Σ'αγαπώ. Ό,τι κι αν γίνει ψυχ...

By elench90

313K 17.7K 591

Η Μαρίλια μένει έγκυος από τον αγαπημένο της Ορέστη σε ηλικία δεκαοκτώ χρόνων. Ο Ορέστης όμως φεύγει για σπου... More

Κεφάλαιο 1
Κεφάλαιο 2
Κεφάλαιο 3
Κεφάλαιο 4
Κεφάλαιο 5
Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 7
Κεφάλαιο 8
Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 11
Κεφάλαιο 12
Κεφάλαιο 13
Κεφάλαιο 14
Κεφάλαιο 15
Κεφάλαιο 16
Κεφάλαιο 17
Κεφάλαιο 18
Κεφάλαιο 19
Κεφάλαιο 20
Κεφάλαιο 21
Κεφάλαιο 23
Κεφάλαιο 24
Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 26
Κεφάλαιο 27
Κεφάλαιο 28
Κεφάλαιο 29
Κεφάλαιο 30
Κεφάλαιο 31
Κεφάλαιο 32
Κεφάλαιο 33
Κεφάλαιο 34
Κεφάλαιο 35
Κεφάλαιο 36
Κεφάλαιο 37
Κεφάλαιο 38
Κεφάλαιο 39
Κεφάλαιο 40
Κεφάλαιο 41
Κεφάλαιο 42
Κεφάλαιο 43
Κεφάλαιο 44
Κεφάλαιο 45
Κεφάλαιο 46
Κεφάλαιο 47
Κεφάλαιο 48
Κεφάλαιο 49
Επίλογος
Ανακοίνωση-Νέα Ιστορία

Κεφάλαιο 22

5.1K 326 5
By elench90

Τέσσερις μέρες έχουν περάσει και η κατάσταση παραμένει η ίδια. Συνεχίζω να κοιμάμαι στο νοσοκομείο αυτές τις τέσσερις μέρες αφού δεν μπορώ να εγκαταλείψω τον γιο μου.

Από το νοσοκομείο έχω φύγει πριν δύο ώρες και αυτό το έκανα αναγκαστικά, μετά από πίεση του νονού μου.

Αφού πήγα στο σπίτι μου για να κάνω μπάνιο, τώρα μετά από παράκληση των γονιών μου βρίσκομαι στο πατρικό μου και τρώω πρωινό μετά από πίεση και των δύο.
"Θα πας στο νοσοκομείο τώρα;" ρωτάει η μαμά.
"Όχι πρώτα θα περάσω από το μαγαζάκι μου αφού δεν θα πάω στον πάτερ Ανδρέα και μετά θα πάω." της λέω καθώς τρώω μια φρυγανιά που έχει ετοιμάσει. "Πάτερ Ανδρέας;" ρωτάει ο μπαμπάς απορημένος.

Δεν έτυχε να τους πω ότι γνώρισα τον πάτερ Ανδρέα στο ξωκκλήσι που πηγαίνω για να προσευχηθώ αφού έχουν και αυτοί φορτωμένο πρόγραμμα. Μόνο στον Αλέξη και στην Έλενα τον έχω αναφέρει.
"Στο ξωκκλήσι τη Αγίας Μαρίνας τον γνώρισα. Είναι πολύ καλός άνθρωπος και όταν σου μιλάει εκπέμπει μια γαλήνη και μια ηρεμία που σπάνια βλέπω σε άνθρωπο και να φανταστείς δεν είναι πολύ μεγάλος, κοντά στην ηλικία σας πρέπει να είναι." τους λέω. "Μάλιστα. Λοιπόν σήμερα είναι Κυριακή και όπως κάθε Κυριακή πηγαίνουμε όλοι στην γιαγιά και τον παππού. Με πήρε τηλέφωνο η γιαγιά σου να πάμε εκεί να φάμε το μεσημέρι. Το ξερω πως είναι δύσκολο για σένα αλλά μπορείς να έρθεις έστω και για μία ώρα; Η γιαγιά σου δεν σε έχει δει ακόμα από το ατύχημα και ανησυχεί, θέλει να σε δει Μαρίλια." λέει διστακτικά ο μπαμπάς μου αφου μάλλον φοβάται την αντίδραση μου.
"Δεν είμαι για χορούς και πανηγύρια μπαμπά." του λέω και σηκώνομαι από την καρέκλα για να φύγω.
"Κανείς μας δεν έχει ορεξη για γλέντια. Αγάπη μου σκεψου το. Εμείς εκεί θα είμαστε και θα σε περιμένουμε." με σταματαει η φωνή της μαμάς αλλά δεν της απαντάω, απλά φεύγω για το μαγαζάκι.

Δέκα λεπτά αργότερα σταθμεύω στην πίσω μεριά από το μαγαζάκι. Μπαίνω από την πίσω πόρτα στην μικρή κουζίνα και εκεί βρίσκω την Άννα να βάζει τα ποτήρια στο πλυντήριο.
"Καλημέρα Άννα." την καλημερίζω και μπαίνω δίπλα στην αποθήκη για να δω αν χρειαζόμαστε κάτι.
"Μαρίλια μου καλημέρα." ακούω τη φωνή της πίσω μου. "Δεν χρειαζόταν να έρθεις. Τα έχουμε όλα υπό έλεγχο εδώ." συνεχίζει.
"Ναι το πρόσεξα. Ευχαριστώ για όλα και συγνώμη που αναστάτωσα το πρόγραμμα σας." της λέω και βγαίνουμε και οι δύο έξω απο την αποθήκη. "Ρε Μαρίλια τι είναι αυτά λες; Εσύ ήσουν πάντα δίπλα και σε μένα και στον Στέλιο και είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε για σένα. Υπάρχει κάποιο νέο για την κατάσταση του Ανδρέα;" με ρωτάει.
"Όχι δυστυχώς." της λέω. "Λοιπόν έλα να σου φτιάξω κάτι να πιεις και να πάμε έξω να δεις και τον Στέλιο που προσέχει την κόρη μου όσο είμαι στην κουζίνα." αλλάζει αμέσως θέμα η Άννα.

Βγαίνουμε από την κουζίνα και πηγαίνουμε στο μπαρ για να φτιάξουμε κάτι να πιούμε.
"Τι θέλεις να σου φτιάξω;" ρωτάει και παίρνει δύο ποτήρια.
"Μία λεμονάδα με τζίντζερ." λέω και ελέγχω την παραγγελία για τους προμηθευτές χωρίς να ρίξω το βλέμμα μου καθόλου στο μαγαζί.
"Έχει πολλή δουλειά σήμερα;" τη ρωτάω καθώς ασχολούμαι με τη λίστα μπροστά μου.

"Εάν σκεφτείς πως είναι σχεδόν έντεκα το πρωί, ανοίξαμε στις εννέα και μισή και ήδη έχουμε χρησιμοποιήσει όλα τα ποτήρια τότε μπορώ να πω πως έχουμε αρκετή δουλειά." μου λέει και βάζει το ποτήρι με τη λεμονάδα που της ζήτησα δίπλα μου.
"Έλα πάμε να καθίσουμε." λέει και παίρνω το ποτό μου και την ακολουθώ.

Ο Στέλιος μόλις με βλέπει έρχεται κοντά μου και με παίρνει μια μεγάλη αγκαλιά. "Μαρίλια μου πως είσαι;" με ρωτάει με ενδιαφέρον. "Προσπαθώ να κρατηθώ δυνατή. Αλλά ρε Στέλιο πονάω, πονάω να βλέπω το παιδί μου να παλεύει να ζήσει χωρίς να μπορώ να κάνω κάτι να τον βοηθήσω." Το παράπονο μου με πνίγει δεν μπορώ να κάνω κάτι που θα βοηθήσει τον γιο μου.

"Αγάπη, Μαρίλια. Δώσε του αγάπη να την νιώσει τόσο βαθιά που θα ξυπνήσει. Πίστεψε σε εκείνον Μαρίλια και θα δεις όλα καλά θα πάνε." μου λέει και βλέπω μια στιγμιαία θλίψη στα μάτια του.
"Για έλα να δεις ποιοι είναι εδώ. Ούτε ραντεβού να κλείνατε." λέει και με τραβαει από το χέρι.

"Ρε Στέλιο περίμενε λίγο. Θέλω να δω την Χριστίνα. Μπορώ;" του λέω και δείχνω το τραπέζι που κάθεται η Χριστίνα με τη μητέρα της.
"Εννοείται. Είναι γλύκα η μικρή και κάθε μέρα την ερωτεύομαι περισσότερο. Αλλά σίγουρα όχι όσο τη μητέρα της." λέει και αν και την τελευταία πρόταση του την λέει ψιθυριστά εγώ τον ακούω πολύ καλά.

