Βαρέα και ανθυγιεινά

Door margaritapoly

1.4M 38.3K 1.8K

Αυτός έχει μεγαλώσει στα σαλόνια αλλά του αρέσει να "παίζει" στις οικοδομές... Αυτή κουράστηκε πολύ να βρει τ... Meer

ΠΕΡΙΛΗΨΗ
κεφάλαιο 1
κεφάλαιο 2
κεφάλαιο 3
κεφάλαιο 4
κεφάλαιο 5
κεφάλαιο 6
κεφάλαιο 7
κεφάλαιο 8
κεφάλαιο 9
κεφάλαιο 10
κεφάλαιο 11
κεφάλαιο 12
κεφάλαιο 14
κεφάλαιο 15
κεφάλαιο 16
κεφάλαιο 17
κεφάλαιο 18
κεφάλαιο 19
κεφάλαιο 20
κεφάλαιο 21
κεφάλαιο 22
κεφάλαιο 23
κεφάλαιο 24
κεφάλαιο 25

κεφάλαιο 13

18.1K 1.4K 103
Door margaritapoly


ΑΡΗΣ

Όταν άνοιξε η πόρτα και την είδα μπροστά μου σχεδόν γυμνή τα έχασα. Είχε ανοίξει χωρίς καν να ρωτήσει ποιος ήταν, φορώντας μόνο μια πετσέτα γύρω από το σώμα της, η οποία δεν έκρυβε και πολλά από τις καμπύλες της. Τα μάτια μου καρφώθηκαν στα λευκά της πόδια και ένιωσα το στόμα μου να ξεραίνεται. Μιλούσε στο τηλέφωνο με τον Σωτήρη και του το έκλεισε βιαστικά μόλις με είδε, λέγοντας του ότι θα τον έπαιρνε εκείνη. Ένιωσα ένα περίεργο τσίμπημα και αναρωτήθηκα αν αυτοί οι δύο είχαν κάτι μεταξύ τους. Με απότομο ύφος με ρώτησε τι γύρευα στο σπίτι της και εγώ, χωρίς πολλά λόγια της έδωσα το πουκάμισο που είχα αγοράσει δείχνοντας της με τον τρόπο μου ότι είχα μετανιώσει για αυτό που είχα κάνει. 

Εκείνης όμως δεν της ήταν αρκετό και με ύφος με ρώτησε αν με αυτόν τον τρόπο της ζητούσα συγνώμη! Εκνευρισμένος της απάντησα θετικά και ενώ είδα ότι ήταν ακόμα ενοχλημένη, με ξάφνιασε προσκαλώντας με για ένα ποτό. Η θέα του κορμιού της δεν με άφηνε αδιάφορο και ήξερα ότι ένα ποτό μαζί της, στο σπίτι της θα άλλαζε πολλά... η σκέψη να αρνηθώ πέρασε σαν αστραπή από το μυαλό μου και την ίδια στιγμή την απέρριψα αποδεχόμενος την πρόσκληση της.

Όταν προσπάθησα να περάσω μέσα, η Χριστίνα μου ζήτησε να βγάλω το τζάκετ μου, της έριξα μία ματιά γεμάτη απορία και εκείνη απλά μου χαμογέλασε. Χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα το έβγαλα και το πήρε στα χέρια της. Μόλις πήγα να μπω για δεύτερη φορά εκείνη με σταμάτησε ξανά και μου ζήτησε να βγάλω και το πουκάμισο μου. Την αγριοκοίταξα εκνευρισμένος και την ρώτησα τι παιχνίδι έπαιζε, φυσικά αρνήθηκε ότι συμβαίνει κάτι και μου είπε απλά ότι είναι παραξενιά της οικοδέσποινας.

Σε καμία περίπτωση δεν το έχαψα αλλά το σέξι χαμόγελο, το σχεδόν γυμνό κορμί της και τα μισάνοιχτα χείλη της δεν με άφησαν να σκεφτώ λογικά και σε μία στιγμή αδυναμίας ξεκίνησα να ξεκουμπώνω το πουκάμισο μου. Όταν το πήρε στα χέρια της, για να μην τσαλακωθεί όπως είπε, ήξερα ήδη ότι όλο αυτό δεν ήταν καλή ιδέα και σε δευτερόλεπτα επιβεβαιώθηκα. Με έσπρωξε λίγο αγγίζοντας με στο στέρνο, ζητώντας μου να κάνω ένα βήμα πίσω και πριν προλάβω να συνειδητοποιήσω τι συμβαίνει είδα την πόρτα της να κλείνει. Ήξερα ότι δεν μπορούσα να της έχω εμπιστοσύνη, ήξερα ότι έπαιζε βρώμικα αλλά ο μαλάκας την πάτησα σαν πρωτάρης.

