when you came /Παλιά Έκδοση

By deaancas

191 21 3

Η Iris Silver ή αλλιώς Jones,δεν ήταν από αυτά τα συνηθισμένα κορίτσια, ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα γίνει τ... More

ΠΡΙΝ ΔΙΑΒΆΣΕΙΣ ΤΟ ΒΙΒΛΊΟ
CHAPTER 00
CHAPTER 02

CHAPTER 01

20 4 0
By deaancas

[ΔΎΟ ΧΡΌΝΙΑ ΜΕΤΆ]

Ίρις.

Κρατούσα στα χέρια μου το ποτό ενώ κοιτούσα με ενα μελαγχολικό βλέμμα τριγύρω, αγνοούσα πλήρης την Marie που τα τελευταία λεπτά συνεχίζει και μου μιλάει για το πόσο βαρετό είναι το πάρτυ,το γεγονός ότι αυτό το πάρτυ έπρεπε να ήταν πιο ενδιαφέρον ή έστω κάτι ενδιαφέρον να έχει γίνει..Ίσως βαρέθηκε, είμαστε εδώ και δύο ώρες...Εγώ πάντως δε ήθελα να έρθω από την αρχή. Ήθελα απλά να μείνω στο διαμέρισμα μου,με λίγη μουσική να παίζει από το παλιό πικάπ και να διαβάζω το βιβλίο που έχω αφήσει στην μέση. Ίσως θα διάβαζα και για την σχολή μου, από μικρή ήθελα να γίνω γιατρός, και όχι επειδή η μητέρα μου ήταν, όχι όχι.. Επειδή ήμουν τόσο μαγεμένη,ήθελα να βοηθήσω και εγώ τον κόσμο. Ένα μικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη μου,ήπια λίγο ακόμη καθώς κοίταξα την Marie όταν άκουσα να με φωνάζει.

«Αλήθεια τώρα Ίρις; Πες μου ότι δεν άκουσες λέξη από ό,τι είπα!» γύρισα και την κοίταξα, μπορούσα να διακρίνω την ενόχληση στα πράσινα μάτια της.

«Συγγνώμη αλλά με ξέρεις-»

«Θα προτιμούσες να είσαι στο διαμέρισμα σου αγκαλιά με τα βιβλία σου! Το ξέρω!» Γέλασα,προσπάθησε να μιμηθεί την φωνή μου,κούνησα θετικά το κεφάλι μου.

«Απλά..Μην φύγεις ακόμη,σε παρακαλώ, δε έχεις ακούσει για όλες αυτές τις κοπέλες που έχουν εξαφανιστεί από προσώπου γης;!» πήγα να απαντήσω όμως μια ακόμη φωνή με διέκοψε.

«Δεν είναι μόνο κοπέλες ξέρεις..» Είπε ο Jackson καθώς ήρθε προς το μέρος μας, δίπλα το ήταν ο Alexey, παιδικός φίλος μας.

«Έχουν εξεταστεί και πολλά αγόρια, από μικρή ηλικία δηλαδή από πέντε μέχρι και είκοσι...Ο Mike έχει να επιστρέψει σπίτι του από την Παρασκευή!Και σήμερα είναι Τρίτη!Εχθές το έμαθα,όταν πέρασε η αδελφή του από το βιβλιοπωλείο του πατέρα μου και ρώτησε αν είδαμε κάτι ή αν ακούσαμε..»

«Τι πιστεύεις ότι γίνεται; γιατί εξαφανίζονται τόσα άτομα;» Ρώτησε ο Alexey καθώς ήπιε από το ποτό του,η Marie φυσικά ανάφερε τους εξωγήινους.

«Σίγουρα Marietta!» Της απάντησα με ολόκληρο το όνομα της εκείνη γέλασε ειρωνικά καθώς έπιασε από το μπράτσο τον jackson και πήγαν μέχρι την πίστα για να χορέψουν ένα τραγούδι του Elvis που έπαιζε εδώ και κάτι δευτερόλεπτα,ο Alexey έπιασε το χέρι μου αλλά δε πήγαμε στην πίστα. Μου έκανε νόημα να καθίσω στο σκαμπό του μπαρ.

«Νομίζω ότι δε απολαμβάνεις το ποτό σου» είπε ενώ έπιασε το ποτήρι μου μέσα από τα χέρια μου και το άφησε πάνω στον πάγκο,γέλασα άβολα.

«Αυτό είναι αλήθεια, όμως δε απολαμβάνω και το πάρτυ..Απλά θέλω να φύγω»

«Νομίζεις ότι η Marie και η Margaret θα σε αφήσουν να γυρίσεις μόνη σου σπίτι;»

«Πιάσε ακόμα ένα», προσπάθησα να ακούστω μέσα από το μεθυσμένο πλήθος τρελών εφήβων. Ο νεαρός που ήταν πίσω από την μπάρα με πρόσεξε. Με ρώτησε τι έπινα και του είπα. ( ευχαρίστησα τον Θεό που δεν ρώτησε ηλικία,θα είχα μπλέξει άσχημα ).Εκείνος απλά κούνησε θετικά το κεφάλι του και άρχιζε να ετοιμάζει το ποτό μου όπως έκανε τους τελευταίους μήνες.Κοίταξα τριγύρω σχετικά ήρεμα,για τώρα.

Προς μια άλλη πλευρά είδα τα παιδιά που έκαναν βιολογία,εκεί στο βάθος, και τα παιδάκια που πεινάνε και τρώγανε άσπρες και όχι μόνο καραμέλες.Λέμε τώρα...Τίποτα δεν ήταν αθώο εδώ μέσα. Ό,τι γεννιέται στην αμαρτία είναι καταδικασμένο να ζει για μια ζωή στην αμαρτία.Αλλά άτομα χόρευαν έντονα στην μέση του σαλονιού ή αλλιώς πίστας, μιας και αυτήν η αδελφότητα λειτουργούσε παράνομα ως μπαρ. Απορώ πώς χωρούσαν εκεί.