"Τι;" τον ρωτάω και σταματάω να περπατώ για να τον κοιτάξω. "Τι;"ρωτάει με ένα αθώο ύφος. "Γιατί μου είπε πως δεν τρέχει τίποτα με την Άννα όταν σε ρώτησα;" τον ρωτάω χτυπώντας τον στο στήθος με το δάχτυλο μου. 
"Μα δεν υπάρχει κάτι μεταξύ μας. Μονάχα εγώ ενδιαφέρομαι και όταν με ρώτησες δεν ήταν ξεκάθαρα αυτά που ένιωθα. Πλέον όμως είναι πιο ξεκάθαρο από ποτέ." Μου μιλάει και μπορώ να δω στα μάτια του πως νιώθει. 
"Σου πήρε τόσο καιρό να καταλάβεις αν τελικά είσαι ερωτευμένος μαζί της;" τον ρωτάω γιατί δεν καταλαβαίνω το λόγο που δεν είπε κάτι.
"Όχι. Λίγο καιρό αφότου με ρώτησες κατάλαβα πως τελικά είμαι ερωτευμένος με την Άννα." λέει ειλικρινά αλλά δείχνει ότι ακόμα και τώρα που το λέει κάτι τον εμποδίζει να το ζήσει.
"Και γιατί δεν κάνεις κάποια κίνηση τόσους μήνες ρε Στέλιο;" Θέλω να μου πει στα αλήθεια το λόγο γιατί συνήθως ο Στέλιος πάντα εκφράζεται και λέει αυτά που νιώθει. Άρα κάτι τον κρατάει πίσω.
"Γιατί φοβάμαι. Δεν ξέρω αν θα αντέξω να μου κλείσουν και άλλη πόρτα στη ζωή μου. Προτιμώ να το ζω έτσι πάρα να μάθω κάτι που μπορεί να με πληγώσει." Μου λέει με θλίψη. Έχει περάσει πολλά και του αξίζει πολλή αγάπη, όχι από λύπηση αλλά γιατί το αξίζει. Είναι από τα καλύτερα παιδιά απλά στάθηκε άτυχος στη ζωή του για αρκετά χρόνια. Νομίζω όμως πως είναι καιρός πια να κάνει νέα αρχή.

"Και αν σου πω πως αν μιλήσεις στην Άννα θα βρεις την πόρτα ανοιχτή; Στέλιο η Άννα έχει αισθήματα για σένα." Ίσως αυτό που κάνω να μην είναι σωστό αλλά δεν μπορώ να τον βλέπω να βασανίζεται. Από τη στιγμή που η ίδια η Άννα μου εξομολογήθηκε τον έρωτα της για τον Στέλιο θα κάνω τα πάντα να είναι μαζί γιατί το αξίζουν και ξέρω πως κανείς δεν πρόκειται να κάνει το πρώτο βήμα.

"Ναι σίγουρα έχει αισθήματα για μένα." λέει ειρωνικά και φαίνεται πως δεν πιστεύει στα λόγια μου. "Γιατί δεν με ακούς; Κοίτα με. Θα σου έλεγα ποτέ ψέματα για κάτι τέτοιο; Είμαι φίλη σου ή όχι;" του λέω και πιάνω με τα χέρια μου το πρόσωπο του. "Είσαι φίλη μου και μάλιστα η καλύτερη." μου λέει χαμογελώντας.
"Ε τότε τι περιμένεις όταν σου λέω ότι η Άννα έχει αισθήματα για σένα; Πάμε να δω την Χριστίνα και μετά κάνε την κίνηση σου." λέω και τον αρπάζω από το μπράτσο.
"Είσαι υπέροχη, σε ευχαριστώ πολύ." μου λέει με ένα μεγάλο χαμόγελο και με φιλάει στο μάγουλο.