«Χριστίνα άνοιξε!» φώναζα έξω από την πόρτα της έξαλλος. Σκεφτόμουν ότι δεν θα μου την γλίτωνε, θα την σκότωνα και ας με έκλειναν στην φυλακή!

Για λίγα λεπτά συνέχισα να φωνάζω το όνομα της ενώ χτυπούσα την πόρτα της δυνατά. Όταν κατάλαβα ότι εκείνη δεν είχε καμία πρόθεση να μου ανοίξει κατέβηκα κάτω και έβγαλα το κινητό μου για να τηλεφωνήσω στον Μάνο. Ευτυχώς είχα το κινητό στην τσέπη μου. Εκνευρισμένος όσο δεν πήγαινε τον πήρα τηλέφωνο με σκοπό να του ζητήσω να έρθει από εδώ αλλά εκείνος το είχε κλειστό. Πηγαινοερχόμουν αναποφάσιστος, σκεπτόμενος αν ήθελα να μπλέξω τον Ιάσωνα σε όλο αυτό ή όχι, αν του τηλεφωνούσα σίγουρα θα ήθελε να μάθει γιατί είχα έρθει σπίτι της και γιατί αυτή τη στιγμή, Φλεβάρη μήνα, βρισκόμουν εδώ έξω μόνο με το φανελάκι... πριν προλάβω να πάρω μία απόφαση την άκουσα να φωνάζει το όνομα μου. Έστρεψα το βλέμμα μου στο μπαλκόνι της και με θράσος την είδα να μου πετάει τα κλειδιά της μηχανής και το πορτοφόλι μου, της φώναξα για ακόμα μία φορά να μου ανοίξει απειλώντας την, αλλά εκείνη επέστρεψε στο ζεστό της σπίτι χωρίς να μου δώσει καμία σημασία.

Σε κατάσταση αλλοφροσύνης από τα νεύρα μου, ανέβηκα στην μηχανή μου έτοιμος να κάνω φόνο. Την έβαλα μπροστά και ξεκίνησα για το σπίτι μου, έχοντας στο μυαλό μου εκείνη και όλους τους τρόπους που θα την έκανα να μου το πληρώσει. Ενώ ήμουν μόνο με το φανελάκι και το κρύο ήταν τσουχτερό, το σώμα μου έβραζε από θυμό και τσαντίλα και δεν ένιωθα τίποτα. Αυτή η γκόμενα είχε αρχίσει να μου τη δίνει στα νεύρα! Ήταν ύπουλη και επικίνδυνη! Ένας σατανάς κρυμμένος στο σώμα μιας σέξι γυναίκας...

Όταν έφτασα στο σπίτι μπήκα κατευθείαν για ντους και άφησα το καυτό νερό να πάρει από πάνω μου όλο το κρύο που είχα φάει στην διαδρομή. Μόλις βγήκα από το μπάνιο, ακόμα έξαλλος από αυτό που μου είχε κάνει, βρήκα το κινητό μου και της έστειλα ένα μήνυμα που έδειχνε την οργή που ένιωθα για εκείνη.

"Όταν σε πιάσω στα χέρια μου θα παρακαλάς για έλεος κοριτσάκι. Η υπομονή μου εξαντλήθηκε!!".

Έπειτα προσπάθησα για ακόμα μία φορά να τηλεφωνήσω στον Μάνο αλλά εκείνος δεν απαντούσε. Κάθισα στο σαλόνι και άνοιξα την τηλεόραση για να χαζέψω λίγο τα αθλητικά, με κάποιον τρόπο έπρεπε να απασχολήσω το μυαλό μου για να μη σκέφτομαι το χουνέρι που μου επιφύλαξε απόψε η Χριστίνα. Όταν άκουσα τον ήχο μηνύματος ήμουν σίγουρος πως ήταν ο Μάνος αλλά έκανα λάθος, στην οθόνη εμφανίστηκε το δικό της όνομα. Σκέφτηκα ότι είχε μεγάλο θράσος και ταυτόχρονα διάβαζα αυτό που μου είχε στείλει.

"Σε ευχαριστώ πολύ για το πουκάμισο σου! Το φοράω τώρα! Μυρίζει το άρωμα σου..."

Διαβάζοντας τις λέξεις που είχε γράψει ένιωσα την αναπνοή μου να αλλάζει, ήξερα ότι για ακόμα μία φορά με έπαιζε αλλά παρόλα αυτά δεν κατάφερα να επιβληθώ στο μυαλό μου και εκείνο σχημάτισε την εικόνα της... Την φαντάστηκα γυμνή... υγρή από το ντους... να φοράει το πουκάμισο μου... σε δευτερόλεπτα ένιωσα να σκληραίνω... άλλο ένα μήνυμα από εκείνη διέκοψε τις σκέψεις μου για να δημιουργήσει καινούριες.

"Το μπουφάν σου, θα σου το επιστρέψω... μου είναι τεράστιο!"

Αμέσως μία νέα εικόνα της σχηματίστηκε στο μυαλό μου με εκείνη να επιπλέει μέσα στο τζάκετ μου και χωρίς να το θέλω έπιασα τον εαυτό μου να χαμογελάει. Σίγουρα τα τελευταία λεπτά είχαν καλμάρει κάπως τα νεύρα μου, αλλά και πάλι θα την έκανα να μου το πληρώσει... όχι τόσο ακριβά όσο σκεφτόμουν ή όσο θα έπρεπε βέβαια!

Αρκετές ώρες αργότερα ξύπνησα μέσα στον ιδρώτα, νιώθοντας το κορμί μου να καίει. Με δυσκολία άνοιξα τα μάτια μου και κοίταξα το ρολόι που βρισκόταν πάνω στο κομοδίνο, κόντευε τέσσερις τα ξημερώματα... Σηκώθηκα διστακτικά και ανακάθισα στο κρεβάτι, ολόκληρο το κορμί μου πονούσε και η ατονία που ένιωθα έκανε την κατάσταση ακόμα χειρότερη. Έφτασα μέχρι το μπάνιο και μπήκα κάτω από το ντους, άφησα το νερό να τρέξει πάνω μου μέχρι που άρχισα να τρέμω. Όταν επέστρεψα πίσω στο κρεβάτι ήπια δύο αντιπυρετικά και κουκουλώθηκα για να μειώσω το τρέμουλο που ένιωθα. Δεν μου άρεσε να είμαι άρρωστος και η αλήθεια ήταν ότι σπάνια αρρώσταινα. Έκλεισα τα μάτια μου και λίγο πριν με πάρει ο ύπνος ευχήθηκα την επόμενη μέρα να ήμουν καλύτερα.

Το πρωί η κατάσταση μου ήταν χειρότερη, ένιωθα απαίσια. Το κεφάλι μου πονούσε φριχτά και ο λαιμός μου κάθε φορά που κατάπινα ήταν λες και με έγδερναν. Το σώμα μου πονούσε και δεν μπορούσα να σηκωθώ με τίποτα. Έστειλα ένα μήνυμα στον Μάνο που του έλεγα ότι ήμουν χάλια και συμπλήρωσα ότι θα του τηλεφωνούσα αργότερα όταν θα αισθανόμουν καλύτερα. Εκείνος παρόλα αυτά με πήρε αμέσως πίσω και με λίγα λόγια του είπα τι είχε συμβεί.

Μέχρι το μεσημέρι δεν είχα σηκωθεί καθόλου, αναγκάστηκα να το κάνω όμως όταν άκουσα το κουδούνι να ηχεί επίμονα. Άνοιξα την πόρτα και πριν προλάβω να αντιδράσω η μάνα μου και η κυρία Μαρία εισέβαλαν στο σπίτι μου κρατώντας διάφορες σακούλες με τάπερ στα χέρια τους.

«Τι κάνετε εδώ πέρα;» τις ρώτησα ενοχλημένος που διέκοπταν τον ύπνο μου, το μόνο που ήθελα αυτή τη στιγμή για να γίνω καλύτερα ήταν να μείνω μόνος, όχι επισκέψεις! Η κυρία Μαρία με χαιρέτησε και αφού μου είπε πως σε δεκαπέντε λεπτά θα ήταν έτοιμη η σούπα μου εξαφανίστηκε στην κουζίνα, η μάνα μου με πλησίασε και έβαλε το χέρι της στο μέτωπο μου, αμέσως ξεφώνισε και άρχισε να με σπρώχνει προς το σαλόνι.