Κουνούσαν έντονα τα κορμιά τους στην δυνατή και κυρίως ενοχλητική μουσική για εμένα το τραγούδι ήταν απαίσιο .Ποσό μισώ αυτά τα ενοχλητικά χαρούμενα τραγούδια.
Σκέφτηκα και ήπια λίγο ακόμα από το σφηνάκι μου.Ποσό παίζει να έχω πιει;Με πόσους έχω φάσωθει χωρίς να με προσέξει αυτός;

Αναρωτήθηκα και ξανά ήπια ακόμα ένα,έκατσα λίγο πιο καλά στην θέση μου καθώς παρατήρησα τον χώρο γύρω μου...
Έκλεισα τα μάτια μου για να απολαύσω την ηρεμία,που μου πρόσφερε δωρεάν η φασαρία του μέρους που ήμουν.Η μουσική ήταν τόσο δυνατή,σε έκανε να κλήσεις τα αυτιά σου από τον πόνο,όμως δεν νιώθω πόνο.Δεν νιώθω την ενόχληση αυτή όπως αλλά άτομα. Σκέφτηκα και κοίταξα τριγύρω.

«Ίρις σε παρακαλώ ηρέμησε»,μου είπε μια κοπέλα και μετά από λίγο ήρθε κοντά μου όταν παρατήρησε ότι έχω πιει αρκετά.Φύγε. Θα της έλεγα εάν είχα την δύναμη να μιλήσω.

Θεέ μου,με έχει δει να πίνω ακόμα πιο πολύ. Την περασμένη εβδομάδα είχαμε μεθύσει από την πρώτη ώρα.Ας μην πω πως ήμουν στα τελευταία λεπτά.Πάντως κατέληξα εγώ με τον Άλεξ μόνοι μας στο σπίτι του.Ακόμα θυμάμαι πως τα χείλη του φιλούσαν και έγλυφαν το δέρμα μου. Το σώμα του πάνω από το δικό μου.Ακόμα θυμάμαι την γυμνή θεά του σώμα τού,διάολε είναι κούκλος. Και πολύ καλός στο σεξ.

«Μα εδώ γλυκά μου υποτίθεται ήρθαμε για να πιουμε;» Της θυμησα τον σκοπό μας. Φάνηκε αμήχανη,και νομίζω ότι προσβλήθηκε από την παρατήρηση μου,όμως δεν είπε κάτι παραπάνω. Με είχε συνηθίσει πλέον.

«Έτσι δεν είναι;»Της είπα καθώς δάγκωσα έναν ξερό καρπό και ήπια λίγο ακόμα από το ποτό μου. Τόσο σκύλα.

Την άκουσα να λέει,δεν είπα κάτι.Γνωρίζω ( φυσικά ) ότι την έχω νευριασεί. Μου αρέσει να νευριάζω και να προκαλώ τους άλλους.Μου αρέσει να προκαλώ χαμό. Μου αρέσει το χάος.Και είμαι μόνο δέκα έξι χρόνον. Βασικά σε λίγο καιρό θα γίνω δεκαεφτά.Θέλω το πολύ ακόμα έξι μήνες για να γίνω δεκαεφτά. Και το γεγονός ότι έχω αμαρτήσει τόσο πολύ με κάνει να γελαώ ειρωνικά.

«Ναι αλλά όχι σήμερα!»Μου είπε με την ήρεμη φωνή της καθώς με κοιτούσε με αγωνία και κούνησε νευρικά το πόδι της.

«Διότι θα θυμώσει ο Άλεξ!»Μου είπε κάπως με άγχος, καθώς μου θύμισε το αγόρι μου.Ναι,έχω και αγόρι.Μεγάλη πρόοδος! Ειδικά για εμένα.Με τον Αλέξ είμαστε μαζί εδώ και τρείς περίπου τέσσερις μήνες. Αλλά θυμάμαι καλά, ήμουν μεθυσμένη όταν δέχτηκα την πρόταση του.

Ήρθε από Γαλλία .Συγκεκριμένα από το κέντρο της αμαρτίας,από την καρδιά και την πηγή της αμαρτίας.Όπως μου δήλωσε μια βραδιά, κάτω από τα αστέρια,λίγο μετά από τον έρωτα που δώσαμε κάτω από τα φωτεινά άστρα της πόλης, ήταν η πρώτη μου φορά,ήταν τρυφερός.

Ήξερε ότι ακόμα είχα στο μυαλό μου τον πρώην μου,αλλά εκείνη την στιγμή η δίψα για να γευτώ την αμαρτία που θα μου αντλούσε το σέξυ κορμί του ήταν υπερβολικά τεράστια. Είχε έρθει εδώ περίπου τον Φεβρουάριο ή Μάρτιο.Τον διώξανε από το σχολείο λόγο κακής συμπεριφοράς,έτσι μου είπε. Όμως γνωρίζω ότι ψεύδεται.Ακόμα ένας μικρός εγκληματίας ξέφυγε από εκεί και ήρθε εδώ για ένα μεγάλο έγκλημα.Ένα έγκλημα που θα φέρει τα πάνω κάτω.

«Θυμήσου υπάρχει και ο Άλεξ!»Μου είπε χαμηλόφωνα.Ξανά θυμίζοντας με.

«Ε!Ίρις θυμήσ-»

«Θυμάμαι!Διάολε θυμάμαι! Υπάρχει και ο βλάκας ο Άλεξ!»Απάντησα νευριασμένη.
Είχα νεύρα μαζί του. Ήπια λίγο ακόμα από το ποτό μου,σήκωσα τα χέρια μου ψηλά κάνοντας νόημα στον σερβιτόρο να μου φέρει ακόμα ένα .«Ίρις,τι λέμε τόση ώρα γαμώ το κέρατο μου γαμώ!»

Ενοχλημένη της έκανα νόημα με τα χέρια μου να φύγει,αυτή σιγά σιγά υποχώρησε και πήγε σε μια παρέα παιδιών.Ο Άλεξ δεν μου πολύ δίνει σημασία-αυτό είναι καλό- απλά μου το εξήγησε και ο ίδιος ότι θέλει μια κοπέλα για την βιτρίνα και καλά.Φυσικά στην αρχή αρνήθηκα. Και αναγκάστηκα πάνω από όλα δέχτηκα.Ενώ ήμουν μεθυσμένη!Δεν θα τον νοιάξει αν πεθάνω ή κάτι άλλο έτσι πιστεύω. Αλλά το γεγονός που με τρελάνει είναι ότι με προσέχει,μένει μαζί μου τα βραδιά. Κοιμάται μαζί μου,κάνει έρωτα μαζί μου,είναι δίπλα μου στους εφιάλτες που προκαλούνται τα αργά βραδιά με φιλάει γεμάτο συναίσθημα. Είναι παντού!

Νιώθω λες και έδωσε υπόσχεση στον ίδιο τον διάολο να με προσέχει αλλά και να με αγαπήσει.Και αυτό με κάνει να θέλω να μάθω για το ποιος υποδύεται τον διάολο για να τον ευχαριστήσω που έχω κάποιον μαζί μου.
Εννοείται θα τον έβριζα!Απλά, γιατί να θέλω κάποιον να με προστατεύει; Δεν κινδυνεύω από κανέναν.

