Με δυο βλέμματα

By Lexa_s

284K 9K 754

"Κοίταξε με" είπε η Μέγκαν μέσα από το στόμα της βγάζοντας έναν ήχο που μπορούσε να ακούσει μόνο κάποιος που... More

1. Μέγκαν
2. Το νέο κορίτσι στην τάξη
3. Η γνωριμία
4. Μαθήματα μπαλέτου
5. Κάπου σε είδα , κάπου σε ξέρω
6. Η αποκάλυψη
7. Πιάσε με αν μπορείς
8. Let's get this party started (part 1)
9. Let's get this party started (part 2)
10. Let's get this party started(last part)
11. Καλά κρυμμένα μυστικά
12. Παιχνίδια μυαλού
13. Στα κρυφά
14. Το ξεκίνημα του παζλ
15. Μαθαίνοντας την αλήθεια
16. Στα δύσκολα σε θέλω
17. Ψάξε, ψάξε, δεν θα με βρεις
18. Η άφιξη
19. Θυμάσαι;
20. Το ένωμα του παζλ
21. Χορεύοντας στη σιωπή
22. Amanda's Pov (Special Edition)
23. Φίλιππε;
24. Το δείπνο
25. Oh my baby baby...
26. Βλέποντας την με άλλον
27. Αγαπη μου. Με πονάς
28. Αντέχεις να μην με έχεις;
29. Μην αντιστέκεσαι
30. Που να ήξερε..
31. Τι είναι ευτυχία; ( Preview )
32. Οι αληθινοί παράδεισοι
33. The truth about her (part 1)
34. The truth about her (part 2)
35. The truth about her ( last part )
A/N
37. Γιατί;
38. Το τελευταίο κομμάτι του παζλ.
39. Αύριο όλα θα έχουν τελειώσει
40. Game over
41. Megan's POV (Special Edition)
42. Megan's POV - part2
43. Megan's POV - part3
44. Γνωριζόμαστε;
45. Εγώ δεν σου έφυγα ποτέ
46. Η Κριστίν
47. Χωρις αναστολες
48. Μάτια ερμητικά κλειστά.
49. Ζηλεύω πολύ
50. Για πάντα δική σου
51. Με δύο βλέμματα (part 1 )
52. Με δύο βλέμματα (Last Part)
53. Epilogue
New Book

36. Εδώ είμαι. Εδώ ήμουν.

3.3K 139 23
By Lexa_s

Η Μέγκαν βγήκε σαν μαινόμενος ταύρος έξω από το νοσοκομείο. Η αναπνοή της έβγαινε νευρικά από το στόμα της ενώ ο πόνος στα μηνίγγια του κεφαλιού της ήταν τόσο οξύς που έκανε το μυαλό της να βουίζει και την όραση της να θολωνει. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι όλα αυτά τα χρόνια υπαίτιος για τον θάνατο της μάνας της , ήταν ο πατέρας της. Το ίδιο της το αίμα σκότωσε το πολυτιμότερο στήριγμα της ζωής της. Την μητέρα της. 

Κάνοντας αυτές τις σκέψεις η Μέγκαν άρχισε να τρέχει προς άγνωστη κατεύθυνση πάνω στον ερημωμένο δρόμο μέχρι να βρει κάποιο ταξί να την μεταφέρει στο σπίτι της. Το μόνο που είχε βαθιά χαραγμένο στον εγκέφαλο της ήταν η λέξη εκδίκηση. Τα χέρια της ήταν παγωμένα και ο αέρας τσουχτερός αλλά η ίδια δεν ένιωθε σπιθαμή κρύου πάνω στο κορμί της. Αντιθέτως η καρδιά της χτυπούσε τόσο δυνατά που έκανε το αίμα της να κυλάει σαν ποτάμι σε κάθε χιλιοστό του σώματός της. Το μυαλό της έκανε μόνο μία σκέψη. Ότι η μητέρα της δεν πέθανε ξαφνικά από τροχαίο. Δεν γίνεται να ήταν τόσο συμπτωματικό το γεγονός ότι μία μέρα μετά αφότου ο πατέρας της την έπιασε στα πράσα με άλλον, αυτή να πέθανε σε αυτοκινητιστικό. Η αδρεναλίνη της Μέγκαν ανέβαινε στα ύψη τρέχοντας λες και την κυνηγούσε κάποιος πάνω στον σχεδόν άδειο δρόμο που δεν περνούσε ούτε ένα ταξί. Το κορμί της ήταν σχεδόν αναίσθητο όταν οι πρώτες ψιχάλες βροχής άρχισαν να πέφτουν πάνω στα κυματιστά μαύλα μαλλιά της. Η δυνατή βροντή που ακούστηκε από το μαύρο συννεφιασμένο ουρανό προμήνυε την καταιγίδα που θα ακολουθούσε. Τα χέρια της Μέγκαν είχαν γίνει μια ισχυρή γροθιά σκεφτόμενη τον δολοφόνο της μάνας της. Ούτε η ίδια δεν ήξερε για το τι ήταν ικανή να κάνει. Στο δρόμο δεν υπήρχαν φώτα και ίσως ήταν το μοναδικό άτομο που κυκλοφορούσε μόνο του στις 3 η ώρα στο βράδυ με τα πόδια. 