«Άρη καις!!! Πήγαινε γρήγορα να ξαπλώσεις και θα σε περιποιηθούμε εμείς!! Μη φοβάσαι τίποτα!!»

«Ρε μάνα, καλά είμαι δε θέλω τίποτα...»

«Ήρθαμε να σε περιποιηθούμε και να σου φτιάξουμε μια σούπα! Αρρώστησες αγόρι μου! Ευτυχώς με πήρε ο Μάνος τηλέφωνο...» δεν είχα την δύναμη να αντιδράσω και έτσι συγκράτησα τα νεύρα μου και αποφάσισα να υπομείνω το μαρτύριο για όση ώρα εκείνες θα βρίσκονταν εδώ κάνοντας λες και πέθαινα!

Ξάπλωσα στον καναπέ και η μάνα μου πήγε στο δωμάτιο, επιστρέφοντας την είδα να κρατάει μία κουβέρτα. Ξεφυσούσα αλλά εκείνη δεν φάνηκε να καταλαβαίνει ότι δεν ήθελα τίποτα από όλα αυτά.

«Άστα όλα πάνω μας! Κάτι θα κόλλησες, θα σε κάνουμε περδίκι!» Ήξερα πολύ καλά τι είχα κολλήσει... τον ιό που λεγόταν Χριστίνα αλλά πολύ σύντομα θα έβρισκα το αντιβιοτικό που θα την έβαζε στη θέση της!

Κάθισαν μέχρι αργά το απόγευμα και αν δεν έτρωγα τα δύο πιάτα σούπας που με ανάγκασαν, σίγουρα δεν θα το κουνούσαν από εδώ μέχρι αύριο. Όταν τηλεφώνησα στον Μάνο ένιωθα ήδη πολύ καλύτερα, ο πυρετός είχε πέσει και η σούπα είχε κάνει τα μαγικά της στον λαιμό μου. Όταν του διηγήθηκα τι είχε συμβεί την προηγούμενη νύχτα με αυτή την τρελή γυναίκα που κυκλοφορούσε ακόμα ελεύθερη, εκείνος άρχισε να γελάει και αυτό κράτησε τουλάχιστον δέκα λεπτά μέχρι που τον έβρισα και του είπα πως θα το έκλεινα.

Έπειτα την έπεσα για ακόμα μία φορά στον καναπέ και άνοιξα την τηλεόραση, χάζεψα λίγο τις ειδήσεις χωρίς καμία όρεξη και κατά τις εννιά το βράδυ σηκώθηκα ξανά, έφαγα την υπόλοιπη σούπα αφού την ζέστανα, χαπακώθηκα και επέστρεψα στο κρεβάτι μου εξαντλημένος. Σίγουρα η κατάσταση μου είχε βελτιωθεί πολύ από το πρωί αλλά και πάλι συνέχιζα να είμαι άρρωστος. Ήλπιζα το πρωί που θα ξυπνούσα να αισθανόμουν καλύτερα δεν μπορούσα να λείπω από την δουλειά, χώρια που όλη μέρα σήμερα είχα τον χρόνο να σκεφτώ δεκάδες τρόπους για να την κάνω να μου το πληρώσει... Θα έπαιρνε αυτό που της άξιζε!

Όταν έφτασα στην οικοδομή το επόμενο πρωί είχα βρει ήδη τον τρόπο για να την εκδικηθώ... Ανέβηκα πάνω κουκουλωμένος, βήχοντας ελαφρώς και όλοι μου ευχόντουσαν περαστικά. Εκείνη δεν είπε ούτε λέξη, απλά έκανε πως δε με είδε. Ήταν σκυμμένη συνεχώς πάνω από τα σχέδια και δίπλα της στεκόταν ο Σωτήρης. Όλη την υπόλοιπη μέρα δεν βρεθήκαμε καθόλου, εκείνη ήταν στον πρώτο όροφο ενώ εγώ δούλευα στους τελευταίους. Δεν με ενόχλησε ούτε μία φορά και ήμουν σίγουρος ότι με απέφευγε νομίζοντας ότι έτσι θα ξεθύμανε η οργή μου. Δεν μπορούσε ούτε να φανταστεί τι της είχα ετοιμάσει. Το πρωί την ώρα που ερχόμουν στη δουλειά είχα τηλεφωνήσει σε έναν πολύ καλό μου φίλο και του είχα εξηγήσει τι ακριβώς ήθελα να κάνει...