"Κοριτσάκι μου." Παίρνω τη Χριστίνα στα χέρια μου όταν κάθομαι στην καρέκλα δίπλα της και εκείνη μου χαμογελάει. Λένε πως το χαμόγελο ενός παιδιού είναι γιατρειά για τη ψυχή ενός ανθρώπου. Αυτό έγινε έστω και για λίγο μολις τώρα με μένα, βλέποντας τη Χριστίνα να χαμογελάει. Της χαρίζω πολλά φιλιά στο πρόσωπο και στα χεράκια και  αυτή τα δέχεται με χαρά.
"Ε μην φας την κόρη μου." λέει η Άννα γελώντας.
"Είμαι η νονά της. Έχω δικαιώματα πάνω της." της λέω και χαρίζω ακόμα ένα μεγάλο φιλί στο ζουμερό μάγουλο της μικρής.
"Ρε Στέλιο ποιοι μου είπες πως είναι εδώ;" τον ρωτάω αφού δεν θυμάμαι ποιους μου ανέφερε προηγουμένως.
"Δεν σου είπα και ούτε θα σου πω. Μονή σου θα το ανακαλύψεις. Κάθονται στη γωνία." λέει και μου δείχνει με το κεφάλι του αλλά δεν μπορώ να δω ποιοι κάθονται εκεί γιατί μου κόβουν την οπτική επαφή με αυτό το σημείο κάποιοι άνθρωποι που μόλις ήρθαν και προσπαθούν να βρουν ελεύθερο τραπεζάκι να καθίσουν.

Σηκώνομαι από την καρέκλα με κατεύθυνση τους πελάτες που μόλις μπήκαν μέσα.
"Ε που πας με την μικρή;" με ρωτάει η Άννα.
"Βόλτα. Σίγουρα θα βαρέθηκε να κάθεται στο καρότσι. Άσε που δεν το λέει σε σένα, σε μένα το είπε." τους λέω και γελάνε.
Πηγαίνω λοιπόν κατευθείαν να εξυπηρετήσω τους πελάτες με τη Χριστίνα στα χέρια μου.

Αφότου τελειώνω αφήνω τον Στέλιο να τους πάρει παραγγελία και πηγαίνω επιτέλους στον αρχικό μου προορισμό. Περπατώ μιλώντας στην Χριστίνα, η οποία με το παραμικρό γελάει, χωρίς να κοιτάξω τους ανθρώπους που κάθονται στη γωνία.

Ένα μέτρο πριν φτάσω ακούω μια φωνή να λέει το όνομα μου. Μια πάρα πολύ γνωστή φωνή και δεν είναι άλλη από αυτή του αδερφού μου. Παίρνω το βλέμμα μου από τη Χριστίνα και κοιτάζω μπροστά μου. Πάνω από δέκα άτομα κάθονται σε δύο τραπεζάκια μπροστά μου και είναι γνωστά, βασικά οχι γνωστά μόνο αλλά είναι άτομα της οικογένειας μου. Ο θείος Αναστάσης και η θεία Αιμιλία με όλη τους την οικογένεια ο καθένας καθώς και ο αδερφός μου με την Αντιγόνη και ο Κωνσταντίνος με την Έλενα.

"Αδερφούλα μου πως και ήρθες από εδώ; Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το μαγαζί;" με ρωτάει ο Αλέξης και είναι λογικό αφού αυτές τις μέρες ανέθεσα σε αυτόν και στην Έλενα το μαγαζί.
"Όχι απλά είπα να έρθω να δω αν είναι όλα καλά αφού μετά από πολλή πίεση του νονού μου δεν θα πάω μέχρι το απόγευμα στο νοσοκομείο." του λέω και κάθομαι σε μια καρέκλα που βρίσκεται μεταξύ του θείου Αναστάση και του Παναγιώτη. "Καλά έκανες κορίτσι μου." λέει ο θείος μου.

"Το μωρό που το πας; Το ξέχασε κανείς εδώ;" ρωτάει ο Αλέξης κοιτώντας τη Χριστίνα. Στρέφω το βλέμμα μου πάνω της και βλέπω το προσωπάκι της να κρύβεται πίσω από τη ζακέτα μου.
"Η Χριστίνα είναι Αλέξη." λέω και μετακινώ  την μικρή να κάτσει καλύτερα στα πόδια μου. "Α λέω και εγώ. Και που την πας;" ρωτάει πάλι αλλά δεν καταλαβαίνω τι εννοεί. Που να την πάω δηλαδή; Μάλλον δεν κοιμήθηκε καλά χθες το βράδυ και λέει ασυναρτησίες.

