Στην Ομίχλη της Νιότης

By ManiaNia81

2K 284 995

Το βιβλίο είναι βασισμένο σε ιστορικά γεγονότα της Κύπρου επί Φραγκοκρατίας. Συγκεκριμένα, πραγματεύεται τα χ... More

Εισαγωγικό Σημείωμα
Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Kεφάλαιο 5
Kεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 23
Κεφάλαιο 24
Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Κεφάλαιο 37
Κεφάλαιο 38
Κεφάλαιο 39
Κεφάλαιο 40
Κεφάλαιο 41
Κεφάλαιο 42
Kεφάλαιο 43
Kεφάλαιο 44
Κεφάλαιο 45
Κεφάλαιο 46
Κεφάλαιο 47
Kεφάλαιο 48
Kεφάλαιο 49
Κεφάλαιο 50
Kεφάλαιο 51
Kεφάλαιο 52
Κεφάλαιο 53
Kεφάλαιο 54
Kεφάλαιο 55
Κεφάλαιο 56
Κεφάλαιο 57
Κεφάλαιο 58
Kεφάλαιο 59
Κεφάλαιο 60
Kεφάλαιο 61
Kεφάλαιο 62
Τέλος Α΄: Το μη πραγματικό
Τέλος Β' : Το πραγματικό

Κεφάλαιο 4

47 7 17
By ManiaNia81




Έπειτα από μερικούς μήνες η Αλίκη ανακάλυψε πως ήταν έγκυος. Τέτοια ανείπωτη χαρά δεν είχε ξανανιώσει από την ημέρα του γάμου της με τον Ούγο.

Οι μήνες της εγκυμοσύνης που ακολούθησαν ήταν οι πιο ευτυχισμένοι της ζωής της. Ο άντρας της ήταν πιο τρυφερός και περιποιητικός όσο ποτέ άλλοτε. Κάθε επιθυμία της για αυτόν ήταν διαταγή.

Κύλησαν όμως πολύ γρήγορα και έφτασε η ενάτη Οκτωμβρίου του σωτήριου έτους 1329 όταν και οι πόνοι της γέννας άρχισαν για την Αλίκη.

Λίγες μέρες προηγουμένως ο Ούγος είχε τη σύνεση να καλέσει την καλύτερη μαία της χώρας, ώστε να είναι εδώ όταν έρθει η ώρα της Αλίκης να φέρει στον κόσμο το μωρό τους.

Τα νερά είχαν σπάσει από νωρίς το πρωί, και από εκείνη την ώρα όλοι στο παλάτι ζούσαν στιγμές αγωνίας. Ήθελαν να πάνε όλα καλά.

Η Αλίκη σφάδαζε από τους πόνους και τα ουρλιαχτά της ακούγονταν μέχρι έξω προκαλώντας φρίκη σε όσους είχαν την ατυχία να βρίσκονται εκεί κοντά.

Η μαία συνεχώς προσπαθούσε να ανακουφίσει την Αλίκη από τους πόνους της γέννας είτε με βότανα είτε με εντριβές στην κοιλιακή χώρα, όμως η μητέρα φύση είναι πολύ πιο δυνατή. Οι μέθοδοι αυτοί της μαίας είχαν αποτέλεσμα όμως πολύ σύντομα η επίδρασή τους περνούσε και οι πόνοι επέστρεφαν πιο έντονοι.

Η Αλίκη στάθηκε δυνατή και γενναία. Το ήθελε τόσο πολύ αυτό το μωρό και έπειτα από αρκετές ώρες το κρατούσε στην αγκαλιά της ξεχνώντας πλήρως τι είχε περάσει. Το μόνο που την ένοιαζε ήταν ότι κρατούσε το υγιές μωρό της στην αγκαλιά της. Τίποτα άλλο δεν είχε σημασία.     

Επιτέλους η ευτυχία της Αλίκης ήταν ολοκληρωμένη. Ο Ούγος, απ' την άλλη ήταν διπλά ευτυχισμένος, πρώτα για το μωρό που γεννήθηκε υγίες και δεύτερο για το ότι το μωρό ήταν αγόρι και κάποτε θα τον διαδεχόταν στο θρόνο.

