Ερωτεύτηκα την κολλητή μου.

By NumbThoughts_gr

11.5K 586 21

Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα με μερικές μικρές αλλαγές..και διαφοροποιημένα ονόματα των ηρώων.. Σε μια κωμό... More

Μια καινούργια αρχή.
Μέρα πρώτη.
Κολακείες
Λάτιν
Η τρελή και η δειλή.
Κάτι αναπάντεχο;
«Νέο μήνυμα.»
Όνειρα & εφιάλτες.
Sweet escape.
Μικρή πόλη με μεγάλα μυστικά.
Nothing left to say.
Το κορίτσι του Tumblr
Μια θλιβερή ματιά στο μέλλον.
Παλιές κακίες συνήθειες.
Another love.
~•Green eyes•~
•Happy Anniversary•
Μια θυσία για τη φιλία.
Here comes trouble..
Happy Birthday..!!

Θολές αναμνήσεις.

534 27 1
By NumbThoughts_gr

Ο Τζιμ στεκόταν στην πόρτα του μπάνιου με μια πετσέτα γύρω από την μέση του κοιτάζοντας την Βικτόρια που είχε το κινητό του στο χέρι της και το άλλο είχε χωθεί στην τσέπη του παντελονιού και δεν έλεγε να ξεκολλήσει. Το κάτω χείλος του κρεμάστηκε με απορία κι έπειτα χαμογέλασε λες και έβλεπε κάποιο χαριτωμένο ζωάκι. «Τι κάνεις εκεί βρε;» είπε παιχνιδιάρικα.
Η Βικτόρια έχασε τις λέξεις της, όπως πάντα όταν ήταν κοντά του. Σηκώθηκε απότομα επάνω με το παντελόνι κρεμασμένο από το κολλημένο μες την τσέπη χέρι της. «Έψαχνα το κινητό μου.» η απάντηση της βγήκε τελείως ξερή και απότομη.
«Όλα καλά;» τα μάτια του είχαν καρφωθεί πάνω της και την έκαναν να αισθάνεται άβολα.
«Όλα καλά!» επανέλαβε υπερβολικά γρήγορα και πήρε το βλέμμα της από πάνω του για να αρχίσει να παλεύει με το κολλημένο της χέρι.
Μισό χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη του και την ξανακοίταξε παιχνιδιάρικα. «Άρα μπορώ να έχω πίσω το κινητό μου;» τη ρώτησε λες και ήταν παιδάκι. Αυτό την εκνεύρισε αρκετά, όπως και το μήνυμα που θυμήθηκε πως είδε στο κινητό του.
«Α ναι σωστά. Πάρτο. Έχεις και ένα μήνυμα από την πρώην σου.» είπε απότομα χωρίς να το σκεφτεί και τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα. Άλλο ένα μαχαίρι στην καρδιά της. Έψαξε το κινητό του βιαστικά. Τα χείλη του έσφιξαν και κοίταξε την κοπέλα, αυτή τη φορά θυμωμένος. «Γιατί κοίταξες το κινητό μου;» τώρα μιλούσε λες και μάλωνε το παιδάκι.
«Ναι σωστά αυτό είναι το πρόβλημα όχι ότι ακόμα μιλάς μαζί της.» που έβρισκε το θάρρος να τα πετάξει όλα αυτά; Η καρδιά της την προειδοποιούσε με δυνατούς χτύπους που αντηχούσαν στα αυτιά της αλλά δεν ήθελε να τους ακούσει το δίκιο της την έτρωγε όσο ποτέ. Μισούσε το γεγονός ότι έβαζε πάντα την άλλη πρώτη μισούσε ότι δεν μπορούσε ποτέ να βρει το δίκιο της μισούσε αυτόν που την βασάνιζε τόσο πολύ και δεν εξαφανιζόταν απλά από τη ζωή της. Και ταυτόχρονα τον αγαπούσε. Γαμώτο.
«Καταρχάς δεν έχεις κανένα απολύτως δικαίωμα να κοιτάς το κινητό μου. Επίσης δεν πιστεύω να ξέχασες τι σου είπα χτες.»
«Χέστηκα για το χτες! Χέστηκα για όλες τις δικαιολογίες και τα ψέματα σου! Απλά χέστηκα! Είσαι ένας μαλάκας! Σήκω φύγε από εδώ μέσα! ΤΩΡΑ!»
Όσο κι αν φώναζε και έκλαιγε εκείνος δεν έδειχνε να ταράζεται. Κάθισε στο κρεβάτι σιωπηλά να ντυθεί.
«Πόσο ήπιες χτες;» τη ρώτησε ήρεμα μετά από λίγο. Η αλήθεια ήταν πως η Βικτόρια δεν θυμόταν απολύτως τίποτα από τη χθεσινή βραδιά.
«Τι σημασία έχει; Γιατί αλλάζεις θέμα;»
Το αγόρι γέλασε και κούνησε το κεφάλι του πέρα δώθε.
«Πάντα κάνεις το ίδιο πράγμα. Κατηγορείς εμένα για όλα όσα δεν μπορείς να δεχτείς. Φοβάσαι να ευτυχήσεις, φοβάσαι να χαρείς. Φοβάσαι να αποδεχτείς ότι υπάρχουν άνθρωποι που σε αγαπάνε και εσύ τους διώχνεις μακριά.»
«Δεν χρειάζεται να μιλήσεις άλλο.»
«Θα μιλήσω όσο θέλω!» το βλέμμα του αγρίευε τόσο που την έκοψε στα δύο. Η κοπέλα μαζεύτηκε. Ένιωσε ξαφνικά μικρή. Που όντως ήταν μικρή μπροστά του και του είχε μιλήσει τόσο άσχημα με τέτοιο θράσος λες και ήταν κανένας ανόητος έφηβος που έπαιζε εκείνη μαζί του. Του φερόταν έτσι χωρίς να έχει κάνει κάτι, έστω με αποδείξεις, πως ήξερε ότι η πρώην του απλώς δεν έστειλε εκείνη τη νύχτα και ότι μιλάνε συνεχώς; Πως έβγαζε τέτοια συμπεράσματα από μόνη της, την είχε τυφλώσει τόσο η ζήλια της; Ή την τύφλωνε αυτός; Ο νεαρός σηκώθηκε για να φύγει.
«Ελπίζω να πέρασες καλά. Ευχαριστώ για την υποστήριξη σου. Δεν θα τα ξαναπούμε.» η τελευταία πρόταση της έκοψε τα γόνατα. Κάθισε αδύναμα στο κρεβάτι όσο ο Τζιμ βγήκε από το δωμάτιο χωρίς να γυρίσει καν να την κοιτάξει μια τελευταία φορά. Η Βικτόρια κοιτούσε μουδιασμένη από την κορυφή ως τα νύχια το κενό όσο άκουγε τον έρωτα της ζωής της να κατεβαίνει αργά τις σκάλες κι έπειτα να βγαίνει από το σπίτι, αφήνοντας πίσω του μια σιγή. Τη σιγή που παραμόνευε. Ανέβαινε αργά τις σκάλες βρήκε το δωμάτιο, βρήκε την κοπέλα και της καρφώθηκε απευθείας στο στήθος. Και η Βικτόρια ξέσπασε σε λυγμούς.

Δεν θυμόταν από πότε είχε να φάει και ούτε την ενδιέφερε. Έφτασε στο σχολείο την τρίτη ώρα και ήταν πιο χάλια από ποτέ. Με τα χθεσινά της ρούχα και το μαλλί έναν ατημέλητο κότσο τα μάτια της πρησμένα από το κλάμα. Ήθελε να κάνει εμετό. Μπήκε στην τάξη και όλες οι κοπέλες την κοίταξαν με απορία, αηδία, μερικές γέλασαν καί άλλες την αγνόησαν. Κάθισε στην θέση της. Η Ιζαμπέλα δεν είχε έρθει.
Όταν βγήκε για διάλειμμα τρύπωσε απευθείας σε μια από τις τουαλέτες και σωριάστηκε στη γωνία. Κοίταξε σιωπηλά το ταβάνι όσο έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια της. Δεν ήθελε να ζει. Ήθελε πίσω τον Τζιμ. Και ταυτόχρονα ήθελε πίσω την ηρεμία της. Και δεν ήταν πλέον σίγουρη αν την είχε ποτέ πραγματικά. Το κουδούνι χτύπησε ξανά για μάθημα. Μα δεν έβρισκε το κουράγιο να σταθεί ξανά στα πόδια της. Ο χώρος γύρω της μετά από μερικά λεπτά ησύχασε. Η κοπέλα έκλεισε τα μάτια της. Και η πρώτη ανάμνηση από το χθεσινό ξενύχτι έσκασε στο μυαλό της σε δευτερόλεπτα.
Δυνατά φώτα άναβαν και έσβηναν σε διάφορα χρώματα. Το μόνο που ξεχώριζε ήταν το πρόσωπο του Τζιμ κοντά στο δικό της τα χείλη του να ενώνονται με τα δικά της το μαύρο του πουκάμισο ανοιχτό με το ανοιχτόχρωμο με γραμμώσεις σώμα του εκτεθειμένο. Είχε περισσότερα τατουάζ από όσα θυμόταν. Πέρασε το χέρι της γύρω από τους ώμους του. Στο χέρι της είχε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Ο Τζιμ την φιλούσε παντού και τα φιλιά του ένιωθε να τη μεθούν πιο πολύ από το ποτό. Κάτι προσπαθούσε να της πει στο αυτί αλλά η μουσική ήταν τόσο δυνατή που δεν άκουγε απολύτως τίποτα. Στο τέλος κατάφερε να ξεχωρίσει ένα «Να φύγουμε από εδώ» και έπιασε το χέρι του για να μην χαθούν όσο έβγαιναν από το πλήθος.
Η πόρτα από τις τουαλέτες άνοιξε διάπλατα και κοπανισε στον τοίχο, πράγμα που έκανε την Βικτόρια να πεταχτεί επάνω και να επανέλθει στην πραγματικότητα. Βήματα αργά, που έσερναν τα πόδια τους σταμάτησαν μπροστά στους καθρέφτες. Η μυρωδιά τσιγάρου άρχισε να τυλίγει το χώρο. Και ποια άλλη θα κάπνιζε μες το χώρο του σχολείου; Η Βικτόρια άνοιξε δειλά την πόρτα και κοίταξε. Η Ιζαμπέλα διόρθωνε τη φράντζα της στον καθρέφτη με ένα τσιγάρο με ροζ φίλτρο να κρέμεται από τα χείλη της. Με το πλάι του ματιού της κοίταξε την Βικτόρια. Έπειτα χωρίς να αντιδράσει άρχισε να βγάζει τσιμπιδάκια απο τα μαλλιά της για να τα ξαναφτιάξει. Οι δύο κοπέλες δεν μιλούσαν για λίγο. Όταν η Ιζαμπέλα ξανακοίταξε την Βικτόρια και είδε πως τα μάτια της ήταν κατακόκκινα καρφώθηκε να την κοιτάζει για λίγο έντονα. Ίσως με λίγη ανησυχία.