Η λαχανιασμένη ανάσα της Μέγκαν σε συνδιασμό με το ζαλισμένο μυαλό της , την έκαναν να μην βλέπει καλά με αποτέλεσμα να συνεχίσει να ψάχνει στα τυφλά για κάποιο διερχόμενο αμάξι. Κάνοντας αυτή τη σκέψη θυμήθηκε ότι τόση ώρα είχε κλειστό το κινητό της και θα μπορούσε να καλέσει ένα ταξί για να την πάει στο σπίτι της αντί να ψάχνει μόνη της κάποιο στον άγνωστο δρόμο. Η λογική της ήταν τόσο μπερδεμένη που απλά είχε βγει από το νοσοκομείο και ξεκίνησε να τρέχει προς το άγνωστο χωρίς να το πολυσκεφτεί. Σαν να προσπαθούσε να ξεφύγει από τις σκέψεις της που μόνιμα την κυνηγούσαν. Η Μέγκαν χωρίς να σταματήσει να τρέχει προσπάθησε να βγάλει το κινητό της από την τσέπη της. Με την ταχύτητα που έτρεχε ήταν ικανή να φτάσει στο σπίτι της που βρισκόταν στην άλλη άκρη με τα πόδια. Δεν ένιωθε την κούραση μέσα της, τα πόδια της κουνιόντουσαν μόνα τους σε ταχύτατους ρυθμούς χωρίς να μπορει να έχει η ίδια τον έλεγχο.

Τα επόμενα λεπτά που ακολούθησαν ήταν θολά. Το τελευταίο πράγμα που είχε ακούσει η Μέγκαν ήταν ο ήχος από το σπάσιμο του κινητού της. Η μαυρομάλλα κοπέλα βρισκόταν σωριασμένη πάνω στο υγρό χώμα από την βροχή που είχε ξεκινήσει να πέφτει βίαια από τα σύννεφα. Τα χέρια της ήταν λερωμένα και οι παλάμες της γρατζουνισμένες από την φόρα που έπεσε κάτω. Η ίδια δεν είχε παρατηρήσει το εμπόδιο που βρισκοταν μπροστά της ενώ έτρεχε σαν τρελή και σκόνταψε πάνω σε αυτό όταν προσπάθησε να βρει το  κινητό της, με αποτέλεσμα να πέσει με όλη της την δύναμη κάτω στο δάπεδο. 