Στο θέμα μας. Κάνουμε το πάρτι μετά το αρχικό πάρτι (δηλαδή το after party) εδώ, σε μια αδελφότητα όλοι η νεολαία. Είναι εδώ και όχι μόνο νεολαία!Δεν είναι μόνο παιδιά από το λύκειο είναι και παιδιά που έχουν τελειώσει ,γενικός το σχολείο και πάνε σε μια σχολή ή είναι στην συμμορία. Που είναι μέρος του και ο Άλεξ μου είπε ότι τους ήξερε από παλιά μα πως από παλιά; Πόση προ ιστορία μπορεί να έχει ένας δεκαεπτάχρονος;Αναρωτήθηκα.Και του χρωστούσαν χάρη,έτσι λέει και χάρη του ήταν να μείνουν μακριά μου,μα γιατί; Και να μπει στην ομάδα τους,ως αρχηγός τους.

Φήμες ακούστηκαν και ακούγονται ότι δεν είχαν αρχηγό. Αλλά τώρα έχουν.Το όνομα της ομάδας είναι Five,όχι γιατί είναι πέντε άτομα!Η ομάδα αποτελείται από δεκατέσσερα άτομα ενώ υπάρχουν μερικά ακόμα σε άλλες περιοχές.Καθώς ονομάζεται έτσι διότι και τα δεκατέσσερα άτομα έχουν από πέντε φόβους,τους μεγαλύτερους τους φόβους.Σκοπός της ομάδας: αντιμετωπίσει τους για να εκδικηθούν τον εχθρό σε διακόσιες μέρες. Έτσι μου είπε ο Αλέξ.

Ότι σε διακόσιες μέρες από σήμερα τα μεσάνυχτα, θα αλλάξουν όλα και για όλους. Δεν ξέρω γιατί μου τα λέει όλα αυτά;Αλλά για τώρα δεν φοβάμαι.Μου είπε ότι σε διακόσιες μέρες από τώρα θα έρθει το σκοτάδι και το χάος.Δεν φοβάμαι. Έχω διακόσιες μέρες ακόμα για να προτίμασω τον φόβο μου.

«Διακόσιες μέρες ακόμα».Έτσι μου είπε με την βαριά σέξι φωνή του καθώς τα μάτια του σκάναραν την έκφραση του προσώπου μου.

«Πρόσεχε ποιόν θα εμπιστευτείς».Μου είπε πριν μπει στην αδελφότητα και τον χάσω για σήμερα.Μένω εδώ και έξι μήνες στην όμορφη Ιταλία .Είναι και κάποιοι από την Αγγλία. Την πατρίδα μου.

« Δεν γίνετε να πίνει μια τόσο όμορφη κοπέλα τόσο! Σου κάνει κακό!»Μου φώναξε ένας νεαρός συμμαθητής μου,από την Θεατρική Αγωγή που έχουμε μαζί μάθημα, κυρίως κάθε Πέμπτη.

Και ήπια από το ποτό μου για να του πάω κόντρα, του χαμογέλασα κάνοντας του νόημα προς τον Άλεξ που μας κοίταζε κυρίως αυτόν.Τον είχε ήδη σκοτώσει με το βλέμμα του.Σκέφτηκα και γέλασα. Καθάρισα λίγο τον λαιμό μου από τον βήχα και είπα. «Με αργά βήματα φύγε».Του είπα και υποχώρησε με ένα απογοητευμένο ύφος,καθώς μου άφησε το ποτό του και χάθηκε μέσα στο μεθυσμένο πλήθος. Ψάχνοντας για τον επόμενο στόχο.

«Μου κάνει κακοοό»,είπα ξανά στον εαυτό μου καθώς κατέβασα μονορούφη και το δικό του ποτό.Κούνησα ελαφρά το κεφάλι μου στον ρυθμό της μουσικής.Που τώρα μάλιστα.Άξιζε τον κόπο.«Ίρις».Άκουσα μια βαριά σέξι γνωστή φωνή να με καλεί από λίγο πιο μακριά μου.Για μια στιγμή πάγωσα.

Γύρισα αργά αργά το σώμα μου προς την φωνή αυτή,που συνοδεύει τους εφιάλτες μου τους τελευταίους μήνες.Και ήρθα αντιμέτωπη με δύο γαλαζοπράσινα μάτια.Που νομίζω άρχιζα να τα ερωτεύομαι,κατά λάθος.

«Άλεξ».Είπα με χαρούμενη φωνή. Εγώ άρχισα να τον πλησίασα και του τσιμπίσα το μάγουλο του για να τον πιράξω.Δεν του αρέσει καθόλου να του κάνουν άλλοι.Αλλά από εμένα του αρέσει.Μάλλον. Για να μην με έχει φωνάξει.

«Έλα να χορέψουμε».Απέτησε χωρίς φωνές και μου πρόσφερε το χέρι του.

«Λέω να κάτσω εδώ».Είπα και ήπια μια ακόμη γούλια από το ποτό μου. Είχα ήδη αρχίσει άλλωστε το πέμπτο τσιγάρο από τότε που ήρθαμε εδώ. Από το πρωί έχω καπνίσει δύο πακέτα.

«Αυτό αποκλείεται».Είπε και με σήκωσε από την θέση μου κάπως απότομα με αποτέλεσμα να πέσω στην αγκαλιά του. Χαμογέλασα και μπορώ να πω άνετα νιώθω έναν τρελό χτύπο εκεί.Διάβολε ερωτεύομαι. Βασικά είμαι ήδη ερωτευμένη.

«Καλά».Είπα υποχωρώντας και άρχιζα να χορεύω έντονα στο δυνατό κομμάτι της μουσικής.Με έφερε πιο κοντά του καθώς τα χέρια του ψηλάφισαν το κορμί μου.Χορεύαμε,μεθάγαμε,ερωτευόμασταν όλη την βραδιά.

«Αν φύγω μην με ξεχάσεις».Ψιθύρισε πάνω από το αυτί μου καθώς η γλώσσα του έγλυψε τον λοβό του. Ανατρίχιασα σε αυτή την κίνηση του και έπιασα το πουκάμισο του σφύγκοντας το στα χέρια μου.

«Φύγε τώρα που είναι νωρίς».Είπε και το βλέμμα του παραπλανήθηκε ελεύθερο μέσα στον χώρο.Έριξε εχθρικές ματιές σε κάποια άτομα ενώ ύστερα ξανά γύρισε σε εμένα.

«Τρέξε».Είπε και με κοίταξε κατάματα.
Λιβάδια και σκοτεινά δάση,με συνοδεία θάλασσες αγριεμένες ποτάμια και πλημμυρισμένος ωκεανούς γεμάτο ηρεμία σκοτάδι και πάγος με συνοδεία το τσουχτερό κρύο ήρθαν να συναντήσουν τα κάστανα απλά μάτια μου.Ένα χρώμα τόσο
μουντό. Τόσο νεκρό.Πριν πω κάτι. Πριν πω τις απορίες μου.Τα χείλη του ρούφηξαν με μανία τα δικά μου.Κάνοντας με να ανατριχιάσω απότομα και να τυλίξω τα χέρια μου,αντανακλαστικά γύρω από τον λαιμό του.Το φιλί του ήταν γεμάτο συναισθήματα,η γλώσσα του εξερεύνησε το στόμα μου.Ενώ το χέρι του έκανε κυκλικές κινήσεις πάνω στην κοιλιά μου.

Το σώμα το πίεζε το δικό μου δημιουργώντας μια ασυνήθιστη έντονη φλόγα ανάμεσα μας.«Να με περιμένεις στο μέλλον,θα επιστρέψω».Μου είπε καθώς σταμάτησε να με φιλάει.Με κοίταξε και τα χείλη του άγγιξαν το μέτωπο μου έδωσανένα τρυφερό φιλί εκεί λίγο πριν φύγει.

Χάθηκε μέσα στο εξαγριωμένο πλήθος σταμάτησε απότομα πριν χαθεί για πάντα, ήρθε πάνω μου με φορά και τα χείλη του ακούμπησαν το δεξί μου αυτί.Τα άνοιξε λίγο για να βγάλει την κουβέντα και την έβγαλε μαζί με μια καυτή ανάσα ποτού.

«Θυμήσου τις αναμνήσεις«.Μου είπε κάνοντας με μια υπόκλιση και αυτός με τους Five χάθηκαν. Και όχι για πάντα.Μιας και μου είπε να τον περιμένω. Μου είπε επίσης ότι διακόσιες μέρες ακόμα για το χάος.

«Δεν καταλαβαίνω«,είπα και ήπια λίγο από το ποτό του Άλεξ που το άφησε πάνω στον πάγκο λίγο πριν φύγει.Η κατάσταση μου ήταν και θα είναι για γελοία.

«Τώρα θέλεις να πιούμε;»Με ρώτησε εκείνος ο νέος από πριν, αλλά κάποιος άλλος με άρπαξε για να χορέψουμε λογικά. Ήθελα να διασκεδάσω. Ήθελα να ξεχάσω τα πάντα. Να ξεχάσω εκείνον,να ξεχάσω εμένα,το όνομα μου. Τα πάντα. Γιατί μισώ τα πάντα σε εμένα.

Ακόμα χορεύω μαζί με αυτόν από τότε. Έχουμε ανταλλάξει περίπου τρία ή τέσσερα καυτά φιλία τα τελευταία είκοσι λεπτά.Τα χέρια του εξερευνούν το σώμα μου.

«Συγγνώμη που θα σας την πάρω απλά έγιναν πολλά», κάποιος είπε, πρέπει να ήταν η Marie και με πήρε μακριά του.

Σχεδόν ξέχασα τον αρχικό σκοπό που ήρθα σε αυτό το πάρτι εδώ σήμερα. Και για καλή μου τύχη τον έκανα. Μέθυσα τελικά.
Η κοπέλα ακόμα με τραβούσε από το χέρι με αρκετή δύναμη ενώ με έβγαλε έξω από το μπαρ. Και η ησυχία μου ψιθύρισε ωραίες μελωδίες,τι ωραία που είναι η ησυχία...

«Τι θες;»Είπα και σούφρωσα τα χείλη μου και την κοίταξα ενώ έσμιξα τα φρύδια μου.Και ύστερα φύσιξα μακριά μια τούφα από τα μαλλιά μου,που έμπαιναν μπροστά στο πρόσωπο μου.

«Έλεος πια!»Με μάλωσε και μου χάιδεψε τον ώμο μου,σαν να ήθελε να κλείσει την πληγή που άνοιξε όταν μου φώναξε.Την κοίταξα με νευριασμένο ύφος.Καθώς πέταξα κάτω το χέρι της.

«Έμαθα πολλά,θυμήθηκα λίγα».Της είπα με δάκρυα στα μάτια.Έφυγε. Έτρεξε. Είναι τόσο δειλός τελικά. Δειλός να αποδεκτει την πραγματικότητα που ο ίδιος έφτιαξε. Και για αυτό έφυγε,ακολούθησε τον εύκολο δρόμο και άφησε εμένα να περπατήσω τον δύσκολο δρόμο. Μόνη μου.

«Μάλιστα.. Πάμε να πούμε στο σπίτι σου για λίγη ξεκούραση;» Είπε και μου χαμογέλασε γλυκά. Δεν απάντησα.Σκούπισα μερικά δάκρυα που έφυγαν από τα μάτια μου με τις παλάμες μου καθώς προχώρησα δίπλα της.

«Όλα θα φτιάξουν σε διακόσιες μέρες από τώρα...» Είπε προκαλώντας μου φόβο.


You are the knife I turn inside myself; that is love. That, my dear, is love.

- Franz Kafka

[ΔΥΟ ΜΈΡΕΣ ΜΕΤΆ]

Τα μάτια μου ήταν κλειστά,δεν είχα τόση δύναμη για να ζήσω. Δεν ήμουν τρελή. Ήθελα να μείνω εκεί,στον κόσμο μου. Και ας μην μπορούσα να τον ελέγξω μερικές στιγμές ήταν δικός μου. Και ήθελα να είμαι εκεί μέσα. Να παρατηρώ όλα αυτά τα φαντάσματα,τα τέρατα και τις αναμνήσεις. Και αυτές τις καλές νεράιδες.. Ήταν και Σειρήνες, ίσως ήμουν μια από αυτές. Ή μάγισσα. Μα έφυγαν όλες. Έκαψαν δύο στο χωριό,στην πλατιά. Και τώρα είναι η στιγμή που με θεωρείς τρελή,χαζή,ότι έχω χάσει μυαλό και λογικά.

Ίσως ναι. Ίσως..

Ίσως όχι. Ίσως...

