ήταν τόσο ισχυρό και θα μειωνόταν η διάρκειά του.

The Cursed Heart Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα