Χρυσάφι

By DDemiDoa

1.9K 121 5

Στην καρδιά της οθωμανικής αυτοκρατορίας ο Γέρακας και η καρδιά λαβώνονται από αγάπη. More

Πόλη
Ους ο έρωτας συνεζευξεν
Μυστικό
Ιστορία
Μιας ώρας
Το τέλος είναι η αρχή
Βασιλική
Κανέλλος
Αντρέι
Φύλακας άγγελος
Μάτια
Θεοφανώ Λάσκαρη
Κλειστά
Πληγή
Γεράκια
Κύμα&Αμμος

Λάσκαρη

109 9 0
By DDemiDoa

Ο άντρας την άφησε κοντά στον πύργο των Λασκαραιων.Δεν είχε πάει ποτέ,ήταν πιο μεγάλος από των Γερακαρηδων.

Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε απότομα και η Θεοφανώ έκανε ένα βήμα πίσω

"Σε βλέπω κοιτάς ώρα την πύλη,τι ζητάς?"

"Του λόγου σου ποιος είσαι?"

"Ο καπετάνιος"

Η Θεοφανώ έσκυψε το κεφάλι

"Λοιπόν λέγε,δεν έχω όλη τη μέρα"

"Δουλειά ψάχνω,καπετανιε"

Είπε η Θεοφανώ

"Τι δουλειά?"

"Οτιδήποτε"

"Άμα δηλαδή σε έβαζα στα χωράφια θα πήγαινες?"

"Εαν το εννοούσατε"

"Πως ξέρεις πως δε το εννοώ?"

Η Θεοφανώ χαμήλωσε το βλέμμα προσποιούμενη φόβο

"Αυτά τα κανονίζει η κυρά μου,όχι εγώ.Ελα μέσα"

Η Θεοφανώ πέρασε την πορτούλα και ένας άλλος έκλεισε πίσω της

Ο ίδιος πήγαινε μπροστά κι εκείνη ακολουθούσε κρατώντας το κεφάλι χαμηλά

"Μεταξία"

Η Μεταξία σηκώθηκε και κοίταξε τη Θεοφανω

"Ποια είναι αυτή?"

"Ζητάει δουλειά"

"Τι δουλειές?"

"Όχι χωράφι από όσο έμαθα"

"Φαίνεται,κοίτα τα χέρια της"

"Νοικοκυρά ήμουν στο νησί μου κυρά"

"Μάλιστα και δω πως ήρθες"

"Ο πατέρας σας μου το πρότεινε γνωρίζοντας τα οικονομικά μου,μα σαν έμαθα τα μαντάτα θεώρησα πως θα ήμουν πιο χρήσιμη εδώ"

"Η βέρα?Χήρα εισαι?"

Η Θεοφανώ εγνευσε καταφατικά

"Πως σε λένε?"

Η Θεοφανώ ένιωσε τα πόδια της να κόβονται.Πηγαινε ξιπολητη στα αγκάθια

"Ασημίνα"

"Πήγαινε στην κουζίνα και βρες την Τσαντουλα.Θα μείνεις εδώ,θέλουμε κόσμο"

Η Μεταξία προχώρησε μπροστά και η Θεοφανώ ακολούθησε.Η ανιψιά της είχε γίνει σωστή γυναίκα,έμοιαζε περισσότερο στη Γερακίνα,ίσως μόνο το βλέμμα της να ταν του Σπήλιου

"Τι κοιτάς?Πέρνα"

Η Θεοφανώ την ακολούθησε

"Από δω η Ασημίνα,θα είναι η παραδουλεύτρα.Φροντιστε να την ταξίδευε και πηγαίνετε τη στο μικρό οντά κοντά στο κοτέτσι"

"Όπως προσταξετε καπετανισσα"

Είπε μια άλλη νέα κοπέλα με κόκκινα μαλλιά

Αφότου η Μεταξία έφυγε οι άνθρωποι εκείνοι την πλησίασαν δίχως φόβο

"Έλα κορίτσι μου,εγώ είμαι η Τσαντουλα,η μαγείρισσα"

"Εγώ η Μορφούλα,η γυναίκα του Φρίξου,εκεί"

"Καλώς όρισες,Ασημίνα"

"Εγώ η Χαιδω,η γυναίκα του φρούραρχου,του Κοσμά.Μη τον φοβηθείς,είναι γλύκα κατά βάθος"

"Να σου βάλω τίποτα να φας κορίτσι μου?"

"Μόνο λίγο νερό"

Η Χαιδω γέμισε ένα ποτήρι και της το έδωσε.Η Θεοφανώ ήπιε λίγο και το άφησε στο τραπέζι

"Συχώρα με,αλλά γιατί φοράς μαύρα?Χήρα είσαι?"

