Παντού

365 39 22
                                    

Ο Παύλος είχε σκοτωθεί. Είχε σκοτωθεί από εκείνο το φορτηγάκι που εκείνη νόμισε πως γλίτωσαν και οι δυο. Μα είχε γλιτώσει μόνο εκείνη. Μετά τον ελιγμό που πρόλαβε να κάνει, δε θυμόταν καν τον ήχο της σύγκρουσης, δε γύρισε να κοιτάξει πίσω της. Γιατί συνέχιζε να τον βλέπει να κάνει ποδήλατο δίπλα της. Γιατί εκείνος ήταν μαζί της. Κατάσταση σοκ; Παράνοια; Θαύμα; Εκείνη τον έβλεπε. Τον άγγιζε, του μιλούσε. Μπορούσε να κάνει έρωτα μαζί του, να νιώσει κάθε εκατοστό της ύπαρξής του μέσα της. Ποιας ύπαρξης; Αφού το σώμα του είχε μείνει χιλιόμετρα πιο πίσω. Πώς ήταν δυνατό; Για εκείνην υπήρχε.

Πέντε μήνες θεραπείας. Για να την πείσουν πως δεν τον έβλεπε, πως ο Παύλος δεν ήταν πια μαζί της. Στην αρχή αντιδρούσε, τους φώναζε, τους έλεγε "μα είναι πίσω σας και σας κοροϊδεύει", μα εκείνοι δεν τον έβλεπαν. Και ήρθαν οι φαρματκευτικές αγωγές, ο γιατρός που την ανέλαβε και οι γονείς της τις θεώρησαν αναγκαίες. Εκεί κατάλαβε πια πως οι άλλοι γύρω της δεν ανησυχούσαν απλά, αλλά τη θεωρούσαν τρελή. Και έπαιξε το παιχνίδι τους. Προσποιούταν πως ακολουθούσε τη θεραπεία πιστά και πως είχε πάψει να τον βλέπει. Χάπια πεταμένα στην αποχέτευση και λόγια πεταμένα στον αέρα. 

Γιατί ο Παύλος ήταν εκεί τα βράδια. Την έπαιρνε αγκαλιά, τη νανούριζε, τη χάιδευε. Δεν την πείραζε πια που τον έβλεπε μόνο εκείνη. Εξάλλου μόνο για εκείνη τον ήθελε. Να είναι δικός της, να είναι κατάδικά της όσα μοιραζόταν μαζί του. Έτσι αόρατα, μαγικά, όπου βρισκόταν εκείνη, παντού συνεχίζε να ζει και εκείνος.

                                                                              ***

Η Τζούντυ πέθανε στον ύπνο της στην ηλικία των εβδομήντα πέντε. Είχε ήδη προλάβει να γυρίσει με ποδήλατο τριάντα δύο χώρες. Εφημερίδες, περιοδικά, τηλεόραση ασχολήθηκαν  με τα επιτεύγματά της. Πέθανε ανύπαντρη, σε ένα διπλό κρεβάτι. Χωρις να έχει κάνει παιδιά "Τι νόημα είχαν τόσα ταξίδια αφού τα ζούσε μόνη της;" είπαν κάποιοι κακεντρεχείς. "Δύσκολο πράγμα να πεθαίνεις μόνος" είπαν μερικοί άλλοι.

                                                                              ***

 Δυο καλές της φίλες ανέλαβαν τον άχαρο ρόλο να ψάξουν στα συρτάρια της φωτογραφία για το μνήμα της. Τις έχουν αραδιάσει πάνω στο καναπέ και η μικρή εγγονή της μιας, κάθε τόσο μπλέκει στα πόδια τους και τις ενοχλεί.

-Γιαγιά, ποιος είναι αυτός ο κύλιος δίπλα στη γιαγιά Τζούντυ;

-Ποιος κύριος, καλό μου παιδί;

-Αυτός ο κύλιος πάνω στο ποδήλατο.

-Για να δω, λέει απορημένη η γιαγιά της και βγάζει τα γυαλιά της για να τα καθαρίσει πάνω στην μπλούζα της. Τα ξαναφοράει και μετακινεί τη φωτογραφία μπρος πίσω για μερικά δευτερόλεπτα.

-Θάμνος είναι βρε, πίσω από το ποδήλατο της Τζούντυ, τι φαντασία έχει αυτό το παιδί; απευθύνεται στη φίλη της και γελάνε και οι δύο δυνατά.

-Μα δε λέω τον θάμνο βλε γιαγιά. Τον κύλιο αυτό λέω με τα μαύρα μαλλιά που κάνει ποδήλατο δίπλα στη γιαγιά Τζούντυ, επιμένει το παιδί.

Η γιαγιά ξαναπαίρνει τη φωτογραφία στα χέρια της. Αναρωτιέται σε ποια χώρα έχει τραβηχτεί, μοιάζει σχεδόν επαγγελματική. Ίσως την τράβηξε κάποιος δημοσιογράφος που εκείνη την περίοδο αρθρογραφούσε για τα ταξίδια της διάσημης φιλενάδας της. Η φίλη της οδηγεί με το στόμα ανοιχτο, σαν να μιλάει σε κάποιον, χαρούμενη, χαμογελαστή όπως την ήξερε πάντα. 

-Δε βλέπω κανέναν κύριο.  Η γιαγιά έχει δουλειά, πήγαινε να παίξεις τώρα, του προτείνει και αφήνει τη φωτογραφία στο πλάι, να βρει καταφύγιο άναμεσα στις υπόλοιπες. 

                                                                          ΤΕΛΟΣ

                                                             

🎉 You've finished reading Παντού μαζί σου 🎉
Παντού μαζί σουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα