ΧΑΜΕΝΕΣ ΑΓΑΠΕΣ

By AngelikaMasi

7.7K 1.6K 450

Και όταν η καταιγίδα θα έχει περάσει, δεν θα θυμάσαι πώς τα κατάφερες ή πώς επιβίωσες. Δεν θα είσαι καν σί... More

One
Two
Three
Four
Five
Six
Seven
Eight
Ten
Eleven
Twelve
Thirteen
fourteen
Fifteen
Επίλογος

Nine

407 99 14
By AngelikaMasi

Ο γάμος το ίδιο βράδυ  ορίστηκε για έναν  μήνα αργότερα και καλεσμένοι ήταν σχεδόν όλη η πόλη.
Για ακόμη μία φορά ο Ντάρσυ χάθηκε το ίδιο ξαφνικά όπως είχε εμφανιστεί.
Δεν άντεχε την τόση χαρά που επικρατούσε στο χώρο, έτσι αποσύρθηκε στο δωμάτιο του λίγη ώρα αργότερα.
Η Έιμι δεν μπορούσε να μην τον συναντήσει πριν τελειώσει η βραδιά. Πέθαινε να τον δει μοναχό μακριά απ' όλους,μακριά απ' τη φασαρία και τα φώτα.
Έκανε το γύρω της αίθουσας μόνη και αφού βεβαιώθηκε πως δεν ήταν εκεί ανέβηκε κρυφά στον επάνω όροφο με την ελπίδα να τον βρει στο δωμάτιο του.
Χτύπησε απαλά την πόρτα και περίμενε να ακούσει τη φωνή του ενώ έλεγχε το χώρο μη και εμφανιστεί κανείς.

"Τι είναι Φελίσια,σου είπα πως δεν χρειάζομαι κάτι",τον άκουσε να λέει.

Παίρνοντας μία βαθιά ανάσα τρύπωσε  μέσα κλείνοντας πίσω της την πόρτα με ορμή και έμεινε λαχανιασμένη να τον κοιτάζει, ενώ έβρισκε σιγά σιγά την αναπνοή της..

"Τι θες εσύ εδώ?",η φωνή του ακούστηκε τόσο αυστηρή που της θύμησε τον πατέρα της όταν τη μάλωνε. Για λίγο σάστισε και δεν ήξερε τι να απαντήσει,όμως γρήγορα έγινε η Έιμι που μόνο εκείνος γνώριζε τόσο καλά.

"Μην φωνάζεις έτσι σε μένα Ντάρσυ",απάντησε με το ίδιο αυστηρό ύφος.
"Γιατί έφυγες απ'τη γιορτή?".

Την κοίταξε με εξεταστικό ύφος πριν της απαντήσει,"γιορτή το λες εσύ αυτό? Αν δεν το κατάλαβες ως τώρα Έιμι, αυτό εκεί κάτω δεν ήταν γιορτή αλλά...",ήθελε να της πει πολλά,να γίνει ακόμα πιο αυστηρός μαζί της όμως ήξερε πως δεν ήταν μόνη της σε αυτό. Ήταν κι ο Έντουαρντ κι εκείνος δεν είχε ιδέα το τι συνέβαινε μεταξύ τους.

Δεν είχε πάει με σκοπό να τσακωθεί μαζί του. Περπάτησε προς τη μεριά του και στάθηκε μπρος στο παράθυρο κοιτάζοντας έξω τη φωτισμένη αυλή. Αν δεν αρραβωνιαζόταν τον Έντουαρντ σήμερα η βραδιά θα ήταν πέρα για πέρα υπέροχη.
Σφίχτηκε η καρδιά της για άλλη μία φορά εκείνο το βράδυ,στη σκέψη αυτή.

"Δεν τον ήθελαν αυτόν τον αρραβώνα και δεν θέλω ούτε αυτό το γάμο",του είπε δειλά μα αποφασισμένη να του μιλήσει.

"Τον επεδίωξες όμως,έτσι δεν είναι?",ήταν σκληρός μαζί της,τα λόγια του χτυπούσαν απευθείας το κέντρο της καρδιάς της.

"Πώς τολμάς να το λες αυτό Ντάρσυ? Δεν θα επεδίωκα ποτέ ένα γάμο με κάποιον που δεν...Με κάποιον που δεν θα αγαπούσα",γύρισε προς το μέρος του. Τα μάτια της γυάλιζαν και δεν ήταν γιατί ήθελε να κλάψει. Θυμωνε να τον ακούει να της ρίχνει ευθύνες που την έκαναν να φαίνεται στα μάτια του, φτηνή.

"Κι αν δεν αγαπάς τον αδερφό μου Έιμι,τότε γιατί τον παντρεύεσαι?",της φώναξε χωρίς να νοιαστεί στιγμή για τα αισθήματα της.

"Νομίζεις πως δεν αρνήθηκα? Μια ανοησία ήταν ότι έγινε εκείνο το βράδυ μα ο πατέρας θεώρησε πως η τιμή μου θίχτηκε ανεπανόρθωτα".

Ο Ντάρσυ προχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι προς το κρεβάτι του και χωρίς να ζητήσει βοήθεια από κανέναν ανέβηκε πάνω αφήνοντας πίσω την καρέκλα του. Βλέποντας το πόδια του να κρέμονται αδύναμα απ' το κρεβάτι έκανε να τον βοηθήσει μα εκείνος με μία κίνηση του χεριού του έβαλε φρένο στην ορμή της.

"Φύγε τώρα,θέλω να ξεκουραστώ",ούτε για μισό λεπτό η φωνή του δεν έκρυβε τη θέρμη που έκρυβε κάποτε όταν της μιλούσε. Μόνο αγενής γινόταν  μαζί της και απότομος, τόσο που την τρόμαζε.

"Με διώχνεις? Δεν φεύγω αν δεν σου πω Ντάρσυ. Πρώτα θα σου πω γιατί δέχτηκα να κάνω αυτό το γάμο και μετά θα φύγω",του φώναξε αποφασισμένη.

Οι ανάσα του έβγαινε κόφτη απ' το στόμα του και το στήθος του ανεβοκατεβαινε με ένταση.
"Καταραμένα πόδια", σκέφτηκε μονάχα γιατί το μόνο που ήθελε τώρα ήταν να σηκωθεί και να την πετάξει έξω απ' το χώρο του. Μα δεν μπορούσε, ήταν υποχρεωμένος να κάτσει να την ακούσει,ήταν αναγκασμένος να ανέχεται την απαράμιλλη ομορφιά της που τόσο πόνο του προκαλούσε, μέχρι τέλους.

"Δεν με ενδιαφέρει. Φύγε. Τώρα",της φώναξε ταράζοντας τη,  μονάχα για λίγο όμως.

Αδιαφορώντας στα λόγια του προχώρησε προς το παράθυρο,ακούμπησε το κεφάλι της πάνω στο υγρό απ' την υγρασία τζαμί και συνέχισε να μιλά.

"Στην αρχή αντιστάθηκα. Είπα ΟΧΙ. Φώναξα,έκλαψα, μέχρι που σταμάτησα να τρώω. Είδα πως δεν γινόταν τίποτα απολύτως. Ο πατέρας ήταν ανένδοτος. Θεωρεί το γάμο με ένα Μάξγουελ,μεγάλη τύχη για μένα ξέρεις. Έπειτα μίλησα με τη θεία Φελίσια,της είπα πως νιώθω. Τα λόγια της με πλήγωσαν πολύ μα ήταν αυτα η μόνη αλήθεια. Τότε κατάλαβα ότι ο γάμος με τον Έντουαρντ ήταν για μένα, μονόδρομος".

Δεν καταλάβαινε γιατί του έλεγε όλα αυτά. Ποιός ήταν ο σκοπός και που θα κατέληγε. Η συνέχεια τον έπιασε απροετοίμαστο και η αντίδραση του δεν ήταν αυτή που περίμενε η Έιμι.

"Που θες να καταλήξεις με όλα αυτά που μου λες Έιμι?".

"Δεν καταλαβαίνεις τίποτα πια? Τι άλλο να πω για να καταλάβεις πως ότι έκανα το έκανα για σένα. Για σένα έδωσα εκείνο το αναθεματισμένο φιλί στον Έντουαρντ,για σένα δέχτηκα να γίνει αυτός ο γάμος. Για σένα Ντάρσυ,μόνο για να είμαι κοντά σου",έκλαιγε με λυγμούς, κοιτάζοντας τον στα μάτια, δείχνοντας του την αγάπη της.

Εκείνος όμως μόλις είχε καταλάβει την πικρή αλήθεια. Μόλις είχε φάει άλλο ένα χαστούκι από τη ζωή. Ο μόνος τρόπος να την έχει ήταν αυτός λοιπόν? Ο πατέρας της θεωρούσε τύχη έναν γάμο με τον συγκεκριμένο Μάξγουελ. Με εκείνον, η αντιμετώπιση θα ήταν διαφορετική.

"Βγες έξω απ το δωμάτιο μου αυτή τη στιγμή. Δεν θέλω να κάνεις τίποτα για μένα ακούς? Δεν με ενδιαφέρουν τα παιχνίδια σου Έιμι,παντρέψουν τον Έντουαρντ και μείνε όσο πιο μακριά μου μπορείς. Έξω",ούρλιαξε στην τελευταία λέξη, κάνοντάς τη να κλάψει ακόμα πιο πολύ.

"Σ' αγαπώ, Ντάρσυ μη με διώχνεις,άκουσε με",έκανε να πάει κοντά του όταν άνοιξε η πόρτα απότομα και μπήκε μέσα η Φελίσια.

"Είσαι με τα καλά σου κόρη μου?",είπε κοιτάζοντας μία την Έιμι και μία εκείνον.
"Οι φωνές ακούστηκαν ως το διάδρομο και ο Έντουαρντ σε ψάχνει παντού. Αν ήταν εκείνος τώρα εδώ. Έλα Έιμι πάμε. Πρέπει να φύγεις",την έπιασε απ' το χέρι και την οδήγησε έξω σκουπίζοντας τα δάκρυα της με τα χέρια της.
Εκείνη τον κοίταξε μία τελευταία φορά πρώτου κλείσει​ η πόρτα πίσω της και απαρηγόρητη έπεσε στην αγκαλιά της Φελίσια.
Την τράβηξε σε μία γωνιά του διαδρόμου και προσπάθησε να την ηρεμήσει.

"Αχ! κοκονα μου τον αγαπάς στ' αλήθεια έτσι δεν είναι? Μα με το να παντρευτείς τον αδερφό του δε θα σε βγάλει σε καλό".

"Είπες πως ο πατέρας δεν θα δεχόταν τα αισθήματα μου για εκείνον ποτέ . Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς Φελίσια. Είναι ο μόνος τρόπος για να βρίσκομαι κοντά του. Θα πάρω τον Έντουαρντ. Θα του κάνω τη χάρη. Μα ποιόν θα έχω στην καρδιά μου δεν θα μου το πει κανείς τους".

Η Φελίσια άφησε τη μύρα να οδηγήσει την ανιψιά της. Φοβόταν και έτρεμε για τις εξελίξεις. Για εκείνον, που με τα λόγια της η Έιμι, τον πλήγωσε ακόμα περισσότερο.

Συνάντησαν τον Έντουαρντ λίγο πριν εκείνος ανέβει να τη ψάξει στον επάνω όροφο.
Την κοίταξε και μετά κοίταξε τη Φελίσια.

"Ανησύχησε η κοκόνα μου που δεν με έβρισκε. Βοηθούσα τον Ντάρσυ να ξαπλώσει",του είπε σβήνοντας τυχόν ερωτηματικά απ'το μυαλό του.

"Είναι καλά?",ρώτησε με ενδιαφέρον για εκείνον.

