Από αντίδραση και μόνο!

Comenzar desde el principio
                                    

Έπειτα από μερικά λεπτά, βρίσκομαι στο μπαρ όπου τον ενημέρωσα ότι θα βρεθούμε. Κοιτάζω τριγύρω, ώσπου τον εντοπίζω να κάθεται μόνος του στο μπαρ. Το προφίλ του... είναι ωραίο. Βασικά, αυτός ο άντρας είναι ωραίος. Και επειδή σήμερα ο σύζυγος μου μου έδωσε ουσιαστικά το έναυσμα, θα διασκεδάσω στο έπακρο με αυτόν τον άγνωστο τύπο. Με δυναμικό βήμα, πηγαίνω κοντά του.
«γειά»
Τον χαιρετάω με αυτοπεποίθηση. Αμέσως γυρίζει το κεφάλι του για να με κοιτάξει.
«ήρθες»
Αναφωνεί, φανερά έκπληκτος.
«είχες αμφιβολίες;»
«την αλήθεια;»
Μου αντιγυρίζει με ερώτηση. Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου. Εκείνος ρουθουνίζει εύθυμα.
«όχι, δεν περίμενα να έρθεις. Πίστευα ότι θα το μετάνιωνες την τελευταία στιγμή»
Έχω την εντύπωση ότι αυτός ο άντρας με διαβάζει. Κάθομαι στον σκαμπό δίπλα του.
«θα πιεις;»
Ρωτάει, ισιώνοντας παράλληλα το σώμα του.
«μια βότκα με λεμόνι»
«τέλεια»
Μουρμουρίζει, έπειτα σηκώνει το χέρι του, ώστε να καλέσει τον νεαρό μπάρμαν.
«μια βότκα λεμόνι για την κυρία παρακαλώ»
«αμέσως»
Λέει ο νεαρός, καθώς ετοιμάζει το ποτό μου. Το βλέμμα μου στρέφεται ξανά στον άντρα που κάθεται φαινομενικά άνετος δίπλα μου.
«τελικά όμως ήρθες»
Πετάει ξαφνικά, έχοντας ένα χαμόγελο αυτοπεποίθησης στα χείλη του.
«και τώρα που ήρθα, τι θα γίνει;»
«αρχικά θα ανταλλάξουμε κάποιες ασήμαντες πληροφορίες, και μετά... θα διασκεδάσουμε»
Η απάντηση του μου προκαλεί ένα αυθόρμητο γελάκι.
«λοιπόν, αν και συνήθως απαγορεύεται να κάνεις μια τέτοια ερώτηση σε γυναίκα, εγώ θα σου την κάνω...»
Σταματάει για να πιει μια σύντομη γουλιά από το ποτό του. Μετά με ξανακοιτάζει μέσα στα μάτια.
«πόσο χρονών είσαι;»
Ρωτάει τελικά.
«για να δεις ότι δεν είμαι από εκείνες τις κομπλεξικές, είμαι είκοσι οκτώ. Εσύ;»
«μία από τα ίδια»
Απαντάει, έχοντας ένα στραβό χαμόγελο στο πρόσωπο του. Εκείνη την στιγμή, ο νεαρός μπάρμαν αφήνει την βότκα με το λεμόνι μπροστά μου.
«ευχαριστώ»
Λέω, χαρίζοντας του ένα σύντομο χαμόγελο.
«επάγγελμα;»
Ρωτάω, απευθυνόμενη τώρα σε εκείνον.
«λογιστής. Εσύ;»
Αφήνω ένα χαχανητό.
«αφού ξέρεις. Δασκάλα χορού, με δική μου σχολή κιόλας!»
Τον παρακολουθώ να γελάει πνιχτά, πριν μιλήσει ξανά.
«απλά προσπαθώ να κάνω την ατμόσφαιρα πιο παραμυθένια»
Τώρα είναι η σειρά μου να γελάσω.
«εντωμεταξύ, μόλις συνειδητοποίησα ότι δεν έμαθα το πιο σημαντικό...»
Τον ατενίζω με απορία.
«το όνομα σου»
Η απάντηση του με κάνει να χαχανίσω. Για μια στιγμή νόμιζα ότι μιλούσε σοβαρά.
«Νεφέλη»
Απαντάω λιτά, παίζοντας το παιχνίδι του.
«Μάρκος»
Αποκρίνεται με άνεση.
«το κάνεις πάλι»
Λέω ανάμεσα στα χαχανητά μου. Τώρα το χαμόγελο του γίνεται πιο πλατύ, φανερώνοντας μια σειρά από λευκά δόντια.
«να σε ρωτήσω κάτι; αλλά θα μου πεις την αλήθεια!»
Τονίζω. Τώρα με κοιτάζει απόλυτα σοβαρός.
«ρώτα με, τι είναι;»
«την ημέρα που μας είδες με την αδερφή μου στην καφετέρια, μετά, όταν φύγαμε... με ακολούθησες;»
Είναι μια ερώτηση που ήθελα να του την κάνω από την αρχή της γνωριμίας μας. Ένα σκανταλιάρικο χαμόγελο στραβώνει τις άκρες των χειλιών του. Το σκέφτεται για μερικά λεπτά, πριν μου απαντήσει τελικά.
«ναι»
Κατά βάθος το περίμενα αυτό. Ε βέβαια, πως αλλιώς θα ήξερε;
«πάντως αν ήσουν ντετέκτιβ, θα ήσουν πολύ κακός στην δουλειά σου»
Ένα πονηρό χαμόγελο απλώνεται στα χείλη του.
«έτσι λες;»
«ε βέβαια. Αφού σε κατάλαβα με την μία»
Αποκρίνομαι, γέρνοντας ελαφρώς το κεφάλι μου στο πλάι. Δείχνει να διασκεδάζει μαζί μου. Είναι μυστήριο τρένο, αλλά που θα πάει. Ξαφνικά, κατεβάζει μονορούφι το ποτό του και μετά με ξανά κοιτάζει.
«πάμε κάπου αλλού;»
Με αιφνιδιάζει η ερώτηση του.
«που;»
Το πονηρό χαμόγελο επανέρχεται στο πρόσωπο του, πιο έντονο από ότι πριν.

Υπό στενή παρακολούθησηDonde viven las historias. Descúbrelo ahora