Αφού πέρασαν οι πρώτοι μήνες που η Αλίκη και ο μικρός έζησαν την απόλυτη εξάρτηση ο ένας από τον άλλον, ήρθε ο καιρός όπου σύμφωνα με το θεσμό τα αγόρια των εκάστοτε βασιλιάδων έπρεπε να φύγουν από το παλάτι και να μεγαλώσουν με παραμάνα στο λεγόμενο ʺσπίτι των κομητώνʺ το οποίο βρισκόταν λίγο πιο πέρα από το παλάτι και παρείχε όλες τις ανέσεις. Η Αλίκη που αγνοούσε το θεσμό ήταν τώρα απαρηγόρητη. Η είδηση αυτή ήταν κεραυνός εν αιθρία με αποτέλεσμα να κλαίει και να οδύρεται ασταμάτητα. Δεν ήθελε να αποχωριστεί το παιδί της ούτε για ένα λεπτό πόσο μάλλον για ολόκληρα χρόνια. Είχε ενημερωθεί βέβαια ότι θα μπορούσε να πηγαίνει να τον βλέπει σε καθορισμένες μέρες και ώρες, αλλά δεν ήταν καθόλου το ίδιο και διόλου αρκετό. Την έβλεπε ο Ούγος και τη λυπόταν τόσο πολύ, όμως ήταν κάτι που δεν γινόταν να αποφύγουν. Οι νόμοι ήταν νόμοι και έπρεπε να τηρούνται από όλους μηδενός εξαιρουμένου. Δεν γινόταν χάρη σε κανέναν και για κανένα λόγο. Προσπαθούσε να την παρηγορήσει λέγοντάς της πως είναι για το καλό του.

«Θα ανδρωθεί χωρίς να είναι προσκολλημένος στα φουστάνια της μητέρας του».

«Μα είναι τόσο μικρός ακόμα με έχει ανάγκη, θα κλαίει και θα με ψάχνει και δεν θα είμαι εκεί γι' αυτόν!» σπάραζε στο κλάμα η άμοιρη μάνα.

«Μια χαρά θα είναι μην κλαις. Όλα θα πάνε καλά» προσπαθούσε να την παρηγορήσει και την έσφιγγε πάνω του τόσο πολύ, λες και έτσι θα στραγγάλιζε τον πόνο της Αλίκης και θα την απελευθέρωνε.

Η Αλίκη προσπάθησε να διαπραγματευτεί τις μέρες και τις ώρες που θα μπορούσε να βλέπει το παιδί της -καθημερινή  επίσκεψη και περισσότερες ώρες- αλλά ο Ούγος στάθηκε αδιάλλακτος σε οποιαδήποτε αλλαγή. Ναι, τη λάτρευε τη γυναίκα του,  ήθελε να είναι ευτυχισμένη, αλλά αν υπέκυπτε στα παρακάλια
και τις ικεσίες της  ήξερε ποιά θα ήταν η κατάληξη. Η Αλίκη να μένει στο σπίτι των κόμητων. Και αυτό δεν έπρεπε να γίνει. Θα ξεσπούσε μεγάλο σκάνδαλο αν μαθευόταν και εκτός αυτού το παιδί έπρεπε να μεγαλώσει με αυτό τον τρόπο για να σκληραγωγηθεί. Αλλιώς τι σόι βασιλιάς θα γινόταν όταν θα ερχόταν η ώρα;  Όχι, όχι έπραττε το σωστό.

Βλέποντας ότι ο άντρας της ήταν ανένδοτος στην απόφασή του, η Αλίκη αποφάσισε να βρει άλλη λύση. Και τη βρήκε. Όταν ο Ούγος  ήταν απασχολημένος ή έλειπε εντελώς από το παλάτι, έβγαινε κρυφά από το παλάτι προσέχοντας να μην τη δει κανείς και πήγαινε στο σπίτι των κομητών. Η παραμάνα που ήταν και αυτή στο κόλπο την έμπαζε από την πόρτα που χρησιμοποιούσαν οι δούλοι. Με τον τρόπο αυτό η Αλίκη ζούσε λίγες κλεμμένες ώρες με τον πολυαγαπημένο της γιο και ήταν ευτυχισμένη. Φεύγοντας δεν ξέχναγε ποτέ να αφήσει στη χούφτα της παραμάνας χρυσά νομίσματα ή κάποιο απ' τα κοσμήματα της. Δεν έλεγε καμιά τους τίποτα. Δεν ήταν απαραίτητο. Η μία έδινε και η άλλη έπαιρνε. Έτσι η συμφωνία της σιωπής επισφραγιζόταν με αυτό τον τρόπο. Κάθε φορά.

