Είχα αγχωθεί τόσο πολύ που είχαν ιδρώσει οι παλάμες μου. Σκεφτόμουν όλες τις περιπτώσεις που θα μπορούσαν να συμβούν, από το να μην με συμπαθήσουν μέχρι και το να βάλω φωτιά στο σπίτι τους. Ναι φωτιά. Πήρα μια βαθιά ανάσα και την άφησα να φύγει. Ο Άντριαν με κοίταξε παράξενα και έπειτα μου έπιασε το χέρι και το χάιδεψε απαλά.
"Άρια, μην αγχώνεσαι είμαι σίγουρη ότι θα σε συμπαθήσουν όπως σε συμπαθώ και εγώ." μου είπε απαλά. Του χαμογέλασα και κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου. Στην πραγματικότητα όμως αυτό δεν με βοήθησε καθόλου και μπορώ να πω ότι αγχώθηκα περισσότερο. Πήρα άλλη μια βαθιά ανάσα και κοίταξα το τοπίο γύρω μου.
***
Μετά από μισή ώρα μπήκαμε μέσα στην πόλη του Όξφορντσαϊρ. Καλύτερα να το πω χωριό. Το μέρος ήταν πανέμορφο με πολλά γραφικά σπίτια και μικρά καφέ. Μπορεί να είχαμε κλειστά τα παράθυρα, μα η ζεστή μυρωδιά του καφέ έφτασε μέχρι τα ρουθούνια μου.
"Θα κάνουμε μια στάση εδώ πριν πάμε στο αγροκτήματα των παππούδων μου. Είναι λίγο πιο έξω από εδώ." μου είπε ενώ πάρκαρε το αμάξι.
Ωραία, γιατί αλλιώς θα πήγαινα στους παππούδες του λιωμένη.
Άνοιξα την πόρτα για να κατέβω, όμως ο Άντριαν πρόλαβε και μου την έκλεισε στην μούρη. Έβγαλα μιά μικρή κραυγή έκπληξης και αυθόρμητα έκανα προς τα πίσω.
Τι στο καλό;
"Τι σόϊ τζέντλεμαν θα ήμουν αν σε άφηνα να κατέβεις μόνη σου;" με ρώτησε όταν μου άνοιξε την πόρτα. Ρόλλαρα τα μάτια μου και με τη βοήθειά του βγήκα από το αμάξι. Πέρασε το χέρι του γύρω από τον ώμο μου και με έσφιξε κοντά του. Για να πω την αλήθεια τρόμαξα λίγο στην αρχή. Το σώμα του ήταν ζεστό και το άρωμά του υπέροχο. Ντράπηκα λίγο που φορούσα ένα απλό τζιν και το χιλιοφορεμένο αλλά αγαπημένο μου πουλόβερ. Περάσαμε τον δρόμο και μπήκαμε μέσα στο μικρό καφέ. Η μυρωδιά του καφέ τρύπησε τα ρουθούνια μου. Καθίσαμε σε ένα γωνιακό τραπεζάκι απέναντι από την τζαμαρία. Το μέρος αρκετά ζεστό με τα γήινα χρώματα να ζεστένουν ακόμα περισσότερο το μέρος. Κοίταξα τον Άντριαν, ο οποίος τόση ώρα είχε καρφωμένα τα γκρι του μάτια πάνω μου και με περιεργαζόταν. Κοκκίνησα και αυτός γέλασε.
Νομίζω πως ήρθε η ώρα να του πω τι έγινε με τον Ντάνιελ.
Καθάρησα έντονα τον λαιμό μου και τον κοίταξα στα μάτια. Πριν προλάβω να μιλήσω γέλασε και μου είπε μία απλή λέξη, που όμως με έκανε να χάσω το χρώμα μου.
"Ξέρω." είπε ξανά και χαμογέλασε.
Αποκλείεται να λέμε για το ίδιο πράγμα! Έχω διαβάσει τόσα βιβλία και έχω δει αρκετές ταινίες έτσι ώστε να ξέρω ότι έτσι γίνονται οι παρεξηγήσεις.