Η Μέγκαν ένιωσε το στήθος της να πονάει από το πέσιμο ενώ το έβρισκε σχεδόν αδιανόητο να κουνηθεί από την θέση της. Ο βήχας της έβγαινε με δυσκολία μέσα από τα πνευμόνια της ενώ ένιωθε το κεφάλι της βαρύ σαν να ήταν έτοιμο να σπάσει. Ένας αναστεναγμός πόνου βγήκε από το στόμα της  όταν προσπάθησε να ακουμπήσει με τα δάχτυλα της ,τις άκρες του μέτωπού της για να δει αν έχει χτυπήσει στο κεφάλι. Η βροχή έπεφτε πάνω της με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καταλάβει αν αυτό που βγαίνει από το κεφάλι της είναι νερό ή αίμα. Η όραση της ήταν ξεθωρισμένη και ένιωσε σχεδον να τυφλώνεται όταν τα φώτα ενός άγνωστου αμαξιού την «χτύπησαν» στα μάτια. Έβαλε σχεδόν όλη της την δύναμη για να σηκωθεί ενώ ένιωθε τα κόκκαλα της να υποφέρουν. Παρ'όλα αυτά σηκώθηκε όρθια και βάζοντας τις πληγωμένες παλάμες της μπροστά στα μάτια της προσπάθησε να «μπλοκάρει» το φως που έπεφτε πάνω της από το σταματημένο αμάξι για να δει ποιος είναι. Τα ρούχα της ήταν λερωμένα ενώ η δεξιά πλευρά του προσώπου της είχε κάποιες γρατζουνιές από την πίεση με την οποία έπεσε πάνω στο σκληρό δάπεδο. Η διάσειση στο κεφάλι την έκανε να μην βλέπει και να μην ακούει καλά ενώ τα πόδια της με το ζόρι την κρατούσαν όρθια. 

"Ποιος είναι εκεί; " ακούστηκε η ταλαιπωρημένη φωνή της Μέγκαν να βγαίνει από το στόμα της. Έβλεπε κάποια σκιά να την πλησιάζει αλλά μπορούσε να δει ελάχιστα λόγω της αντανάκλασης από τα φώτα. 

"Ελάτε μαζί μου" ακούστηκε μία άγνωστη αντρική φωνή να έρχεται προς το μέρος της.

"Ποιος είσαι; " συνέχισε η Μέγκαν με ποιο απειλητικό τόνο αυτή τη φορά ενώ έκανε κάποια αργά βήματα προς τα πίσω.

"Μέγκαν, είμαι εδώ για να σε βοηθήσω " είπε ο άγνωστος άντρας που δεν φαινόταν το πρόσωπο του καθώς φορούσε μία μαύρη δερμάτινη καμπαρντίνα με κουκούλα που έκρυβε σχεδόν κάθε χιλιοστό του προσώπου του.

"Που με ξέρεις; " ακούστηκε η τρεμάμενη και πλέον φοβισμένη φωνή της Μέγκαν.

"Ήρθα για να σε προστατέψω Μέγκαν. Έλα μαζί μου μέσα στην λιμουζίνα" είπε ο μυστήριος και άγνωστος άντρας απλώνοντας το χέρι του προς την μεριά της τρομοκρατημένης Μέγκαν.

"Μην με ακουυμπ.." πήγε να ξεστομίσει η Μέγκαν αλλά έχασε τις αισθήσεις της καθώς το τραύμα στο κεφάλι της σε συνδυασμό με τον φόβο που χτυπουσε αλύπητα το κορμί της , την έκαναν να μην μπορεί στα σταθεί άλλο στα πόδια της. 

Ο άγνωστος άντρας έπιασε κατευθείαν την Μέγκαν για να μην ξαναχτυπήσει και παίρνοντάς την αγκαλιά την μετέφερε στην λιμουζίνα που οδηγούσε.


                                    .............................................................................................


Ο πατέρας της Μέγκαν περπατούσε νευρικά πάνω- κάτω στο σαλόνι του σπιτιού του κρατώντας το κινητό του και προσπαθώντας για εκατοστή φορά να επικοινωνήσει με την κόρη του που είχε εξαφανιστεί τις τελευταίες 4 ώρες.

"Θα πάρω την αστυνομία" ακούστηκε η νευρική και συνάμα αγχωμένη φωνή του Κυρίου Πίτερσον. 

Η Μάρθα και ο Κάρλος τον κοιτούσαν με γουρλωμένα μάτια και φοβόντουσαν για την ίδια την σωματική τους ακεραιότητα. Ο κύριος Μπράουν είχε ήδη κατεβάσει σχεδόν ένα ολόκληρο μπουκάλι ουίσκι ενώ είχε σπάσει ότι γυάλινο αντικείμενο υπήρχε μέσα στο σαλόνι του , απαγορεύοντας τους οικιακούς βοηθούς να τον πλησιάσουν.