Η Θεοφανώ ένιωσε αμήχανα.Η σκέψη ότι όντως μπορεί να ήταν χήρα,η πιθανότητα ο Διογένης να μη κατάφερε να κάνει τίποτα και ο Αντρέι να είχε ήδη εκτελεστεί τη σκότωνε

"Είσαι καλά κορίτσι μου?"

Η Θεοφανώ κούνησε το κεφάλι της βιαστικά

"Ναι,απλά να ξεκουραστώ λίγο"

"Μορφούλα,το κορίτσι"

Η κοπέλα την οδήγησε στο μικρό εκείνο οντά

"Θα βολευτεις ελπίζω,θα το καθαρίσω κιόλας και θα βολευτεις μια χαρά"

"Σ'ευχαριστώ"

Είπε η Θεοφανώ

Αφότου έφυγε η κοπέλα,η Θεοφανώ έβγαλε το μαντήλι και τίναξε κοντά μαλλιά της.Πως είχε μπλέξει έτσι?Γιατί είχε δεχτεί?Το μόνο που ήθελε ήταν να πάρει ξανά το γιό της στην αγκαλιά της και να ξαναδει τον Αντρέι ζωντανό

Ο οντάς ήταν μικρότερος από την αποθήκη του σπιτιού της.Θα μάθαινε όμως

"Δώσε μου δύναμη,ασήμι μου"

*Την επόμενη μέρα*

"Ασημίνα,έλα να με βοηθήσεις"

Η Θεοφανώ κρατούσε τον δίσκο και ακολούθησε την Χαιδω

"Καλημέρα,αφέντες"

"Καλημέρα Χαιδω,αυτή είναι η καινούργια?"

Ρώτησε ο Μιχαήλ

"Ναι,η Ασημίνα"

"Καλώς όρισες,Ασημίνα"

Είπε η άλλη γυναίκα,που η Θεοφανώ αναγνώρισε από την περιγραφή ως Δαμιανή

"Καλώς σας βρήκα,σας ευχαριστώ που μας δεχτηκατε στον πύργο σας"

"Τελικά τι ρόλο της δώσατε?"

"Θα βοηθά στο καθάρισμα,κυρά"

"Πολύ καλά"

"Ο Τζανής που είναι?"

"Πάλι παίζει με τον Μιχαήλ.Ασημινα πήγαινε να τους φωνάξεις"

Εκείνη τη στιγμή μπήκαν στην τραπεζαρία ένας νεαρός και ένα μικρό αγοράκι κοντά 2 ετών

"Μιχαήλ μου"

Το αγοράκι έτρεξε στην ποδιά της μαμάς του

Η Θεοφανώ ένιωθε την καρδιά της να σφίγγεται.Ο δικός της γιός βρισκόταν μακριά.Δε μίλησε, ακολούθησε τη Χαιδω και συνέχισε να σερβίρει

*3 μήνες αργότερα*

"Μιχαήλ έλα να σε ντύσω!Μιχαήλ,μη με σκας"

Η Θεοφανώ κυνηγαγε να ντύσει τον μικρό Μιχαήλ που δεν είχε και ιδιαίτερη όρεξη να ντυθεί

"Μιχαηλ"

Η Μεταξία μπήκε στον οντά

"Μιχαήλ,τσακισου,θα αργήσουμε"

Η Μεταξία πήρε το μικρό στην αγκαλιά της και τον κάθισε στο κρεβάτι

"Ασημίνα,πέρνα του τη φανέλα"

Η Θεοφανώ την πέρασε και η Μεταξία τον σήκωσε ξανά στην αγκαλιά της

"Τουφέκι μου εσύ,έτσι καθαρό και μοσχομυριστό"

Είναι καλή μάνα

Η Θεοφανώ την παρατηρούσε όλο τον καιρό και σε αντίθεση με τη Γερακίνα,
η Μεταξία ήταν μέλι που έλιωνε για τον μονάκριβο της δίχως ντροπή.

"Σήμερα θα έρθει η γιαγιά Γερακίνα"

Τα πόδια της Θεοφανως κόπηκαν

"Η μητέρα σας?"

"Ναι,η γιαγιά Κυπριανή δυστυχώς όμως δε μπορεί"

Η Θεοφανώ ξεφυσησε ανακουφισμένη

"Τι έπαθες?"

"Έτυχε να ακούσω πως η Κυπριανή είναι αρκετά σκληρή γυναίκα"

"Μη θαρρείς πως η μητέρα μου είναι αρνάκι,είναι Γερακίνα με το όνομα αλλά μη φοβάσαι,οσο δεν έχει τίποτα να σου προσάψει όλα καλά"

Η Θεοφανώ συνέχισε να καθαρίσει τους
οντάδες.Καθώς καθάριζε τον καθρέφτη στον οντά της Δαμιανής κοντοσταθηκε.
Δε θύμιζε σε τίποτα το χρυσάφι της Ανατολής.Τα μαλλιά της δεν αργιεψει από το πράσινο σαπούνι, βέβαια η Μορφούλα της τα είχε διορθώσει και τα είχε κουρεψει ίσα,οπότε δεν ήταν χάλια.
Είχε αδυνατίσει και τα χέρια είχαν άρχισε να κάνουν κόμπους.Τα ρούχα της φτωχικά δίχως κανένα στολίδι.