Στο διάλειμμα δεν κατέβηκα κάτω, έμεινα στον έκτο και μαζί μου κάθισε και ο Μάνος. Όταν πιάσαμε συζήτηση για τα προχθεσινά εκείνος άρχισε πάλι να γελάει εκνευρίζοντας με περισσότερο.

«Καλά, πόσο μαλάκας είσαι και κατάφερε να σε γδύσει;» μπορεί να μην ήμουν αλλά σίγουρα εκείνη με είχε κάνει να νιώσω μεγάλος μαλάκας!

«Σκάσε! Ήξερα ότι κάτι έτρεχε... απλά ήθελα να δω που θα το πήγαινε.» συνέχιζε να γελάει κάνοντας με να τον βρίζω.

«Ναι! Είδες που το πήγαινε, για να μη πω καλύτερα ότι το ένιωσες στο πετσί σου!»

«Θα κόψεις την πλάκα;» προσπαθούσε να συγκρατηθεί, όχι πως τα κατάφερνε. Μετά από λίγα λεπτά τον ρώτησα αυτό που τριβέλιζε το πίσω μέρος του μυαλού μου «Με τον άλλο τι λες να τρέχει;» μου είχε ανοίξει την πόρτα μισόγυμνη ενώ μιλούσε μαζί του στο τηλέφωνο...

«Για τον Σωτήρη λες; Δεν ξέρω... συνέχεια κολλημένος πάνω της είναι.» μου έριξε ένα αδιάφορο βλέμμα και με ρώτησε αν ήθελα να ψαρέψει την κοκκινομάλλα.

«Δεν χρειάζεται να την ψαρέψεις! Καρφί δε μου καίγεται!» συνεχίσαμε την δουλειά μας και μετά από κάμποση ώρα χτύπησε το τηλέφωνο μου. Όταν τελείωσα την γρήγορη συνομιλία μου, γύρισα στον Μάνο και τον κοίταξα με ένα τεράστιο χαμόγελο ικανοποίησης χαραγμένο στο πρόσωπο μου.

«Όταν βλέπω αυτό το ύφος στο πρόσωπο σου δεν είναι για καλό...» είπε και είχε δίκιο, σίγουρα δεν ήταν για καλό, συγκεκριμένα ήταν για το κακό της!!

«Το μεσημέρι μη βιαστείς να φύγεις! Θα έχουμε σόου!» του είπα και τον κοίταξα με νόημα.

«Τι πήγες και έκανες πάλι;» με ρώτησε προσπαθώντας να συγκρατήσει το χαμόγελο του.

«Θα δεις! Εσύ απλά φρόντισε όταν αρχίσει να ετοιμάζεται για να φύγει η κυρία Μακρή, να με ενημερώσεις... για να βγω στο μπαλκόνι να την καμαρώσω!»

«Καλά... δε πιστεύω να είναι τίποτα βαρύ, θα σε σκοτώσει... ή μπορεί να σου κάνει τίποτα χειρότερο!» ας μου έκανε ότι ήθελε!

«Το καταλαβαίνεις ότι με άφησε Φλεβάρη μήνα, έξω μόνο με το φανελάκι;» του είπα εκνευρισμένος, ο θυμός μου δεν είχε καταλαγιάσει καθόλου, απλά τον έκρυβα για να πετύχει καλύτερα αυτό που της ετοίμαζα. «Αυτό που θα πάθει δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που μου έκανε εκείνη!!»

«Θα περιμένω... Το βράδυ θα βγούμε με την Όλγα, θα έρθεις; Παρασκευή είναι σήμερα!» Αν ήταν και εκείνη μαζί σίγουρα θα είχε δολοφονικές τάσεις απέναντι μου μετά από αυτό που θα πάθαινε.

«Δεν ξέρω, θα είναι και αυτή μαζί;»

«Απ'όσο ξέρω όχι. Θα την πάω στον Στάθη, στο μπαράκι μας!» είχα μέρες να πάω στον Στάθη, καλά θα ήταν να τα λέγαμε.

«Θα το σκεφτώ...» του είπα και συνεχίσαμε να δουλεύουμε χωρίς να μιλάμε.