"Τι κοιτάτε ; Εξαφανιστείτε από μπροστά μου! " ούρλιαξε προς την Μάρθα και τον Κάρλο που τον κοιτούσαν σαν παγωμένα αγάλματα. 

"Η στιγμή έφτασε.." ψιθύρησε η Μάρθα στον Κάρλο.

Ο Κάρλος έγνεψε το κεφάλι του καταφατικά και χωρίς να πουν τίποτα έφυγαν και οι δύο από το χώρο του σαλονιού που ο κύριος Μπράουν συνέχισε να βανδαλίζει ανελέητα. 

Την ίδια στιγμή ο Σεμπάστιαν προσπαθούσε να επικοινωνήσει και ο ίδιος με την Μέγκαν αλλά μάταια. Το κινητό της πλέον ήταν κλειστό. Η νέα κοπέλα είχε εξαφανιστεί από μπροστά του τρέχοντας και ο ίδιος όσο και να προσπάθησε δεν κατάφερε να την σταματήσει ούτε και να την προλάβει. Ήταν σίγουρος ότι μετά από όλη την καλά κρυμμένη αλήθεια που έμαθε, ήταν ικανή να κάνει τα πάντα. Τα τελευταία που είπε πριν φύγει «Να σκοτώσω την δολοφόνο της μάνας μου»  είχαν χαραχτεί μέσα στο μυαλό του. Ο πατέρας της Αμάντα ένιωθε στο πετσί του ότι ήθελε να αποτρέψει την Μέγκαν από οποιαδήποτε πράξη ήταν ικανή  να κάνει. Ήταν τόσο νέα και τόσο μόνη της για να κουβαλάει όλο αυτό το βάρος στην καρδιά της. Αν η Σοφία ήταν ζωντανή τίποτα από αυτά δεν θα επέτρεπε να γίνουν. Ίσως δεν του το συγχωρούσε ποτέ που άφησε αβοήθητη την μονάκριβη κόρη της σε μια τόσο δύσκολη στιγμή. 

Κάνοντας αυτή την σκέψη τα ματια του Σεμπάστιαν άνοιξαν διάπλατα. Ήταν σίγουρος για το τι έπρεπε να κάνει. Το ένιωθε σε κάθε σπιθαμή του κορμιού του ενώ η φωνή της ψυχής του τον παρότρυνε ουρλιάζοντάς του «τρέχα». Χωρίς δεύτερη σκέψη έφυγε από το νοσοκομείο τρέχοντας, έτσι ακριβώς όπως είχε φύγει και η Μέγκαν μία περίπου ώρα πριν και κατευθύνθηκε προς το αμάξι του. Ήταν έτοιμος να προστατέψει αυτό το αθώο κορίτσι που δεν έφταιγε σε τίποτα. Ένιωθε ότι ήταν καθήκον του. Δεν μπορούσε να την αφήσει μόνη της σε κάτι τέτοιο. Έτσι έβαλε μπρος το αμάξι του και ξεκίνησε όσο πιο γρήγορα γινόταν για την έπαυλη της Μέγκαν. Δεν ήξερε ότι η Μέγκαν δεν βρισκόταν εκεί, και ότι ο μοναδικός που τον περίμενε ήταν ο εξαγριωμένος και μεθυσμένος πατέρας της.

                                          ...................................................................................................