Μα παραμένω εγώ,και ο μικρός ( χαζός και ηλίθιος ) και αθώος κόσμος μου. Παραμένει ένα μικρό χωριό στο κεφάλι μου. Και χάνομαι εκεί,όταν θέλω να χαθώ από τον πραγματικό κόσμο. Ο πραγματικός κόσμος έχω να πω ότι με φοβίζει,ειδικά αν βρω την αληθινή αγάπη κάποτε,θα τον τρέμω. Διότι θα ξέρω ότι ίσως θα έχω την τύχη και την τιμή να σπάσω. Από εκείνον.

Είναι τόσο ωραίο να χάνεις τον δρόμο σου από δική σου βούληση. Τόσο μαγικό και άκρος απογοητευτικό. Γιατί κάποια στιγμή θα βγεις από τον παράδεισο. Θα δεις τις πινακίδες από για τον δρόμο για την Κόλαση. Και τότε θα ξέρεις,έκανες πολλά κακά πράγματα στην ζωή σου για να σε βγάλει ο Θεός · αυτή η ανώτατη δύναμη,σε τέτοιο δρόμο. Εγώ δεν ξέρω αν θα επέλεγα να μπω μέσα ή όχι. Αν υπήρχε ένα κίνητρο,ένα άτομο για να σώσω από τον Διάολο. Θα το έκανα. Αν όχι,δεν έχω χάσει ακόμη ακριβώς τα λογικά μου για να υποστώ βασανιστήρια και τιμωρίες.

Ξύπνα επιτέλους χαζή!Αν δεν σηκωθείς τώρα όλη η μέρα θα κυλήσει στο αψε σβήσε! Άνοιξε τα καταραμένα μάτια σου και άσε τις τρελές για άλλη φορά. Ήταν λες και οι σκέψεις μου και οι φωνές μέσα στο κεφάλι μου ήταν πιο δυνατές από την θέληση μου για ζωή. Να ζήσω, ξέρεις. Αυτή την ρουτίνα ζωής. Αυτό ήταν που με τρόμαζε, παρατάω τα πάντα από την αρχή;και στο τέλος;τι θα μου μείνει;θα έχω δύναμη, αντοχές ή θα πεθάνω χωρίς τίποτα. Και εγώ;τι θα γίνει με εμένα. Ίσως τίποτα,αν αξίζω και γω κάτι. ( Όλοι αξίζουμε. Τέλος! ) Όμως όχι εγώ. Εγώ δεν είμαι με τους όλους. Εγώ είμαι με αυτούς τους ξεχασμένους. Που όταν αλλάζει η χρονιά δεν τους καλείς ακριβώς στις δώδεκα τα μεσάνυχτα,μα στις δώδεκα και δέκα. Διότι λέει,δεν ήταν δίπλα μου όταν έπρεπε να ήταν. Όμως κανείς δεν ήταν δίπλα μου όταν ο πατέρας μου με ανάγκασε να φύγω από το σχολείο,και να παρακολουθώ αυτά τα χαζά ιδιωτικά μαθήματα όταν ήμουν μικρή μέχρι πριν λίγο καιρό.

Κάνεις. · Ακούς κάνεις. Μονάχα εγώ. Άρα,ένα μικρό συμπέρασμα πριν βάλω όλα μου τα θέλω να σηκώσω το σώμα μου από την απόλυτη απόλαυση,μόνοι μας ήρθαμε. Και μάντεψε, μόνοι μας θα φύγουμε. Δεν υπάρχει φιλία μέχρι τον θάνατο.

Αγάπη;

[ Ω καταραμμένη αγάπη,τι κακό μπορείς να κάνεις σε εμάς τους θνητούς ανθρώπους ]

Δεν θα μπω καν στην σκέψη. Είναι νωρίς ακόμη κάποια σαν και εμένα να σκέφτεται αν υπάρχει αιώνια αγάπη. Εγώ που δεν έχω βρει ( και αμφιβόλω αν θα την βρω ποτέ ) την αληθινή αγάπη ακόμη...Ήθελα να ζήσω - και ποιος δεν θέλει;μονάχα ένας αρκετά χαζός δεν θα θέλει,είμαι χαζή - να φύγω από τα φαντάσματα που πλακώνουν το κορμί μου όμως...Δεν τόλμησα. Ζάρωσα λίγο τα χαρακτηριστικά του προσώπου μου. Άνοιξε τα ηλίθια μάτια σου δειλή... Επιτέλους ανοίξετε τα και σταματά τις φλυαρίες.

Ο μονόλογος είν'κατάρα.

Λίγη ώρα μετά ( εντάξει αρκετή ώρα μετά ) βρήκα το θάρρος. Ξέρεις τι βάσανο είναι να ξυπνάς...Να ζεις..· και ξανά από την αρχή,αυτό το ηλίθιο δράμα που ζεις κάθε μέρα.. όλα αυτά τα ηλίθια πράγματα που κάνεις κάθε μέρα. Και εντάξει! Σταματάω να φλύαρω ξανά..

Και ακούμπησα το κεφάλι μου καλύτερα πάνω στην θέση του κλεμμένου αυτοκινήτου πίσω στην καρότσα,τους παρατηρούσα όλους,με τέτοια αφοσίωση που ίσως εκείνοι ( βασικά σίγουρα κανένας ) δεν δείχνει σε εμένα.

Έβγαλα ένα γέλιο όταν άκουσα ένα αστείο από τον Ντάνιελ. Ντάνιελ κιόλας είχε δακρύσει. Ενώ ο Νικ έβγαλε ένα απλό γέλιο μέσα από τα χείλη του και ήπιε λίγο ακόμα από την μπύρα του, ήταν ο ψυχρότερος της .Ήμασταν στην καρότσα ενός αυτοκινήτου,και βλέπαμε την καταστροφή και το χάος της πόλης από πρώτο χέρι. Όλοι σχολίαζαν,όλοι προσπαθούσαν να ξεχωρίσουν τον δυνατό από τον αδύναμο. Όλοι χώριζαν τους πάντες. Μα κανείς δεν τους ένωνε.

Όλοι είναι τόσο φανατικοί με αυτό που συμβαίνει τώρα. Πραγματικά μισώ την φασαρία,όσο και αν μου αρέσει να την προκαλώ.

Εγώ το αντίθετο,

Εγώ προσπαθούσα να βρω αυτά τα γαλαζοπράσινα μάτια μέσα στο χάος. Αυτά τα μάτια που με καίνε. Αυτά τα μάτια που ίσως εκεί βρω την αγάπη. Αυτή την αλιθήνη αγάπη. Αυτά τα μάτια που με άγγιξαν και εξ ακολουθούν να με αγγίζουν. Αυτά τα μάτια που χάθηκαν. Και ποτέ δεν θα ξεχάσω.