"Θα σου απαντήσω όπως απάντησα και στην Άννα όταν την πήρα για να έρθω εδώ. Βόλτα θα την πάω. Απλά βαρέθηκε να κάθεται στο καρότσι και μου το είπε για να την πάρω βόλτα." του λέω και ελπίζω να καταλάβει την ειρωνία μου. Οι άλλοι γελάνε με αυτό που μόλις είπα αλλά ο Αλέξης δεν πήρε το μήνυμα.

"Καλά πόσο μηνών είναι και μιλάει;" ρωτάει και κοιτάζει την Χριστίνα απορημένος.
"Οκτώ μηνών είναι Αλέξη. Αδερφούλη είσαι καλά;" τον ρωτάω γιατί δεν μου φαίνεται καθόλου καλά.
"Πως να είμαι καλά όταν ο θειούλης σου εκεί πέρα μου έδωσε μια υπόθεση διαζυγίου που δεν με αφήνει να κλείσω μάτι." λέει και κοιτάζει τον θείο με μισό μάτι. Ο θείος δίπλα μου γελάει αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί.
"Τόσο δύσκολη υπόθεση είναι;" ρωτάει ο Παναγιώτης.
"Όχι δεν είναι η υπόθεση δύσκολη αλλά αυτή που παίρνει διαζύγιο. Οτιδήποτε θυμηθεί όποια ώρα και να είναι με παίρνει τηλέφωνο να μου το πει. Και έχει μια γλώσσα. Θεέ μου φαντάζομαι πόσα θα εχει τραβήξει ο καημένος ο άντρας της τόσα χρόνια." λέει ο Αλέξης με ένα δραματικό ύφος και ο θείος Αναστάσης γελάει ακόμα πιο πολύ.
"Και ο λόγος που χωρίζουν;" ρωτάει αυτή τη φορά η Έλενα. "Αυτό να δείτε πόσο γελοίο είναι. Ζήτησε η κυρία από τον άνδρα της να πάνε διακοπές και ο καημένος της είπε πως πρέπει να περιμένει λίγο καιρό γιατί δεν έχουν αρκετά χρήματα αλλά αυτή έκανε αίτηση διαζυγίου γιατί λέει βρίσκεται τρίτο πρόσωπο στη μέση που του τα τρώει όλα. Είναι παρανοϊκή. Και το χειρότερο είναι πως αυτός εκεί ήξερε πόσο παρανοϊκή είναι και δεν μου είπε τίποτα." λέει ο Αλέξης και και δείχνει με το δάχτυλο του τον θείο Αναστάση. Το γέλιο του θείου γίνεται ακόμα πιο δυνατό από πριν καθώς και όλων των άλλων στο τραπέζι.

Από ότι μου είπαν δεν κανόνισαν συνάντηση απλά τυχαία ήρθαν εδώ όλοι. Η ατμόσφαιρα ευτυχώς είναι καλή σε σημείο που όλοι ξεχάστηκαν από αυτό που τους απασχολεί και λέω ξεχαστηκαν γιατί εγώ δεν το έβγαλα δευτερόλεπτο από το μυαλό μου.

"Η στερνή, η πιο ιερή μορφή θεωρίας είναι η πράξη."
Νίκος Καζαντζάκης

Continue Reading

You'll Also Like

575K 29.4K 55
"Πες μου σε παρακαλώ ότι το θες αυτό όσο το θέλω κι εγώ" είπε με κομμένη την ανάσα. Ένιωθα κατακόκκινη, η ντροπή μου ήταν εμφανής άλλη μία φορά. Τε...
162K 12K 33
«Ντάρια δεν γίνεται να με φιλάς.»η φωνή του βγήκε περισσότερο βραχνή από όσο υπολόγιζε και είχε σχεδόν ανατριχιάσει. Τι στον διάολο; «Γιατί;»τα μάτι...
313K 17.7K 51
Η Μαρίλια μένει έγκυος από τον αγαπημένο της Ορέστη σε ηλικία δεκαοκτώ χρόνων. Ο Ορέστης όμως φεύγει για σπουδές στην Αμερική ακολουθώντας το όνειρο...
575K 27.5K 69
Τι γίνεται όταν η γονείς σου, σου ετοιμάζουν έναν γάμο, πίσω από την πλάτη σου? Τι γίνεται όταν φτάνεις στα σκαλιά της εκκλησιάς και δεν έχεις δει ού...