Όταν ήρθε η στιγμή που ξεκινήσαμε να μαζεύουμε μου φάνηκε πως η σημερινή μέρα είχε περάσει πολύ γρήγορα. Ένιωσα το κινητό μου να δονείτε και ταυτόχρονα άκουσα τον ήχο μηνύματος. Το διάβασα χαμογελώντας μιας και με ενημέρωναν από τον πρώτο, πως η κυρία Μακρή ετοιμαζόταν να φύγει. Ο Μάνος με είδε να χαμογελάω και αμέσως με ρώτησε τι συμβαίνει, χωρίς πολλά λόγια του είπα να με ακολουθήσει και πλησίασα το μπαλκόνι βρίσκοντας μια καλή θέση.

Η Χριστίνα στεκόταν ακριβώς μπροστά στην είσοδο της οικοδομής και μιλούσε με εκείνον τον μαλάκα τον Σωτήρη. Τους παρακολουθούσα και δεν διέκρινα κάποια οικειότητα ανάμεσα τους, όχι πως νοιαζόμουν απλά ήθελα να ξέρω τι γίνεται στην δουλειά μου. Αφού μίλησαν μερικά ακόμα δευτερόλεπτα χωρίστηκαν και εκείνη πέρασε απέναντι τον δρόμο πλησιάζοντας το αυτοκίνητο της. Την είδα να μπαίνει μέσα και άκουσα την μηχανή να παίρνει μπροστά, μόλις όμως πήγε να ξεκινήσει ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος και το αμάξι έπεσε στο πλάι γέρνοντας επικίνδυνα. Στη στιγμή βγήκε έξω τρομοκρατημένη με το πρόσωπο της να έχει ασπρίσει από τον φόβο. Μόλις κοίταξε πίσω και είδε ότι έλειπε η πίσω ρόδα του αυτοκινήτου ο φόβος εξαφανίστηκε και την θέση του πήρε ο θυμός, μπορούσα να νιώσω την οργή που εξέπεμπε ολόκληρο το σώμα της και ας βρισκόμουν τόσο μακριά. Όταν σήκωσε το βλέμμα της στην οικοδομή κατάλαβα ότι με έψαχνε, χωρίς κανένα δισταγμό βγήκα λίγο πιο έξω στο μπαλκόνι για να με δει και να με ακούσει!

«Χριστίνα όλα καλά; Μήπως θα ήθελες λίγη βοήθεια ή καμία ρόδα;» της φώναξα και την είδα να νευριάζει ακόμα περισσότερο. Ο Μάνος ήταν κρυμμένος πίσω από μια κολόνα και γελούσε διπλωμένος στα δύο.

«Μπορείς να μη γελάς τόσο και να έρθεις να την δεις τι ωραία που γίνεται όταν θυμώνει; Το ξέρω ότι είναι αστείο αλλά συγκρατήσου λίγο!» πραγματικά το χρώμα στα μάγουλα της την έκανε να δείχνει... σέξι! Όχι πως θα ενδιαφερόμουν ποτέ...

«Ρε μαλάκα δε γελάω μόνο γι'αυτό... σκέφτομαι τι θα σου κάνει για αντίποινα και γελάω προκαταβολικά!!!» τον κοίταξα συνοφρυωμένος και έπειτα κοίταξα πάλι στον δρόμο για να δω την Χριστίνα αλλά εκείνη είχε εξαφανιστεί.



Ένα μεγάλο κεφάλαιο!!

Επόμενο κεφάλαιο στο "Γράφω μονο για εσένα" αύριο το βράδυ (Για όσους το διαβάζουν!!)


By margaritapoly



Ga verder met lezen

Dit interesseert je vast

457K 36.5K 58
Η διαθήκη του θείου ήταν σαφής... Ο Αλέξης για να μπορέσει να αποκτήσει την αυτοκρατορία του θείου... θα έπρεπε πρώτα να νυμφευτεί και να γίνει ένας...
84.9K 3.8K 61
Τι θα γίνει όταν η μικρή άβγαλτη απουσιολόγος αναγκαστεί να κάνει μια συμφωνία με το πιο διάσημο παιδί του σχολείου?
298K 28.6K 53
"Σιγά μην ερωτεύτηκα το μικρό ρε"
244K 16.8K 34
«Και ποια είναι η πρότασή σου;» «Συνεργασία Βολκόβ. Μια συνεργασία που δεν θα σπάσει εύκολα, θα είναι από τους δεσμούς που είναι ιεροί και δεν του...