"Τι κοιτάζεσαι?"

Ρώτησε ο Κανέλλος που είχε μπει

"Συχώρα με, αφέντη"

"Τσακίσου και συνέχισε τις δουλειές σου"

Η Θεοφανώ πέρασε γρήγορα από πλάι του και πήγε στον οντά της να αλλάξει

"Για δούλα έχεις ωραίο σώμα"

Η Θεοφανώ μαζεύτηκε σαν είδε τον Τζανή

"Δεν είπα και τίποτα"

"Τι θέλετε?"

"Η γυναίκα μου θέλει να τη βοηθήσεις να φτιάξει τα μαλλιά της"

"Μάλιστα"

Ο Τζανής χαμογέλασε πριν κλείσει την πόρτα

Η γυναίκα του Τζανή ήταν επίσης πολύ καλοσυνάτη.Αρχοντισσα από το Γερολιμένα,του Δραγουμανου με το όνομα.Τον ήξερε από το εμπόριο μα δεν είχε ανταμώσει ποτέ με την κόρη του.

"Ευτυχώς που υπάρχεις και συ Ασημίνα μου, αλλιώς δε θα προλάβαινα"

"Τι λες κυρά αλίμονο"

"Είσαι καλή συντροφιά,Ασημίνα. Χαιρομαι να σε δω παρέα μου ακόμα κι αν λες συνέχεια 'Αλιμονο κυρα'"

Η Θεοφανώ γελασε

"Να στολιστείς και συ,πάρε ένα από τα παλιά μου φουστάνια αν θες"

Η Θεοφανώ χαμογέλασε

"Καλύτερα όχι κυρά"

"Επιμένω"

Η Κερασινα σηκώθηκε και τράβηξε ενα μπλε φόρεμα

"Ορίστε"

Η Θεοφανώ το κοίταξε

"Κυρά "

"Είναι διαταγή"

Η Θεοφανώ το δέχτηκε και πήγε να φιλήσει το χέρι της

"Ασε τα χειεοφιληματα και τρέχα να αλλάξεις"

Η Θεοφανώ γύρισε στον οντά της και ξέπλυνε τη βρωμιά με ένα βρεγμένο πανί πριν φορέσει το μπλε εκείνο το φόρεμα. Υστερα έπλεξε τα μαλλιά της και τα έδεσε ψηλά.Είχε καιρό να δει τον εαυτό της περιποιημένο.Τοτε χάιδεψε το δέρμα της και χαμογέλασε

Λίγη ώρα μετά μαζεύτηκαν όλοι στην αυλή να προϋπαντήσουν τη Βασιλική Λάσκαρη.Η Θεοφανώ κρυφοκοιταξε από το παράθυρο την εντυπωσιακή μαυροντυμένη γυναίκα.Αφου μπήκαν στον πύργο η Θεοφανώ βγήκε από τον οντά της

"Ασημίνα!Που είσαι?"

Η Θεοφανώ έτρεξε γρήγορα στο καθιστικό.Εκει τα χαμόγελα κάπως έπεσαν μα συνήλθαν

"Σου πάει τέλεια τι φόρεμα μου"

Είπε η Κερασινα χαμογελώντας

"Ψησε μας καιβέδες"

"Μάλιστα"

Η Βασιλική της έριξε μια φαρμακερή μάτια μα η Θεοφανώ την αγνόησε και έφυγε γρήγορα για την κουζίνα.
Θες να με αναγνώρισε?

Continue Reading

You'll Also Like

1.7K 103 10
Μάνη, 1818 Ένας ξένος πατάει τα χώματα του τόπου του για πρώτη φορά. Αναζητά μια πατρίδα, ένα σπίτι και τις ρίζες του . Μια γυναίκα, που τα μάτια της...
464K 25.6K 64
«Με ποιο δικαίωμα το έκανες αυτό, δεν σου είμαι τίποτα», φώναξα δυνατά για να μπει στον ανύπαρκτο εγκέφαλο του. «Κάνεις λάθος, είσαι δικιά μου. Μου α...
80.7K 461 25
Ιστοριουλες για να σας κρατάν συντροφιά τα βράδια Τα πάντα αποτελούν προϊόν της φαντασίας μου και μόνο. Δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα διαβάστε...
21K 334 61
Τι κι' αν τα πράγματα γίνονταν αλλιώς; Η λιακάδα μετά τη μπόρα; Η σπίθα της αγάπης στη καταχνιά που φέρει το σκοτάδι; Οι άγριοι καιροί; Δια...