"Κάθε που έχει υγρασία,πονάει. Το ξέρεις αυτό",του απάντησε η Φελίσια και όλα πήραν ξανά το δρόμο τους.

Ο Έντουαρντ πήρε την Έιμι απ' το χέρι και μαζί κατέβηκαν στην αίθουσα να δώσουν τον πρώτο τους χορό,επίσημα πλέον ως αρραβωνιασμένο ζευγάρι.
Ο Ντάρσυ απ' την άλλη ζούσε τη χειρότερη νύχτα της ζωής του μετά και την αποκάλυψη της Έιμι για τα αισθήματα που έτρεφε για εκείνον.
Η Έιμι Άνταμς  τον αγαπούσε. Εκείνον. Παραμερίζοντας την ιδιαιτερότητα του. Εκείνο το φιλί, τότε,δεν ήταν τυχαίο. Δεν ήταν ένα αποχαιρετιστήριο φιλί. Ήταν γιατί τον αγαπούσε και τότε.
Από τότε και...Για πάντα.

Το Λονδίνο συζητούσε για μέρες την ένωση ενός Μάξγουελ με μία οικογένεια χωρίς τίτλο τιμής.
Φυσικά κανείς δεν αμφισβητούσε την ηθική μα περισσότερο το ποσό καλλονή ήταν η Έιμι Άνταμς . Οι κοπέλες της καλής κοινωνίας τη συζητούσαν σε πηγαδάκια και ζήλευαν την τύχη της. Η χήρα Τζοάννα Τζάκσον δεν ευχαριστήθηκε καθόλου μαθαίνοντας τα νέα του αρραβώνα αυτου, διότι μέσα της πάντα ήλπιζε να τυλίξει έναν νέο της υψηλής κοινωνίας που θα της χαρίζει την οικονομική ασφάλεια για το υπόλοιπο της ζωής της.

Καθημερινά ο Έντουαρντ έπαιρνε την Έιμι από το πατρικό της και έκαναν ατελείωτους περιπάτους στο Χάιντ Παρκ,είχαν παρεβρεθεί και σε  κανά δυο χορούς μίας και ήταν περίοδος που όλο και κάποιος πλούσιος κόμης ή λόρδος διοργάνωνε κάποια γιορτή στο αρχοντικό του.

"Θα ήθελες να δειπνήσουμε στο σπίτι μου σήμερα Έιμι. Ο πατέρας θα χαρεί πολύ".

Το μυαλό της πήγε στον Ντάρσυ. Είχε να τον δει απ' την ημέρα του αρραβώνα πάνω από δύο εβδομάδες.

"Ναι. Θα ήθελα να δω τον Ντάρσυ. Έχω πολύ καιρό να τον δω. Αλήθεια πώς είναι?".

"Είναι πολύ καλά αλλά πολύ φοβάμαι πως  θα σε απογοητεύσω. Δυστυχώς δεν θα είναι μαζί μας το βράδυ".

Έσμιξε τα φρύδια της,όλο απορία. "Δεν θα είναι? Και που θα πάει τέτοια ώρα παρακαλώ?",ρώτησε αστειευόμενη. Που θα μπορούσε άλλωστε να πάει  μόνος τους τέτοια ώρα. Δεν έβγαινε ποτέ μόνος και όταν έβγαινε πάντα τον συνόδευε ο Έντουαρντ. Εκείνος όμως θα ήταν μαζί της.

Έσκυψε στο αυτί της και ψιθύρισε ίσα να τον ακούσει εκείνη.
"Μου ζήτησε να τον πάω στο σπίτι της μαντάμ Κλαρίς. Θέλει να βρεθεί με τη μικρούλα του,έμαθα πως φεύγει. Επιστρέφει στη Γαλλία και θα ήθελε να τη συναντήσει".

Ένιωσε πρώτη φορά τη ζήλια να της τρώει τη σάρκα.
Πόσο σημαντική ήταν αυτή η γυναίκα για εκείνον τελικά, που άφησε μία ενδεχόμενη συνάντηση μαζί της για τη συναντησει?