Πολλές ομάδες,είτε αναρχικοί,είτε διαδηλωτές ή ακόμα φίλαθλοι μιας ομάδας.. Συμμορίες,βοποράκια,προ πληρωμένοι δολοφόνοι. Προκαλούσαν καταστροφή στην κάτω πλευρά του παλιού δημαρχείου.Και γενικός σε αυτή την πλούσια πλευρά της μικρής πόλης μας.

Ήμασταν σε ένα ήρεμο μέρος στην Νοτιά Πλευρά της πόλης που εκεί ήμασταν ασφαλείς. Λέμε τώρα,απλά καμία φορά ακούγαμε ουρλιαχτά και βρισίδια και που και που. Πολλά εκρηκτικά ερχοντούζαν προς το μέρος μας, αλλά όλα έπεφταν στο δίπλα κτήριο από εμάς προς την δεξιά πλευρά, διότι στην αριστερή ήταν ακόμα ένα κτήριο.

Που αυτό το κτήριο σήμανε την πύλη προς την Κόλαση ( λάθος. Πραγματικά δεν ξέραμε, που ήταν η αλιθήνη Κόλαση τότε,και μακάρι να μην μάθαινα ) . Πίσω από αυτό το κτήριο υπάρχει το μπαρ του Σκοτεινού Δράκου,έχω πάει κάποιες φορές με Νικ
Άνοιξα μια καινούργια μπύρα μου και ήπια μια μεγάλη και γερή γούλια.

«Και άλλη;Μετά ποιος θα σε μαζεύει αν μεθύσεις και πιεις και τις άλλες μαλακίες που θα πιούμε μετά;»

Νοιάζοταν.

Κάπως,

Αλλά με τον δικό του τρόπο.

«Ίσως εσύ». Του είπα και τότε άρχιζα να καταπίνω όσο πιο πολύ μπύρα μπορώ. Μερικοί γέλασαν. Εκείνος με κοίταξε με ένα χαμόγελο.

Απομακρύνθηκα και κατέβηκα στα γρήγορα,έψαξα μέσα στο αμάξι μήπως βρω κάτι άλλο. Ρούμι. Μας κάνει. Υπήρχε ακόμη μέσα αρκετό μπορώ να πω. Το πήρα μαζί μου. Μερικοί με κοίταξαν με ένα βλέμμα ότι θέλουν και εκείνοι. Αποκλείεται να το μοιραστώ.

Σταμάτησα να περπατάω. «Μην. Το κοιτάτε πολύ. Είναι δικό μου.» Βασικά,όχι ακριβώς δικό μου. Μα ποια το έχει τώρα;

Και σίγουρα δεν είναι ο πραγματικός ιδιωτικής.. Άρα θα περάσω καλά.
Έκατσα απέναντι του. «Να με πας σπίτι όμως έτσι». Είπα και άρχισα να πίνω.

«Ναι». Είπε σιωπηλά. Ήξερα ότι θα το κάνει.

Τον κοίταξα με ένα χαμόγελο όπως και αυτός. ( Χαζές φιλικές κόντρες ) Δάγκωσα το κάτω χείλος μου και ήπια και άλλο από το ρούμι μου ώστε να του πάω κόντρα το ίδιο έκανε και αυτός.Κόντρα στην κόντρα. Μετά από λίγα λεπτά σταμάτησα και μετακινήθηκα από την θέση μου και έκατσα πιο κοντά στον Νικ. Χαμογέλασε όταν έφτασα δίπλα του μου έδωσε ένα τσιγάρο και εγώ ευχαρίστως το πήρα.Ξέρω είμαι αμαρτωλή. Το έχω αποδεχτεί πλέον. Είμαι καταδικασμένη να ζω στην αμαρτία πλέον.

Το άναψα αμέσως,το κάπνισα αμέσως. Κάποια βλέμματα είχαν στραφεί πάνω μας κοίταζαν με απορία, κούνησα νευρικά τα ματιά μου δεξιά και αριστερά,μερικά δάκρυα,μερικές αναμνήσεις,μερικά λόγια που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Έγιναν τόσο εύκολα εχθροί.Ο Νικ με κοίταζε με τον ίδιο βλέμμα καθώς ήμουν δίπλα του. Με αυτό το βλέμμα που μας κοιτάζουν όλοι.

Όλοι είναι τόσο παράξενοι. Ή εγώ είμαι η παράξενη και όλα μοιάζουν ξένα σε εμένα. Ξαφνικά άρχισα να κλαίω,όλες αυτές οι αναμνήσεις ήταν υπερβολικές πολλές για να τις αντέξω μόνη μου. Και ευτυχώς ( Θεε μου ) βρέθηκε ο Νικ και με πήρε αγκαλιά χωρίς να χάσει χρόνο. Πάλι μας κοίταζαν έντονα αλλά πιο πολύ εμένα έπιασα έναν αναπτήρα στα χέρια μου έπαιξα λίγο με αυτόν η φωτιά με τρέλανε. Με έκανε νιώθω αρκετά παράξενα.Ένιωθα βλέμματα πάνω μου και αυτό με τρέλανε.Απλά...Έλεος...

«Τι;!»Τους είπα και σταμάτησα να κλαίω. Απομακρύνθηκα από πάνω του και συνέχισα να παίζω με τον αναπτήρα στα χέρια μου. Ενώ από την άλλη που και που να κλωτσούσα το άδειο μπουκάλι της μπύρας που είχα τελειώσει πριν από
λίγη ώρα.

Βουλευτικά λίγο καλύτερα στην θέση μου καθώς αργά αργά τα χέρια του Νικ τυλιγόταν γύρω μου καθώς εγώ έπεσα πάνω στην αγκαλιά του.

«Έχεις νεύρα γιατί έφυγε ο Άλεξ σου;» Ρώτησε με ένα ειρωνικό ύφος κάποια που δεν την ήξερα. Αλλά από ότι φαίνεται εκείνη ναι.

«Ε;Πες μου. Γιατί σε παράτησε. Ίσως βρήκε καλύτερη από εσένα». Είπε και άναψε το τσιγάρο της.

Το τοποθέτησε ανάμεσα στα ζουμερά χείλη της. Νεύρα επειδή ξαπλώνω;Στην αγκαλιά του πρώην μου;Πιο πολύ για νοσταλγία μου κάνει παρά για νεύρα.