Η Μέγκαν ένιωθε το κεφάλι της βαρύ και την όραση της θολή ανοίγοντας τα μάτια της. Δεν μπορούσε να καταλάβει που βρίσκεται. Αλλά το μέρος που καθόταν φαινόταν μαλακό ενώ ο ζεστός αέρας ήταν σαν ένα απαλό χάδι πάνω στο ταλαιπωρημένο κορμί της. Προσπάθησε να κοιτάξει τα χέρια της και φαινόντουσαν καθαρά αν και γρατζουνισμένα. Το μόνο που μπορούσε να ακούσει ήταν η ανάσα της ενώ ένιωθε ότι βρισκοταν σε «κίνηση» λες και βρισκόταν πάνω σε κάποιο αμάξι. Ακούμπησε το κεφάλι της απαλά με τα δάχτυλά της προσπαθώντας να ξανα αποκτήσει τις αισθήσεις της και παρατήρησε ότι είχε μία γάζα στην μία πλευρά σαν κάποιος να της είχε επουλώσει τα τραύματα. Τι είχε γίνει ; Που βρισκοταν; Δεν μπορούσε να καταλάβει ακομη καθώς το μυαλό της έκανε υπερπροσπάθειες να θυμηθεί τι είχε γίνει. Ένιωσε τα δόντια της να τρίζουν με δύναμη όταν στα μάτια της ήρθε η τελευταία εικόνα λιγο πριν λιποθυμήσει. Ένας άγνωστος κουκουλωμένος κύριος προσπάθησε να την βάλει μέσα στο αμάξι του. Χωρίς να κουνήσει χιλιοστό το κεφάλι της έσφιξε με τα χέρια της δυνατά το δερμάτινο κάθισμα που καθόταν. Με την άκρη του ματιού της κοίταξε προς τα αριστερά της και πλέον μπορούσε να δει πιο καθαρά δύο χέρια καλυμμένα με μαύρα γάντια πάνω στο τιμόνι. Βρισκοταν μέσα στο άγνωστο αμάξι μαζί με αυτον τον άγνωστο κύριο. Ένιωθε την καρδιά της να χτυπάει δυνατά ενώ η ανάσα της ήταν σχεδόν κομμένη. Ποιος είναι αυτος; Τι θέλει από αυτήν; Γιατί είναι κουκουλωμένος; Γιατί δεν μπορεί να δει το πρόσωπο του; Γιατί την βοήθησε και της γιάτρεψε τις πληγές; Οι ερωτήσεις χτυπούσαν με βία η μία μετά την άλλη το μυαλό της ενώ η ίδια έστρεφε αργά το κεφάλι της προς τον αμίλητο οδηγό που φαινόταν να οδηγάει ήρεμος χωρίς να έχει αρθρώσει κουβέντα. 

" Τι θέλεις από εμένα; Που με πας; " ακούστηκε η τρεμάμενη χαμηλή φωνή της Μέγκαν.

Ο άγνωστος οδηγός της πολυτελής λιμουζίνας συνέχισε να οδηγάει χωρίς να απαντήσει στην Μέγκαν και χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει. 

Η Μέγκαν κοίταξε προς τα έξω για να δει που βρίσκονται αλλά της φαινόντουσαν όλα άγνωστα. Ήταν λες και βρίσκονταν σε κάποιο ερημωμένο δάσος. Ο δρόμος ήταν τόσο στενός και σκοτεινός ενώ έξω δεν κυκλοφορούσε ψυχή λες και αυτό το μέρος ήταν ακατοικητο. Σαν να μην περπατήθηκε ποτέ από κάποιον ζωντανό οργανισμό, σβησμένο από τον χάρτη.

Η Μέγκαν έψαξε νευρικά τις τσέπες της για να βρει το κινητό της αλλά μετά θυμήθηκε ότι της έπεσε από τα χέρια και έσπασε όταν σκόνταψε. Αλλά και να το είχε μαζί της δεν θα την βοηθούσε. Η περιοχή που βρισκόταν φαινόταν «μη προσβάσιμη ». Δεν υπήρχε πουθενά ούτε ένα σπίτι, ούτε μία κεραία, ούτε ένας άνθρωπος. Μόνο άγρια φύλλα δέντρων που κουνιόντουσαν αριστερά και δεξιά χορεύοντας ένα βίαιο ταγκό με τον αλλοπαρμένο αέρα. 

"Γιατί δεν μιλάς; " συνέχισε μάταια τις ερωτήσεις της η Μέγκαν αλλά καμία απάντηση δεν φαινόταν να είναι διατεθειμένη να βγει από το στόμα του μυστήριου άντρα. 