Το φθινόπωρο του 1330 μπήκε βαρύ. Για μέρες ο ήλιος ήταν χαμένος πίσω από σύννεφα που όλο και μαζεύονταν. Κάτι σύννεφα γκρίζα και τόσο βαριά που δημιουργούσαν την εντύπωση ότι θα έπεφταν και θα έσκαγαν χάμω. Δεν προμήνυαν τίποτα καλό. Οι άνθρωποι, ανήσυχοι στην αρχή, δεν έβγαιναν από τα σπίτια τους αλλά καθώς οι μέρες περνούσαν και τίποτα δεν γινόταν αναθάρρησαν. Βγήκαν έξω, πήγαν βόλτα στις πλατείες και στο στεγασμένο δρόμο δίπλα από το ποτάμι, έκαναν τα ψώνια τους, αντάλλαξαν τα νέα τους. Έπαψαν να κοιτάνε πλέον τον ουρανό, έτσι δεν πρόσεξαν ότι τα σύννεφα όλο και μαζεύονταν, όλο και πύκνωναν γίνονταν ακόμα πιο γκρίζα, σχεδόν μαύρα, έτοιμα να τους καταπλακώσουν.

Αν και υπό αυτές τις συνθήκες, τα πρώτα γενέθλια του μικρού Πέτρου γιορτάστηκαν με μεγάλες χαρές και μεγάλο φαγοπότι. Οι ευχές έδιναν και έπαιρναν για χαρά και υγεία, για ευτυχία, για μακροζωία, για καλή τύχη και πολλά άλλα. Τη μέρα εκείνη είχαν βάλει στην άκρη ανησυχίες και έννοιες.    Στις 14 Οκτωβρίου άρχισε να βρέχει. Όλοι ανακουφίστηκαν. Πίστευαν όπως είναι γνωστό ότι μετά τη βροχή βγαίνει ο ήλιος. Όμως προς δυσάρεστη έκπληξη όλων, οι μέρες περνούσαν και η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει. Έβρεχε καταρρακτωδώς μέρα νύχτα χωρίς σταματημό. Ο αέρας λυσσομανούσε με αυτό το υπόκωφο βουητό που σου παγώνει το αίμα. Οι χωμάτινοι δρόμοι άρχισαν να μετατρέπονται σε λασπερά έλη. Οι μέρες περνούσαν χωρίς τίποτα να αλλάξει. Στο νου των κατοίκων μπήκαν τα χειρότερα. Ότι ήρθε το τέλος του κόσμου ή ότι θα γίνει πάλι κατακλυσμός καλύπτοντας τα πάντα. «Ο Θεός μας τιμωρεί για τις αμαρτίες μας» ψιθύριζαν. Όλοι είχαν τρομοκρατηθεί. Παρέλυσαν από το φόβο. Οι μέρες περνούσαν χωρίς κανείς να προσέξει το ποτάμι που άρχισε να φουσκώνει επικίνδυνα. Η νύχτα της 10ης  Νοεμβρίου δεν ήταν σαν τις προηγούμενες που έζησαν οι κάτοικοι της πόλης. Έβρεχε ακόμα αλλά ο ήχος της στις στέγες των σπιτιών τους ακουγόταν απειλητικός. Άσχημο προαίσθημα τους βασάνιζε και δεν τους άφηνε να βρουν ησυχία. Κάτι ακαθόριστο τους απειλούσε. Το ένιωθαν, αλλά δεν ήξεραν τι. Το προαίσθημα αυτό δεν άργησε να επαληθευτεί. Κατά τη διάρκεια της νύχτας ακούστηκε ένας εκκωφαντικός κρότος παγώνοντας το αίμα ανθρώπων και ζώων. Από τα παράθυρά τους δεν φαινόταν κάτι, έξω το σκοτάδι ήταν πηχτό. Ήθελε ακόμα ώρες μέχρι να ξημερώσει. Μετά από κάποια λεπτά το μόνο που ένιωσαν στα γυμνά τους πόδια ήταν το νερό που άρχισε να εισέρχεται στα σπίτια από τις χαραμάδες και από όποια άλλη ελεύθερη είσοδο έβρισκε στο διάβα του. Η στάθμη του ανέβαινε με γοργό ρυθμό. Έντρομοι οι κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους χωρίς να ξέρουν προς τα που πηγαίνουν πιστεύοντας πως έτσι θα σωθούν.