«Ποια; Εγώ; Όχι..! Απλά μου την έσπασε που έφυγε! Και δεν είπε καν αντίο και... που με έδιωξε ουσιαστικά από τους Five»,δήλωσα και ξεφύλλισα το περιοδικό που βρήκα και το κρατούσα στα χέρια μου.

Με μια απότομη κίνηση απομακρύνθηκα από την αγκαλιά του Νικ και πήγα ξανά στην θέση μου,χτυπούσα ενοχλητικά το σίδερο που είχε η πίσω καρότσα.

«Έμαθα ότι θα πας Ελλάδα έτσι;» μια άλλη. Μετά από λίγο έφαγε ένα μεγάλο πατάκι από το μεγάλο άσπρο δοχείο.

«Όχι,βέβαια».Είπα ξερά.

Δεν είχα και δεν έχω σκοπό να φύγω από εδώ, όλα ήταν και είναι τέλεια..Εννοείται
στεναχώρηθηκα για το γεγονός που έφυγε ο Άλεξ και οι Five...

Αλλά είμαι καλά..Είμαι πίσω στην Γερμανία με τους παλιούς μου φίλους.

»Ααα.. Γιατί έτσι μου είπε ο Κρις ή Τέλος πάντων.. Πριν δύο εβδομάδες όταν με πήρε τηλέφωνο».Είπε η Βάλερις και κάπνισε ακόμα ένα τσιγάρο.Δάγκωσα σκεπτική το κάτω χείλος μου την κοίταξα.

«Ααα έτσι;»Είπα καθώς προσπαθούσα να παίξω την άνετη και ας μην ήμουν ήξερα καλά τον ρολό μου και δεν φοβόμουν.

«Ναι».Είπε και άφησε τον καπνό της από το τσιγάρο της ελεύθερο κοίταξα για μια στιγμή τον καπνό μέχρι που χάθηκε από μπροστά μου.

«Σαν πολύ ησυχία δεν έχει εδώ ρε μαλάκες;» Πετάχτηκε από το πουθενά ο Ρίτσαρντ.
Αυτός στην συνέχεια έβαλα ένα δυνατό κομμάτι μουσικής να παίζει ,από τα ηχεία που είχε φέρει. Είχε συνδέσει λογικά με το κλεμμένο αλλά καινούριο αυτοκίνητο..

«Εγώ λέω να προκαλέσουμε λίγη φασαρία ακόμα...» Είπε ο Νικ και έδειξε με το βλέμμα του τις ομάδες,συμμορίες και όλες αυτές στον κάτω λόφο.

«Συμφωνώ!»Δήλωσα και σήκωσα
το χέρι μου όπως και το κορμί μου,ήπια λίγο ακόμα από την μπύρα μου το μπουκάλι είχε αδειάσει. Το ρούμι ήδη το χα πιεί.Έφτιαξα λίγο καλύτερα τον σκούφο πάνω στα μαλλιά μου και το πουκάμισο που ήταν δεμένο γύρω από την μέση μου.

«Πλάκα κανείς.. Μέσα Ιουνίου και φοράς σκούφο;»Ρώτησε έκπληκτη μια κοπέλα και έβαλε το τζακετ πάνω στο κορμί της.

«Ναι...»Είπα και προχώρησα.

«Επιστρέφω...» Δήλωσα ήρεμα.

Ο Νικ χαμογέλασε καθώς ερβέξε το κάτω χείλος του γιατί μάλλον κατάλαβε τι σκέφτηκα. Κατέβηκα με γρήγορες κινήσεις από την καρότσα και πήρα χαρτί και οινόπνευμα στα χέρια μου.Έκανα νόημα στον Νίκο να σηκωθεί και να πάρει και αυτός ένα μπουκάλι το ίδιο έκαναν και οι υπόλοιποι.Διότι κατάλαβαν τι είχα βάλει στο μυαλό μου.Ξανά ανεβήκαμε πάνω στην καρότσα και κάποιος στην θέση του οδηγού. Άνοιξα την μεγάλη πόρτα της πίσω καρότσας και μπήκαμε εκεί ανέβηκα με γρήγορες κινήσεις,καθώς περπατούσα με δύναμη πάνω στην καρότσα.Ένιωθα την αδρεναλίνη και την τόλμη να ρέουν στο αίμα μου.Η μηχανή άναψε και το όχημα έσχισε τον αέρα και τον αμαρτωλό καπνό στην μέση.

Ο Νικ που ήταν ο οδηγός οδηγούσε γρήγορα και ένα πονηρό χαμόγελο στόλιζε τα χείλη του.Ήταν λες έβαλε κόντρα με κάποιον. Κατεβήκαμε τον μεγάλο λόφο και βρεθήκαμε μέσα στο χάος και στην γοητεία της καταστροφής.Ήμασταν γνωστή και από τα προηγμένα χρόνια και από τις προηγούμενες επαναστάσεις, πολλοί δεν τολμούσαν να μας πάνε κόντρα ή κάποιοι δεν μας κοιτούσαν.Όσοι μας κοίταξαν,μας κοίταξαν με μίσος και πονηριά.

Χαμογέλασα στην εικόνα ήξερα ότι πλησιάζαμε γιατί η ταχύτητα του αυτοκίνητου είχε γίνει όλο και πιο έντονη.Σταματήσαμε μπροστά στην αποθήκη μας,ήταν εκεί.Μια ομάδα με βαποράκια που μας πάνε κόντρα εδώ και κάτι μήνες.

Χαμογέλασα,βγήκαν από την αποθήκη μας και στάθηκαν απέναντι μας.Είχα τα χέρια μου πίσω στην πλάτη μου καθώς προσπαθούσα να ανάψω φωτιά με τον αναπτήρα το βρεγμένο χαρτί με το οινόπνευμα.Το ίδιο προσπαθούσαν και,η Βάλερις,ο Nick και η Μία τους μιλούσαν,καθώς προσπαθούσε να τους πιάσει συζήτηση όπως και ο Κάλβιν με τον Dal.Κάποια άτομα είχαν ανάψει τα μπουκάλια, αλλά όχι όπως εμείς αργούσαμε επίτηδες όπως και τα υπόλοιπα άτομα.

Ένιωσα την φωτιά πίσω από το κορμί μου.Ένα...

Είχαν αρχίσει να τα περνούν γιατί δεν φεύγαμε. Φευγαλέα κοίταξα για μπάτσους και δεν είδα χαμογέλασα όταν κατάλαβα ότι δεν υπάρχουν μπάτσοι.Δύο..