Η Μέγκαν παρατήρησε ότι τα χέρια της ήταν λυμένα. Δεν φαινόταν να ήταν «όμηρος» ή κατι τέτοιο. Το μοναδικό που την κρατούσε μέσα σε αυτό το άγνωστο αμάξι ήταν η ζώνη της λιμουζίνας. Θα μπορούσε άνετα να ανοίξει την πόρτα και να βγει ή να χτυπήσει με κάποιο αντικείμενο το κεφάλι του άγνωστου οδηγού. Τα μάτια της περιεργάζονταν κάθε σπιθαμή του αμαξιού ψάχνοντας κάποιο ελευθερο αιχμηρό αντικείμενο. Τότε παρατήρησε ότι οι πίσω θέσεις της λιμουζίνας δεν φαίνονταν. Υπήρχε ένα ειδικό μαύρο πλέξιγκλας κατεβασμένο που σου απαγόρευε να δεις ποιοι κάθονται στις πίσω θέσεις. Αυτό συνήθως οι οδηγοί το έκαναν όταν μετέφεραν κάποιον διάσημο καλεσμένο μαζί τους που ήθελε την ιδιωτικότητα του. Η Μέγκαν έμπαινε καθημερινά σε λιμουζίνες και ήξερε πολύ καλά πότε αυτό το μαύρο διαχωριστικό πρέπει να κλείσει και πότε όχι. 

"Ποιος κάθεται πίσω; " ρώτησε η Μέγκαν με την ανάσα της να πηγαίνει σαν τρελή ενώ το χέρι της βρισκόταν πάνω στο χειρόφρενο έτοιμο να το τραβήξει για να σταματήσει  την κίνηση του αμαξιού. 

Ο μαυροφορεμένος σοφέρ συνέχισε να οδηγεί κρατώντας το στόμα του κλειστό. Η Μέγκαν ήταν πλέον σίγουρη ότι δεν πρόκειται να βγει καμία μιλιά από αυτόν τον άγνωστο και έτσι αποφάσισε να δράσει μόνη της. Έκλεισε τα μάτια της και πήρε μια βαθιά ανάσα σφίγγοντας όσο πιο δυνατά γίνεται το ένα της χέρι πάνω στο χειρόφρενο και το άλλο πάνω στο δερμάτινο κάθισμα της λιμουζίνας. Ακριβώς λίγα νανοδευτερόλεπτα πριν αποφασίσει να τραβήξει το χειρόφρενο, η Μέγκαν ένιωσε το αμάξι να σταματάει μόνο του.  Ένας αναστεναγμός ανακούφισης βγήκε από το σώμα της. Αν τραβούσε το χειρόφρενο το μόνο σίγουρο ήταν ότι το αμάξι θα έχανε τον έλεγχο και θα τραυματιζόντουσαν άσχημα και αυτή και ο κουκουλοφόρος που οδηγούσε. Αυτόματα η Μέγκαν άνοιξε τα μάτια της και κοίταξε προς τα έξω για να δει που βρίσκεται. Το βλέμμα της γυάλισε όταν είδε το θέαμα που «απλωνόταν» μπροστά της . Βρισκόταν στην άκρη κάποιου άγνωστου βουνού και από κάτω της φαινόταν η φωτισμένη Θεσσαλονίκη σαν μια χάρτινη μικρογραφία. 

"Είναι το μοναδικό μέρος που μπορούμε να είμαστε ασφαλείς " ήταν το μοναδικό που ξεστόμισε ο μυστήριος οδηγός και χωρίς να δείξει το πρόσωπο του πάτησε το κουμπί για να ανοίξει το διαχωριστικό που έκρυβε τις πίσω θέσεις της λιμουζίνας. 

Η Μέγκαν δεν μπορούσε να καταλάβει το τι συμβαίνει. Το μόνο που μπορούσε να νιώσει είναι την βαριά ανάσα της να ακούγεται στα αυτιά της ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσε να επιβληθεί στα τρεμάμενα χέρια της που ακόμη ακουμπούσαν το χειρόφρενο. 

