ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ

Start from the beginning
                                    


ΜΑΙΡΗ

Είμαι η Μαίρη, η μητέρα του Μάρκ.

Είπα και άπλωσα το χέρι μου να συστηθώ φιληκά.

ΜΑΓΚΥ

Μάγκυ, χαίρομαι που σε γνωρίζω.


Όπα, τι έγινε? Ξαφνικά είχα μόνο εγώ τίτλο, εκεινή?Μάγκυ? Σκέτο? Ήταν απλά μια Μάγκυ σαν όλες τις άλλες!

Ο Μάθιου είχε κάτσει στην άκρη και απλώς κοιτούσε ακουμπησμένος στο πάγκο με μια κούπα καφέ στο χέρι. Το κορμί του με τραβούσε σα μαγνήτης, ήθελα να τρέξω και να χωθώ στην αγκαλιά του αλλα... το μυαλό μου έπαιξε βρώμικο παιχνίδι. Η εικόνα τους να κάνουν έρωτα έκανε την εμφανισή της. Νομίζω πως για λίγο το ύφος μου άλλαξα αλλά ευτυχώς μαζεύτηκα γρήγορα.


ΜΑΓΚΥ

Κάθησε μαζί μας να πάρεις πρωινό. Τι θα ήθελες να σου βάλω? εχω φτιαξ....


δε την άφησα να τελειώσει τη πρόταση...


ΜΑΙΡΗ

Δε χρειάζεται. Είπα χαμογελώντας. 

...μη κουράζεσαι για μένα, ένας καφές είναι αρκετός. Τον βάζω και εξαφανίζομαι απο τα πόδια σας.


Αισθάνθηκα το Μάθιου να με παρατηρεί, με κοιτούσε με ένα εξερευνητικό ύφος. Έψαχνε σε μένα να βρει το ψέμμα στις πράξεις και στις λέξεις μου. Τότε κατάλαβα πως έπαιζα υπέροχα το ρόλο μου.


Άρπαξα τη κούπα με το καφέ και γυρνώντας τη πλάτη μου ξεκίνησα να φύγω. Μια σκέψη όμως με έκανε να κοντοσταθώ και ...


ΜΑΙΡΗ

Ααααα... Μάθιου?

αναφώνησα και γυρνώντας να τον κοιτάξω είδα τη Μάγκυ σαστισμένη, τόσο που με ένα μικρό τίναγμα του κορμιού της ο καφές της χύθηκε στο πάτωμα.


...Θα ήθελα να πάω στη μητέρα μου, να τη δω και να περάσω λίγο χρόνο με το παιδί.

Το σχέδιο μου ήταν συγκεκριμένο. Αν όλο αυτό ήταν ένα στημένο σκηνικό περίμενα να αρνηθεί, αν όχι...


ΜΑΘΙΟΥ

Φυσικά, θα ενημερώσω το Ντειβ να σε πάει ως εκεί.Αν χρειαστείτε κάτι, με πέρνεις τηλέφωνο.


Τα λόγια του στόλιζε ένα πλατύ πονηρό χαμόγελο. Προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω τι μου είχε πει μόλις τώρα. Ήμουν προετοιμασμένη για την άρνηση, σχεδόν σίγουρη. Αλλά εκείνος αβίαστα μου έκανε το χατήρι. Τι σημαίνει θεε μου αυτό? Δε με άφηνε να πάω ουτε στη εξώπορτα και τώρα δεν είχε αντίρρηση να φύγω. Το εννοούσε? Ήθελε να είναι μόνος μαζί της?

Με αυτές τις σκέψεις γύρισα και πήγα στο δωμάτιο μου.


Όταν έφτασα έκλεισα τη πόρτα και σωριάστηκα πίσω της. Πόσο δύσκολο ήταν όλο αυτό. Πόσο ψυχοφθόρο.Έπρεπε όμως να αντέξω. Αυτό ήταν ένα παιχνίδι που έπρεπε να παίξω. Ένα παιχνίδι ψυχραιμίας και αντοχής. Ποιός θα έσπαγε άραγε πρώτος?


Ήπια το καφέ μου και χωρίς να χανω χρόνο άρχισα να ετοιμάζομαι. Θα έβαζα μερικά ρούχα σε μια τσάντα και θα δοκίμαζα να κερδίσω μερικές μέρες έξω απο δω. Ίσως και να τα κατάφερνα. Πήρα κάποια πράγματα του Μάρκ και ξαναβγήκα στο σαλόνι.

Εκείνη δεν ήταν εκεί. Μόνο ο Μάθιου κοίταζε απο το τζάμι έξω με τα χέρια δεμένα στο στήθος του.


ΜΑΘΙΟΥ

Έτοιμή? Είπε χωρίς να γυρίσει να με κοιτάξει.

ΜΑΙΡΗ

Έτοιμη. Απάντησα ήρεμα. Αλλά ούτε και τότε γύρισε.

ΜΑΘΙΟΥ

Ο Ντέιβ σε περιμένει κάτω.


Κατευθύνθηκα προς τη πόρτα και αισθανόμουν περίεργα. Έφευγα, για λίγο, για πολύ, δεν ήξερα. Την άνοιξα και βρέθηκα έξω. Για μια στιγμή μόνο γύρισα και τον κοίταξα. Βρισκόταν ακόμα ασάλευτος εκεί με τη πλάτη γυρισμένη. Τι να σκεφτόταν? Ήθελα να του φωνάξω αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν απο το στόμα μου. Πως μπορούσα να τον αφήσω μόνο του μ'αυτή? Πως μπορεσα να τον αφήσω μόνο του και τότε? Οι τύψεις με πολιόρκισαν. Ψυχραιμία Μαίρη, ψυχραιμία.







ΤΟ ΛΑΘΟΣ {GW15}Where stories live. Discover now