"Πιστεύεις πως είναι ερωτευμένος μαζί της Έντουαρντ?",ήταν μία τολμηρή ερώτηση το γνώριζε,μα δεν μπορούσε να αντισταθεί στο να μην την κάνει.

"Ερωτευμένος όχι,δεν θα το έλεγα,σίγουρα όμως περνούσε πάντα υπέροχα μαζί της. Ήταν...Ο εαυτός του,πράγμα δύσκολο για έναν άντρα σαν τον Ντάρσυ.
Αν όλες οι Γαλλίδες είναι σαν τη Μάτα τότε θα είναι τυχερός ο αδερφός μου που θα πάει εκεί".

Ένιωσε να χάνει μερικούς χτύπους η καρδιά της, και η ανάσα της σχεδόν ήταν ανύπαρκτη. Το πρόσωπο της έχασε το χρώμα και τη λάμψη του ξαφνικά ενώ πιάστηκε από το μπράτσο του σφιχτά μην πέσει.

"Είσαι καλά?",ρώτησε ο Έντουαρντ ανήσυχος.

"Μια μικρή ζαλάδα. Ο ήλιος...",είπε κι εκείνος την οδήγησε γρήγορα σε ένα παγκάκι εκεί κοντά.
Έκατσε ενώ ο Έντουαρντ της έκανε αέρα με τη βεντάλια που πάντα είχε μαζί της.
Ξερόκατάπιε το λιγοστό σάλιο που είχε απομείνει στο στόμα της και προσπάθησε να καταλάβει τι της είχε πει μόλις ο Έντουαρντ.

"Τι εννοούσες λέγοντας τώρα που θα πάει εκεί? Ποιός θα πάει πού Έντουαρντ?",ήθελε να κρύψει την ανησυχία της μα αυτή την ώρα δεν την ένοιαζε καθόλου τι θα σκεφτόταν εκείνος.

"Συγνώμη, νόμιζα πως το ήξερες. Ο Ντάρσυ μετά το γάμο φεύγει για να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Παρίσι. Πίστευα πως η Φελίσια θα στο είχε πει".

Το στόμα της είχε στεγνώσει,το οξυγόνο είχε εξαφανιστεί από την ατμόσφαιρα ενώ το σώμα της έτρεμε απ'το κρύο  που περιέργως ένιωθε​ αυτή τη ζεστή μέρα.

"Μα εσύ τρέμεις? Τι συμβαίνει Έιμι?",έβαλε την παλάμη του στο μέτωπό της ελέγχοντας τη θερμοκρασία της. Είχε ιδρώσει,σχεδόν έσταζε.

"Πάρε με από δω Έντουαρντ, σε παρακαλώ. Δεν νιώθω καλά?",πιάστηκε πάνω του σαν να ήταν εκείνος η τελευταία ελπίδα σωτηρίας της και την οδήγησε στο πατρικό της.

Continue Reading

You'll Also Like

329K 13.5K 55
Η ιστορία έχει να κάνει με το εξής πάμε και ένα παράδειγμα Μπαίνω μέσα στο σχολείο μόλις με βλέπει αρχίζει να μου μιλάει, τον προσπερνάω αγνοώντας...
1.8K 353 49
🥇1η θέση στον Χριστουγεννιάτικο διαγωνισμό του 2020!🥇 Η Φρέγια είναι μια νεαρή κοπέλα που ζει στα μέσα του 18ου αιώνα και αντιμετωπίζει κατηγορίες...
340K 12.1K 29
- Είμαι έγκυος.... - Και εγώ τι θες να κάνω;; Τι συμβαίνει όταν δύο άνθρωποι συναντιούνται αλλά δεν ξέρουν ότι είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλον;;...
56.4K 1.4K 37
ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΟ 🔞 Όταν ήρθα στην Αθήνα για σπουδές πίστευα ότι θα ανακαλύψω μόνο νέα μέρη και νέους ανθρώπους...αυτό που ανακάλυψα όμως...