Χωρίς να μπορεί να βγει φωνή από το στόμα της, η Μέγκαν έστρεψε αργά το βλέμμα της προς τις πίσω θέσεις. Ήταν αρκετά σκοτεινά αλλά μπορούσε να δει ότι κάποιος κάθεται εκεί. Κάρφωσε το βλέμμα της πάνω στην κινούμενη σκιά και τρίζοντας με δύναμη τα δόντια της προσπάθησε να καταλάβει ποιος είναι. Το σώμα της ανατρίχιασε όταν ένιωσε το ζεστό χέρι του άγνωστου ανθρώπου που καθόταν από πίσω της να ξεπροβάλλει από το σκοτάδι και να την ακουμπάει στον ώμο. Το άγγιγμα ήταν τόσο απαλό που το σημείο που την ακουμπούσε άρχισε να μυρμηγιάζει. Η ανάσα της Μέγκαν άρχισε να τρέμει και τα χέρια της να ιδρώνουν. Δεν μπορούσε να κουνηθεί. Ήταν σαν να μην έχει τον έλεγχο του κορμιού της. Σαν οι έντολες που έδινε στο σώμα της να ήταν βουβές και μάταιες. Ένιωθε το κορμί της να έχει κοκκαλώσει εξαιτίας αυτού του τόσο οικείου και γνώριμου αγγίγματος που άδειαζε το μυαλό της και έκανε τα μάτια της να σβήνουν. Δεν μπορούσε να καταλάβει για ποιο λόγο αυτό το χέρι που την ακουμπάει , έχει τέτοια επίδραση πάνω της. Ήταν από εκείνες τις στιγμές που παγώνει ο χρόνος και η εικόνα μπροστά σου. Σαν να είσαι ζωντανός μόνο εσύ ενώ όλα τα άλλα γύρω σου είναι ακίνητα. Σαν ένα κακόγουστο όνειρο ή μια καλογυρισμένη σκηνή ταινίας που μπορείς να κουνηθείς μόνο εσύ μέσα σε έναν ψεύτικο κόσμο. 

Τα μάτια της Μέγκαν ανοιγόκλεισαν αρκετές φορές προσπαθώντας να καταλάβει αν βρίσκεται μέσα σε όνειρο ή όχι. Δεν είχε έλεγχο στο κορμί της αλλά ούτε και στην διστακτική πνοή της που μπορούσε να ακούσει σχεδόν πεντακάθαρα. Ήταν σαν ένας άψυχος ζωντανός οργανισμός , έρμαιο της εικόνας που έβλεπε, περιμένοντας κάποιον να την ξυπνήσει και να επανέλθει στη πραγματικότητα. Δεν γινόταν αυτό που νιώθει να είναι αλήθεια. Δεν γινόταν αυτό που βλέπει να υπάρχει. 

Το κεφάλι της είχε γίνει βαρύ ενώ οι σκέψεις της πλέον δεν λειτουργούσαν. Σαν να είχε κάψει οποιαδήποτε σπιθαμή λογικής. Το μόνο που μπορούσε να νιώσει ήταν το ζεστό χέρι πάνω στον ώμο της που είχε γίνει ένα με το σώμα της, που είχε κολλήσει πάνω στην επιδερμίδα της και έκανε όλα τα ζωντανά μέρη του οργανισμού της να μουδιάζουν. Τα μάτια της για έναν ανεξήγητο λόγο είχαν γίνει υγρά και θόλωναν την όραση της. Η καρδιά της σφιγγόταν σαν ένα γεμάτο από νερό σφουγγάρι, αδειάζοντας το αίμα σαν ποτάμι στο κορμί της ενώ η αναπνοή της τρεμόπαιζε με την μία και μοναδική λέξη που μπορούσε να ξεστομίσει.

"Μαμά; "

Continue Reading

You'll Also Like

14.9K 1.2K 48
-sweetdevileyes- Ελλάδα , Αθήνα Η Αντιγόνη Γεωργίου ,μια 25χρονη απόφοιτη ψυχολογίας και ενεργή φεμινίστρια, θα χάσει για λίγο την ισορροπία της κα...
2.4M 179K 86
Έρωτας. Μια λέξη... Ένα πρόσωπο. Και σε εσένα ήρθε κάποιος στο μυαλό σου έτσι; Η Κλόι είναι ένα κορίτσι με παρελθόν. Παρελθόν που μπορεί να την άλλα...
243K 16.8K 34
«Και ποια είναι η πρότασή σου;» «Συνεργασία Βολκόβ. Μια συνεργασία που δεν θα σπάσει εύκολα, θα είναι από τους δεσμούς που είναι ιεροί και δεν του...
1.1M 81.3K 38
Ειναι η συνεχεια του πρωτου βιβλιου ..''Η Καινούρια.''......Λουκ:*Απλως δεν μπορω να φανταστω καποιον να σε αγγιζει εστω και φιλικα.Εγω θα σε αγγιζω...