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
"Δεν νομίζω ότι μιλάμε για το ίδιο πράγμα.." του είπα, αποφεύγοντας την ματιά του.
"Ναι, μιλάμε για το ίδιο πράγμα." ρόλλαρε τα μάτια του "Μιλάμε για τον αδερφό μου που σήμερα το πρωί σου είπε ότι σε θέλει." γούρλωσα τα μάτια μου.
Τι; Διαβάζει τις σκέψεις;
Ο σερβιτόρος διέκοψε την συζήτηση ευγενικά ζητώντας την παραγγελία μας. Του ζήτησα μια ζεστή σοκολάτα ενώ ο Άντριαν πήρε έναν γαλλικό. Γέλασα λίγο με την σκέψη του πόσο λεπτεπίλεπτος ήταν για να πάρει γαλλικό. Στο τέλος θα τον έπινε και με το δαχτυλάκι ψηλά.
"Γιατί γελάς;" με ρώτησε καχύποπτα.
Η περιέργεια σκότωσε την γάτα.
"Δεν ξέρω..απλά σκέφτηκα πόσο γελείος θα είσαι όταν θα πίνεις τον καφέ." γέλασα ξανά με την σκέψη και τον σκούντηξα απαλά στον ώμο.
"Είσαι τόσο παράξενη." μου είπε μετά από λίγο και μου χάρισε ένα από τα γνωστά στραβά του χαμόγελα. Κοκκίνησα λίγο και προσπάθησα να το κρύψω πίσω από την κουρτίνα των μαλλιών μου.
"Ελπίζω αυτό να είναι καλό."
"Ναι.. Δεν είσαι σαν τις άλλες κοπέλες." μου απάντησε.
"Δηλαδή;"
Τι δηλαδή κοπέλα μου; Τι δεν καταλαβαίνεις;
"Χμμ.. Δεν είσαι copy paste σαν τις άλλες. Τουλάχιστον όχι στον χαρακτήρα." ξανακοκκίνησα αλλά ευτυχώς δεν πρόλαβε να με κοροϊδέψει καθώς ο σερβιτόρος έφερε την παραγγελία. Του χαμογέλασα ευγενικά όταν άφησε την σοκολάτα μπροστά μου και ο Άντριαν με αγριοκοίταξε. Μουρμούρησε ένα ξερό ευχαριστώ στον σερβιτόρο και σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του. Τον κοίταξα παραξενεμένη.
"Τι έπαθες;" τον ρώτησα αφού πρώτα ήπια μιά γουλιά από την σοκολάτα μου. Παρόλο που ήταν μικρή μου έκαψε την γλώσσα και για λίγο μούδιασε. Την πείραξα για λίγο και μετά συνειδητοποίησα ότι ο Άντριαν δεν μου είχε απαντήσει ακόμα. Έτσι άφησα ήσυχη την γλώσσα μου και συγκέντρωσα το βλέμμα μου πάνω του.
"Γιατί του χαμογέλασες; Σου την έπεφτε ξεκάθαρα και συ του έδωσες θάρρος." η ματιά του ήταν βλοσυρή.
Ζηλεύει;
"Άντριαν πας καλά; Απλά ήμουν ευγενική. Όντως δεν είχες πολλές κοπέλες ε;" μόλις συνειδητοποίησα τι είπα, έβαλα τα χέρια μου στο στόμα μου και κοκκίνησα τρομερά πολύ.
"Δηλαδή εσύ τώρα θεώρησε η κοπέλα μου;" στην θέση του συνοφρυώματος που είχε πριν δύο δευτερόλεπτα γύρισε το παλιό καλό στραβό χαμόγελο. Ρόλλαρα επιδεικτικά τα μάτια μου.
Τουλάχιστον γύρισε ο παλιός καλός Άντριαν.
Halo. Τι κάνετε; Εγώ είμαι καλά. Συγνώμη για την καθυστέρηση και καλή ανάγνωση. Το τραγούδι παραπάνω απλά μου κόλλησε αυτή την περίοδο.
Εύη