Όταν τα στοιχεία της φύσης πνέουν τα μένεα, εξαίρεση δεν γίνεται για κανέναν. Φτωχοί και πλούσιοι, βασιλείς και απλοί άνθρωποι, πάλευαν επί ίσοις όροις για τη σωτηρία τους...

Η Αλίκη εκείνο το βράδυ δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Κακό προαίσθημα της κατέτρωγε τα σωθικά όπως το σαράκι το ξύλο. Από τότε που άρχισε αυτή η ανεξήγητη σε διάρκεια βροχή δεν βγήκε από το παλάτι για να πάει πουθένα, οπότε δεν είδε και το γιο της. Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενε πως η βροχή θα κρατούσε τόσο πολύ. Όσο πέρναγαν οι μέρες τόσο μεγάλωνε και η ανησυχία της για το παιδί της. Το κακό προαίσθημα όμως που είχε εκείνο το βράδυ δεν το είχε τα προηγούμενα βράδια και αυτό την τάραζε και την αναστάτωνε ακόμα περισσότερο.                                                                      

Όταν συζητούσε νωρίτερα με το βασιλιά της είχε πει να μην ανησυχεί και ότι δεν ήταν τίποτα, μια απλή βροχή που όπου να 'ναι θα σταματούσε και θα μπορούσαν να ξαναδούν το γιο τους. Η Αλίκη προσπάθησε να φέρει αντίρρηση αλλά αυτός την αποπήρε λέγοντάς της πως είχε γίνει υπερβολική και παρανοϊκή και πως έπρεπε να ηρεμήσει επιτέλους. Η συζήτηση τελείωσε οριστικά όταν αυτός εκνευρισμένος έβαλε το κερί που συνήθιζε στα αυτιά του και πήγε για ύπνο. Με το κερί στα αυτιά δεν άκουγε το παραμικρό. Αυτό επιδίωκε άλλωστε. Τον τελευταίο καιρό του ήταν πολύ δύσκολο να κοιμηθεί, δεν ανεχόταν τον παραμικρό θόρυβο, έτσι βρήκε τη λύση στο κερί. Όμως το ένστικτο της μάνας δεν κάνει ποτέ λάθος.

Τώρα ταραγμένη όσο ποτέ άλλοτε περπατούσε πάνω κάτω μην ξέροντας τι να κάνει. Εδώ και ώρα καυτά δάκρυα της έκαιγαν το πρόσωπο. Το ένιωθε το κακό να έρχεται και το πήρε απόφαση πως με το πρώτο φως της αυγής θα έτρεχε στο παιδί της αψηφώντας τα λόγια του βασιλιά και κακώς που δεν το είχε πράξει νωρίτερα. Δεν πρόκαμε να τελειώσει τη σκέψη της και στα αυτιά της έφτασε ο εκκωφαντικός θόρυβος. Ένιωσε το αίμα να στραγγίζει από το πρόσωπό της. Αν μπορούσε να κοιταχτεί σε καθρέφτη θα έβλεπε το λευκό δέρμα της να γίνεται ακόμα πιο λευκό. Μετά από λίγο ένιωσε το κρύο υγρό στα πόδια της.

«Θεέ μου τι συμβαίνει; Το παιδί μου! Πρέπει να πάω στο παιδί μου!».

Continue Reading

You'll Also Like

67K 7.4K 24
Χανιά... 1950! Όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα σε θυμάμαι. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα σε περιμένω. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα σε αγαπώ. Στο αρχον...
138K 11.2K 55
Η Νόρα ταξιδεύει στο μαγικό νησί της Σύρου έχοντας μια πληγή στη καρδιά, τον Μάνο. Ένα ταξίδι που ξεκινάει σαν μια οικογενειακή επανένωση, σύντομα θα...
933K 99.5K 94
Highest Rank:#1 in Teen Fiction. Winner of the #READINT2017 Νο 107:Life is better when you are drunk.??? **************************************...
8.1K 613 45
Οκτώβριος 1940:Η Δήμητρα γνωρίζεται εδώ και λίγους μήνες με τον Μάριο,αφού είναι φίλη με την αδερφή του,την Χριστίνα αλλά και εκείνος φίλος του αδελ...