«Τι έπαθες σε έπιασε κόψιμο;» είπε έχοντας την ίδια έκφραση ανησυχίας έχοντας φυσικά την ίδια ειρωνεία που είχε και πριν. Η Βικτόρια πήγε να γελάσει και τελικά έμπηξε ξανά τα κλάματα. Η Ιζαμπέλα ανάστεναξε, λες και το περνούσε αυτό καθημερινά και πλησίασε την φίλη της. Την αγκάλιασε. «Έλα δεν πειράζει όλα καλά.» είπε τελείως τυπικά, αλλά έστω και αυτό, βοήθησε λίγο την κατάσταση.
«Ξέρω τι θα σε κάνει να αισθανθείς καλύτερα.»
Οι δύο κοπέλες σκαρφάλωσαν τα κάγκελα του σχολείου και βγήκαν έξω. Αγόρασαν μπύρες και η Ιζαμπέλα τσιγάρα. Και πήγαν στις κούνιες. Ναι στις κούνιες. Και στην Βικτόρια φάνηκε περίεργο στην αρχή, όμως όταν έφτασαν άρχισε να αισθάνεται πολύ καλύτερα. Οι κούνιες της έφερναν όμορφες αναμνήσεις από όταν ήταν μικρή. Πόσο της έλειπε τώρα εκείνη η ηλικία. Η Ιζαμπέλα άναψε κι άλλο τσιγάρο.
«Καπνίζεις πολύ.» είπε η Βικτόρια και κατέβασε λίγη από την μπύρα της.
«Και εσύ πίνεις πολύ για την ηλικία σου.» είπε με τον τόνο πως τα ήξερε όλα και δεν θα έπαιρνε συμβουλές από μια 16χρονη. «Θες να μου πεις τι έγινε;»
Η Βικτόρια σχημάτιζε άμορφα σχήματα με το πόδι της στο χώμα.
«Έκανα ένα τρομερό λάθος.»
«Όλοι μας κάνουμε, τέκνον μου, πάμε στο ψητό.» αυτή τη φορά η Βικτόρια γέλασε χωρίς να κλάψει.
«Θυμάσαι τον έρωτα της ζωής μου;»
«Δεν θεωρείται έρωτας της ζωής σου αν δεν έχεις ζήσει πολλά με αυτόν ξέρεις.» αυτό την νευρίασε.
«Μη το λες..» η κοπέλα περιέγραψε όσα θυμόταν και όσα συμπέρανε από την προηγούμενη βραδιά.
Η Ιζαμπέλα μετά από λίγη σκέψη σηκώθηκε απότομα. «Θα του μιλήσω εγώ.»
«Όχι δεν χρειάζεται. Προς το παρόν θέλω απλώς να θυμηθώ τι συνέβη χτες..» και τότε θυμήθηκε να κοιτάξει το κινητό της. Σίγουρα είχαν ανταλλάξει παραπάνω μηνύματα από το τελευταίο που θυμόταν. Έβγαλε το κινητό της με χέρια που έτρεμαν. Είχε έρθει η ώρα να ξεδιαλύνει το θόλο που της έκρυβε το ίδιο της το μυαλό. Εκτός αν της τα έκρυβε επειδή ούτε η ίδια ήθελε πραγματικά να μάθει τι είχε συμβεί. Αλλά δεν είχε επιλογή. Έπρεπε να μάθει. Ήθελε να μάθει. Τα ήθελε και τα έπαθε.

Continue Reading

You'll Also Like

623K 20.5K 70
Η Μελίνα, μια 18 χρόνη μαθήτρια Τρίτης λυκείου, οι γονείς της δεν παντρεύτηκαν ποτέ , μια εφηβική τρέλα , η μητερα της μόλις την γέννησε εφυγε και απ...
13.9K 596 56
«Δεν με αγάπησες ποτέ! Λες ψεμματα γαμω σταματά πια!» «Γαμω το στανιο μου απλά ακούμε!» ... Η Αφροδίτη μια 16χρονη. Στην παρέα της βρίσκεται ο κολλητ...
68K 4.5K 37
"Μπορεί να μην είμαι έμπειρη αλλά.."η πλάτη της αποχωρίστηκε την πόρτα, με μικρά βήματα πλησίαζε τον άνδρα απέναντι της που πλέον ένιωθε εκείνος πως...
124K 3.7K 75
"Τι στο διάολο ήταν όλο αυτό Λουκ?" Με είχε φέρει εκτός εαυτού "Δεν γουστάρω να σε ακουμπάει κάθε παπαρας ρε πουστη μου" Είπε και με στρίμωξε στον το...