Δίχως συναίσθημα και λογική δίχως τίποτα μόνο με δίψα για την καταστροφή..Τρία...

Πέταξα το φλεγόμενο μπουκάλι μπύρας προς αυτούς όπως και οι υπόλοιποι.Κάποια μπουκάλια είχαν πετύχει κάποιες από τις μηχανές τους,οι όποιες είχαν τυλιχτεί σύντομα σε φλόγες.

Τους είδα να νευριάζουν έβγαλαν τα μαχαίρια που είχαν στις τσέπες τους κάποια τζαμιά είχαν σπάσει και γυαλιά είχαν σκορπιστεί παντού από το αυτοκίνητο.Χάραζαν κάποιοι σημάδια πάνω στο αυτοκίνητο μας νευριασμένοι εμείς πετούσαμε και προς τα εκεί το χάος.Η φωτιά ήταν από κάτω μας για εμάς που ήμασταν ακόμα στην καρότσα .Κατεβήκαμε από το φορτηγό- πηδήξαμε πάνω από την φωτιά- και ετοιμαστήκαμε για επίθεση ενώ κρατούσαμε κάποια μπουκάλια ακόμα.Ενώ η Μία πήγε να φωνάξει για να μας φέρουν μολοτόφς και εκρηκτικά.

Πετάξαμε τα μπουκάλια προς την αποθήκη κάποια σημεία
από την αποθήκη έπιασαν φωτιά.Ούρλιαζαν και έβριζαν για την καταστροφή που προκαλέσαμε κάποια άτομα από αυτούς είχαν επιτεθεί στους δικούς μας.Περπάτησα πρώτα εγώ μπροστά όπως και η Μπέλα από την αντίπαλη ομάδα. Με κοίταξε με μίσος.

"Γιατί;"Ούρλιαξε νευριασμένη.Τα μάτια της ήταν κόκκινα. Ο αέρας είχε μετακινήσει τα μαλλιά της προς την άλλη πλευρά.

"Εκδίκηση".Ξεστόμισα.Με ένα ηλίθιο χαμόγελο.

Όλοι ξέραμε για τις κοντές τις με την ομάδα του Λευκού Δράκου. Ήταν από εκεί ο Νίκος πριν έρθει σε εμάς.Στους Ανώνυμους.Όλοι ξέραμε αυτή την κόντρα της και το κρυφό πάθος της για τον Αλέξ.

Και για την πολυτέλεια που κρύβει καλά τον όνομα των Five.Όλοι ξέραμε ότι το έγκλημα της είναι ότι είναι μια αμαρτωλή.Δεν είπα κάτι,ούτε αυτή χαμογέλασα μόνο και έφυγα. Πριν φύγω την είδα να σηκώνει το μεσαίο δάχτυλο της προς εμένα.

Και η καταστροφή είχε μόλις αρχίσει.Περπάτησα προς τις φλεγόμενες μηχανές στάθηκα δίπλα τους, κάποια βλέμματα στάθηκαν πάνω στο σώμα μου. Άλλοι με κοιτούσαν με μίσος άλλοι με απορία και κάποιοι με δέος.

Δεν έδωσα σημασία στα άκυρα βλέμματα και έβγαλα το τζάκετ των Five που ακόμα κοσμεί το κορμί μου.Ακόμα μύριζε το άρωμα του Άλεξ, ακόμα μου ξυπνούσε αναμνήσεις από καλές και ωραίες εποχές.Χωρίς λογική και συναίσθημα πέταξα το τζάκετ μέσα στην φωτιά. Χαμογέλασα όταν μύρισα το δέρμα των εννιακοσίων ευρώ να καίγεται.

Άκουσα αντιρρήσεις προς αυτό που έκανα. Είδα τις αναμνήσεις να καίγονται και να ουρλιάζουν για βοήθεια και για έλεος για να μην καούν.

"Θα σε περιμένω".Δήλωσα δυνατά προς τον Άλεξ που σίγουρα θα είναι εκεί μέσα.Μέσα στο πλήθος νέων,που καταστρέφει τα πάντα μέσα στο πλήθος που είδε ότι κάτι καλό παίζεται εδώ.

Είδα από μακριά ένα από αυτά τα κτήρια να καίγεται όμως αυτό που ξεχώρισα σε έναν τοίχο ήταν το γκράφιτι: 196 μέρες για το χάος.

Φοβήθηκα, για πρώτη φορα. Μετά από καιρό. Είχα ξεχάσει πως είναι αυτό το συναίσθημα, όμως σήμερα; το ένιωσα, κι το ένστικτο μου · φώναζε μέσα στις φλόγες της ψυχής μου ότι ο φόβος θα είναι ένα από τα μοναδικά συναισθήματα που θα νιώθω για αρκετό καιρό.

Δε ήξερα τότε ότι η ζωή μου θα άλλαζε ριζικά. Ότι πλέον ποτέ μου δε θα έβλεπα τους φίλους μου και τις φίλες μου, ότι θα ξεχνούσα τι πάει να πει πραγματική διασκέδαση, ευτυχία, φιλιά και αγάπη. Θα ξεχνούσα ότι είμαι άνθρωπος, θα ξεχνούσα εμένα κι τι με κρατούσε στην επιφάνεια. Θα ξεχνούσα ότι είχα όλη μου τη ζωή μπροστά μου, ήμουν νέα..

Και εγώ θα ξεχνούσα.

Continue Reading

You'll Also Like

168K 10.1K 25
Ανηθικότητα...Βιασμοί... Ανθρώπινα κτηνοι και σπαρακτικες κραυγές. Αυτά που είδαν τα μάτια μου δεν θα τα ξεχάσω ποτέ... Τώρα καταλαβαίνω πόσα πέρασ...
18K 1.9K 35
"Λοιπόν άκου πως έχουν τα πράγματα. Σε απήγαγα. Ενώ σε έχω απαγάγει." Μου λέει και απλά τώρα επιβεβαιώθηκα. Όλοι σε αυτόν τον κόσμο είναι ηλίθιοι. Δ...
124K 5.4K 63
-Η Αλέξια είναι ενα 17 χρονο κοριτσι οπου το μεγαλύτερο της όνειρο είναι να ζήσει μια ζωή γεμάτη περιπέτεια και όχι μια μουντή ζωή χωρίς να κάνει τίπ...
150K 14.7K 50
Σκοτάδι ... Σε τυλίγει γλυκά και σε παρασέρνει στην μαυρίλα του. Πόνος...Στέκεται βουβός και σου υπενθυμίζει όλα όσα δεν είσαι και δεν θα γίνεις ποτ...