Santa Claus is NOT Coming to Town

12 1 2
                                    


Ήταν 22 Δεκεμβρίου. Eκείνος καθόταν στη μεγάλη άνετη πολυθρόνα και κοιτούσε το χιόνι που έπεφτε έξω από το παράθυρο. Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό. Η μέρα των Χριστουγέννων πλησίαζε. Σε λίγο καιρό θα έπρεπε να πιάσει δουλειά. Άναψε το μικρό κερί που είχε πάνω στο γραφείο και φόρεσε τα στρογγυλά γυαλιά του στερεώνοντάς τα στο κάτω μέρος της μύτης του. Πήρε στα χέρια του το πρώτο γράμμα και άρχισε να το διαβάζει.

«Αγαπητέ Άγιε Βασίλη, με λένε Τσάρλι, και θα ήθελα να σε γνωρίσω από κοντά».

Ήταν η μοναδική φράση που είχε το χαρτί. Το γύρισε από την άλλη πλευρά, αλλά το φύλλο ήταν λευκό. Χτύπησε με το χέρι του ένα κουδουνάκι που υπήρχε πάνω στο γραφείο και τότε άνοιξε μια καταπακτή στο πάτωμα. Πήρε το άδειο τσουβάλι που ήταν ακουμπισμένο δίπλα του και κρατώντας το πάνω από το κεφάλι του, πήδηξε στην τρύπα χρησιμοποιώντας το σαν αλεξίπτωτο. Προσγειώθηκε με αργές κινήσεις στην κατάμεστη αίθουσα. Δεκάδες καλικάντζαροι με πράσινα ρούχα και ξωτικά με κόκκινα έτρεχαν πέρα δώθε. Χρυσές κι ασημένιες γιρλάντες και τεράστια γκι κρέμονταν από την οροφή, ζαχαρωτά μπαστούνια έριχναν άχνη στο πάτωμα και πολύχρωμα φωτάκια ήταν κρεμασμένα στους τοίχους. Διάφανες στρόγγυλες μπάλες μέσα στις οποίες βρίσκονταν παιχνίδια αιωρούνταν σε όλο το χώρο. Τους προσπέρασε όλους και κατευθύνθηκε προς ένα κυκλικό δωμάτιο που υπήρχε στο κέντρο της αίθουσας. Έκλεισε την πόρτα πίσω του και όλη η φασαρία έμεινε ξαφνικά απέξω. Χτύπησε τα δυο του δάχτυλα και τα φώτα άναψαν. Γύρω – γύρω στους τοίχους υπήρχε τζάμι από όπου μπορούσε να παρακολουθεί τους μικροσκοπικούς του φίλους. Αναστέναξε. Άραγε είχε έρθει η ώρα; Άραγε ο Τσάρλι ήταν εκείνος που άξιζε να τον γνωρίσει από κοντά; Ξεδίπλωσε το γράμμα που κρατούσε και ξαναδιάβασε τη μία και μοναδική φράση. Προχώρησε προς το κέντρο του δωματίου και άγγιξε με τα δάχτυλά του μια τεράστια, τετράγωνη οθόνη. Εκείνη άναψε κι ένα χιονισμένο τοπίο ζωντάνεψε μπροστά του. Τέντωσε το χαρτί και το έριξε μέσα σε μια εγκοπή. Το χιονισμένο τοπίο αντικαταστάθηκε από τη φωτογραφία ενός κοκκινομάλλικου αγοριού με γαλάζια μάτια. Το πρόσωπό του παρέμεινε στο κέντρο της οθόνης ενώ γύρω του άρχισαν να εμφανίζονται σκηνές από την πρώτη μέρα του έτους, μέχρι σήμερα. Ο Άγιος Βασίλης χαμογέλασε εγκάρδια. Σίγουρα το άξιζε.

Ήταν Παραμονή Χριστουγέννων και το δεκατριάχρονο αγόρι καθόταν δίπλα στο χριστουγεννιάτικο δέντρο. Η φωτιά στο τζάκι έκαιγε δυνατά. Εκείνη και τα πολύχρωμα λαμπιόνια στο δέντρο, ήταν τα μοναδικά φώτα μέσα στο δωμάτιο. Καθόταν με τα χέρια γύρω από τα γόνατά του και περίμενε. Οι σκιές από τις φλόγες θέριευαν στους τοίχους. Κοίταξε το μεγάλο ρολόι. Πέντε λεπτά πριν τα μεσάνυχτα... τέσσερα... τρία... δύο... ένα... δέκα δευτερόλεπτα... πέντε... τέσσερα... τρία... δύο... ένα... ένας δυνατός ήχος αντήχησε σε όλο το σπίτι. Σκόνη έπεσε μέσα από την καμινάδα στο τζάκι και η φωτιά έσβησε. Ο ήχος συρσίματος ακούστηκε, περισσότερη στάχτη έπεσε και στη συνέχεια ένας χοντρός άντρας με λευκά γένια και κόκκινα ρούχα προσγειώθηκε μπροστά του. Το αγόρι σηκώθηκε όρθιο γουρλώνοντας τα μάτια του με προσμονή. Ο Άγιος Βασίλης, τίναξε τις στάχτες από τα ρούχα του, άφησε το σάκο στο πάτωμα και τον πλησίασε.

Santa Claus is not Coming to TownWhere stories live. Discover now